Η λεγόμενη Σφαγή του Μονάχου έγινε κατά τη διάρκεια των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1972, όταν μέλη της Ισραηλινής αποστολής έπεσαν θύματα απαγωγής από την παλαιστινιακή τρομοκρατική οργάνωση “Μαύρος Σεπτέμβρης”.
Της: Έπη Τρίμη
Οι Γερμανοί διοργανωτές ξόδεψαν εκείνη την περίοδο εκατομμύρια μάρκα σε αθλητικές και βοηθητικές εγκαταστάσεις, προκειμένου να πραγματοποιήσουν μία άψογη διοργάνωση, όμως η τρομοκρατία τούς ανέτρεψε τα σχέδια και η 20η Ολυμπιάδα έμεινε στην μνήμη όλων σαν η Ολυμπιάδα της Σφαγής του
Μονάχου.
Τους Ολυμπιακούς Αγώνες τη συγκεκριμένη χρονιά διεκδίκησαν τέσσερις πόλεις: Το Μόναχο, το Μόντρεαλ, το Ντιτρόιτ και η Μαδρίτη. Ωστόσο, η πρωτεύουσα της Βαυαρίας κέρδισε τη διοργάνωση στη δεύτερη ψηφοφορία (26 Απριλίου 1966), κατά τη διάρκεια της 64ης συνόδου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ), που έγινε στη Ρώμη.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες τότε, όπως και τώρα, αποτελούσαν το πλέον σημαντικό αθλητικό γεγονός με παγκόσμια διάσταση και ενδιαφέρον και η επιλογή της Γερμανίας και ειδικότερα της πόλης του Μονάχου είχε και έναν περαιτέρω συμβολισμό, καθώς εκεί είχε γεννηθεί το Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα (NSDAP) των ναζί.
Ακολούθως, οι Ισραηλινοί πολίτες παρακολουθούσαν τους αγώνες από τους τηλεοπτικούς δέκτες τους με ένταση και βαθιά ψυχολογική φόρτιση, έχοντας νωπές τις μνήμες του πρόσφατου παρελθόντος. Το 1972, μεταξύ 26 Αυγούστου και 10 Σεπτεμβρίου, 7.173 αθλητές από 121 κράτη θα συνυπήρχαν στο πνεύμα της ισότητας, της συνεργασίας αλλά και των οικουμενικού χαρακτήρα ανθρώπινων δικαιωμάτων και αξιών.
Στο Μόναχο καθιερώθηκε ο Ολυμπιακός όρκος και για τους κριτές, ενώ δημιουργείται η πρώτη μασκότ των Αγώνων με την έγκριση της ΔΟΕ
Η μασκότ των Ολυμπιακών Αγώνων είναι ένα πολύχρωμο σκυλάκι κι λέγεται Βάλντι. Στους Αγώνες πήραν μέρος 7.170 αθλητές (6.075 άνδρες και 1.095 γυναίκες) από 121 χώρες. Στη μάχη των μεταλλίων επικράτησε η Σοβιετική Ένωση με 99 (50-27-22, έναντι 94 των ΗΠΑ (33-31-30) και 66 της Ανατολικής Γερμανίας (20-23-23).
Μορφές των αγώνων ήταν , ο Αμερικανός κολυμβητής Μαρκ Σπιτς, με ένα μοναδικό επίτευγμα (7 χρυσά και ισάριθμα παγκόσμια ρεκόρ) και ο σοβιετικός σπρίντερ Βαλερί Μπορζόφ, ο οποίος έσπασε την κυριαρχία των Αμερικανών, με 2 χρυσά στα 100 μ. και 200 μ.
Μεγάλη μάχη μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων έγινε και στο μπάσκετ, όπου η ΕΣΣΔ νίκησε τις αήττητες σε Ολυμπιακούς Αγώνες ΗΠΑ με 51-50, με καλάθι του Μπέλοφ στο τελευταίο δευτερόλεπτο. Ήταν ένας αγώνας που έμεινε στην ιστορία.
