Υπόθεση Οτσαλάν: Στις 15ης Φεβρουαρίου του 1990, η θερμοκρασία στο Ναϊτόμπι ήταν πάνω από 23 βαθμούς. Κάτι σημαντικό επρόκειτο να λάβει χώρα. Η εμφάνιση του Αμπντουλάχ Οτσαλάν μαζί με τις συντρόφους του του PΚΚ, τον Έλληνα πρεσβευτή Γιώργο Κωστούλα και τον ταγματάρχη της ΕΥΠ Σάββα Καλεντερίδη, ανέβασε κι άλλο την ένταση που ήδη υπήρχε.
Ο ηγέτης των Κούρδων είχε αντοπιστεί στην Κένυα. Δεν μπορούσε πλέον να παραμείνει στην χώρα. Ήταν πρωταγωνιστής σε ένα πολιτικό και κατασκοπευτικό θρίλερ. Αυτό διαρκούσε ήδη τέσσερις μήνες. Όταν πάει να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο, ο Σάββας Καλεντερίδης και ο Γιώργος Κωστούλας επιμένουν να πάνε μαζί του. Όμως, οι Κενυάτες το αρνούνται κατηγορηματικά. Τα νεύρα όλων έχουν σπάσει. Ανταλάσσονται αρκετά «γαλλικά». Όμως, τελικά ο Άπο σφραγίζει κατά κάποιο τρόπο την μοίρα του. Αυτό γίνεται, όταν δέχεται να μπει μόνος του στο αυτοκίνητο.
Η πομπή για το αεροδρόμιο Γιόμο Κενυάτα ξεκινάει. Όμως, το αυτοκίνητο με τον Κούρδο ηγέτη, κόβει κάποια στιγμή απότομα δεξιά και απομακρύνεται. Όταν ο Καλεντερίδης και ο Κωστούλας μαζί με τις συντρόφους του Οτσαλάν φτάνουν. Ο Απο δεν είναι πουθενά. Έχει κυριολεκτικά εξαφανιστεί. Την επόμενη ώρα εκτυλίσσονται δραματικές στιγμές με τους εναπομείναντες πρωταγωνιστές ενός θρίλερ. Αυτό συντάραξε την Ελλάδα, όταν έγινε γνωστό με ποιο τρόπο είχε την κατάληξη που είχε. Όταν φεύγουν βλέπουν να απογειώνεται ένα lear jet και ο Καλεντερίδης λέει: «Σε αυτό το αεροπλάνο είναι ο Άπο. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα προσγειωθεί στην Τουρκία».
Την ίδια στιγμή μέσα στο αεροπλάνο, πράκτορες της ΜΙΤ με μπαλακλάβες -σ.σ. πρόκειται για την Τουρκική Υπηρεσία Πληροφοριών- πανηγυρίζουν και φωτογραφίζουν τον Οτσαλάν με δεμένα χέρια και απλανές βλέμμα. Ο ταγματάρχης Αμπντουλάχ Σοϊλουόγλου που ήταν ο επικεφαλής του κλιμακίου είπε την περίφημη φράση «Καλώς ήρθες πίσω στην πατρίδα». Η αρπαγή του Άπο είχε συντελεστεί.
Το πρωινό της 9ης Οκτωβρίου του 1998, ο άνδρας που παραδίδει το διαβατήριό του για έλεγχο στο γκισέ του αεροδρομίου της Δαμασκού, είναι ήρεμος. Είναι σχεδόν χαμογελαστός. Ο αστυνομικός ελέγχει το όνομα Αμπντουλάχ Σαρικούρτ. Αυτό αναγράφεται στο ταξιδιωτικό έντυπο και συγκρίνει την φωτογραφία με τον άνδρα που στέκεται μπροστά του. Το σφραγίζει, του το δίνει και ο τελευταίος απομακρύνεται για την αίθουσα αναχωρήσεων και την πύλη. Από εκεί θα αναχωρήσει η πτήση Δαμασκός-Στοκχόλμη, με ενδιάμεσο σταθμό την Αθήνα.
