Εμφανίστηκε μετά την κηδεία της μία 85χρονη γυναίκα, την οποία θρήνησαν οι συγγενείς της ως θύμα του κορονοϊού.
Συγκεκριμένα, η ηλικιωμένη επέστρεψε στον οίκο ευγηρίας όπου διέμενε, εννέα ημέρες αφότου η οικογένειά της πληροφορήθηκε από τις Αρχές ότι είχε γίνει και η κηδεία της.
Λόγω ενός μπερδέματος με το όνομα της γιαγιάς, η οικογένεια της Ροχέλια Μπλάνκο πληροφορήθηκε ότι η 85χρονη πέθανε στις 13 Ιανουαρίου και κηδεύτηκε την επόμενη ημέρα, γράφει η εφημερίδα La Voz της Γαλικίας. Εξαιτίας των περιορισμών, κανείς συγγενής της δεν κατάφερε να παραστεί στην κηδεία.
Έτσι, όταν εκείνη επέστρεψε, υγιέστατη, στο γηροκομείο της πόλης Χόβε, όπου διαμένει και ο σύζυγός της, Ραμόν Μπλάνκο, προκάλεσε σοκ. «Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Έκλαιγα, για τον θάνατο της γυναίκας μου», είπε ο ηλικιωμένος, εξηγώντας ότι εκείνη που πέθανε ήταν μια άλλη ηλικιωμένη ασθενής, με την οποία η Ροχέλια μοιραζόταν το ίδιο δωμάτιο.
Το Ίδρυμα Σαν Ροσέντο, που διαχειρίζεται τον οίκο ευγηρίας, ανέφερε ότι το λάθος προέκυψε όταν η Μπλάνκο και άλλοι τρόφιμοι βρέθηκαν θετικοί στην Covid-19 και μεταφέρθηκαν για νοσηλεία σε άλλο γηροκομείο, στις 29 Δεκεμβρίου. «Μεταξύ των ηλικιωμένων που μεταφέρθηκαν στο Ος Γκόθος, στο Περέιρο δε Αγκιλάρ, ήταν και δύο γυναίκες, οι οποίες μοιράστηκαν το ίδιο δωμάτιο». Ωστόσο, κατά τη μεταφορά τους οι αρμόδιοι μπέρδεψαν μεταξύ τους τα ονόματα με αποτέλεσμα, όταν πέθανε η άλλη γυναίκα, στις 13 Ιανουαρίου, να νομίζουν ότι επρόκειτο για τη Ροχέλια.
Το Ίδρυμα ζήτησε συγγνώμη για το «ατυχές περιστατικό» και έχει ήδη ζητηθεί από τις δικαστικές αρχές να «αναστήσουν» και στα χαρτιά την ολοζώντανη Ροχέλια Μπλάνκο.
Στο μεταξύ, οι αρχές της Νέας Ζηλανδίας ανακοίνωσαν σήμερα ότι κατέγραψαν το πρώτο κρούσμα τοπικής μετάδοσης του νέου κορονοϊού έπειτα από περισσότερους από δύο μήνες.
Μια 56χρονη γυναίκα, η οποία επέστρεψε πρόσφατα από την Ευρώπη, διεγνώσθη θετική στον νέο κορονοϊό, δέκα ημέρες μετά την υποχρεωτική καραντίνα δύο εβδομάδων στην οποία είχε τεθεί.
Αυτή είχε παρουσιάσει συμπτώματα του νέου κορονοϊού αρκετές ημέρες προτού υποβληθεί σε διαγνωστικό τεστ.
Αμέσως ξεκίνησε ιχνηλάτηση των επαφών της, καθώς αυτή και ο σύζυγός της είχαν μείνει αρκετές μέρες στην περιοχή Νόρθλαντ, στο βόρειο τμήμα της χώρας, κατά τις οποίες μπορεί δυνάμει να μετέδωσε τον ιό. Το ζεύγος φέρεται ότι επισκέφθηκε περίπου τριάντα μέρη.
Ο υπουργός Υγείας Κρις Χίπκινς δήλωσε ότι ακόμη είναι πολύ νωρίς για να αποφασιστεί αν πρέπει να επιβληθεί ένα ολοκληρωτικό ή μερικό λοκντάουν στη χώρα.
«Δεν γνωρίζουμε ούτε την προέλευση ούτε το στέλεχος του ιού», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου.
Η γυναίκα επέστρεψε στη Νέα Ζηλανδία στις 30 Δεκεμβρίου αφού έμεινε για τέσσερις μήνες στην Ευρώπη, κυρίως στην Ισπανία και την Ολλανδία. Αυτή βγήκε στις 13 Ιανουαρίου από το ξενοδοχείο όπου είχε τεθεί σε καραντίνα στο Όκλαντ.
Ο γενικός διευθυντής της υπηρεσίας Υγείας της Νέας Ζηλανδίας Άσλεϊ Μπλούμφιλντ διευκρίνισε ότι τα δύο διαγνωστικά τεστ, στα οποία υπεβλήθη κατά τη διάρκεια της καραντίνας της, ήταν αρνητικά και ότι ο σύζυγός της δεν είχε παρουσιάσει κανένα σύμπτωμα.
Από τις 18 Νοεμβρίου η Νέα Ζηλανδία δεν είχε καταγράψει κανένα τοπικό κρούσμα του νέου κορονοϊού.
Οι αρχές εξετάζουν το υλικό από κάμερες ασφαλείας για να δουν αν ο ιός μεταδόθηκε στη γυναίκα όταν βρισκόταν σε καραντίνα.
Οι περισσότεροι από 600 άνθρωποι, που βρίσκονταν στο ξενοδοχείο ταυτοχρόνως με εκείνη, εκλήθησαν να απομονωθούν και να υποβληθούν ξανά σε διαγνωστικό τεστ.
Πρόκειται για τη δεύτερη φορά στη Νέα Ζηλανδία που ένα πρόσωπο που επέστρεψε από το εξωτερικό παρουσιάζει συμπτώματα του νέου κορονοϊού αφότου πήρε άδεια να εγκαταλείψει το κέντρο στο οποίο βρισκόταν σε καραντίνα.
Η Νέα Ζηλανδία έχει δεχθεί επαίνους για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε την πανδημία της COVID-19, έχοντας καταγράψει μέχρι στιγμής 25 νεκρούς από τη νόσο και 1.927 κρούσματα κορονοϊού σε συνολικό πληθυσμό περίπου 5 εκατομμυρίων κατοίκων.