Η φιλική ατμόσφαιρα στο Ολυμπιακό Χωριό του Μονάχου
Οι Γερμανοί δεν είχαν πάρει και πολύ σοβαρά τις προειδοποιήσεις για πιθανό τρομοκρατικό χτύπημα, με συνέπεια τα μέτρα ασφαλείας να είναι σχετικά χαλαρά. Ειδικά στο Ολυμπιακό Χωριό, η φύλαξη είχε χαρακτηριστεί ως «αστεία» από τους ίδιους τους αθλητές, που μπαινοβγαίνουν χωρίς οι φύλακες να ελέγχουν καν την ταυτότητά τους.
Το documentaire “One Day in September” αναφέρει ότι η ασφάλεια στο χωριό των αθλητών ήταν σκοπίμως χαλαρή. Κάποιοι αθλητές, δε, παρέκαμπταν τα σημεία ελέγχου της ασφάλειας, σκαρφαλώνοντας πάνω από τους φράχτες που περιέβαλλαν το Χωριό.
Σκοπός ήταν να διαγραφούν οι μνήμες της στρατοκρατικής εικόνας της Γερμανίας στον πόλεμο – πιο συγκεκριμένα κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο οι οποίοι είχαν γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον Αδόλφο Χίτλερ, για προπαγανδιστικούς λόγους.
Ο ρόλος της παλαιστινιακής εξτρεμιστικής οργάνωσης «Μαύρος Σεπτέμβρης»
Ο «Μαύρος Σεπτέμβρης» χτύπησε στο Μόναχο και έγραψε με τον τρόπο αυτό τη «μελανότερη σελίδα» στην Ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων.
Στο Μόναχο ο «Μαύρος Σεπτέμβρης» κατάφερε μέσα σε λίγες ώρες και σε ζωντανή παγκόσμια σύνδεση, να κάνει αισθητή την παρουσία του, να προκαλέσει τον αποτροπιασμό στη Δύση και πανηγυρισμούς στον αιμοσταγή αραβικό κόσμο.
Το χρονικό της υπόθεσης
Όλα ξεκίνησαν το πρωί της 5ης Σεπτεμβρίου 1972, όταν κομάντο της παλαιστινιακής οργάνωσης “Μαύρος Σεπτέμβρης”, εισέβαλε στο Ολυμπιακό χωριό.
Στις 4:10 το πρωί οκτώ Παλαιστίνιοι κουκουλοφόροι, μέλη του «Μαύρου Σεπτέμβρη», μπαίνουν οπλισμένοι στο Ολυμπιακό Χωριό και εισβάλουν στο κτίριο 31, όπου βρίσκεται η αποστολή του Ισραήλ. Δύο από τα μέλη της αποστολής, που αντιλαμβάνονται τι γίνεται και προσπαθούν να αντιδράσουν, σκοτώνονται επί τόπου, άλλοι δύο προλαβαίνουν να διαφύγουν από το μπαλκόνι και εννιά πιάνονται όμηροι.
Μία ώρα μετά την εισβολή, η Αστυνομία ειδοποιείται για την ομηρία των Ισραηλινών και με ένα χαρτί που πετάχτηκε από το μπαλκόνι, ενημερώνεται για το αίτημα των τρομοκρατών, που είναι η άμεση απελευθέρωση 234 Παλαιστινίων από τις ισραηλινές φυλακές, με διορία έως τις εννέα το πρωί.
Οι τρομοκράτες έπιασαν έντεκα Ισραηλινούς αθλητές ομήρους μέσα στο Ολυμπιακό Χωριό προκειμένου να πετύχουν την απελευθέρωση 200 φυλακισμένων παλαιστινίων. Κατά την εισβολή σκοτώθηκαν και δύο ισραηλινοί αθλητές από τα πυρά των Παλαιστινίων.
Αμέσως ξεκινάει μια σειρά διαβουλεύσεων και διαπραγματεύσεων, αλλά το μόνο που πετυχαίνουν είναι η διορία να μετακινηθεί, αρχικά έως τη μια το μεσημέρι και στη συνέχεια έως τις πέντε το απόγευμα. Η πρόταση για ανταλλαγή των ομήρων με ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, απορρίπτεται από τους τρομοκράτες.
