Ο Χάτσικο (στα ιαπωνικά: ハチ公), γνωστός και ως Chuken Hachiko (忠犬ハチ公, ο πιστός Χάτσικο) ήταν ένας λευκός σκύλος ράτσας Ακίτα. Γεννήθηκε στις 10 Νοεμβρίου του 1923, στην πόλη Οντάτε της Ιαπωνίας. Η ιστορία του έγινε γνωστή στην Αμερική και την Ευρώπη μέσα από τη γνωστή ταινία. Με τον τίτλο Hachiko: A Dog’s Story στην οποία, εκτός από τον “Χάτσικo” πρωταγωνιστεί ο Ρίτσαρντ Γκιρ στον ρόλο του καθηγητή.
Έγινε διάσημος για την αξιοθαύμαστη αφοσίωση στον ιδιοκτήτη του, στον οποίο έμεινε πιστός για όλη του την ζωή. Τον Ιανουάριο 1924, ο Χιντεσάμπουρο Ουένο, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τόκιο, υιοθετεί ένα λευκό κουτάβι Ακίτα. Ήταν ηλικίας δύο περίπου μηνών το οποίο ονομάζει Χάτσικo (σημαίνει κυριολεκτικά: ο όγδοος ευοίωνος πρίγκηπας).
Ο καθηγητής ζούσε μοναχικά στα περίχωρα του Τόκιο και μεγάλωσε τον Χάτσικo σαν πραγματικό φίλο και σύντροφο. Ήταν πραγματικά αχώριστοι και καθημερινά περπατούσαν μαζί μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό της Σιμπούγια. Από εκεί ο καθηγητής έπαιρνε το τρένο για να πάει στο πανεπιστήμιο. Ο Χάτσικο πήγαινε κατόπιν σπίτι αλλά το απόγευμα ξαναγύριζε στον σταθμό, όπου περίμενε την επιστροφή του κυρίου του.
Τον Μάιο του 1925 ο Χάτσικo συνόδευσε όπως πάντα τον καθηγητή στον σταθμό του τρένου και γύρισε σπίτι. Ο καθηγητής όμως δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά στον σταθμό. Κατά τη διάρκεια μιας διάλεξης στο πανεπιστήμιο πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία.
Ο Χάτσικo ξαναγύρισε στον σταθμό, περιμένοντας στο ίδιο σημείο τον κύριό του κάθε μέρα, για το υπόλοιπο της ζωής του.
Το 1925, ένας μαθητής του Ουένο ο οποίος ήταν ειδικός στα σκυλιά Ακίτα, αναγνώρισε τον μεγαλόσωμο σκύλο. Παρατήρησε δε, πως ο Χάτσικo περίμενε στον σταθμό κοιτάζοντας τα τρένα μέχρι να βγει και ο τελευταίος επιβάτης. Ρωτώντας τους περαστικούς και τους θαμώνες του σταθμού οι οποίοι τον τάϊζαν, έμαθε τον λόγο της αναμονής του. Λίγο καιρό μετά, δημοσίευσε μια εργασία για τα Ακίτα. Την μεγαλύτερη από τις επτά ιαπωνικές φυλές τύπου Spitz (Σπίτζ). Τότε αριθμούσε μόνο τριάντα καθαρόαιμα σκυλιά: ένα από αυτά ήταν και ο Χάτσικo.
Ο μαθητής αυτός ερχόταν συχνά στον σταθμό για να δει τον Χάτσικo και έγραψε πολυάριθμα άρθρα σε τοπικές εφημερίδες. Εξυμνούσε την αφοσίωση του λευκού Ακίτα. Ένα από αυτά τα άρθρα δημοσιεύτηκε σε μια εφημερίδα ευρείας κυκλοφορίας. Ο Χάτσικo έγινε σύντομα διάσημος. Οι Ιάπωνες εντυπωσιάζονται, ενώ γονείς και δάσκαλοι χρησιμοποιούν τον Χάτσικo σαν παράδειγμα ύψιστης αφοσίωσης και πίστης στην οικογένεια.
Τελικά, ο Χάτσικο χαρακτηρίστηκε σαν ζωντανός θρύλος. Ένας διάσημος γλύπτης φιλοτέχνησε ένα μπρούτζινο άγαλμα που τον απεικονίζει καθιστό, να περιμένει το αφεντικό του. Το άγαλμα αυτό τοποθετήθηκε σε μια έξοδο του σταθμού της Σιμπούγια. Στα αποκαλυπτήρια ήταν παρών και ο ίδιος ο Χάτσικο. Η ιστορία του έγινε η αιτία της αναθέρμανσης του ενδιαφέροντος των Ιαπώνων για τους σκύλους Ακίτα. Τους οποίους περιγράφουν ως “θαρραλέους σαν σαμουράι αλλά συνάμα τρυφερούς σαν γατάκια. Με μεταξένια καρδιά αλλά και αλύγιστους σαν ατσάλι”.
