Μετά από σχεδόν μισό αιώνα εξιχνιάστηκε η δολοφονία μιας 19χρονης στις ΗΠΑ, με τον 68χρονο σήμερα δράστη να εντοπίζεται από τις αρχές μέσω μιας πρωτοποριακής τεχνικής ανάλυσης DNA.
Η αστυνομία έφτασε στον 68χρονο Ντέιβιντ Σινοπόλι, όταν πέταξε το χάρτινο κυπελάκι του καφέ του σε κάδο απορριμμάτων στο αεροδρόμιο της Φιλαδέλφιας πριν πέντε μήνες, στις 11 Φεβρουαρίου. Οι ερευνητές εξέτασαν το DNA και το ταυτοποίησαν με το δείγμα DNA από το γενετικό υλικό που είχε συλλεχθεί από τα εσώρουχα και το καλσόν της κοπέλας το 1975 και είχε αποθηκευτεί σε τράπεζα DNA.
Ο άνδρας από την Πενσυλβάνια είναι εδώ και λίγες ώρες αντιμέτωπος με κατηγορίες για ανθρωποκτονία, καθώς θεωρείται ο δράστης της αποτρόπαιης δολοφονίας μιας 19χρονης κοπέλας πριν από σχεδόν 47 χρόνια.
Το άψυχο σώμα της άτυχης κοπέλας εντοπίστηκε μέσα σε μια λίμνη αίματος στο διαμέρισμα της από τους θείους της, τη νύχτα της 5η Δεκεμβρίου 1975, όπως αναφέρει σε συνέντευξη τύπου η εισαγγελέας Χέδερ Άνταμς, η οποία κάνει λόγο για «φρικιαστική σκηνή».
«Υπήρχε αίμα στο εσωτερικό και το εξωτερικό της εξώπορτας, στο χαλί και σε έναν τοίχο. Ένα μαχαίρι ήταν καρφωμένο στο λαιμό της και αργότερα διαπιστώθηκε ότι είχε δεχθεί 19 μαχαιριές», είπε περιγράφοντας τη σκηνή.
Αξίζει να αναφερθεί ότι οι έρευνες που διενεργήθηκαν την εποχή που σημειώθηκε η δολοφονία αποδείχθηκαν άκαρπες, καθώς είχε γίνει προσαγωγή δεκάδων ανθρώπων οι οποίοι αφέθηκαν ελεύθεροι, δεδομένου ότι δεν είχαν προκύψει επιβαρυντικά στοιχεία, με αποτέλεσμα η υπόθεση να παγώσει για πολλά χρόνια.
Παρόλα αυτά υπήρχε ένα σημαντικό στοιχείο που προέκυψε κατά τη διάρκεια των ερευνών και το οποίο τελικά έλυσε το μυστήριο και αποκάλυψε το δολοφόνο έστω και με καθυστέρηση 47 ετών.
Το πολύτιμο αυτό στοιχείο ήταν το DNA που έλαβαν οι αρχές από το σπέρμα που βρέθηκε στα εσώρουχα της κοπέλας και το οποίο υποβλήθηκε και διαφυλάχθηκε σε μια εθνική βάση δεδομένων.
Το 1997 η υπόθεση ερευνήθηκε εκ νέου όταν με νέο νόμο της εποχής άνοιξαν εκ νέου ανεξιχνίαστες υποθέσεις και έτσι, σκιαγραφήθηκε το προφίλ του δράστη της δολοφονίας.
Ο Ντέιβιντ Σινόπολι δεν είχε θεωρηθεί ποτέ ύποπτος για τη δολοφονία της Λίντι. Ποτέ, μέχρι τη μέρα που η εξειδικευμένη ερευνήτρια γενετικής γενεαλογίας Σίσι Μουρ χρησιμοποίησε DNA από τον τόπο του εγκλήματος για να διαπιστώσει ότι οι πρόγονοι του πιθανού δολοφόνου κατάγονταν από μια πόλη στη νότια Ιταλία.
Η Μουρ έψαξε σε αρχεία φθάνοντας σε βάθος ενός αιώνα. Προοδευτικά άρχισε να μικραίνει ο κλοιός και ο Σινόπολι προέκυψε ως “πρόσωπο ενδιαφέροντος”.
Το 2020, η Μουρ και η ομάδα της άρχισαν να εργάζονται σε μια πρωτοποριακή τεχνική για τον εντοπισμό υπόπτων. Η Αμερικανίδα ερευνήτρια διαπίστωσε ότι το άτομο που σχετίζεται με το DNA είχε ρίζες από τη Γασπερίνα, ένα χωριό στην περιοχή της Καλαβρίας.
Η Μουρ παρέδωσε τα ευρήματα της έρευνάς της στις αρχές της κομητείας Λάνκαστερ στα τέλη του 2021.
«Ειλικρινά, χωρίς αυτό δεν νομίζω ότι θα είχαμε εξιχνιάσει ποτέ της δολοφονία της Λίντι Σου Μπίχλερ», τόνισε η εισαγγελέας της κομητείας Λάνκαστερ, Χέδερ Άνταμς, σε συνέντευξη Τύπου.
«Υπήρχαν πολύ λίγοι άνθρωποι που ζούσαν στο Λάνκαστερ που είχαν ηλικία, φύλο και το γενεαλογικό δέντρο που ταιριάζει με το προφίλ στο οποίο είχαμε καταλήξει». «Ο Σινόπολι δεν ήταν ποτέ «στο ραντάρ μας» αν και ζούσε στο ίδιο συγκρότημα κατοικιών με την 19χρονη κοπέλα» παραδέχθηκε η εισαγγελέας.
Ωστόσο, μετά τα ευρήματα άρχισε η στενή παρακολούθησή του που διήρκησε μήνες. Στις 11 Φεβρουαρίου τους δόθηκε η ευκαιρία όταν τον είδαν να πετά ένα κυπελάκι καφέ σε κάδο απορριμμάτων.
Σημειώνεται ότι ο Σινόπολι κρατείται χωρίς εγγύηση στις φυλακές της κομητείας του Λάνκαστερ.