Η μαφία αλωνίζει στη χώρα μας καθώς γίνεται αιτία ξεκαθαρίσματος λογαριασμένων μεταξύ των συμμοριών της νύχτας.Σε έναν κόσμο όπου η βία είναι ουσιαστικά δεύτερη φύση, αυτές είναι μερικές από τις πιο φρικιαστικές δολοφονίες που διαπράχθηκαν από την Μαφία ή από ψυχρούς εκτελεστές για να σιγήσει η φωνή όσων δεν βολεύουν το σύστημα.
Της: Έπη Τρίμη
Η λογική του «δεν μας αγγίζει τίποτα, δεν φοβόμαστε να χτυπήσουμε τον οποιονδήποτε», δυστυχώς δεν σταματάει ποτέ να ισχύει.
Ας δούμε 10 συγκλονιστικά εγκλήματα που ταλάνισαν την Ελλάδα.
Ο αγαπημένος δημοσιογράφος δολοφονήθηκε στις 9 Απριλίου 2021. Η δολοφονία του έλαβε χώρα έξω από το σπίτι του στον Άλιμο. Υπεύθυνοι ήταν δύο άτομα που επέβαιναν σε δίκυκλο.
Η βαρβαρότητα με την οποία κινήθηκαν οι δράστες προκύπτει σαφώς από την έκθεση αυτοψίας. Έξι σφαίρες στο στήθος, δύο στο κεφάλι, μία στο λαιμό και μία στην παλάμη – με συνολικά δέκα πυροβολισμούς ο ερευνητικός δημοσιογράφος Καραϊβάζ κυριολεκτικά εκτελέστηκε».Σύμφωνα με δημοσιεύματα ο ερευνητικός δημοσιογράφος είχε ασχοληθεί πρόσφατα πολύ με αθέμιτες μηχανορραφίες διεφθαρμένων αξιωματούχων. Μεταξύ άλλων είχε κάνει αποκαλύψεις για εκβιασμούς για παροχή προστασίας από αστυνομικούς. Επιπλέον, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ο Καραϊβάζ ανέφερε αρκετές φορές ότι εγκληματικές συμμορίες κερδίζουν ολοένα μεγαλύτερη δύναμη στην Ελλάδα και επηρεάζουν ακόμη και αποφάσεις για επιλογή προσωπικού στην αστυνομία.
Σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών αποδίδεται η άγρια δολοφονία του πυγμάχου Τάσου Μπερδέση το πρωί της 31ης Μαΐου στη Βάρη, όταν άγνωστοι τον πυροβόλησαν με καλάσνικοφ στην οδό Ανδρέα Παπανδρέου 22, λίγα λεπτά πριν περάσει την είσοδο του προπονητικού κέντρου Αίολος.Λίγο πριν μπει στο κτίριο ο 39χρονος Πατρινός, τον πλησίασε ένα μαύρο SUV μάσκας Lexus και ο ένας από τους επιβαίνοντες τον εκτέλεσε. Η αστυνομία βρήκε στο σημείο 10 σφαίρες από καλάσνικοφ. Ήδη η αστυνομία αποδίδει τη δολοφονία σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών, αφού ο γνωστός πυγμάχος φέρεται να είχε διασυνδέσεις με ανθρώπους της νύχτας και είχε απασχολήσει στο παρελθόν τις αρχές, καθώς είχε κατηγορηθεί για απόπειρα δολοφονίας αλλά είχε αθωωθεί.
Η μαφιόζικη δολοφονία του 39χρονου Γεράσιμου Μαυράκη, ξημερώματα της ονομαστικής του εορτής, 20 Οκτωβρίου 2007, χαρακτηρίστηκε από την Αστυνομία ως άλλος ένας κρίκος της αλυσίδας στον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ αντιπάλων συμμοριών σε Αθήνα και Πειραιά. Το θύμα, σύζυγος της ηθοποιού Νένας Χρονοπούλου, αν και είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν για συμμετοχή σε σπείρες που λυμαίνονταν τον κόσμο της νύχτας, είχε αθωωθεί από όλες τις κατηγορίες και προσπαθούσε να φτιάξει τη ζωή του με τη γνωστή ηθοποιό, με την οποία μόλις είχαν αποκτήσει με κόπο ένα αγοράκι που γεννήθηκε πρόωρα, αλλά κατάφερε να επιζήσει.
