Άστεγη μαμά: Πρόκειται για μία ιστορία, η οποία δεν γίνεται εύκολα πιστευτή. Η Penny Streeter πριν από είκοσι πέντε χρόνια ήταν άστεγη. Σαν να μην έφτανε αυτό, η ίδια ήταν δεν είχε καμία βοήθεια, ενώ ήταν και έγκυος. Η Penny διέμενε σε οποιοδήποτε καταφύγιο για άστεγους. Όλα αυτά έπειτα από το κλείσιμο της επιχείρησής της, το οποίο της άφησε περίπου είκοσι χιλιάδες δολάρια χρέη.
Σήμερα, ηγείται μιας επιχείρησης-αυτοκρατορίας 157 εκατομμυρίων λιρών και την περασμένη εβδομάδα μπήκε στη λίστα της Sunday Times με τους πιο πλούσιους Βρετανούς. «Εξακολουθώ να μην πιστεύω ότι το όνομά μου βρίσκεται εκεί», λέει χαριτολογώντας η 50χρονη γυναίκα, μαμά 4 παιδιών. «Παλιά διάβαζα τα ονόματα στη λίστα και ευχόμουν να βρεθεί και το δικό μου όνομα κάποτε εκεί. Τελικά, οι ευχές πραγματοποιούνται! Όταν ξεκινάς, ποτέ δεν ξέρεις πού θα φτάσεις».
Κουράστηκε για να φτάσει ως εδώ. Τίποτα δεν της χαρίστηκε. Τα ακριβά αμάξια, τα πανάκριβα ρούχα, το υπηρετικό προσωπικό, τα ταξίδια και η καλή ζωή δεν αρκούν να την ηρεμήσουν. Πάντα φοβάται ότι θα ξαναβρεθεί σε εκείνο το σημείο μηδέν, θα τα χάσει όλα, όπως τότε το 1989 και θα βρεθεί ξανά άστεγη στους δρόμους. Ο φόβος της αποτυχίας είναι βαθιά ριζωμένος μέσα της. Η Μustang της πάντα την κάνει να θυμάται εκείνο το μικρό Fiat Panda, που είχε τότε.
Τα Roberto Cavalli και τα Christian Dior δεν αρκούν για να την κάνουν να ξεχάσει τα κουρέλια που φορούσε τριγυρίζοντας άσκοπα στους δρόμους και ψάχνοντας κάτι να φάει. Το πανάκριβο κρασί, που πίνει, δικής της παραγωγής, στα γκουρμέ εστιατόρια που επισκέπτεται δεν αρκεί για να ξεχάσει πως κάποτε πείναγε. Δεν είχε ούτε τα βασικά να ψωνίσει στο μωρό της. Αν δεν ήταν η εκκλησία και οι δωρεές του κόσμου, τώρα δεν ξέρει πού θα βρισκόταν αυτή και τα παιδιά της. Δούλευε από μικρή μαζί με τη μαμά της για να τα βγάλουν πέρα.
Στα 19 της παντρεύτηκε τον πρώην προπονητή Douglas Streeter. Δεν φανταζόταν τότε ότι μετά από 7 χρόνια γάμου ο γάμος της θα κατέρρεε και θα έμενε άστεγη λόγω «λουκέτου» στην εταιρεία της και κακής οικονομικής διαχείρισης. «Ένιωσα αποτυχημένη. 8 μηνών έγκυος ήμουν μόνη στους δρόμους αναζητώντας βοήθεια. Είχα ήδη δυο παιδιά τα οποία είχα αφήσει στη μάνα μου. Στο κέντρο φιλοξενίας απόρων δεν υπήρχαν παρά μόνο 2 θέσεις. Η μητέρα μου έμενε σε ένα δωμάτιο όλο κι όλο. Ήταν θαύμα που μπόρεσε να βολέψει τα δυο μου παιδιά».