Η ισραηλινή κυβέρνηση όσο και η γερμανική, εμφανίζονται αποφασισμένες να μην υποκύψουν στον εκβιασμό των τρομοκρατών
Στις πέντε το απόγευμα, όταν οι εισβολείς συνειδητοποιούν πως τα αιτήματά τους δεν γίνονται αποδεκτά, απαιτούν αεροπλάνο που θα μεταφέρει τους ίδιους και τους ομήρους στο Κάιρο. Και πάνω σε αυτό στήνεται από τις γερμανικές Αρχές μια επιχείρηση με πολύ πρόχειρο -όπως αποδείχθηκε- σχεδιασμό, που οδήγησε σε μια σειρά από τραγικά λάθη, τα οποία κατέληξαν σε αιματοκύλισμα. Στην αρχή σχεδιάστηκε έφοδος αστυνομικών δυνάμεων στο κτίριο, όμως παράβλεψαν το στοιχειώδες: Οι κάμερες των τηλεοπτικών συνεργείων κάλυπταν τα γεγονότα σε ζωντανή μετάδοση κι έτσι οι τρομοκράτες είδαν από την τηλεόραση τις κινήσεις των Γερμανών έξω από το κτίριο και στα γύρω μπαλκόνια. Η επιχείρηση σταμάτησε και αποφασίστηκε το νέο επιχειρησιακό πεδίο να είναι το αεροδρόμιο.
Μετά από αρκετές ώρες διαπραγματεύσεων – πάντα σε ζωντανή σύνδεση – με τον υπουργό Εσωτερικών, Χανς Ντίτριχ Γκένσερ, συμφωνήθηκε η μεταφορά των Παλαιστινίων τρομοκρατών και των Ισραηλινών σε κοντινό στρατιωτικό αεροδρόμιο με στόχο να φύγουν από τη χώρα. Στόχος των Δυτικογερμανών ήταν πραγματοποίηση επιχείρησης απελευθέρωσης των ομήρων στο αεροδρόμιο.
Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή αποφασίζει να διακόψει προσωρινά τους Αγώνες, ενώ συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις από τις γερμανικές αρχές. Ο πρόεδρος της ΔΟΕ δηλώνει: “Η ειρήνη επλήγη από τις δολοφονίες που διέπραξαν οι τρομοκράτες.
Το σύνολο του πολιτισμένου κόσμου καταδικάζει αυτό το έγκλημα. Σε ένδειξη σεβασμού προς τα θύματα αλλά και τους ομήρους, τα αγωνίσματα του απογεύματος θα διακοπούν”.
Το δράμα στο αεροδρόμιο του Μονάχου
Το βράδυ, ένα δράμα εξελίσσεται στο αεροδρόμιο του Μονάχου όπου οι τρομοκράτες προσπαθούν να διαφύγουν με τους ομήρους για το Κάιρο.
Οι Γερμανοί όμως δεν είχαν πείρα από αντίστοιχα γεγονότα, απέτυχαν να οργανώσουν σωστά την επιχείρηση οπότε οι τρομοκράτες αντιλήφθηκαν τι συμβαίνει, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει πραγματική μάχη στο χώρο του αεροδρομίου. Αποτέλεσμα ήταν να σκοτωθούν όλοι οι Ισραηλινοί όμηροι, έξι από τους οκτώ τρομοκράτες και δύο αστυνομικοί.
Οι Αγώνες απειλήθηκαν με ματαίωση, όμως τελικά οι «ψυχραιμότεροι» (ή, ίσως, οι πλέον «ψυχροί» ) επέβαλαν τη συνέχιση του αγωνιστικού μέρους της διοργάνωσης.
Μετά την απόφαση της μη οριστικής διακοπής των Αγώνων, η ΔΟΕ οργανώνει μια επικήδεια τελετή στο Ολυμπιακό στάδιο στη μνήμη των θυμάτων, η οποία συγκεντρώνει 80.000 άτομα. Ο πρόεδρος της ΔΟΕ, Άβερι Μπρούνταζ είπε την ιστορική φράση: “The Games must go on” (οι Αγώνες πρέπει να συνεχιστούν).