Στις 8 Μαρτίου 1935, περαστικοί βρήκαν τον Χάτσικο πεθαμένο σε ένα δρομάκι κοντά στον σταθμό της Σιμπούγια. Όταν το νέο του θανάτου του έγινε γνωστό, ο σταθμός και το άγαλμά του κυριολεκτικά κατακλύστηκαν από κόσμο και λουλούδια. Τα αίτια του θανάτου του έγιναν αφορμή για πολλές συζητήσεις και διαδόσεις. Αρχικά, είχαν βρει στο στομάχι του τέσσερα γιακιτόρι (σουβλάκια ιαπωνικού τύπου). Απέκλεισαν την πιθανότητα θανάτου του από αυτά, αφού δεν βρήκαν αποδείξεις πως τα ξύλινα σουβλάκια έβλαψαν το στομάχι του. Ακόμη, ανακάλυψαν πως ο Χάτσικο είχε φιλαρίαση. Μία ασθένεια που προκαλείται από παράσιτα αν ο σκύλος δεν λαμβάνει προληπτική αντιπαρασιτική αγωγή.
Μόλις τον Μάρτιο του 2011, επιστήμονες ανακάλυψαν πως ο κύριος λόγος θανάτου του ήταν ο καρκίνος. Καρκίνος ο οποίος ήταν σε προχωρημένο (τελικό) στάδιο και είχε εξαπλωθεί από τους πνεύμονες μέχρι την καρδιά του. Τα όργανα του Χάτσικο διατηρούνται στη φορμόλη στο ερευνητικό κέντρο του Πανεπιστημίου του Τόκιο. Δίπλα σε μία προτομή του ιδιοκτήτη του. Στο ακριβές σημείο όπου ο Χάτσικο περίμενε τον κύριό του έχουν τοποθετηθεί τέσσερις μπρούτζινες πατούσες σκύλου. Ένα κείμενο στα Ιαπωνικά που αναφέρεται στην αφοσίωσή του.
Η είσοδος του σταθμού της Σιμπούγια όπου βρίσκεται το άγαλμά του ονομάζεται Χάτσικο-γκούτσι – “η είσοδος του Χάτσικο”. Αποτελεί δημοφιλές σημείο συνάντησης για εκατομμύρια Ιάπωνες. Η μικροσκοπική πλατεία όπου βρίσκεται το άγαλμά του οριοθετεί το μοναδικό “Shibuya Crossing” (το σταυροδρόμι της Σιμπούγια), το οποίο θεωρείται το πιο πολυσύχναστο σταυροδρόμι παγκοσμίως (εκτιμάται ότι στο συγκεκριμένο σημείο η κίνηση των πεζών σε ώρα αιχμής είναι 1000 άτομα ανά λεπτό, με μέσο όρο καθημερινά 500 άτομα ανα λεπτό, ενώ υπολογίζεται πως οι διαβάτες είναι γύρω στα 2,5 εκατομμύρια καθημερινά).
Ένα όμοιο μπρούτζινο άγαλμα τοποθετήθηκε και στο Οντάτε, γενέτειρα του Χάτσικο, αλλά και στην είσοδο του μουσείου Ακίτα της περιοχής. Από τότε, ο πιστός Χάτσικο αποτελεί εθνικό σύμβολο αφοσίωσης για το Ιαπωνικό έθνος. Κάθε χρόνο στις 8 Απριλίου πραγματοποιείται μια σεμνή τελετή στον σταθμό της Σιμπούγια και εκατοντάδες Ιάπωνες έρχονται για να τιμήσουν την μνήμη του και την θρυλική αφοσίωση που έδειξε σε όλη του την ζωή.
Σήμερα, ο Χάτσικο βρίσκεται βαλσαμωμένος στο Εθνικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας και Επιστημών του Τόκιο.
Η ιστορία του Χάτσικο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 2009 με τον τίτλο Hachiko: A Dog’s Story (Χάτσικο: Η ιστορία ενός σκύλου) στην οποία, εκτός από τον “Χάτσικο” πρωταγωνιστεί ο Ρίτσαρντ Γκιρ στον ρόλο του καθηγητή. Η ταινία είναι παραλλαγή της πραγματικής ιστορίας & εκτυλίσσεται στις ΗΠΑ, στη σημερινή εποχή.