Χωρίς να το γνωρίζει ο Σύριος αστυνομικός «σφραγίζει» ταυτόχρονα με την βίζα εξόδου και την μοίρα του Αμπντουλάχ Σαρικούρτ. Το διαβατήριό του είναι πλαστό. Το ίδιο και το επίθετο που αναγράφεται σε αυτό. Ο άνδρας λίγες ώρες αργότερα προσγειώνεται στην Αθήνα, μαζί με άλλα τρία άτομα. Είναι ο κυνηγημένος ηγέτης του ΠΚΚ, Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
Εκεί, στις αίθουσες του παλιού Ανατολικού αεροδρομίου, αρχίζει το θρίλερ που τελείωσε στις 15 Φεβρουαρίου του 1999. Σε ένα άλλο αεροδρόμιο, αυτό του Ναϊρόμπι, ο Οτσαλάν «επιβιβάζεται» σε ένα μικρό lear jet. Αυτό περίμενε με τις μηχανές αναμμένες. Όμως εκείνο το πρωί του Οκτώβρη στην Αθήνα, ο Οτσαλάν ήταν ένας «κυνηγημένος». Προσγειώθηκε σαν βραδυφλεγής βόμβα στα χέρια της ΕΥΠ. Ο τότε αρχηγός της Χαράλαμπος Σταυρακάκης ήταν αυτός που ενημέρωσε τον αποσπασμένο στην Υπηρεσία ταγματάρχη Σάββα Καλεντερίδη. Του είπε ότι ο Οτσαλάν έρχεται στην Αθήνα.
Οι δύο άνδρες πάνε μαζί στο αεροδρόμιο. Ο Καλεντερίδης που ήξερε προσωπικά τον Οτσαλάν τον αναγνωρίζει στην αίθουσα αφίξεων. Μιλάει για λίγα λεπτά μαζί του και ενημερώνει τον αρχηγό του. Ο ηγέτης του PKK μαζί με την συνοδεία του οδηγούνται σε ειδικό δωμάτιο. Αυτό «στεγανοποιείται» από στελέχη της ΕΥΠ. Εκεί αρχίζει ένα σκληρό διαπραγματευτικό παζάρι ανάμεσα στον Άπο και τον Σταυρακάκη. Ο πρώτος λέει ότι ήρθε με την έγκριση της ελληνικής κυβέρνησης. Ο αρχηγός της ΕΥΠ του ξεκαθαρίζει ότι η παρουσία του προκαλεί μείζον πρόβλημα για την ηγεσία της χώρας.
Μετά από ώρες έντονων συζητήσεων οι Κούρδοι συνοδοί του που αναζητούσαν εναλλακτικές κανονίζουν να ταξιδέψει ο Οτσαλάν στην Ρωσία. Αυτό έγινε χάρη σε μια πρόσκληση του Αλεξέι Μιτροφάνοφ της Ρωσικής Δούμας. Ο Καλεντερίδης τον ακολουθεί σε αυτό το ταξίδι μετά από αίτημα του Άπο. Σε αυτό συναινεί ο Σταυρακάκης. Δένει έκτοτε άρρηκτα την μοίρα του με αυτήν του Κούρδου ηγέτη.
