Ο λαός τον Μπατζάου αναζήτησε καταφύγιο στη Μαλαισία ως πρόσφυγες, οι αρχές τους απαγόρευσαν να κατέβουν στο έδαφος της χώρας. Έτσι εκείνοι έχτισαν το χωριό τους μέσα στον ωκεανό, με σπιτάκια που στηρίζονται σε πασάλους βλέποντας πιάτο όλη τη θάλασσα, τα ψάρια και το βυθό.
Οι άνθρωποι της στεριάς έρχονται σε επαφή με τους Θαλασσινούς Μπαχάουσε μόνο για να κάνουν ανταλλαγές.
Αντί να μάθουν για την άλγεβρα ή την επιστήμη, τα παιδιά Bajau πιάνουν ψάρια, χταπόδια και αστακούς με τη βοήθεια των χειροποίητων σκαφών τους.
Τα παιδιά περνούν τόσο πολύ χρόνο στον ωκεανό που τα μάτια τους έχουν προσαρμοστεί να βλέπουν πιο καθαρά κάτω από το νερό χωρίς τη βοήθεια μάσκας.
Μόλις τα τελευταία χρόνια οι επιστήμονες αρχίζουν να καταλαβαίνουν τα πώς και τα γιατί αυτής της υπέροχης προσαρμογής που οφείλεται σε μια μοναδική περίπτωση σύγχρονης γενετικής μετάλλαξης του γονιδιώματός τους, που τους επιτρέπει να νιώθουν καλύτερα στη θάλασσα, παρά στο έδαφος. Αν ζούσε ο Δαρβίνος, θα ήταν περήφανος για τη θεωρία του και το πώς βρήκε εφαρμογή σε αυτούς τους καταπληκτικούς «τσιγγάνους της θάλασσας».
Οι Μπατζάου επέδειξαν μια πρωτοφανή ικανότητα προσαρμογής στο υγρό στοιχείο που τους περιβάλλει, σε τέτοιο βαθμό που να μπορεί κανείς να τους αποκαλέσει αμφίβια όντα.
Εδώ και περίπου 1.000 χρόνια περιφέρονται στις θάλασσες μεταξύ Φιλιππίνων, Μαλαισίας και Ινδονησίας, περνώντας κατά μέσο όρο τουλάχιστον πέντε ώρες στο νερό και τις υπόλοιπες κάπου πολύ κοντά σε αυτό. Τα σώματα και τα όργανά τους έχουν αναπτυχθεί έτσι ώστε να μπορούν να αντεπεξέλθουν σε συνθήκες ανυπόφορες και αδιανόητες για οποιονδήποτε άλλον.
Η προπόνησή τους ξεκινά από τη νεαρή τους ηλικία και γι΄ αυτό είναι σε θέση χωρίς στολές, αναπνευστήρες, μπουκάλες οξυγόνου και με μοναδικό εξοπλισμό μια ξύλινη μάσκα κι ένα καμάκι, βουτούν σε βάθη τα οποία τρομάζουν ακόμη και επαγγελματίες δύτες. Τα 70 μέτρα βάθους ή μερικά λεπτά στο βυθό είναι κάτι συνηθισμένο για τους περισσότερους από αυτούς. Είναι δε τόσο εθισμένοι στο νερό που όταν δεν κάνουν καταδύσεις νιώθουν άσχημα και έχουν συμπτώματα όπως ζαλάδες και δυσφορία.
Σχετικά πρόσφατα οι Μελίσα Ιλάρντο και Ράσμους Νίλσεν του πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια, δημοσίευσαν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους, σύμφωνα με την οποία δεν είναι η επανάληψη και η εκμάθηση οι μόνοι λόγοι στους οποίους οφείλεται το φαινόμενο των Μπατζάου.
Μελετώντας τα σώματά τους με τη βοήθεια τομογράφων ανακάλυψαν πως οι σπλήνες τους κατά μέσο όρο είναι κατά 50% μεγαλύτερες από εκείνες γειτονικών φυλών που δεν έχουν αντίστοιχη σχέση με το νερό. Η σπλήνα, την οποία συνήθως θυμόμαστε όταν μιας πιάνει στο… τρέξιμο, έχει κομβικό ρόλο στην οξυγόνωση του εγκεφάλου αλλά και άλλων οργάνων. Δουλειά της είναι να διατηρεί ένα απόθεμα οξυγονωμένων ερυθρών αιμοσφαιρίων, κάτι σαν αποθήκη, στην οποία καταφεύγει ο οργανισμός για να μείνει ζωντανός κάτω από το νερό.
Οι διαφοροποιήσεις στην ανατομία επιβεβαιώθηκαν στη συνέχεια και γενετικά. Οι αναλύσεις του DNA έδειξαν μια μετάλλαξη ενός γονιδίου που ευθύνεται για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας οξυγόνου στο σώμα. Επιπλέον, φαίνεται πως το συγκεκριμένο γονίδιο λειτουργεί ως… ελεγκτής, επιλέγοντας κατά προτίμηση όργανα που σχετίζονται με την αναπνοή.
Παράλληλα, σε άλλο ένα γονίδιο διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις. Πρόκειται για το κομμάτι εκείνο του DNA που σχετίζεται με την ύπαρξη ενός ενζύμου του οποίου ο ρόλος είναι η μεταφορά διοξειδίου του άνθρακα μακριά από τους ανθρώπινους ιστούς. Σε πολλά αμφίβια ζώα αυτή η κατάλληλη ισορροπία είναι που κάνει τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου.
Τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσιοποιήθηκαν μέσω του ιστότοπου «Cell Press» φανερώνουν πως δεν είναι μόνο οι πληροφορίες που περνούν από γενιά σε γενιά που έχουν κάνει τους Μπατζάου αυτό που είναι σήμερα. Στην κυριολεξία, πια, αυτοί οι άνθρωποι γεννιούνται με έμφυτη την ικανότητα προσαρμογής και κληρονομούν στους επόμενους όλο το μυστικό αυτής της υπέροχης ιστορίας επιβίωσης, καλά κλεισμένο μέσα στο γενετικό κώδικά τους.