Ο Louis Vuitton, που δημιούργησε τις πιο επώνυμες τσάντες, γεννήθηκε στην ανατολική Γαλλία, στο χωριό Anchay, στις 4 Αυγούστου του 1821, σε μία πάμφτωχη οικογένεια.
Οι πρόγονοί του ανήκαν όλοι στην εργατική τάξη, ξυλουργοί, αγρότες και καπελάδες, ενώ ο πατέρας του, ο Xavier Vuitton, ήταν αγρότης και η μητέρα του, Corinne Gaillard, την οποία έχασε στα 10 του, έφτιαχνε καπέλα.
Σε ηλικία 13 ετών, αρνούμενος τη ζωή στην επαρχία και την αυστηρή θετή μητέρα του, ο Louis Vuitton εγκατέλειψε το σπίτι του για να πάει στο Παρίσι, με τα πόδια, ταξιδεύοντας δύο χρόνια και διανύοντας 470 χιλιόμετρα.
Φυσικά έκανε πολλές στάσεις σε χωριά και πόλεις, όπου έκανε περίεργες δουλειές, προκειμένου να κερδίσει χρήματα και να συνεχίσει την πορεία του.
Το Παρίσι και το όνειρο του Louis Vuitton
Όταν έφτασε στο Παρίσι, το 1837, ο Louis Vuitton έγινε μαθητευόμενος σε ένα επιτυχημένο εργαστήριο κατασκευής κιβωτίων συσκευασίας – τέχνη που ήταν πολύ αξιοσέβαστη εκείνη την εποχή.
Τα ταξίδια σε όλο τον κόσμο είχαν γίνει πολύ δημοφιλή και σχεδόν όλοι χρειάζονταν ανθεκτικές αποσκευές. Μέσα σε λίγα χρόνια είχε αποκτήσει τη φήμη ενός από τους καλύτερους τεχνίτες σε όλο το Παρίσι.
Μετά από 17 ολόκληρα χρόνια που εργάστηκε ως υπάλληλος, αποφάσισε, το 1854, να ιδρύσει την ομώνυμη εταιρεία, με κατάστημα στο Παρίσι και να παντρευτεί με την 17χρονη Clemence-Emilie Parriaux.
Η εξωτερική πινακίδα έγραφε «Συσκευάζουμε με ασφάλεια τα πιο εύθραυστα αντικείμενα. Ειδικευόμαστε στη συσκευασίας μόδας», με τη φήμη του πλέον να περνάει τα γαλλικά σύνορα.
Δυνατά και πανέμορφα με τα κομψά μονογράμματα και το λακαρισμένο δέρμα, μετέφεραν τα ρούχα και τα αξεσουάρ των κυριών στους πιο κακοτράχαλους δρόμους. Ήταν ανθεκτικά στη λάσπη και στις λακκούβες του Παρισιού της μεταβιομηχανικής επανάστασης.
Η μεγάλη ώθηση ήρθε όταν η Eugenie de Montijo, σύζυγος του Ναπολέοντα του Γ’, ζήτησε από τον Louis Vuitton να γίνει ο προσωπικός της τεχνίτης.
Η αυτοκράτειρα ήθελε τις αποσκευές Louis Vuitton, για να συσκευάζει όμορφα τα ρούχα της, ώστε να τα μεταφέρει από το παλάτι Tuileres, στο Château de Saint-Cloud και σε διάφορα παραθαλάσσια θέρετρα. Η θέση αυτή άνοιξε τις πόρτες για τον Louis Vuitton σε μια νέα κατηγορία ελίτ.
Άρχισε επίσης να φτιάχνει τα μπαούλα με καραβόπανο αντί για δέρμα, γεγονός που τους έδωσε δύο πλεονεκτήματα, να είναι ανθεκτικά και αδιάβροχα.
Οι αποσκευές του έκαναν το γύρο του κόσμου. Το διάσημο μπαούλο του ήταν ιδανικό για τον Γάλλο υπηρέτη που επισκέπτονταν το Λονδίνο ή για τη δούκισσα που ταξίδευε στην Αμερική.
Ο Louis Vuitton ήταν πρωτοπόρος, αφού μέχρι τότε τα μπαούλα είχαν στρογγυλό καπάκι για να μπορεί να κυλάει από πάνω τους η βροχή ή το νερά. Τα μπαούλα του οραματιστή όμως ήταν τόσο ανθεκτικά που το νερό δεν τα απειλούσε.
Οπότε τα έκανε ορθογώνια για να μπορούν να στοιβάζονται εύκολα. Αυτή η ζήτηση της ορθογώνιας αποσκευής, ήταν τόσο μεγάλη στα ταξίδια με τρένο, που ο Louis Vuitton χρειάστηκε να μεταφέρει τη δουλειά σε ένα μεγαλύτερο εργαστήριο έξω από το Παρίσι.
Το 1867, ο Louis Vuitton τιμήθηκε με χάλκινο μετάλλιο στην Exposition Universelle, μια διεθνή έκθεση που διοργάνωσε ο Ναπολέων και πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι, γεγονός που αύξησε περαιτέρω τη δημοτικότητά του.
Κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου, από το 1870-71, το εργαστήριο του λεηλατήθηκε και καταστράφηκε. Μόλις τελείωσε ο πόλεμος, εγκαταστάθηκε σε ένα νέο εργαστήριο σε μια αριστοκρατική περιοχή του Παρισιού.
Ο μπεζ και κόκκινος ριγέ LV καμβάς μπήκε στις ζωές των Γάλλων το 1872 και ο σχεδιασμός απευθυνόταν κυρίως στη νέα παριζιάνικη ελίτ.
Ο Louis Vuitton έζησε όμορφα, βλέποντας το μικρό του εργαστήριο να γιγαντώνεται.
Συνέχισε να εργάζεται ταπεινά μέχρι το θάνατό του, σε ηλικία των 72 ετών, στις 27 Φεβρουαρίου 1892, αφήνοντας την τελευταία του πνοή στο τιμόνι της εταιρείας.
Τον διαδέχεται ο γιος του Ζορζ, ο οποίος την απογείωσε και την έκανε γνωστή παγκοσμίως. Έως το 1914 είχε ανοίξει υποκαταστήματα σε μεγάλες πόλεις του κόσμου σε Νέα Υόρκη, Αλεξάνδρεια, Ουάσιγκτον, Βομβάη και Μπουένος Άιρες.
Το 1987 η εταιρία έχασε τον οικογενειακό της χαρακτήρα, συνενώθηκε με την εταiρία ποτών Moet et Chanton and Hennesy και σήμερα είναι γνωστή στην αγορά με την επωνυμία LVHM. Το 1997 εισήλθε στο χώρο του επώνυμου ετοίμου ενδύματος και παρουσίασε την πρώτη κολεξιόν.
Σύμφωνα με το περιοδικό Forbes, ο οίκος Louis Vuitton είναι το 14ο πιο πολύτιμο brand στον πλανήτη.
Όλες οι αυθεντικές τσάντες είναι χειροποίητες. Για κάθε τσάντα, απαιτείται περίπου μία εβδομάδα εργασίας.
Επίσης, όλες οι τσάντες είναι αδιάβροχες και πυρίμαχες, γι’ αυτό είναι και τόσο ακριβές.
Το 2013, ο Kanye West ανέφερε το brand σε ένα τραγούδι του 19 φορές.
Το διάσημο μονόγραμμα του οίκου έκανε το ντεμπούτο του το 1896 και αποτέλεσε έναν τρόπο για να καταπολεμηθούν οι απομιμήσεις.