Η Μαρινέλλα σε μία από τις σπάνιες φορές που παραχωρεί συνέντευξη, μίλησε για την καριέρα της, αλλά και για την προσωπική της ζωή.
Η μεγάλη ερμηνεύτρια μίλησε για τα εφηβικά της χρόνια στη Θεσσαλονίκη, αλλά και για τα πρώτα της βήματα στο χώρο της μουσικού πενταγράμμου.
Η Μαρινέλλα μεταξύ άλλων δήλωσε: «Δεν έδωσα ποτέ καμία σημασία. Ζούσα για αυτό το παιδί και δεν με ενδιέφερε τίποτε. Ο κόσμος το ήξερε. Δεν βγήκα ποτέ να πω ποιος, πώς, τι. Ποτέ. Ήξερε ο κόσμος για μια σχέση που είχα. Δεν το έκρυψα, δεν μπήκα στο κουκούλι μου. Βγήκα και είπα “αυτή είμαι”. Με δέχτηκε ο κόσμος έτσι ακριβώς όπως ήμουν, με αγάπησε πιο πολύ, μπορώ να πω. Θάρρος ήθελε. Η κοινωνία τότε δεν μπορούσε να το δεχτεί. Θα μπορούσε να πει “σαν δεν ντρέπεται”. Ήθελε τόλμη. Ήμασταν δύο τότε που το τολμήσαμε. Εγώ και η Έλενα Ναθαναήλ».
Τα παιδικά χρόνια της Μαρινέλλας στη Θεσσαλονίκη
«Γεννήθηκα στις 20 Μαΐου του 1938 στη Θεσσαλονίκη, όπου πέρασα και τα πρώτα 18 μου χρόνια. Κυριακή Παπαδοπούλου. Είμαι το τέταρτο και τελευταίο μέλος της οικογένειας. Οι γονείς μου πριν εγκατασταθούν στην Θεσσαλονίκη, ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη και κατάγονταν από τον Πόντο. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν φτωχικά, αλλά πολύ ζεστά.
Στα 17 μου, ήμουν ήδη μέλος του θιάσου της Μαίρης Λωράνς και μαζί με τον Κώστα Βουτσά και τη Μάρθα Καραγιάννη κάναμε περιοδείες σε όλη την Ελλάδα. Από τα μπουλούκια, παρακολουθώντας την χορεύτρια Ντέπυ Φιλοσόφου, έμαθα χορευτικές κινήσεις και ειδικά να κινώ με χάρη τα χέρια μου που αργότερα, έγιναν σήμα κατατεθέν μου. Ένα βράδυ η τραγουδίστρια του θιάσου αρρώστησε και δεν ήταν σε θέση να εμφανιστεί στη σκηνή. Για να μην ακυρωθεί η παράσταση, εγω, που ήξερα απ’ έξω τα τραγούδια, προσφέρθηκα να την αντικαταστήσω. Από εκείνη την ημέρα, έγινα η βασική τραγουδίστρια του θιάσου» αποκάλυψε η τραγουδίστρια.
Η γνωριμία με τον Στέλιο Καζαντζίδη
«Ο Στέλιος Καζαντζίδης με άκουσε να τραγουδώ το «Πικρό ψωμί» του Γιώργου Μητσάκη. Και με έκανε ταίρι του, στο πάλκο, αλλά και στη ζωή, έως το 1966. Τον Καζαντζίδη τον γνώρισα από τον Στέλιο Ζαφειρίου. Εγώ δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο Στέλιος Καζαντζίδης, δεν τον ήξερα. Μου λέει «Τραγουδάς ωραία, μπράβο! Σεκόντα ξέρεις να κάνεις»; Λέω «Ξέρω» και μετά μου λέει «Ψαρεύεις»; Λέω «Βεβαίως» και με ρωτά «Πάμε για ψάρεμα»; Ψαρέψαμε, δεν πιάσαμε τίποτε, αλλά μάλλον έπεσε ένα φλερτάκι εκεί θυμάμαι» εξομολογήθηκε.