Μετά από διακοπή μιας ημέρας, οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα συνεχιστούν μετά από επιθυμία τόσο της Ολυμπιακής Επιτροπής όσο και των Ισραηλινών. Όμως η συνέχειά τους θα γίνει μέσα σε ένα κλίμα με πολύ μικρότερο ενθουσιασμό από ότι πριν το συμβάν.
Η επίθεση στους Ολυμπιακούς του Μονάχου προκάλεσε αίσθηση τόσο για το ίδιο το γεγονός, όσο και για τους χειρισμούς της κατάστασης από τους Γερμανούς και τη ΔΟΕ.
Στον απόηχο των γεγονότων οι τρομοκράτες αφέθηκαν ελεύθεροι μετά από την απαγωγή ενός
αεροπλάνου της Lufthansa. Μετά από αυτό το γεγονός η πρωθυπουργός του Ισραήλ Γκόλντα Μείρ
έδωσε εντολή στις μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ, στη γνωστή Μοσάντ (Mossad), ναανακαλύψουν πού
κρύβονται οι παλαιστίνιοι που έλαβαν μέρος στην επίθεση και να τους δολοφονήσουν.
Η Γερμανική αστυνομία από την δική της πλευρά ίδρυσε την αντίτρομοκρατική οργάνωση GSG9 που φάνηκε χρήσιμη στην επόμενη απαγωγή αεροπλάνου της Lufthansa από παλαιστίνιους τρομοκράτες το 1977.
Διεθνείς αντιδράσεις για την επίθεση
Ο βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας ήταν ο μόνος Άραβας ηγέτης που καταδίκασε την επίθεση, χαρακτηρίζοντάς την «ένα απάνθρωπο έγκλημα κατά του πολιτισμού… που έγινε από άρρωστα μυαλά». Αξίζει να διευκρινιστεί ότι η «μοναδικότητα», από αραβικής πλευράς, της καταδίκης του Χουσεΐν εδράζετο πολιτικά στην προηγηθείσα σύγκρουση μεταξύ PLO – Συρίας από τη μια πλευρά και της Ιορδανίας από την άλλη. Το Ισραήλ είχε σταθεί στο πλευρό του βασιλιά της Ιορδανίας, ενώ η Συρία στο πλευρό των Παλαιστινίων. Η νίκη των ελεγχόμενων από τον βασιλιά Χουσεΐν στρατευμάτων, είχε εξασφαλίσει την παραμονή του τελευταίου στην εξουσία.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Νίξον προέβη αρχικά σε διάφορες προτάσεις, όπως να παραστεί στην κηδεία των αθλητών ή να κηρύξει ημέρα εθνικού πένθους, αλλά τελικά συμφώνησε με τον Χένρι Κίσινγκερ να ασκήσει πίεση στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για μέτρα κατά της διεθνούς τρομοκρατίας.
Ο παλαιστίνιος που σχεδίασε την επίθεση πέθανε στη Συρία
Στις 5 Ιουλίου του 2010 άφησε την τελευταία του πνοή στη Συρία σε ηλικία 73 χρονών, ο παλαιστίνιος µαχητής Μοχάµαντ Ντάουντ Οντέχ, που ήταν επίσης γνωστός και ως Αµπού Ντάουντ, έπειτα από σοβαρά προβλήµατα στο συκώτι.
Ο Μοχάµαντ Ντάουντ Οντέχ, ο Παλαιστίνιος που εμπνεύστηκε την αιματηρή, όπως αποδείχθηκε,
οµηρεία των αθλητών του Ισραήλ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 υπήρξε πρώην ηγέτης της
παλαιστινιακής ανταρτικής οργάνωσης Μαύρος Σεπτέμβρης και είχε παραδεχτεί ότι σχεδίασε την όλη
επιχείρηση στο Μόναχο κατά την οποία σκοτώθηκαν τελικά 19 συνολικά άτομα. Υποστήριζε, πάντως, ότι αφού δεν είχε πάρει µέρος στην επιχείρηση ως εκ τούτου δεν ήταν άµεσα υπεύθυνος για τους θανάτους
αυτούς.