Ο τελευταίος θα παραμείνει για λίγο μόνο διάστημα στην Ρωσία. Μετά θα μεταβεί στην Ιταλία. Όμως, τελικά ούτε εκεί θα βρει ησυχία. Αυτό, διότι οι Τούρκοι πιέζουν αφόρητα την τότε κυβέρνηση Νταλέμα να τον διώξει. Ο υπουργός προεδρίας της κυβέρνησης Σημίτη, Αλέκος Παπαδόπουλος του στέλνει μέσω του καθηγητή της Παντείου Χριστόφορου Γιαλουρίδη ένα πολύ σημαντικό μήνυμα. Σύμφωνα με τον Παπαδόπουλο ο Οτσαλάν δεν έπρεπε να φύγει επ’ ουδενί από την Ιταλία. Κατά την γνώμη του και σύμφωνα με την πληροφόρηση που είχε από την CIA, όποιο αεροπλάνο σηκωθεί από την Ρώμη θα καταλήξει στην Άγκυρα. Μετά από ένα μήνα παραμονής στην Μόσχα και δύο μήνες στην Ιταλία, ο Οτσαλάν πετάει ξανά για την Μόσχα. Μετά στην Αγία Πετρούπολη, αλλά οι Ρώσοι πλέον δεν επιθυμούν την παραμονή του. Έτσι, παίρνει την απόφαση να έρθει ξανά στην Ελλάδα.
Την Παρασκευή 29 Ιανουαρίου του 1999, το αεροπλάνο που μεταφέρει τον Οτσαλάν και την συνοδεία του από την Αγία Πετρούπολη, προσγειώνεται ξανά στο Ανατολικό αεροδρόμιο. Μετά τις πρώτες ώρες και την προσωρινή εγκατάσταση του ηγέτη των Κούρδων στο σπίτι του Αντώνη Ναξάκη. Αυτός έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στην δεύτερη άφιξή του. Αρχίζουν ξανά οι πιέσεις από τον Σταυρακάκη να φύγει ο Οτσαλάν από την Ελλάδα.
Την ίδια στιγμή η ΜΙΤ ενημερώνεται πιθανότατα από τον σταθμό της CIA στην Αθήνα, ότι ο Οτσαλάν βρίσκεται στην Ελλάδα και παρακολουθεί πλέον στενά τις καταιγιστικές εξελίξεις. Όταν ο Χαράλαμπος Σταυρακάκης προτείνει στον ηγέτη των Κούρδων να πετάξει για την Κένυα, ξεκινάει για τα καλα το κατασκοπευτικό θρίλερ με τις πολιτικές προεκτάσεις που σημάδεψε την χώρα μας. Οι απονενοημένες ενέργειες της πολιτικής ηγεσίας στέλνουν αρχικά τον Οτσαλάν πίσω στην Ρωσία που δεν τον δέχεται στο έδαφός της.
Επιστρέφει μαζί με τον πράκτορα της ΕΥΠ Σάββα Καλεντερίδη και τους ανθρώπους του στην Αθήνα στις τρεις και μισή τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου. Μετά από δύο ώρες αναχωρεί ξανά με εντολή του αρχηγού της ΕΥΠ και προσγειώνεται στην Κέρκυρα με τον Καλεντερίδη να μην ρωτάει τίποτε και απλά να εκτελεί τις εντολές που του δίνουν. Με ένα αυτοκίνητο οδηγούνται στον σταθμό της ΕΥΠ που υπάρχει στο νησί, ενώ το νέο έχει ήδη αρχίζει να κυκλοφορεί σε κανάλια και εφημερίδες.
Παρά τις συνεχείς πιέσεις να μεταβεί στην Κένυα, ο Οτσαλάν το σκέφτεται, αφού η συγκεκριμένη χώρα είναι άντρο πρακτόρων της CIA και του FBI, λόγω τρομοκρατικών ενεργειών κατά των ΗΠΑ που είχαν λάβει χώρα τους πρότερους μήνες. Όταν ο Σταυρακάκης λέει στον Καλεντερίδη να πείσει τον Άπο τονίζει στον ταγματάρχη ότι το ελληνικό κράτος εγγυάται για την ζωή του και έτσι ο Οτσαλάν λέει το ναι.