Πέρασε δύο ολόκληρα χρόνια ζώντας έτσι. «Δεν ήμουν παρά μια ζητιάνα, που όλοι κοίταζαν περίεργα, απέφευγαν, φοβούνταν. Δεν υπήρχε ελπίδα σωτηρίας. Δεν είχα τίποτα. Στην πορεία η Πρόνοια μου παραχώρησε ένα δωμάτιο σε μία άθλια, σκοτεινή πολυκατοικία. Τουλάχιστον ο χώρος ήταν δικός μου. Μου έμοιαζε σαν το Μπάκινγχαμ. Έπιπλα δεν είχα, ούτε καν κρεβάτι. Ευτυχώς η μητέρα μου, μου έδωσε δύο ξαπλώστρες θαλάσσης από έναν γείτονα που δεν τις ήθελε.
Με βοήθησε να αγοράσω και 2-3 μεταχειρισμένα έπιπλα, μια κουζίνα 100 χρονών και ένα ψυγειάκι που βρήκε στα σκουπίδια, αλλά δούλευε. Ήταν φρικτά χρόνια, αλλά ποτέ δεν έχασα την ελπίδα μου. Έψαχνα τρόπους να γλιτώσω από αυτή την κατάσταση. Έπρεπε κάτι να κάνω, είχαν περάσει 2 χρόνια. Είχα μια φανταστική παιδική ηλικία και ήθελα το ίδιο και για τα παιδιά μου. Δεν ήθελα ούτε με αστέγους να μένουν, ούτε να κοιμούνται με κατσαρίδες και ποντίκια». Σήμερα, η Penny Streeter απασχολεί προσωπικό 600 ατόμων.
Η κύρια δραστηριότητά της είναι ο όμιλος A24 – μια ιατρική εταιρεία που παρέχει προσωπικό για τον κλάδο της υγειονομικής περίθαλψης – αλλά ασχολείται και με την αγοραπωλησία ακινήτων. Ταξιδεύει συνεχώς από το Ηνωμένο Βασίλειο στη Νότια Αφρική (η A24 εδρεύει εκεί από το 2004), όπου κατέχει τον αμπελώνα Benguela Cove, τέσσερα εστιατόρια και ένα ξενοδοχείο. Στην Αγγλία είναι ιδιοκτήτρια ενός τεράστιου αθλητικού κέντρου, του Mannings Heath (400 στρέμματα στο Δυτικό Σάσεξ).
Οι επισκέπτες παίζουν κυρίως γκολφ και έχει και άλλον ένα αμπελώνα που παράγει εύγευστα, αγγλικά κρασιά. Τον Ιούλιο προγραμματίζει να ανοίξει εκ νέου στο κοινό τους κήπους Leonardslee και το 200 στρεμμάτων αρχοντικό της κοντά στο Horsham, το οποίο αγόρασε πέρυσι. Στους χώρους του αρχοντικού λειτουργεί και ένα ανακαινισμένο μουσείο κούκλας του 18ου αιώνα. «Μου λένε συχνά: «Γιατί δεν χαλαρώνεις λίγο; Πήγαινε διακοπές. Άραξε σε καμιά παραλία με τον άντρα σου και το παιδί».
«Δεν μπορώ να φύγω διακοπές και να τα αφήσω όλα. Είμαι εργασιομανής. Ακόμα κι αν φύγω για λίγο, παίρνω μαζί μου λάπτοπ, κινητά, ακίνητα, τα πάντα. Νιώθω μεγάλη ανασφάλεια. Ξέρω πώς είναι να μην έχεις τίποτα και πάντα φοβάσαι ότι θα ξαναγυρίσεις εκεί. Όταν ζεις όσα έζησα, δεν εφησυχάζεις λεπτό. Πρέπει να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά 24 ώρες το 24ωρο. Πρέπει να είσαι 20 βήματα μπροστά. Τα παιδιά μου με πειράζουν και μου λένε ότι έχω 5 παιδιά: τη δουλειά μου και αυτά».