«Κάθε άνθρωπος έχει διάφορους τρόπους για να προσπερνάει κάποια πολύ σοβαρά γεγονότα στη ζωή του. Εγώ, λοιπόν, αποφάσισα να μην το δεχτώ ποτέ. Αποφάσισα να πω ότι με παράτησε. Απλά, υπάρχει ένα χρυσό άλλοθι, κάποιοι άνθρωποι παρατάνε τα παιδιά τους και δεν τα βλέπουν ποτέ και υπάρχουν. Τα εγκαταλείπουν και υπάρχουν. Ο γιος μου δεν έχει ακόμα την ωριμότητα να ξέρει ακριβώς τι έχει γίνει. Γνωρίζει, όμως, ότι ο μπαμπάς του είναι στον ουρανό», είχε αναφέρει η Νένα Χρονοπούλου.
Θύμα του αδυσώπητου πολέμου των «νονών» των δυτικών προαστίων που έχει κοστίσει τη ζωή σε 20 ανθρώπους την τελευταία τριετία έπεσε- σύμφωνα με αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. το 2008 ο 40χρονος ιδιοκτήτης νυκτερινών κέντρων Μπάμπης Λαζαρίδης ο οποίος δολοφονήθηκε πριν από δέκα ημέρες στη Βούλα. Αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.μιλούσαν τότε για έναν ατελείωτο κύκλο αίματος μεταξύ των ομάδων δύο φυλακισμένων μεγαλοκακοποιών.
Η δολοφονική επίθεση κατά του 40χρονου επιχειρηματία είχε σημιεωθεί λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Παρασκευής 12 Δεκεμβρίου στην οδό Καραμανλή 1 στη Βούλα. Εκείνη την ώρα ο Μπάμπης Λαζαρίδης έβγαινε μαζί με την 31χρονη σύντροφό του τραγουδίστρια Αγγελική Ηλιάδη από ξενοδοχείο στο οποίο διέμενε και ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητό του. Δύο άγνωστοι δράστες που επέβαιναν σε μοτοσικλέτα πλησίασαν το ζευγάρι και ένας από αυτούς άρχισε να «γαζώνει» με ένα Καλάσνικοφ τον άτυχο επιχειρηματία, ο οποίος δέχτηκε τουλάχιστον 20 σφαίρες σε όλο του το σώμα. Μία από τις σφαίρες είχε τραυματίσει και την αιδώ.
Το βράδυ της 22ας Μαΐου του 1963, ο Λαμπράκης βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη για να παρευρεθεί στην εκδήλωση για την παγκόσμια ειρήνη. Όμως, έξω από το κτήριο είχαν συγκεντρωθεί παρακρατικές ομάδες που διαδήλωναν και προπηλάκιζαν όποιον τολμούσε να πλησιάσει. Δεν κυκλοφορούσε κανένα αυτοκίνητο και οι δρόμοι είχαν κλείσει. Ο Λαμπράκης αποχώρησε συνοδευόμενος μόνο από δύο άντρες. Όταν βγήκε στον δρόμο ένα τρίκυκλο όχημα με δύο επιβαίνοντες πέρασε δίπλα του με μεγάλη ταχύτητα. Οδηγός ήταν ο Σπύρος Γκοτζαμάνης και στην καρότσα του τρίκυκλου καθόταν ο Μανώλης Εμμανουηλίδης. Ο Λαμπράκης χτυπήθηκε, έπεσε στο έδαφος αιμόφυρτος και οι δύο άντρες απομακρύνθηκαν, χωρίς να τους σταματήσει κανείς απ’ τους παρευρισκόμενους αστυνομικούς.
Ο Σπύρος Γκοτζαμάνης καταδικάστηκε σε 11 χρόνια κάθειρξη για θανατηφόρες σωματικές βλάβες σε βάρος του Λαμπράκη και διατάραξη της κοινής ειρήνης.
Ήταν 7:58 το πρωί της 26ης Σεπτεμβρίου του 1989 όταν τρία μέλη της 17 Νοέμβρη πυροβόλησαν με 45άρια πιστόλια και τραυμάτισαν θανάσιμα τον Παύλο Μπακογιάννη, σημαδεύοντας ανεξίτηλα την πολιτική ζωή της χώρας.
