Η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου πρωταγωνιστεί στη νέα σειρά του Χριστόφορου Παπακαλιάτη το «Maestro» στο ΜΕGΑ, όπου ενσαρκώνει τη Σοφία, τη μητέρα της Κλέλιας και του Αντώνη.
Για όσους δεν την γνωρίζουν, η ταλαντούχα ηθοποιός γεννήθηκε το 1975 στη Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν και ήρθε στην Ελλάδα σε ηλικία επτά ετών. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.
«Στην Τασκένδη με αντιμετώπιζαν ως Ελληνίδα και στην Ελλάδα ως το Ρωσάκι. Εμείς είχαμε ως συνήθεια να τρώμε σούπα και να πίνουμε τσάι και οι γειτόνισσες ρώτησαν τη μητέρα μου αν ήμασταν άρρωστα. Επέστρεψα στην Τασκένδη με τον αδερφό μου και βάλαμε στοίχημα να βρούμε όλα τα μέρη από μνήμης», έχει πει σε συνέντευξη στη «Lifo».
«Όντως είχαμε πρόσβαση σε αγαθά, αλλά, όποτε είχαμε, ας πούμε, περισσότερο κρέας, το μοιραζόμασταν με όλη την οικοδομή. Δεν ήταν κάτι που κρατούσαμε μόνο για μας. Νομίζω ότι ήταν χαρακτηριστικό όσων συνέβαιναν σε όλη τη Σοβιετική Ένωση τότε. Έχω μια τέτοια αίσθηση ότι δεν συνέβαινε μόνο στο πλαίσιο της καλής γειτονίας αλλά ήταν κάτι πολύ ευρύτερο» πρόσθεσε.
Μιλώντας στο bovary.gr για την οικογένειά της, η ίδια είχε εξομολογηθεί μεταξύ άλλων: «Οι γονείς μου είχαν σπουδάσει και δούλευαν. Η μαμά μου όταν γεννήθηκα έδινε την πτυχιακή της. Η τελευταία της εργασία –ήταν μηχανικός υδροτεχνικών έργων κι όταν ήρθαμε στην Ελλάδα έδωσε εξετάσεις και πήρε πτυχίο πολιτικού μηχανικού- είχε απάνω ζωγραφιές γιατί, όπως είπε στον καθηγητή, το προηγούμενο βράδυ η κόρη της (εγώ δηλαδή) την διόρθωσε πριν από εκείνον…
Ο πατέρας μου ήταν 21 και η μητέρα μου 20 όταν με έκαναν. Είναι ωραίο να μεγαλώνεις με τόσο νέους γονείς. Κι εγώ τα παιδιά μου νέα τα έκανα, αν και δεν είχα αυτή την πρόθεση. Ήμουν ένας άνθρωπος που δεν ήθελε να κάνει παιδιά, είχα άλλα σχέδια. Όταν προέκυψαν όμως αποφάσισα να τα κρατήσω. Φαντάζομαι ότι η σχέση που είχα με τη μαμά μου, το βίωμα που είχα, μου έδωσε την ευκολία να το αποφασίσω. Και πήγαν όλα μια χαρά. Έτσι κάνω. Έρχονται τα πράγματα, τα συμπεριλαμβάνω και συνεχίζω.
Η μαμά μου ήταν και παραμένει θεατρόφιλη και όχι μόνον. Στη Σοβιετική Ένωση το να είσαι ηθοποιός ήταν ανώτερη τιμή, επομένως θα πω ότι είμαι από τις σπάνιες περιπτώσεις που η μαμά μου ήθελε να γίνω ηθοποιός. Εγώ όχι, δεν ήθελα να δώσω εξετάσεις στη δραματική (σ.σ. αποφοίτησε από την σχολή του ΚΘΒΕ). Ήθελα να ασχοληθώ με τις νευροεπιστήμες. Με ενδιέφερε πάρα πολύ η χαρτογράφηση του ανθρώπινου εγκεφάλου –με εξίταρε και συνεχίζει να με εξιτάρει. Αλλά τελικά το νευρικό σύστημα ήρθε και με βρήκε, και στο θέατρο και στη ζωή, μετά το ατύχημα.