Εν τω μεταξύ οι δημοσιογράφοι και τα κανάλια σπεύδουν στην Κέρκυρα για το μεγάλο λαβράκι, και o αποσπασμένος στην ΕΥΠ αστυνόμος Τζοβάρας που βρίσκεται στο νησί διατάζει συσκότιση του αεροδρομίου, με αποτέλεσμα το περίφημο τροχαίο στο φτερό του Falcon. Τελικά η απογείωση θα γίνει λίγες ώρες αργότερα από τον Άραξο με άλλο αεροσκάφος, το οποίο στις 2 Φεβρουαρίου του 1999, προσγειώνεται στο αεροδρόμιο Γιόμο Κενυάτα του Ναϊρόμπι. Η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος μόλις έχει αρχίσει.
Ο πρέσβης της Ελλάδας στην Κένυα είναι ο Γιώργος Κωστούλας, ο οποίος περιμένει σύμφωνα με τα όσα του έχει πει γραμματέας της πρεσβείας, περιμένει κάποιον υψηλό Σέρβο αξιωματούχο για ολιγοήμερη φιλοξενία κατά παράκληση του Θεόδωρου Πάγκαλου, τότε υπουργού Εξωτερικών. Το πρώτο σοκ έρχεται όταν αντικρίζει τον Έλληνα πράκτορα που του συστήνεται: «Καλεντερίδης Σάββας, ταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού αποσπασμένος στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών». Πριν προλάβει να συνέλθει ο μυστακοφόρος πράκτορας του συστήνει τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
Από εκείνη την στιγμή ξεκινάει ένα αλλοπρόσαλλο δράμα, στο οποίο εμπλέκονται άμεσα οι δύο διπλωμάτες και ο πράκτορας της ΕΥΠ, με κύριους πρωταγωνιστές τον Πάγκαλο, τον αρχηγό της ΕΥΠ και κάποιους επιτελικούς, που δίνουν εντολές από την Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι οι πρώτες δύο ημέρες κυλούν ήρεμα, σύντομα αρχίζουν τα όργανα. Οι Κενυάτες ζητούν από τον Κωστούλα να δει τον γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών Καθουρίμα, ενώ ο γραμματέας της Αμερικάνικης πρεσβείας τηλεφωνεί στον Διακοφωτάκη και του ζητάει συνάντηση.
Ο Καλεντερίδης μεταβαίνει στο αεροδρόμιο για να πετάξει προς Νότιο Αφρική, αλλά παρεμποδίζεται ευγενικά και με συνεχείς ελέγχους ώστε να χάνει τελικά το αεροπλάνο. Η πίεση εντείνεται όταν ο Παπαιωάννου-στενός συνεργάτης του Πάγκαλου-ζητάει από τον Καλεντερίδη να πει στον Οτσαλάν να εγκαταλείψει την πρεσβευτική κατοικία χωρίς καμία εγγύηση για την ζωή του και να πάει όπου θέλει.
Ο Κούρδος ηγέτης αναφερόμενος στην Ελλάδα κάνει λόγο για κράτος-κωμωδία και ζητάει επίσημα πολιτικό άσυλο, προκαλώντας πανικό στην κυβέρνηση. Με εξαίρεση το σαββατοκύριακο 6-7 Φεβρουαρίου και τις δύο επόμενες ημέρες η ένταση ανεβαίνει συνεχώς για να κορυφωθεί στις 13 Φεβρουαρίου.
Ο Σταυρακάκης είναι εκτός εαυτού. Ζητάει τηλεφωνικά από τον Καλεντερίδη να πετάξει έξω τον Οτσαλάν και την συνοδεία του και όταν ο πράκτορας της ΕΥΠ επικαλείται αδυναμία εκτέλεσης της εντολής του ξεσπάει λέγοντάς του ότι δεν εφαρμόζει και δεν εκτελεί τις εντολές.
Τρεις υπουργοί και ο αστυνόμος Μιχάλης Τζοβάρας ουρλιάζουν για άμεση εκδίωξη του Άπο από την πρεσβεία, χρησιμοποιώντας ένας από αυτούς ακόμη και φράσεις πεζοδρομίου. Όταν ο Παπαιωάννου ζητάει από τον Κωστούλα να προσλάβει ντόπιους μπράβους για να γίνει η δουλειά, ο τελευταίος μένει άφωνος και αρνείται κατηγορηματικά να κάνει κάτι τέτοιο. Η ΕΥΠ θα στείλει τελικά τέσσερις άνδρες της εν είδη «θιάσου» για να προχωρήσουν στην εκδίωξη του Οτσαλάν από την ελληνική πρεσβεία, με επικεφαλής τον αστυνόμο Μπόμπο.