Σηκώνεται στις 6 το πρωί και η μέρα της είναι κάθε μέρα γεμάτη συναντήσεις, σχέδια, τηλεδιασκέψεις και e-mails μέχρι αργά τη νύχτα. Τα τρία της παιδιά είναι πάντα κοντά της. Η μικρή σπουδάζει μακριά. Ο γιος της, Adam, 31 ετών, είναι γενικός διευθυντής του Mannings Heath και παντρεμένος με τρία μικρά παιδιά, η κόρη της, Giselle είναι 26 ετών και δασκάλα και η άλλη της κόρη, Bonnie είναι 24 ετών και μαία.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, παρά το πολύ άσχημο διαζύγιο με τον πρώην της και την εγκατάλειψή της από εκείνον, τον έχει προσλάβει στις επιχειρήσεις της ως διευθυντή των αμπελώνων της. Αυτός κάνει κουμάντο σε όλα. Πωλήσεις, εξαγωγές, τα πάντα. «Ήταν άσχημος ο χωρισμός μας, αλλά δεν παύει να είναι πατέρας των παιδιών μου. Αφού καταφέραμε να κρατήσουμε ένα επίπεδο στις σχέσεις μας και να είναι τα πράγματα καλά ανάμεσά μας, δεν ζητάω τίποτε άλλο», λέει η Penny.
Ο πρώην σύζυγός της αγαπούσε πάντα πολύ τα παιδιά του και όταν η Penny μετακόμισε για πρώτη φορά στη Νότια Αφρική με τα παιδιά πριν από 14 χρόνια, μετακόμισε και εκείνος μαζί τους, για να είναι κοντά τους. Όταν τα παιδιά επέστρεψαν στο Ηνωμένο Βασίλειο για σπουδές, γύρισε και εκείνος μαζί τους και πρωτοεργάστηκε στο Mannings Heath, που τότε ήταν νεοσύστατη επιχείρηση. Η Penny λέει ότι η ίδια και ο σύζυγός της τα πάνε πολύ καλά με τον πρώην και τη σύντροφό του και είναι όλοι τους μαζί μια ευτυχισμένη οικογένεια, αγαπημένοι και με κοινούς επαγγελματικούς στόχους.
Η Penny υπήρξε ένα δύσκολο παιδί. Γεννήθηκε στη Ζιμπάμπουε, ήταν η πιο μικρή της οικογένειας και στο σχολείο έπαιρνε τη μία αποβολή μετά την άλλη. Όταν για πολιτικούς λόγους μετακόμισαν στη Μεγάλη Βρετανία, τα οικονομικά προβλήματα ήταν μεγάλα. Χρειάστηκε όλοι τους να δουλέψουν για να τα βγάλουν πέρα και στο τέλος οι γονείς της χώρισαν. Δημιούργησε την πρώτη της επιχείρηση, Elite Personnel, σε ηλικία μόλις 22 ετών, με τη μητέρα της Marion και έναν συνάδελφό της, ο οποίος εξασφάλισε τραπεζικό δάνειο 8.000 λιρών μαζί με τα χρήματα που δανείστηκαν από τη γιαγιά της Penny.
Η εταιρεία ξεκίνησε με πολύ καλές προοπτικές, αλλά μέσα σε λίγες εβδομάδες η ύφεση άρχισε να πλήττει τη βρετανική οικονομία, οδηγώντας σε απολύσεις και περικοπές. «Είχαμε τους καλύτερους υποψηφίους, αλλά δεν είχαμε δουλειά και θέσεις εργασίας να τους προσλάβουμε», λέει η Penny. Όταν τα πράγματα εξομαλύνθηκαν κάπως, έκλεισαν την πρώτη και ξεκίνησαν μια δεύτερη επιχείρηση, την Elite Diners – κάτι σαν το σημερινό speed dating, η οποία όμως δεν πήγε καλά και τα χρέη έφτασαν τις 20.000 λίρες, ποσό που δεν ήταν τραγικό, αλλά φάνταζε βουνό για έναν άνθρωπο που είχε ξεκινήσει από το μηδέν και δεν είχε τίποτα.