Το 1982 ήρθαμε μόνιμα στην Ελλάδα και εγκατασταθήκαμε στη Θεσσαλονίκη. Ήμουν επτά χρονών. Η δυσκολία που αντιμετώπιζα ήταν ότι εκεί μας έλεγαν Έλληνες κι εδώ Ρώσους, που δεν ήμασταν -με μπέρδευε πολύ. Κι επίσης με μπέρδευε πολύ όταν με ρωτούσαν από που είσαι, δεν ήξερα από που να το πιάσω. Ήξερα και ξέρω και τις δύο γλώσσες. Όσα χρόνια ήμασταν στη Σοβιετική Ένωση η πρόποση ήταν πάντα στην επιστροφή στην πατρίδα. Κι όταν γυρίσαμε, γυρίσαμε όλοι».
Η ηθοποιός έγινε ευρύτερα γνωστή μέσα από τη συμμετοχή της στη τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος «Το 10» και την αστυνομική σειρά «Σιωπηλός Δρόμος». Για την ερμηνεία της στην ταινία «Η δουλειά της» σε σκηνοθεσία Νίκου Λαμπό απέσπασε το Βραβείο Καλύτερης Γυναικείας ερμηνείας στο Διεθνές Διαγωνιστικό Τμήμα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, στα Βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, στο Los Angeles Greek Film Festival και στο New York Greek Film Expo.
Η ίδια έχει αποκτήσει δύο κόρες. Η πρώτη κόρη της ήρθε στη ζωή όταν ήταν 25 ετών, ενώ η δεύτερη δυόμιση χρόνια αργότερα. «Χωρίς τις κόρες μου δεν ξέρω αν θα είχα το κουράγιο να κάνω πολλά πράγματα στη ζωή μου. Είναι ζωτική δύναμη. Ό,τι κι αν ερχόταν μου έδιναν πάρα πολλή δύναμη και, έχοντας βάλει αυτές σε πρώτο πλάνο, δεν είχα σχεδόν καμία ματαιοδοξία στη δουλειά μου», ανέφερε στη «Lifo».
Μιλώντας στο bovary.gr η ηθοποιός δήλωσε μεταξύ άλλων: «Η τηλεόραση έχει μια άλλου είδους επαναληπτικότητα όσον αφορά στον ρόλο, τη διάρκεια, τη δουλειά που κάνεις, τον χρόνο, που είναι τελείως διαφορετικός από το σινεμά. Μπορεί τα εργαλεία ή οι κώδικες να είναι ίδιοι, αλλά το ζουμί, η ουσία, η πύκνωση που γίνεται στο σινεμά, δεν συμβαίνει, για μένα τουλάχιστον, με κανέναν άλλον τρόπο.
Η ζωή τα έφερε έτσι και απομακρύνθηκα από το θέατρο. Πριν δέκα χρόνια έπαθα ένα ατύχημα στο διάλειμμα μιας πρόβας κι αυτό με οδήγησε εκ των πραγμάτων, λόγω της σοβαρότητας των προβλημάτων, στο να απέχω και να κάνω πιο επιλεκτικά πράγματα για ένα διάστημα».
«Το κομμάτι της δουλειάς, είναι αλήθεια, ότι δεν το σκέφτηκα μετά το ατύχημα. Το κομμάτι της ζωής σκέφτηκα πιο πολύ και ίσως αποκλειστικά τα παιδιά μου. Αυτό ήταν το κίνητρό μου για να συνεχίσω να προσπαθώ. Και να βλέπω τα πράγματα με περισσότερη δύναμη, ώστε να καταφέρω να αποκατασταθώ όσο πιο γρήγορα γινόταν με τη βοήθεια γιατρών, φίλων και της οικογένειάς μου. Κράτησε κάμποσα χρόνια και τα υπολείμματα αυτού του ατυχήματος -και αυτού που προκάλεσε στο σώμα μου-, συνεχίζουν ακόμα και τώρα. Κινδύνεψα να μείνω παράλυτη…».
Τέλος, αναφορικά με τον ρόλο στο «Maestro», αποκάλυψε πως πριν της προταθεί είχε δει στον ύπνο της τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη: «Πριν μου προτείνει τον ρόλο στο ‘Maestro’ ο Χριστόφορος, τον είχα δει στον ύπνο μου. Την ίδια μέρα με πήρε τηλέφωνο και μου είπε για τον ρόλο», είπε! Για την ηρωίδα που υποδύεται είπε: «Η Σοφία στη σειρά είναι καταπιεσμένη, αλλά σιγά σιγά προσπαθεί να βγει από αυτό το κλουβί που έχει μπει μόνη της. Η σχέση της Σοφίας με τον Μιχάλη υπήρχε από πριν. Όταν και οι δυο χαρακτήρες αποφασίσουν να ζήσουν για τον εαυτό τους, θα ξαναείναι μαζί».