«Δεν είχα σκοτώσει κανέναν και δεν διέταξα τη δολοφονία κανενός», είχε δηλώσει το 1999 ύστερα από τη δηµοσίευση των αποµνηµονευµάτων του.
Στην κηδεία του παραβρέθηκαν πολλοί παλαιστίνιοι αξιωµατούχοι µεταξύ των οποίων και ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχµούντ Αµπάς.
Ο ίδιος σε συνέντευξή του είχε δηλώσει πως θεωρούσε τους ισραηλινούς αθλητές πράκτορες της Μοσάντ και κατά συνέπεια «νόμιμους» στόχους.
Είχε επίσης δηλώσει το 2006 στο Associated Press πως ο «Μαύρος Σεπτέμβρης» υπήρξε σημείο αναφοράς για τους Παλαιστινίους αφού πριν από τα γεγονότα στο Μόναχο κανείς δεν γνώριζε το πρόβλημα των Παλαιστινίων.
Από την πλευρά των Παλαιστινίων, η σφοδρότητα της αντίδρασης του Ισραήλ τους οδήγησε στην απόφαση διάλυσης του «Μαύρου Σεπτέμβρη» περί το 1974, ενώ αξιολογήθηκε θετικά το ότι επετεύχθη με δυναμικό και άμεσο τρόπο η διεθνοποίηση του Παλαιστινιακού, παρά την επιχειρησιακή εκτροπή του εγχειρήματος και τη μετέπειτα απώλεια των στελεχών του.
To 2006 ο σκηνοθέτης Σπίλμπεργκ με αφορμή το παραπάνω συμβάν παρουσίασε την ταινία Munich
Ο φακός του Στίβεν Σπίλμπεργκ καταγράφει την προσπάθεια ενός ειδικούπράκτορα της Μοσάντ (ο Έρικ Μπάνα στο ρόλο του Άβνερ), μετά το τέλος των Αγώνων, να εντοπίσει τους υπεύθυνους γι αυτή την τρομοκρατική ενέργεια… Η ταινία είναι βασισμένη στη νουβέλα “Vengeance” του Καναδού συγγραφέα Τζορτζ Τζόνας που κυκλοφόρησε το 1984 με υπότιτλο «Η Αληθινή Ιστορία Μιας Ισραηλινής Αντιτρομοκρατικής Ομάδας». Βασισμένος σε μαρτυρίες, ρεπορτάζ και ανεπίσημες πηγές, ο Τζόνας κατέγραφε την προσπάθεια μίας ομάδας Ισραηλινών πρακτόρων να τιμωρήσουν παραδειγματικά τους υπεύθυνους για την τραγωδία του Μονάχου.
H επιχείρηση αυτή είχε τη συμβολική ονομασία «Η Οργή του Θεού». Αξίζει, εντούτοις, να ξεκαθαριστεί ότι η ταινία ούτε πολιτικό ξεκαθάρισμα αξιώνει ούτε διεκδικεί δάφνες ντοκιμαντέρ – ναι μεν τα αληθινά γεγονότα του Μονάχου γίνονται η αφετηρία για την ειδική αποστολή που αναλαμβάνει ο ήρωας του “Munich”, από εκεί και πέρα όμως έχουμε να κάνουμε με ένα ανεξάρτητο κατασκοπικό δράμα που εκτυλίσσεται στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’70. Στη θέση των δύο αντιμαχόμενων πλευρών θα μπορούσαν να είναι άλλες παρατάξεις με «διαχρονικό» μίσος… Και, καλώς ή κακώς, η τρομοκρατία ως έννοια και πραγματικότητα παραμένει επίκαιρη σήμερα, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη εποχή…
Η ταινία «Μόναχο» ΔΕΝ παίρνει θέση υπέρ ή κατά. Απλώς, με αφετηρία ένα γεγονός που η ιστορία έχει ήδη καταγράψει, μας ταξιδεύει στην Αθήνα, τη Γενεύη, τη Φρανκφούρτη, τη Ρώμη, το Παρίσι, τη Λεμεσό, το Λονδίνο, το Άμστερνταμ, τη Βηρυτό και παρακολουθούμε τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι μυστικές υπηρεσίες προκειμένου να εντοπίσουν τους «στόχους τους» και να φέρουν εις πέρας την