Ο Παύλος Μπακογιάννης κατευθυνόταν στο γραφείο του στην οδό Ομήρου. Το αυτοκίνητό του σταμάτησε λίγα μέτρα μακριά από το κτίριο. Ο ίδιος κατέβηκε και συνέχισε με τα πόδια, ενώ ο οδηγός του έστριψε αριστερά για να παρκάρει σε κοντινό γκαράζ. Ήταν μόνος καθώς το προηγούμενο βράδυ είχε πολύωρη συζήτηση με στελέχη του Συνασπισμού και είπε στον αστυνομικό που τον συνόδευε να μείνει σπίτι για να ξεκουραστεί.Φτάνοντας στην είσοδο κοντοστάθηκε στο ισόγειο καθώς το ασανσέρ μετέφερε δύο γυναίκες στον οδοντίατρο του τρίτου ορόφου. Οι δολοφόνοι ήταν κρυμμένοι στα σκαλιά. Ξεπρόβαλαν και τον πυροβόλησαν σχεδόν εξ επαφής, από πίσω και αριστερά με το περίφημο 45άρι της οργάνωσης, το ίδιο όπλο που είχε χρησιμοποιηθεί επίσης στις δολοφονίες των Γουέλς, Σταμούλη, Πέτρου, Μομφεράτου και Αθανασιάδη.
Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες οι δράστες φορούσαν κοστούμια και κρατούσαν φακέλους. Αμέσως μετά τους πυροβολισμούς, περπάτησαν με κανονικό βήμα μια απόσταση 60 μέτρων και επιβιβάστηκαν σε ένα κίτρινο SEAT 127, που τους περίμενε στη γωνία της Ομήρου με τη Σκουφά. Οι περιγραφές αυτοπτών μαρτύρων στις εφημερίδες της εποχής είναι χαρακτηριστικές.Κάποιος είπε στην Ελευθεροτυπία: «Ένας οδοκαθαριστής που ερχόταν αντίθετα, κάτι κατάλαβε και πλησίασε απειλητικά. Έκανε πως θα τους χτυπήσει με το φαράσι. Του έβγαλαν τότε το πιστόλι και με μια χαρακτηριστική κίνηση του έγνεψαν χωρίς λόγια: Στρίβε».
Το ημερολόγιο έδειχνε 21 Φεβρουαρίου 1985, όταν η τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη», δολοφονούσε τον Νίκο Μομφεράτο και τον οδηγό του στο Κολωνάκι.
Συγκεκριμένα, ο εκδότης της εκδότης της εφημερίδας «Απογευματινή» και τον οδηγό του Παναγιώτης Ρουσέτης, πέφτουν νεκροί από σφαίρες στην οδό Τσακάλωφ.
Ο Νίκος Μορφεράτος, λίγα λεπτά νωρίτερα είχε βγει από τα γραφεία της εφημερίδας και είχε μπει στο αυτοκίνητο του, μία Mercedes.
Με το αυτοκίνητο να βρίσκεται στην Τσακάλωφ και να κοντεύει να στρίψει στην οδό Βουκουρεστίου, ένας νεαρός άνδρας ανοίγει πυρ.
Την ίδια στιγμή βγαίνει ακόμα ένας άνδρας από ένα σταματημένο Autobianchi και κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα, ενώ ένας τρίτος, βγαίνει από το μπροστινό Mirafiori και ρίχνει τη χαριστική βολή στον εκδότη.
Ο 62χρονος εκδότης δέχεται τέσσερις σφαίρες στην καρδιά και χάνει τη ζωή του, ενώ ο οδηγός του τραυματίζεται βαριά και ύστερα από 11 μέρες νοσηλείας, ούτε και αυτός τα καταφέρνει.
Μέσα σε λίγα λεπτά, μεγάλη δύναμη της αστυνομίας βρίσκεται στο σημείο του εγκλήματος. Εκεί εντοπίζουν μία προκήρυξη της «17 Νοέμβρη», η οποία αναλαμβάνει την ευθύνη της επίθεσης.
Σε αυτή, ο Νίκος Μορφεράτος χαρακτηρίζεται πράκτορας, λόγω των σχέσεων που έχει με τη CIA, κάτι που τον έκανε στόχο.
