Ξαφνικό θάνατο βρήκε ο Ελβετός φωτογράφος Ρενέ Ρομπέρ μέσα στο χιόνι προκαλώντας έντονες αντιδράσεις για το ότι κανείς δεν τον βοήθησε.
Στις 19 Ιανουαρίου, ο Ρενέ Ρομπέρ, ο φωτογράφος που λάτρεψε την τέχνη του φλαμένκο, είχε βγει για μια από τις συνηθισμένες του νυχτερινές βόλτες στο Παρίσι.
Ξαφνικά όμως ζαλίστηκε και έπεσε στο χιόνι. Επί εννέα ώρες έμεινε ξαπλωμένος εκεί και κανένας από τους περαστικούς δεν σταμάτησε να δει, αν αυτός ο άνθρωπος χρειαζόταν βοήθεια. Μόνο ένας άστεγος ενδιαφέρθηκε για εκείνον, αλλά πλέον ήταν αργά. Ο 85χρονος είχε πεθάνει από υποθερμία, όπως έδειξαν τα αποτελέσματα της ιατροδικαστικής εξέτασης.
Σύμφωνα με τον φίλο του δημοσιογράφο Mισέλ Μπομποντέ, ο Ρενέ Ρομπέρ έπεσε στη Rue de Turbigo, μεταξύ της Place de la République και του Les Halles. «Ζαλίστηκε και έπεσε», έγραψε σε μια σειρά από αναρτήσεις του στο Twitter. «Μην μπορώντας να σηκωθεί, έμεινε μέσα στο κρύο στο ίδιο σημείο για εννέα ώρες, μέχρι που ένας άστεγος κάλεσε τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Πολύ αργά. Είχε υποθερμία και δεν μπορούσε να επανέλθει στη ζωή. Κατά τη διάρκεια αυτών των εννέα ωρών κανένας περαστικός δεν σταμάτησε για να ελέγξει, γιατί αυτός ο άντρας ήταν ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο. Ούτε ένας».
Μιλώντας στη France TV Info, ο Mπομποντέ υπογράμμισε ότι ο Ρομπέρ «σκοτώθηκε από αδιαφορία» προσθέτοντας: «Αν αυτός ο φρικτός θάνατος μπορούσε να εξυπηρετήσει κάποιο σκοπό, θα ήταν αυτός: όταν ένας άνθρωπος βρίσκεται στο πεζοδρόμιο, θα πρέπει να τον ελέγχουμε –ανεξάρτητα από το πόσο απασχολημένοι μπορεί να είμαστε. Ας σταματήσουμε για ένα δευτερόλεπτο».
Με τη σειρά της, η ισπανική πρεσβεία στην Ολλανδία έγραψε στο Twitter: «Ο θάνατος του Ρενέ Ρομπέρ, που απαθανάτισε με την κάμερά του όλους τους μεγάλους καλλιτέχνες του φλαμένκο, προκαλεί τη συλλογική μας συνείδηση».
Η σκληρή αλήθεια είναι πως τη μοίρα του Ρομπέρ μοιράζονται, σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τους συλλόγους αστέγων, 600 άτομα κάθε χρόνο στους δρόμους της Πόλης τους Φωτός. Κι αν ο θάνατος του διάσημου φωτογράφου έχει προκαλέσει σοκ διεθνώς, δεν είχε συμβεί το ανάλογο για όλους τους άνδρες και τις γυναίκες που έχουν χάσει τη ζωή τους με τον ίδιο ακριβώς φρικτό τρόπο, γεγονός που αποκαλύπτει το πιο σκληρό πρόσωπο των κοινωνιών μας.
Γεννήθηκε το 1936 στο Φράιμπουργκ της Ελβετίας. Από νωρίς έδειξε την κλίση του στη φωτογραφία. Ο πατέρας ενός φίλου του, που στο υπόγειο του σπιτιού του ασχολούταν ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία, τον επηρέασε σημαντικά, καθώς ήταν ο πρώτος που του έδειξε τα πρώτα μυστικά της τέχνης του. Ο μέντοράς του συνήθιζε να τραβάει ασπρόμαυρα κάδρα, πράγμα που έκανε και ο Ρομπέρ στο μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του.
Όταν αποφοίτησε από το σχολείο, σπούδασε φωτογραφία και δούλεψε για τρία χρόνια στη Λωζάνη και στη Γενεύη, μέχρι που αποφάσισε να μετακομίσει στο Παρίσι. Εκεί αρχικά εργάστηκε ως φωτογράφος στον χώρο της μόδας και της διαφήμισης. Όλα αυτά για τον ίδιο ήταν απλώς δουλειές, μέχρι που τα βήματά του τον έφεραν στο εμβληματικό ισπανικό μπαρ «The Catalana». Τον πήγε σε αυτό μια Ελβετή χορεύτρια του φλαμένκο, που τον μύησε στη μαγεία αυτού του χορού.
Στο συγκεκριμένο μπαρ μαζεύονταν αρκετοί Ισπανοί καλλιτέχνες, που είχαν βρει καταφύγιο στο Παρίσι, εξαιτίας της δικτατορίας του Φράνκο, ανάμεσά τους κι ο Πικάσσο. Ο Ρομπέρ εντυπωσιάστηκε από τη ζωντάνια, τον ρυθμό και τον αισθησιασμό των χορευτών, και αποφάσισε να απαθανατίσει με τον φακό «τον τρόπο που ερμήνευαν μέσω της τέχνης τους τον πόνο και τον έρωτα», όπως ο ίδιος είχε εξομολογηθεί. Είχε πια βρει το δικό του πάθος, έναν προορισμό στη ζωή και σε αυτόν αφοσιώθηκε ως το τέλος.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του έκανε αμέτρητες εκθέσεις, όπως την «Τhe Voice of the Flamingos» το 2008, που θεωρείται από τις κορυφαίες, και συνεργάστηκε με σημαντικούς καλλιτέχνες του φλαμένκο, όπως οι Πάκο ντε Λουτσία, Ισραέλ Γκαλβάν και άλλοι. Πεισματικά, αρνιούνταν να χρησιμοποιήσει τις νέες τεχνολογίες και επέμενε στους παραδοσιακούς τρόπους.
«Το ταλέντο μου ήταν πάντα ότι ήξερα να περιμένω» έλεγε συχνά ο ίδιος. Δυστυχώς όμως την αποφράδα μέρα της 19ης Ιανουαρίου, όσο κι αν περίμενε, κανείς δεν ήταν εκεί για να τον βοηθήσει.
Η χήρα του μαζί με τον φίλο του Μισέλ Μπομποντε αναζητούν τον άνθρωπο που τον βοήθησε και σύμφωνα με τις πληροφορίες βρίσκονται κοντά στο να τον ανακαλύψουν.