Λόττο: Το λόττο είναι κάτι που θεωρείτε τυχερός αν νικήσει καποιος έστω και μια φορά στην ζωή του. Πολλοί μάλιστα είναι αυτοί που δεν νικάν ποτέ.
Οι πιθανότητες να πεθάνει κάποιος από επίθεση καρχαρία έχει υπολογιστεί ότι είναι μία στις περίπου 3.750.000. Το ενδεχόμενο να νικήσει καποιος το λόττο των ΗΠΑ είναι θεωρητικά μία προς 175.000.000. Δηλαδή σχεδόν απίθανο.
Οι Αρχές της Βιρτζίνια βρέθηκαν προ εκπλήξεως όταν διαπίστωσαν ότι στο τζακ ποτ των 27 εκατομμυρίων δολαρίων το 1992, ο μοναδικός νικητής είχε σαρώσει σε όλες τις κατηγορίες. Είχε κερδίσει επιπλέον 6 φορές στη δεύτερη κατηγορία νικητών, 132 στην τρίτη και 135 μικρότερης απόδοσης θέσεις, ποσά που στο σύνολό τους έφταναν τις επιπλέον 900 χιλιάδες δολάρια!
Ηταν τύχη; Όχι, σε καμία περίπτωση. Αποκαλύφθηκε μετά αλλά ο ανθρωπος αυτός δεν ηταν καν τζογαδόρος. Είχε αναπτύξει τον δικό του μαθηματικό τύπο για να νικήσει την λοταρία.
Ήταν ο ιθύνων νους ενός δικτύου διεθνών επενδυτών, δεκάδων ηλεκτρονικών υπολογιστών και εκτυπωτών, που είχε εγγυηθεί την επιτυχία στο εν λόγω τζακ ποτ. Πολύ απλά, διότι ο Στεφάν Μαντέλ είχε παίξει όλους τους πιθανούς συνδυασμούς…
Πρόκειται για έναν Ρουμάνο μαθηματικό. Ο ίδιος ηταν ανήσυχος καθώς ο μηνιαίος μισθός των 360 λέι (που αντιστοιχούν σε σημερινά 77 ευρώ)δεν επαρκούσε. Έτσι αναζητούσε τρόπους να αυξήσει το εισόδημα του τη δεκαετία του ’60.
Έπεσε με τα μούτρα στην έρευνα, μελετώντας την «ακολουθία Φιμπονάτσι», με ορίζοντα να τη χρησιμοποιήσει στα τυχερά παιχνίδια κλήρωσης αριθμών. Έπειτα από χρόνια προσπαθειών, κατέληξε σε έναν αλγόριθμο επιλογής αριθμών, που του επέτρεπε να «μαντέψει» τους 6 αριθμούς του λόττο, μειώνοντας κατά πολύ τους 3.838.380 συνδυασμούς, που αντιστοιχούν σε μια λοταρία 40 αριθμών.
Το μίνιμουμ ήταν να πιάσουν 5 αριθμούς, με τη βοήθεια της τύχης όμως έπιασαν και τους έξι, κερδίζοντας περίπου 17.000 ευρώ.
Ο Μαντέλ πήρε το μερτικό του και δεν το σκέφτηκε στιγμή. Το μεγαλεπήβολο σχέδιο του θα μπορούσε να εφαρμοστεί με επιτυχία μόνο σε μια καπιταλιστική χώρα. Η μετεγκατάσταση στην Αυστραλία σήμαινε ότι πλέον μπορούσε να συναλλάσσεται ελεύθερα με τις χώρες της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και να έχει πρόσβαση στο σύστημα τυχερών κληρώσεων της Μεγάλης Βρετανίας.
Ο Μαντέλ εξασφάλισε το ζην βρίσκοντας δουλειά στην Αυστραλία ως ασφαλιστής και έβαλε πλώρη για το ευ ζην. Έστησε ένα είδος επιχείρησης με αντικείμενο τις λοταρίες, βασιζόμενος στο δεδομένο ότι με τη δική του μέθοδο το κόστος του να παίξεις όλους τους συνδυασμούς ήταν σημαντικό χαμηλότερο από το πιθανό κέρδος στις περιπτώσεις κάποιων τζακ ποτ.
