Πριν από λίγες ημέρες σε σχετικό ρεπορτάζ που μετέδωσε ο τηλεοπτικός σταθμός OPEN έγινε γνωστό πως πάνω από 80 παιδιά φιλοξενούνται αυτή τη στιγμή στα νοσοκομεία Παίδων της Αττικής χωρίς εποπτεία και ειδική φροντίδα.
Η συγκεκριμένη υπόθεση ήρθε στο προσκήνιο μετά την καταγγελία παρενόχλησης ενός 7χρονου από έναν 14χρονο.
Σύμφωνα με όσα μεταδόθηκαν το πρωί της περασμένης Δευτέρας, από το OPEN συνολικά φιλοξενούνται 81 παιδιά με εισαγγελική εντολή στα νοσοκομεία και συγκεκριμένα 33 παιδιά στο «Αγλαΐα Κυριακού», 28 στο «Αγία Σοφία» και 20 στο «Παίδων Πεντέλης».
Τα παιδιά απομακρύνονται από το οικογενειακό τους περιβάλλον με σκοπό να προστατευθούν, αφού το περιβάλλον αυτό έχει κριθεί “ακατάλληλο” από την Εισαγγελία. Ωστόσο, τα παιδιά δεν χρήζουν νοσοκομειακής φροντίδας– εγκαταλείπονται στα νοσοκομεία Παίδων να περιφέρονται χωρίς σκοπό στους διαδρόμους, τους θαλάμους νοσηλείας και το προαύλιο.
Το 2019, όταν με πρωτοβουλία ειδικευόμενων γιατρών του Νοσοκομείου Παίδων “Η Αγία Σοφία” το πρόβλημα αυτό είχε βρεθεί ξανά στο επίκεντρο της δημοσιότητας, είχαν δοθεί διαβεβαιώσεις από την τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για τη δημιουργία δύο νέων κατάλληλων δομών για τα παιδιά αυτά.
Ο Παιδίατρος και σήμερα Επιμελητής Α’ ΕΣΥ, στο Κέντρο Υγείας Ίου στις Κυκλάδες, Σωτήρης Σεμερτζιάν, ήταν ένας από τους τότε ειδικευόμενους γιατρούς του Παίδων “Αγία Σοφία” που είχαν πρωτοστατήσει στις κινητοποιήσεις την άνοιξη του 2019 και μίλησε στο iatropedia.gr για την συγκεκριμένη κατάσταση που επικρατεί στα παιδιατρικά νοσοκομεία.
«Εδώ και πολλά χρόνια εξακολουθεί να μην υπάρχει μια ολοκληρωμένη πολιτική απέναντι σ’ αυτό το πρόβλημα» αναφέρει χαρακτηριστικά. Μεταξύ άλλων ο γιατρός δήλωσε: «Εκείνη την εποχή τα παιδιά έμεναν μήνες. Κάποια έφταναν το 9μηνο. Βιώνοντας τότε την κατάσταση από μέσα, δεν υπήρχε αδιαφορία. Ο καθένας στο μέτρο των δυνατοτήτων του και ανάμεσα στα καθήκοντά του, “φρόντιζε”. Δεν γνωρίζω τι συμβαίνει τώρα. Και υπήρχε μια τεράστια επιβάρυνση στο έργο νοσηλευτών και γιατρών, γιατί αυτά τα παιδιά δεν είχαν καμία εποπτεία, ούτε από την εισαγγελία ούτε από το νοσοκομείο, ούτε από κάποιον άλλο φορέα. Τα ανήλικα πάντα στα Νοσοκομεία Παίδων νοσηλεύονται συνοδεία κηδεμόνα».
