Το τέλειο έγκλημα μπορεί να μην υπάρχει, αλλά στη ληστεία σε εμπορικό κέντρο του Βερολίνου, με λεία 7 εκατ. ευρώ, οι δράστες δεν καταδικάστηκαν ποτέ, παρά τα αποδεικτικά στοιχεία.
Και μπορεί το DNA να είναι το βασικότερο όπλο που έχουν στη διάθεσή τους οι ερευνητές, στην προκειμένη περίπτωση, όμως, ήταν ο λόγος για να αφεθούν ελεύθεροι οι δράστες.
Στο εμπορικό κέντρο του Βερολίνου “KaDeWe”, τα μαγαζιά έχουν εμπορεύματα αξίας πολλών εκατομμυρίων ευρώ, ενώ εδρεύουν τα καλύτερα και ακριβότερα κοσμηματοπωλεία, με τα μέτρα ασφαλείας να είναι δρακόντεια.
Το 2009 ο γερμανικός Τύπος μιλάει για το ριφιφί του αιώνα, καθώς από ένα διάσημο κοσμηματοπωλείο έλειπαν κοσμήματα συνολικής αξίας 7 εκατ. ευρώ, με τους ληστές να μπαίνουν στο κατάστημα με μια ανεμόσκαλα και στη συνέχεια να σκάβουν τον τοίχο, αφού πρώτα είχαν απενεργοποιήσει τις κάμερες.
Ωστόσο, μια κάμερα που τους ξέφυγε, κατέγραψε τρεις ληστές να εισέρχονται στο εμπορικό. Η πίεση που ασκήθηκε προς την γερμανική αστυνομία, προκειμένου να βρεθούν οι ένοχοι, αποδίδει, όταν βρίσκεται ένα γάντι με ιδρώτα, άρα DNA.
Και εκεί ξεκινάει η παράνοια, αφού το γενετικό υλικό ανήκει σε δύο άτομα και όχι μόνο σε ένα και συγκεκριμένα δύο αδέλφια λιβανέζικης καταγωγής είχαν όμοιο γενετικό υλικό κατά 99,9%.
Η αστυνομία προχώρησε στη σύλληψή τους, αλλά ένας πανέξυπνος δικηγόρος βρήκε το κενό στο νόμο και το εκμεταλλεύτηκε, προκειμένου οι πελάτες του να αφεθούν ελεύθεροι.
Ο νόμος λέει ξεκάθαρα, ότι ένα δείγμα DNA ανήκει σε ένα ένοχο. Συνεπώς αφού η αστυνομία δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιος από τους δύο ήταν ο ληστής που ξέχασε το γάντι, δεν υπάρχει ένοχος.
Πράγματι το δικαστήριο, με δεμένα τα χέρια του, δεν προχώρησε σε απαγγελία κατηγοριών και τα αδέλφια αφέθηκαν ελεύθερα. Για δέκα χρόνια, μέχρι να παραγραφεί η ληστεία, δεν έγινε καμία αγοραπωλησία των κοσμημάτων, με αποτέλεσμα η αστυνομία να σφραγίσει τον φάκελο.