Ο Τζώρτζης Αθανασιάδης ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, εκδότης και επιχειρηματίας, διευθυντής και κύριος μέτοχος των εφημερίδων «Βραδυνή» και «Ναυτεμπορική».Δολοφονήθηκε στο γραφείο του τη νύχτα της 19ης Μαρτίου 1983. Μέχρι σήμερα οι συνθήκες της δολοφονίας του δεν έχουν εξακριβωθεί πλήρως.
Ο εκτελεστής τον πυροβόλησε τρεις φορές. Μετά τη δολοφονία, μια γυναίκα τηλεφώνησε στη «Βραδυνή» και είπε ότι την ευθύνη για την «εκτέλεση» του Αθανασιάδη αναλαμβάνει η οργάνωση «Αντιστρατιωτική Πάλη», και υπέδειξε και το σημείο, στη διασταύρωση των οδών Σταδίου και Αιόλου, όπου υπήρχε προκήρυξη της οργάνωσης, η οποία και βρέθηκε. Όμως, οργάνωση με τίτλο «Αντιστρατιωτική Πάλη» υπήρχε ήδη, και δραστηριοποιούνταν (εντελώς ειρηνικά) στο κίνημα εναντίον της υποχρεωτικής στράτευσης (μάλιστα, εξέδιδε και σχετική εφημερίδα). Η κανονική Αντιστρατιωτική Πάλη διέψευσε οργισμένα την ανάμειξή της στην υπόθεση και ποτέ δεν προέκυψαν στοιχεία σε βάρος των μελών της.
Από τότε η δολοφονία Αθανασιάδη αποτελεί αντικείμενο διάφορων θεωριών: ότι ο Αθανασιάδης δολοφονήθηκε από τον υπόκοσμο επειδή χρωστούσε λεφτά σε τοκογλύφους, ότι δολοφονήθηκε από ελληνική ή ξένη μυστική υπηρεσία που επιθυμούσε αναταραχή στο πολιτικό σκηνικό κτλ.
Δυόμισι χρόνια μετά τη δολοφονία Αθανασιάδη, τον Σεπτέμβριο του 1985, η Ασφάλεια Αττικής της Ελληνικής Αστυνομίας συνέλαβε τον πράκτορα της ΚΥΠ Ντάνο Κρυστάλλη, τον οποίο χειριζόταν απευθείας ο τότε διευθυντής Ασφαλείας της ΚΥΠ συνταγματάρχης Ιωάννης Αλεξάκης.
Στο σπίτι του Κρυστάλλη βρέθηκαν αδημοσίευτες προκηρύξεις της Αντιστρατιωτικής Πάλης. Ο Ντάνος Κρυστάλλης δήλωσε ότι ως «πράκτορας διείσδυσης», είχε έρθει με εντολή της ΚΥΠ σε επαφή με την τρομοκρατική οργάνωση και έτσι έπεσαν στα χέρια του οι προκηρύξεις. Το δικαστήριο κατέληξε ότι ο Κρυστάλλης δεν είχε πάρει μέρος στη δολοφονία του Αθανασιάδη.
Ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α’, ήταν ο δεύτερος βασιλιάς της Ελλάδας μετά την αποχώρηση του Όθωνα. Η βασιλεία του κράτησε 50 ολόκληρα χρόνια από το 1863 όταν και ανέβηκε στο θρόνο μέχρι το 1913.
Η εποχή του νέου βασιλικού Οίκου (Γλύξμπουργκ), ξεκινά με τον Γεώργιο τον Α’ και κλείνει με το δημοψήφισμα του 1974 και την μετατροπή του πολιτεύματός μας σε Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
Ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α’ κατάφερε να μείνει στο θρόνο για μισό αιώνα, καθώς ήταν άνθρωπος με πολιτικό ένστικτο και γνώριζε πότε να ελίσσεται και πότε να κάνει παραχωρήσεις.