Περιγράφοντας την κατάσταση που υπάρχει, ο ίδιος αναφέρει:
«Τα παιδιά έρχονται υποτίθεται για να προστατευθούν από το να είναι μόνα τους στους δρόμους ή από ένα οικογενειακό περιβάλλον που έχει κριθεί ακατάλληλο. Και μετά τι γίνεται; Περιφέρονται στο νοσοκομείο χωρίς να τα ελέγχει κανείς. Όσο και να προσπαθούν κάποιοι συνάδελφοι, δεν μπορούν να τα ελέγξουν από τη στιγμή που δεν είναι η αποκλειστική τους απασχόληση αυτή. Παιδοψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς και παιδοψυχίατρους έχει το νοσοκομείο, αλλά είναι ένας στη βάρδια. Οι πόροι εξαντλούνται, δεν επαρκούν. Δεν μπορεί να δουλέψει σε καθημερινή βάση ο συνάδελφος με ένα “ακροατήριο” 50 – 60 παιδιών. Επίσης, τα παιδιά αυτά δεν έχουν μαθητεία. Το Παίδων έχει έναν ή δύο δασκάλους και μια στοιχειώδη σχολική δομή για τις μακροχρόνιες νοσηλείες παιδιών, να μπορεί δηλαδή ένα παιδί να τροφοδοτηθεί με τα μαθήματά του και να μην μείνει πίσω. Αυτό το σύστημα δεν είναι “φτιαγμένο” για πολλά παιδιά», σημειώνει.
«Αν ρωτήσετε τις κεντρικές υπηρεσίες του νοσοκομείου, δεν γνωρίζουν πόσα παιδιά φιλοξενούνται στο νοσοκομείο. Εμάς ρωτάνε, τους γιατρούς. Οι υπηρεσίες ρωτούν τη Διοίκηση του Νοσοκομείου και η Διοίκηση ρωτάει εμάς: Πόσα έχετε; Η Διοίκηση στο Παίδων είναι επί 12 χρόνια η ίδια. Τα ξέρει τα προβλήματα. Θα έπρεπε να “τραβάει το μανίκι” στον εκάστοτε Υπουργό και να πιέζει να λυθεί το πρόβλημα. Αυτά δεν γίνονται», λέει ο παιδίατρος.
Είναι προφανές, λένε οι γιατροί, πως για τα περιστατικά βίας, δεν ευθύνονται τα ίδια τα παιδιά, καθώς αυτό που συμβαίνει είναι η ανακύκλωση της βίας που έχουν ζήσει στο περιβάλλον από το οποίο απομακρύνθηκαν. Μάλιστα για την συγκεκριμένη συνθήκη επισημαίνεται ένα «κενό νομοθεσίας».
«Ούτε και για το ποιος έχει την κηδεμονία του όσο εκκρεμεί η απόφαση για το αν θα μείνει στην οικογένειά του -εφόσον υπάρχει οικογένεια- ή αν είναι ένα παιδί που δεν έχει οικογένεια, ποιος θα το αναλάβει. Υπάρχει ένα τεράστιο κενό», σημειώνει ο Σωτήρης Σεμερτζιάν.
Κάποια παιδιά μπορούν να έχουν επικοινωνία με κάποιον γονιό, εάν η Εισαγγελία το επιτρέψει. Κάποια άλλα, όμως, είναι τελείως μόνα τους για μήνες.
«Έχουμε λοιπόν ανήλικα, που είναι από 16 ετών και κάτω, τα οποία βρίσκονται σε ένα νοσοκομείο ενώ δεν χρήζουν νοσηλείας. Δεν έχουν κηδεμόνα, δεν έχουν “ενήλικα αναφοράς”, ενώ κανονικά θα πρέπει να έχουν έναν συγκεκριμένο φροντιστή, ή έστω κάποιους σε βάρδιες που να μην είναι νοσηλευτές ή γιατροί (γιατί αυτοί έχουν άλλη δουλειά), να τα φροντίζουν», τονίζει ο επιστήμονας.
«Εμείς ζητούσαμε τότε τα παιδιά να έχουν -να μην την πω φύλαξη- να έχουν συνοδεία. Να υπάρχουν δηλαδή ενήλικες, τους οποίους να εντοπίσει το κράτος να τους προσλάβει και να τους πληρώνει και να είναι φροντιστές των παιδιών», αναφέρει ο κ. Σεμερτζιάν.
πηγή: iatropedia.gr