αποστολή τους χωρίς να εμπλέξουν επισήμως κανέναν κρατικό οργανισμό… Χωρίς να ακολουθούν απαραίτητα το γράμμα του Νόμου, χωρίς τυπικά να αναγνωρίζονται από κανένα, χωρίς να έχουν δικαίωμα να έλθουν σε επαφή με οποιονδήποτε μπορεί να προδώσει την ταυτότητά τους… Στο τέλος, ακόμα κι αν
καταφέρουν να μην απολέσουν την ίδια τους τη συνείδηση, θα διαπιστώσουν ότι όσο πιο πολύ παραμένεις στο ρόλο του κυνηγού, τόσο πιο πιθανό είναι να γίνεις το θήραμα…
Τα πέντε μέλη της παρακυβερνητικής οργάνωσης δεν είναι κατάσκοποι στο στυλ του Τζέιμς Μποντ (παρόλο που ο ένας από αυτούς είναι, όλως τυχαίως, όντως ο νέος Τζέιμς Μποντ!), αλλά αληθοφανείς χαρακτήρες, άνθρωποι που βρέθηκαν να ανήκουν σε μία μυστική υπηρεσία, επομένως διαφέρουν από το μέσο όρο, αλλά παράλληλα δεν παύουν να έχουν αδυναμίες και έναν ευμετάβλητα συναισθηματικό κόσμο.
Συνολικά χρησιμοποιήθηκαν 200 ηθοποιοί
Το «Μόναχο» είναι η ταινία με τους περισσότερους διαλόγους στην καριέρα του Σπίλμπεργκ. Αξίζει να
σημειωθεί ότι η Τζίνα Τζέι που επέλεξε τους δευτεραγωνιστές και κομπάρσους της ταινίας ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο προς αναζήτηση των φυσιογνωμιών που είχε κατά νου ο Αμερικανός σκηνοθέτης. Έτσι, ηθοποιοί από την Αλγερία, την Αίγυπτο, το Ιράν, το Ιράκ, την Ιορδανία, το Λίβανο, το Μαρόκο, τη Συρία,
την Τυνησία, την Υεμένη, την Αλβανία, την Αυστρία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, την Ισπανία, τη Σουηδία, τη Βρετανία, τον Καναδά, την Ιαπωνία, την Αυστραλία, τη Μάλτα, την Ουγγαρία (στις δύο τελευταίες χώρες πραγματοποιήθηκε το μεγαλύτερο μέρος των γυρισμάτων), το Ισραήλ και, φυσικά, την Ελλάδα (ο Μιχάλης Γιαννάτος έχει ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο στο αθηναϊκό ξενοδοχείο, όπου δολοφονείται ένας πράκτορας της KGB) έδωσαν το «παρών» στο πιο πολυφυλετικό casting των
τελευταίων ετών!
Συμπερασματικά η Σφαγή του Μονάχου» ήταν το αποκορύφωμα της τρομοκρατικής δράσης παλαιστινιακής οργάνωσης «Μαύρος Σεπτέμβρης», η οποία πρωταγωνίστησε σε μία σειρά αιματηρών επιθέσεων κατά πολιτών και απαγωγών καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 στην Ευρώπη.
Η Δύση φάνηκε χαμένη στη ρομαντική αρχαιοελληνική αντίληψη ότι κανείς δεν θα τολμήσει να διαταράξει την εκεχειρία που επιβάλουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Φάνηκε και να μην αντιλαμβάνεται στην πλήρη έκτασή της την απειλή από τα όσα συνέβαιναν στη Μέση Ανατολή. Και το πλήρωσε ακριβά. Συνολικά έχασαν τη ζωή τους 17 άτομα, ενώ οι τρεις Παλαιστίνιοι τρομοκράτες που επέζησαν, φυλακίστηκαν.
Το σίγουρο είναι ότι η “Σφαγή του Μονάχου” δεν θα ξεχαστεί ποτέ! Ωστόσο ο θεσμός των Ολυμπιακών αγώνων, δεν θα πεθάνει ποτέ…