Η Κατερίνα Διδασκάλου, που θα υποδυθεί φέτος τη Φιλαρέτη, την πνευματική επικεφαλής ενός γυναικείου μοναστηριού στη σειρά του Mega “Μαύρο Ρόδο”, μιλάει τις μέρες που έζησε στο μοναστήρι, προκειμένου να μπει στο πετσί του ρόλου.
Όπως υπογράμμισε η ηθοποιός «ξέρετε, κάθε ρόλο που υποδύομαι, τον χαρτογραφώ. Φτιάχνω ένα βιογραφικό, κανονικότατα, με χαρτί και μολύβι. Εντοπίζω ορισμένα ερμηνευτικά κλειδιά, δικά μου, που δεν φαίνονται αναγκαστικά, αλλά συγκροτούν το υπόβαθρο της ανάλυσής μου».
Και συμπληρώνει η Κατερίνα Διδασκάλου «η ηγουμένη Φιλαρέτη έχει πυγμή, αλλά δεν είναι η “κακιά “(όπως ίσως περιμένουν πολλοί) αυτής της ιστορίας. Αντιθέτως, είναι μια θετική και δίκαιη ηρωίδα. Διότι εξισορροπεί καταστάσεις μεταξύ ασκητικού και κοσμικού βίου. Εν μέρει την έχω πλάσει βασισμένη σε μια άλλη, υπαρκτή ηγουμένη, τη Θέκλα, την οποία πρωτογνώρισα το 2016. Φέτος λοιπόν επισκέφθηκα πάλι την Ιερά Μονή Αγίας Ειρήνης στο Ρέθυμνο και αυτή τη φορά έμεινα για κάποιες μέρες με τις καλόγριες».
Όσον αφορά το διάστημα που έζησε στο μοναστήρι, επεσήμανε «ναι, με φιλοξένησαν, έζησα για λίγο μαζί τους, κοντά τους. Ξυπνούσα στον όρθρο, διάβαζα ψαλμούς και άλλα εκκλησιαστικά κείμενα, έκανα μερικά διακονήματα, ελαφριά, όχι βαριά. Στις κότες δεν πήγα, ας πούμε, αλλά καθάρισα κάμποσα φασολάκια».
Σχετικά με την ηγουμένη που θα υποδυθεί, η Κατερίνα Διδασκάλου σημείωσε «μια φορά, μια κοπέλα ασκούμενη η οποία ήθελε να γίνει μοναχή, είπε στην ηγουμένη Θέκλα ότι σκόπευε να σπουδάσει Θεολογία. Η Θέκλα την προέτρεψε να σπουδάσει Φιλολογία “γιατί η Θεολογία είναι βίωμα, δεν είναι επιστήμη “. Της το είπε αυτό για να της δώσει να καταλάβει ότι πρέπει να έχει εφόδια στη ζωή, ακόμη και στην περίπτωση που αποφάσιζε αργότερα να εγκαταλείψει το μοναστήρι. Τέτοιας υφής άνθρωπος είναι και η ηγουμένη Φιλαρέτη».
Για τη θρησκεία και τον Θεό, τόνισε «θα σας πω τι αναγράφεται στην ταφόπλακα του πατέρα μου. Παρότι η γνώση περιορίζει τον δογματισμό, διάγω προσευχόμενος, σεβόμενος την παγκόσμια αρμονία και την των πάντων ένωση “. Ο ίδιος το είχε ζητήσει αυτό, χρόνια πολλά προτού πεθάνει. Ο πατέρας μου (υπήρξε δικαστικός και) έψελνε, του άρεσε, αλλά δεν με έσυρε ποτέ στην εκκλησία χωρίς να το θέλω. Ήταν ένας φιλελεύθερος και ανοιχτός άνθρωπος. Στο σπίτι μας έρχονταν και έτρωγαν φτωχοί φοιτητές. Αυτό είναι ο χριστιανισμός στην πράξη. Εν ολίγοις, πιστεύω σε μια ανώτερη δύναμη και έχω μια σχέση με τη θρησκεία αρκούντως σεβαστική. Δεν εκκλησιάζομαι κάθε Κυριακή αλλά ενίοτε, όταν το έχω ανάγκη, μπαίνω μόνη σε κάποιον ναό και επινοώ τις δικές μου προσευχές».