Όλα ήταν έτοιμα. Ο ίδιος είχε νοικιάσει ένα κτίριο με εκτυπωτές για να μπορεί να εκτυπώνει τα δελτία. Όπως επίσης και είχε βρει επενδυτές για να τον βοηθήσουν να αγοράσει τόσα πολλά λόττο.Το μόνο που απέμενε ήταν να δημιουργηθεί κάποιο μεγάλο τζακ ποτ. Χρειαζόταν απλώς υπομονή. Οι ευκαιρίες προέκυψαν σωρηδόν. Ο Μαντέλ και οι συνεργάτες του κέρδισαν συνολικά 12 κληρώσεις σε Αυστραλία και Μεγάλη Βρετανία!
Και αυτό παρότι από κάποιο χρονικό σημείο και έπειτα οι Αρχές προσπαθούσαν να αλλάξουν τους κανόνες του παιχνιδιού, έχοντας αντιληφθεί τι συμβαίνει: ότι πίσω απ’ όλες αυτές τις επιτυχίες κρυβόταν κάποιος που αγόραζε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς.
Η δραστηριότητα του μέσω αυτής της ιδιότυπης «εταιρίας» ήταν απόλυτα νόμιμη και το κράτος αναγκάστηκε να νομοθετήσει μέτρα για να την καταστήσει «παράνομη». Στο νόμο που απαγόρευε σε ένα άτομο να «αγοράσει» όλες τις πιθανότητες μιας κλήρωσης, ο Μαντέλ «απάντησε» βρίσκοντας πέντε συνεταίρους.
Όταν απαγορεύτηκε και σε ομάδες ατόμων να αγοράζουν όλα τα δελτία μιας κλήρωσης, ο Ρουμάνος μαθηματικός σύστησε εταιρία. Μετά τη 12η νίκη του όμως απαγορεύτηκε και η κατ’ οίκων εκτύπωση δελτίων. Έως τότε οι παίκτες μπορούσαν να τυπώνουν τα δελτία από τους υπολογιστές στο σπίτι τους. Ο Μαντέλ βεβαιώθηκε ότι δεν τον σήκωνε άλλο το… κλίμα στην Αυστραλία.
Έπρεπε να μεταφέρει το σύστημα του σε μια πιο «φιλική» για την επένδυση του χώρα. Ίσως και πιο κερδοφόρα, διότι μετά την διανομή των κερδών στους συμμετέχοντες, τους φόρους και το κόστος αγοράς των δελτίων, τα ποσά που κέρδιζε δεν ήταν υπέρογκα. Για παράδειγμα, από μία νίκη 1,3 εκατ. δολαρίων το 1987, εκείνος πήρε τελικά περί τις 100.000 δολάρια. Ένα αξιοσέβαστο ποσό αλλά όχι αστρονομικό.
Επόμενος προορισμός του Μαντέλ ήταν οι ΗΠΑ. Έπρεπε όμως να βρει σε ποια πολιτεία θα μπορούσε να εγκαταστήσει τη «φάμπρικα» του με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Μετά από ενδελεχή έρευνα κατέληξε στο ότι η λοταρία της Βιρτζίνια ήταν η ιδανική περίπτωση:
Αφού συγκέντρωσε με συνοπτικές διαδικασίες 9 εκατομμύρια δολάρια, προσέλαβε υπαλλήλους για να χειρίζονται τους δεκάδες υπολογιστές και εκτυπωτές που αγόρασε, στην υπηρεσία του μεγάλου «κόλπου». Μέσα σε τρεις μήνες τυπώθηκαν σε δελτία όλοι οι πιθανοί συνδυασμοί της λοταρίας της Βιρτζίνια, συνολικά 7,1 εκατομμύρια δελτία! Το κόστος αποστολής τους στις ΗΠΑ έφτασε τα 60.000 δολάρια.
Τα δελτία αποθηκεύτηκαν στη Βιρτζίνια – έτοιμα να κατατεθούν σε εξουσιοδοτημένα καταστήματα για να συμμετάσχουν στην κλήρωση. Ο Μαντέλ περίμενε πια να δημιουργηθεί ένα μεγάλο τζακ ποτ για να τα «ρίξει» στη μάχη. Και αυτό συνέβη το Φεβρουάριο του 1992.