Έφτασε σε σημείο να την κυνηγάνε οι τράπεζες (μια φορά που πήγαν στο σπίτι του συναδέλφου της εκείνος τους έδωσε ένα πιστολάκι για τα μαλλιά – μόνο αυτό είχε). Φυσικά το Elite Diners έκλεισε. «Ήταν φρικτό. Ένιωσα για πρώτη φορά στη ζωή μου σαν εγκληματίας». Ευτυχώς ο πατέρας της, της πλήρωσε τα αεροπορικά και πήγε στη Νότιο Αφρική, όπου εργάστηκε στο εστιατόριο της αδερφής της στο Γιοχάνεσμπουργκ. Δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε με σκοπό να ξανανοίξει κάποια επιχείρηση και με τα κέρδη να πληρώσει το χρέος της.
«Πριν επιστρέψουμε, η κόρη μου Giselle αρρώστησε με μηνιγγίτιδα και νόμιζα ότι θα τη χάναμε. Αυτό με έφερε πολύ πίσω στα επαγγελματικά μου σχέδια. Ήμουν μόνη με τρία παιδιά, χωρίς δουλειά και τις τράπεζες να με κυνηγάνε». Τα υπόλοιπα μας είναι γνωστά. Μετά από εκείνα τα 2 τραγικά χρόνια που πέρασε άφραγκη και άστεγη αποφάσισε να αλλάξει ζωή. Το δωμάτιο που της παραχώρησε η Πρόνοια σε εκείνη τη βρώμικη πολυκατοικία ήταν η αρχή του τέλους. «Σε όσες δουλειές και να πήγα, όνειρό μου ήταν να ξανανοίξω μια δική μου δουλειά.
Η μάνα μου δεν συμφωνούσε, αλλά εγώ ήμουν αποφασισμένη. Καμία τράπεζα δεν μου δάνειζε, οπότε αποφάσισα να δουλέψω μέχρι να μαζέψω κεφάλαιο. Έγινα διοργανώτρια παιδικών πάρτι τα Σαββατοκύριακα και τις καθημερινές δούλευα σε ένα γραφείο. Όλα ξεκίνησαν όταν μια φίλη μου με ρώτησε αν ήθελα να δουλέψω σαν τηλεφωνήτρια στην εταιρεία του άντρα της. Έτσι έγινε η αρχή. Το πόστο μου με βοήθησε να έρθω σε επαφή με άτομα του κλάδου και να δικτυωθώ στο χώρο. Επιτέλους έγινε μια σωστή αρχή. Τέρμα οι κακές επιλογές, τέρμα οι λάθος ενέργειες».
Η νέα της εταιρεία ονομάστηκε Ambition και σύντομα η Penny καθιερώθηκε ως πρώτο όνομα στο χώρο. Οι φιλοδοξίες της δεν την άφηναν να εφησυχάσει. Η εταιρεία της ήταν πλέον η πιο ταχεία αναπτυσσόμενη εταιρεία στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Ενώ άλλες εταιρείες έκλειναν στις 5 το μεσημέρι, εγώ δεν έκλεινα καθόλου. Ήμουν εκεί μέρα νύχτα απαντώντας στα τηλέφωνα. Τα παιδιά μεγάλωναν και δεν τα έβλεπα. Αν δεν ήταν η μάνα μου. Κάθε επιτυχία έχει και το τίμημά της. Στο παρελθόν κατηγορήθηκε για πολλά: ξέπλυμα μαύρου χρήματος, εκβιασμό και πόσα ακόμα.
«Ουδέποτε έμπλεξα με υπόκοσμο ή έκανα βρώμικες δουλειές. Είμαι κοντά στο προσωπικό μου, με αγαπάνε και τους αγαπάω και έχουμε άριστες σχέσεις. Ποτέ δεν θα εκμεταλλευόμουν κανέναν, ειδικά μετά από τόσα πέρασα. Ποτέ δεν ξέχασα από πού ξεκίνησα και πώς έφτασα μέχρι εδώ». Η Penny δηλώνει πολύ μικρή για να τα παρατήσει. Θα τα αφήσει όλα στα παιδιά της και θα αποχωρήσει μόνο όταν οι δυνάμεις της νιώσει να την αφήνουν. Στα 50 της εργάζεται πιο σκληρά από ποτέ. Έχασε μία φορά, δεν έχει καμία πρόθεση να επιτρέψει να της ξανασυμβεί.