«Στη δεκαετία που ακολούθησε, όργωσα την Ελλάδα, ξεκίνησα τα «σόου» ,χάρισα αγκαλιές ολόκληρες με αγαπημένα τραγούδια, είδα τη ζωή μου, τον γάμο μου, για οχτώ χρόνια, με τον Τόλη Βοσκόπουλο, αλλά και την τετράχρονη σχέση μου με τον Φρέντυ Σερπιέρη να γίνεται «βορά» των περιοδικών… Ουδέποτε πήρα στο τηλέφωνο δημοσιογράφο να πω “ξέρεις, έβγαλα καινούργιο δίσκο”. Με παρακαλάνε να δώσω συνεντεύξεις και τους λέω “πάμε να πιούμε ένα ούζο τώρα”. Εχω βρει το νόημα της ζωής εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Δεν με αγγίζει τίποτε. Δεν το λέω από εγωισμό» συμπληρώνει.
Μαρινέλλα: Η εξομολόγηση για την προσωπική της ζωή
Στη συνέχεια η ερμηνεύτρια δήλωσε: «Τι να ζηλέψω; Χόρτασα η γυναίκα από όλα! Κρούω τον κώδωνα μήπως και ξυπνήσουν. Ας κοιτάξουν γύρω τους… Ποιες έμειναν και κράτησαν γερά στον χρόνο. Η Χαρούλα, η Γαλάνη, η Άλκηστις, η Βιτάλη, η Γλυκερία… Έμεινε καμιά που τα πέταγε; Ένα πράγμα δεν γίνεται: λίφτινγκ στις χορδές. Κατ’ αρχήν δεν ξοδεύομαι τσάμπα. Δεν καπνίζω τα τελευταία χρόνια. Δεν ξενυχτάω πολύ, εκτός και αν υπάρχει ανάγκη. Μου αρέσει να τρώω, να πίνω, να βγαίνω στα ταβερνάκια. Και το πιο σπουδαίο: δεν έχω άγχος».
Τι δήλωσε για την οικογένειά της
Μιλώντας για την οικογένειά της, ανέφερε: «Με την αδελφή μου τη Λούλα, που ζούμε μαζί σχεδόν σαράντα χρόνια, από τότε που τα παιδιά μας ήταν μωρά, και με την οικογένεια της κόρης μου. Ολη η φαμίλια μαζί. Νιώθω προστατευμένη μ’ αυτό το «κουκούλι» γύρω μου. Είμαι καλά.
Κοιτάω την κόρη μου κοιτάω τα εγγόνια μου κοιτάω τον γαμπρό μου κοιτάω τα ανίψια μου. Όλοι είμαστε μία οικογένεια. Εκανα δύο γάμους, είχα και δυο-τρεις μεγάλες σχέσεις. Γνώρισα τον πατέρα της Τζωρτζίνας, γεννήθηκε εκείνη, με τον Φρέντι (σ.σ. Σερπιέρη) μείναμε καλοί φίλοι. Αν κάνεις τη σούμα, βγαίνουν πολλά χρόνια. Από τότε που το παιδί μου έγινε 11-12 ετών, είπα: Δεν σε παίρνει πια, κορίτσι μου, τελείωσαν οι άντρες για σένα. Δεν ήθελα η κόρη μου να με βλέπει μια με τον έναν γκόμενο και μια με τον άλλο, ούτε να διαβάζει για τους έρωτές μου στα περιοδικά.
Είμαι χορτάτη. Ερωτεύτηκα, με ερωτεύτηκαν, έκανα έρωτα, ευχαριστήθηκα, το φόρεσα αυτό το «κοστούμι». Κάτσε να κάνω την αφαίρεση… Τριάντα χρόνια είμαι χωρίς άντρα. Δεν λέω ότι δεν με φλέρταραν από τότε, αλλά όλα είναι στο μυαλό μας. Οπως πέταξα ένα πρωί τα τσιγάρα μου από το παράθυρο, εγώ που κάπνιζα πέντε πακέτα τη μέρα, όπως σταμάτησα να τρώω κρέας, έτσι έγινε και με τους άντρες. Τέρμα!».
«Δεν νιώθω μόνη. Είμαι πανευτυχής. Έχω κάνει τις επιλογές μου… Έχω ζήσει μεγάλους έρωτες. Είμαι χορτασμένη. Πολύ αγάπησα, πολύ με αγάπησαν, πολύ ερωτεύτηκα, πολύ χτυπήθηκα, πολύ πόνεσα. Δεν έκανα τίποτε λίγο. Ο έρωτας δεν έχει ηλικία. Αν είναι να έρθει, ας έρθει. Αλλιώς να προσπεράσει. Δεν βγήκα στη γύρα ποτέ. Κατ’ αρχήν τώρα δεν με κοιτάνε πια, τελείωσε. Πάει και αυτό το θέμα, κλείσαμε…».