Παρά την κόντρα του με τον Τρικούπη, δέχθηκε την καθιέρωση της Αρχής της Δεδηλωμένης, ενώ οι χειρισμοί του ήταν προσεκτικοί και όταν εκδηλώθηκε το Κίνημα στο Γουδί, που έφερε στην εξουσία τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Η προχωρημένη ηλικία του, έφερε στο προσκήνιο τον διάδοχο Κωνσταντίνο, ο οποίος συγκρούστηκε με τον Βενιζέλο, ωστόσο η φυσική παρουσία του γηραιού βασιλιά, φαίνεται ότι αποτελούσε εμπόδιο.
Στις 18 Μαρτίου 1913 ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α’, επρόκειτο να επισκεφθεί τον Γερμανό ναύαρχο Γκόπφεν. Στη συμβολή της οδού Β. Όλγας, ο Α. Σχινάς τον πλησίασε και τον πυροβόλησε. Ο υπασπιστής του Γεώργιου, δεν πρόλαβε να αποτρέψει τη δολοφονία του βασιλιά, ωστόσο στη συνέχεια αφόπλισε τον δράστη, ο οποίος συνελήφθη από χωροφύλακες.
Ο Γεώργιος, μεταφέρθηκε στο “Παπάφειο Ίδρυμα”, αλλά ήταν πολύ αργά…
Δράστης της δολοφονικής επίθεσης στον βασιλιά Γεώργιο τον Α’ ήταν ο 43χρονος Αλέξανδρος Σχινάς. Το κίνητρό του παραμένει μυστήριο μέχρι σήμερα. Συνελήφθη στον τόπο του εγκλήματος και ανακρίθηκε, χωρίς να διαρρεύσει οποιαδήποτε λεπτομέρεια. Στις 6 Μαΐου, σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή… αυτοκτόνησε, πηδώντας από το παράθυρο του αστυνομικού τμήματος, όπου εκρατείτο.
Οι φάκελοι της ανάκρισης κάηκαν, όταν από άγνωστη αιτία ξέσπασε πυρκαγιά στο ατμόπλοιο, που τους μετέφερε στον Πειραιά. Η επικρατέστερη εκδοχή, είναι πως επρόκειτο για άνθρωπο, που εξυπηρετούσε τα γερμανικά συμφέροντα, που προτιμούσαν τον διάδοχο Κωνσταντίνο.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας, από τη στιγμή που διορίστηκε πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας από την Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, ήταν μοιραίο να συγκρουστεί με τον παραδοσιακό τρόπο διακυβέρνησης των Ελλήνων, που είχε τις ρίζες του στην Τουρκοκρατία.
Η διαμάχη με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη για την εξουσία ήταν σφοδρή, καθώς ο Καποδίστριας εξέφραζε το νέο και ο Μαυρομιχάλης τη δίκαιη απαίτηση της ανταμοιβής για τα όσα είχε προσφέρει στον αγώνα για την απελευθέρωση.
Παρά το ότι ο Καποδίστριας ξεκινώντας από το μηδέν έβαλε τις βάσεις για την οικοδόμηση ενός σύγχρονου κράτους, οι αντιδράσεις από την αντιπολίτευση και κυρίως από την οικογένεια Μαυρομιχάλη, ήταν λυσσαλέες.
Οι στασιαστικές ενέργειες πλήθαιναν και ήταν φανερό ότι η διαμάχη δεν θα είχε καλή κατάληξη, ειδικά από τη στιγμή που ο μεταρρυθμιστής κυβερνήτης χαρακτηριζόταν ως “τύραννος” και ο ίδιος, αγανακτισμένος, αναφερόταν στους αντιπάλους του ως “φθορείς του έθνους”.
Την αυγή της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας, δολοφονήθηκε έξω από το ναό του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο. Για το φόνο υπήρξαν πανηγυρισμοί (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι Υδραίοι), ωστόσο οι περισσότεροι Έλληνες, θρήνησαν τον μεγάλο ηγέτη συναισθανόμενοι ίσως το κακό που είχε βρει την Ελλάδα, λόγω κυρίως των διπλωματικών ικανοτήτων του νεκρού κυβερνήτη.
Τη δολοφονία του Καποδίστρια σχεδίασαν και εκτέλεσαν ο αδελφός του Πετρόμπεη, Κωνσταντίνος και ο γιος του Γεώργιος. Ο πρώτος σκοτώθηκε από τη φρουρά του Καποδίστρια, ενώ ο δεύτερος καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε στο Παλαμήδι.