Ο τελευταίος θα διαπιστώσει αμέσως μόλις φτάνει και μετά την ενημέρωσή του από τον Καλεντερίδη, ότι μια τέτοια επιχείρηση θα είχε ολέθρια αποτελέσματα, ενώ ενημερώνει τον πρέσβη ότι θα πρέπει να του βρει όπλα και λεφτά. Τελικά αφού μιλάει με τον Σταυρακάκη αποχωρεί με τους άνδρες του για το ξενοδοχείο του, όμως θα συλληφθεί από τις Κενυατικές αρχές ασφαλείας μαζί με τους υπόλοιπους του «θιάσου» και θα περάσουν κάποια δύσκολα 24ωρα στην φυλακή. Την ίδια στιγμή οι Κενυάτες διαβεβαιώνουν ότι επιθυμούν να βοηθήσουν στο να εγκαταλείψει ο Οτσαλάν την χώρα σε συνεργασία με την Ελλάδα και δίνουν τελεσίγραφο μέχρι τις πέντε και μισή το απόγευμα.
Τονίζουν ότι αν δεν γίνει αυτό, την ευθύνη για τα όσα θα συμβούν την νύχτα θα έχουν η Ελλάδα και ο Άπο, ο οποίος όταν ενημερώνεται και παρά τις αντιρρήσεις των δικών του δέχεται την μοιραία λύση. Το κονβόι των αυτοκινήτων ετοιμάζεται αλλά οι Κενυάτες δεν επιτρέπουν στους Κωστούλα και Καλεντερίδη να μπουν στο αυτοκίνητο που επιβιβάζεται ο Κούρδος ηγέτης. Τελικά μπαίνουν σε άλλο και η διαδρομή για το αεροδρόμιο ξεκινάει.
Κάποια στιγμή σε ένα φανάρι, το αυτοκίνητο με τον Άπο εξαφανίζεται και όταν οι Καλεντερίδης-Κωστούλας φτάνουν όλα έχουν πια δρομολογηθεί. Ακολουθούν στιγμές απόγνωσης για όλους, ενώ ο πρέσβης που είχε μπει μέσα στο κτήριο βγαίνει λέγοντας στον Καλεντερίδη «Σάββα δεν υπάρχει τίποτε. Καλύτερα να μην ρωτάμε κανένα και εξευτελιζόμαστε».
Όταν επικοινωνεί με την Αθήνα, η εντολή είναι να εξαφανιστούν και να παρατήσουν τους συντρόφους του Κούρδου ηγέτη εκεί, στην μέση του πουθενά. Προς τιμή τους δεν θα το κάνουν, αλλά θα επιστρέψουν μαζί τους στην πρεσβευτική κατοικία. Την ίδια στιγμή οι πράκτορες της MIT με τις μπαλακλάβες βιντεοσκοπούσαν τον δεμένο Οτσαλάν, ο οποίος φαινόταν ήρεμος. Όπως έγινε γνωστό του είχαν χορηγήσει ηρεμιστικά χάπια, στο πιο πικρό ταξίδι της ζωής του, που συνεχίζεται έκτοτε πίσω από τα σίδερα ενός κελιού στο νησάκι Ίμραλι.
Εκεί που φυλάσσεται από ένα μικρό στρατό, ο ένας και μοναδικός κρατούμενος, που εδώ και δεκαεννιά χρόνια ζει την κατάληξη του θρίλερ που άρχισε να εκτυλίσσεται τον Οκτώβριο του 1998, σε μια αίθουσα αφίξεων του Ανατολικού Αερολιμένα της Αθήνας…