Μαζική αυτοκτονία: Μία επαναστατική πράξη ήταν η αφορμή για να αυτοκτονήσουν εννιακόσια εννιά άτομα. Ο Jim Jones ήθελε να φτιάξει μία ιδανική κομμουνιστική παροικία. Αυτή επρόκειτο να γίνει στην περιοχή του Jonestown. Εννιακόσιοι εννιά ακόλουθοι του Jim Jones ξεκίνησαν διαδοχικά να αυτοκτονούν στις 18 Νοεμβρίου του 1978. Τι μπορεί να έφταιξε γι’ αυτό;
O Jim Jones ήταν ένας ταλαντούχος κήρυκας. Στη δεκαετία του 1950 είχε ιδρύσει στην Ιντιανάπολις την Εκκλησία του Λαού. Ήταν μια χριστιανική αίρεση που είχε ως σκοπό της να εμπνεύσει κομμουνιστικά ιδεώδη. Σκοπός της ήταν να πατάξει το ρατσισμό και το σεξισμό. Αυτό έγινε σε μια εποχή όπου στην Αμερική μαινόταν ένας ακήρυχτος πόλεμος κατά της κοινωνικής ισότητας. Βρέθηκε στο πλευρό του Martin Luther King. Προστάτεψε οικογένειες αφροαμερικανών σε καιρούς επιθέσεων από ναζιστές. Επιπλέον, απαίτησε την προστασία τους από την αστυνομία. Ο Jones ακουγόταν πρωτοποριακός. Ίσως να ήταν και μπροστά από την εποχή του.
Τα επόμενα χρόνια ταξίδεψε στο Bello Horizonte της Βραζιλίας, στην Βόρεια Καλιφόρνια, στο San Franscisco. Ο Jones είχε υιοθετήσει τρία παιδιά από την Νότια Κορέα και ένα από φυλή αυτοχθόνων Ινδιάνων. Στην Βραζιλία προσπάθησε να μελετήσει την λειτουργία μικρών κοινωνιών. Εκείνων που είχαν αποκοπεί από τον αστικό ιστό. Εκείνων των κοινωνιών που βασίζονταν στα προστάγματα τοπικών αρχόντων και θρησκευτικών αιρέσεων. Στο κήρυγμα του, συστηνόταν ως άθεος ιεραπόστολος. Το έκανε, χωρίς να επικαλείται αυθεντίες όπως ο Μαρξ ή ο Ιησούς Χρηστός. Αρνούνταν την ιδέα ενός θεού που ερχόταν από τον ουρανό και τον χαρακτήριζε ως ‘διχαστικό’ προς τις γυναίκες και τους αφροαμερικανούς.
Το νέο κέντρο της Εκκλησίας του Λαού ήταν στην επαρχιακή περιοχή Guyana. Βρισκόταν σε μια τοποθεσία που ο ίδιος ο Jones είχε βαφτίσει ‘Jonestown’. Όσοι επέλεγαν να ζήσουν στην Jonestown, δούλευαν με όρους που θύμιζαν κολλεκτιβιστικές κοινωνίες της Σοβιετικής Ένωσης, στην πιο τραβηγμένη και εφιαλτική τους εκδοχή. Οι κάτοικοι της Jonestown ήταν στην πράξη ένα παζάρι σκλάβων, που εργάζονταν χωρίς ωράριο, χωρίς ηλικιακές διακρίσεις, χωρίς ατομικά δικαιώματα.
Σε μια κοινωνία ατόμων, εκ των οποίων το 65% ήταν αφροαμερικάνοι, τα διαβατήρια όλων είχαν κατασχεθεί, κάθε επικοινωνία μέσω ταχυδρομείου/τηλεφώνου είχε διακοπεί, ενώ όποιος αμφισβητούσε την εξουσία του Jones, δεχόταν σκληρές τιμωρίες. Η Jonestown ξεκίνησε ως κάτι που οραματιζόταν να γίνει ‘εκκλησία των ανθρώπων’ και κατέληξε να θυμίζει ζούγκλα.
Ο Jones είχε εθιστεί στα ναρκωτικά και έβγαζε προς τα έξω κάτι που θύμιζε μανία καταδίωξης προς την αμερικανική κυβέρνηση. Φοβόταν πώς μια επικείμενη ανατροπή της κοινωνίας που ο ίδιος είχε δημιουργήσει, βρισκόταν ήδη στα σκαριά και γι’αυτό οργάνωνε μεταμεσονύκτιες επιχειρήσεις εκφοβισμού των μελών του με οπλισμένους φρουρούς.
Το καλοκαίρι του 1978, ομάδα συγγενών των μελών της Jonestown πλησίασαν τον γερουσιαστή Leo Ryan και του ζήτησαν να ταξιδέψει στην Joenstown ώστε να αποκτήσει γνώμη περί των δρώμενων εκεί. Ο Ryan βρέθηκε στην περιοχή στις 17 Νοεμβρίου, μαζί με την γυναίκα του, ομάδα δημοσιογράφων και άλλους παρατηρητές. Στην αρχή η επίσκεψη πήγε καλά, αλλά την επόμενη μέρα, λίγο πριν αποχωρήσει ο γερουσιαστής, ομάδα κατοίκων τον πλησίασε και του ζήτησαν να αποχωρήσει, υπό την απειλή μαχαιριού. Η αναταραχή εξελίχθηκε σε επίθεση προς τον Ryan με μαχαίρι και κυνηγητό της ομάδας του μέχρι το αεροδρόμιο. Ο Leo Ryan και τέσσερα από τα μέλη της ομάδας του, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο, λίγο πριν επιβιβαστούν στο αεροπλάνο της επιστροφής.
Πίσω στην Jonestown, ο Jones ζήτησε από τους κατοίκους της κοινότητας του να μαζευτούν στο κεντρικό δρόμο και να διαπράξουν μια ‘επαναστατική δράση’. Οι ενέσεις γέμιζαν με κυανίδιο, ηρεμιστικά και χυμούς φρούτων και οι πρώτοι που δέχονταν αυτό το δηλητήριο, ήταν τα παιδιά της κοινότητας, από τα χέρια των γονιών τους. Στη συνέχεια, οι ενήλικες σχημάτιζαν ουρά και το ‘βάλτε να πιούμε’ των Διάφανων Κρίνων μετατρεπόταν σε μια νοσηρή κατάσταση όπου όλοι έπιναν οικειοθελώς από το δηλητήριο που είχαν ποτίσει τα παιδιά τους.
Την επόμενη μέρα, αστυνομικοί της Guyan έκαναν έφοδο στην κοινότητα, για να αντικρίσουν ιδίοις όμμασι μια εκατόμβη νεκρών, ένα σωρό από πτώματα. Μέσα στην προσωπική του οικία και ο Jim Jones αναπαυόταν, με μια σφαίρα στον κρόταφο, σε μια πράξη που το FBI επίσης χαρακτήρισε ως αυτοκτονία. Σήμερα η αμερικανική αστυνομία έχει χαρακτηρίσει το περιστατικό ως την μεγαλύτερη μαζική αυτοκτονία στη σύγχρονη ιστορία των ΗΠΑ, ενώ υπάρχει και ένα 45λεπτό ηχογραφημένο ντοκουμέντο των γεγονότων που δεν έχει ποτέ βγει στο φως της δημοσιότητας. Ίσως αυτόν τον ήχο να μην θέλουμε να τον ακούσουμε ποτέ.