Το Powerball της Βιρτζίνια κλήρωνε 27 εκατ. δολάρια. Ο Μαντέλ έδωσε την εντολή, αλλά του είχε διαφύγει μια… λεπτομέρεια. Ο διαθέσιμος χρόνος ήταν μόνο 72 ώρες. Οι άνθρωποί του έπρεπε να καταθέσουν 7,1 εκατομμύρια δελτία, που θα πλήρωναν από τις εκατοντάδες ταχυδρομικές επιταγές που τους είχε στείλει.
Οι 35 κούριερ που επιστρατεύτηκαν επισκέφθηκαν 125 βενζινάδικα και σούπερ μάρκετ, όπου κατέθεταν δελτία αξίας χιλιάδων δολαρίων τη φορά, αφήνοντας άναυδους τους υπαλλήλους. Λίγες ώρες πριν την κλήρωση, πολλά καταστήματα ξέμειναν από δελτία και έτσι περίπου ένα εκατομμύριο συνδυασμοί-δελτία του Μαντέλ έμειναν εκτός κλήρωσης.
Μικρό το κακό ωστόσο. Έστω και χωρίς αυτά, o Μαντέλ κέρδισε το Powerball. Για καλή του τύχη μάλιστα, ήταν ο μοναδικός νικητής που σημαίνει ότι δεν μοιράστηκε το ποσό. Μαζί με τις μικρότερες κατηγορίες κερδών, η «εταιρία λόττο» κέρδισε συνολικά περισσότερα από 30 εκατομμύρια δολάρια!
Το ποσό θα μοιραζόταν σε 20 ετήσιες δόσεις, αλλά οι Αρχές της Βιρτζίνια προσπάθησαν να βάλουν τρικλοποδιές στον Μαντέλ, θεωρώντας ανήθικο τον τρόπο του. O τοπικός Τύπος έγραφε τότε για το «μυστηριώδες συνδικάτο της Αυστραλίας, που επένδυσε 5 εκατ. δολάρια στο μεγάλο τζακ ποτ».
Ξεψαχνίζοντας τις διατάξεις της Κρατικής Λοταρίας της Βιρτζίνια, ανακάλυψαν ότι ένα δελτίο θεωρείται νόμιμο μόνο όταν o παίκτης πληρώσει για αυτό στο εξουσιοδοτημένο κατάστημα από το οποίο το προμηθεύτηκε. Τα δελτία του Μαντέλ είχαν φτάσει συμπληρωμένα στα καταστήματα κι έτσι τέθηκε θέμα για την εγκυρότητά τους.
Κατά την τετραετή δικαστική διαμάχη που ακολούθησε, ο Μαντέλ πέρασε από το μικροσκόπιο 14 διεθνών οργανισμών όπως η CIA και το FBI. Εν τέλει πρυτάνευσε η λογική και οι… δικηγόροι του πιο λελογισμένου «τζογαδόρου» της ιστορίας. Από τη στιγμή που τα δελτία επιτράπηκε να συμμετάσχουν, θα έπρεπε και να θεωρηθούν έγκυρα.
Ο Μαντέλ δικαιώθηκε το 1996, αλλά ήταν τότε που λοξοδρόμησε. Πούλησε τα 20 εκατομμύρια που θα έπαιρνε σε δόσεις από τη νίκη σε μια ασφαλιστική εταιρία, για 14 εκατομμύρια δολάρια, τα περισσότερα εκ των οποίων κατέληξαν σε λογαριασμό του στο Χονγκ Κονγκ.
Οι επενδυτές πήρα πίσω μόνο 1.400 δολάρια, βρέθηκαν δηλαδή και με χασούρα περίπου 2.500 δολαρίων. Το τελευταίο mail τους το είχε στείλει το 1994 και ουσιαστικά προλόγιζε τα μελλούμενα. «Αυτό που είχαμε υπολογίσει άλλαξε. Ίσως να μην είναι καλή επένδυση τώρα…».
«Θύμα» της απληστίας του, αλλά διδαγμένος από το πάθημα του. Αφότου αποφυλακίστηκε από το Ισραήλ όπου είχε προσπαθήσει να ξανακάνει το κόλπο του. Φρόντισε να μείνει μακριά από τα φώτα των επενδύσεων και κατά συνέπεια της δημοσιότητας. Φημολογείται ότι απολαμβάνει κάπου τους καρπούς της ιδιοφυΐας και των… καταθέσεων του στο Χονγκ Κονγκ.