Ο “Δόκτωρ Σοκ” είναι Καναδός ψυχίατρος, κατά κόσμον Όμπρει Λέβιν, ο οποίος πραγματοποιούσε για χρόνια πειράματα στη Νότια Αφρική, με σκοπό να «θεραπεύσει» ανθρώπους από την ομοφυλοφιλία, τα οποία σοκάρουν ακόμα και τώρα.
Άλλωστε, μέχρι και το 2010, ο Λέβιν ασκούσε κανονικά το επάγγελμα του θεραπευτή στην πατρίδα του, ενώ συνεργαζόταν και με το πανεπιστήμιο του Κάλγκαρι.
Το 1950 μπορεί να θεωρηθεί και χρονιά (αρνητικό) ορόσημο για τη χώρα μιας και θεσπίστηκε ο νόμος περί «καταγραφής του πληθυσμού». Αυτό πρακτικά σήμαινε πως οι κάτοικοι χωρίστηκαν με βάση τον τόπο καταγωγής τους, το κοινωνικοοικονομικό τους στάτους και τον πολιτισμικό τρόπο ζωής τους σε: Μαύρους, Λευκούς, «Έγχρωμους» και Ινδούς.
Αυτός ο νόμος αποτελεί ορόσημο γιατί μέσω του διαχωρισμού και των κριτηρίων τους οριοθετήθηκαν και ποιες είναι οι υποκατηγορίες κοινωνικών ομάδων που χρήζουν «επίβλεψης» και «σωφρονισμού».
Το φρικιαστικό «ερευνητικό έργο» του Καναδού ψυχιάτρου Όμπρει Λέβιν ξεκίνησε το 1971 και τελείωσε μετά από αγώνα ακτιβιστών για τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων ανθρώπων, αλλά και των κινημάτων κατά του Απαρτχάιντ συνολικά, το 1989. Εκείνη την περίοδο η ομοφυλοφιλία θεωρούταν από το κράτος ως «αρρώστια». Ο Λέβιν εργαζόταν στον στρατό της χώρας κατέχοντας μάλιστα τον βαθμό του συνταγματάρχη.
Το φαινόμενο των ομόφυλων ζευγαριών εντός του στρατού είχε θορυβήσει τις αρχές, καθώς ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το μοτίβο που είχε στο μυαλό του το καθεστώς για «την καθαρή φυλή των λευκών ανθρώπων, οι οποίοι δεν θα μολύνονταν από τις συνήθειες και τις “αρρώστιες” των μαύρων». Ξεχνούσαν ωστόσο πως πολλοί από αυτούς που υπέμειναν τα βασανιστήρια του Λέβιν ήταν και λευκοί.
Ο «δόκτωρ Σοκ» πραγματοποιούσε ένα πείραμα. Στο πείραμα οι ομοφυλόφιλοι στρατιώτες υποβάλλονταν σε ηλεκτροσόκ προκειμένου να «θεραπευτούν». Τους έδειχναν ασπρόμαυρες γυμνές φωτογραφίες ανδρών και αν παρουσίαζαν την οποιαδήποτε μορφή σεξουαλικής ανταπόκρισης, τους έκαναν ηλεκτροσόκ με αυξανόμενη τάση. Τα βασανιστήρια σταματούσαν μόνο όταν τους παρακαλούσαν για έλεος.
Στη συνέχεια έδειχναν στα «πειραματόζωα» έγχρωμες φωτογραφίες γυμνών γυναικών για να τους προκαλέσουν διέγερση. Στο πρόγραμμα «θεραπείας» υποβάλλονταν με τη βία και πολίτες που ήταν εξαρτημένοι από τα ναρκωτικά ή γυναίκες με παραβατική συμπεριφορά. Γενικά οι απείθαρχοι έπρεπε να πειθαρχήσουν με κάθε κόστος. Το πείραμα όπως ήταν λογικό και επόμενο απέτυχε παταγωδώς. Ο Λέβιν και το καθεστώς δεν πτοήθηκαν. Αντιθέτως άρχισαν να χρησιμοποιούν ακόμα πιο ακραίες και βάρβαρες μεθόδους.
Περίπου 900 ομοφυλόφιλοι από 16 έως 24 ετών υποβλήθηκαν σε εγχειρίσεις αλλαγής φύλου χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Στους ανθρώπους αυτούς το Απαρτχαιντ ήθελε να τους δώσει νέες αμόλυντες «ταυτότητες», ενώ μέρος της «συμφωνίας» ήταν πως η νέα τους ζωή θα ξεκινούσε από την αρχή και μακριά από τους δικούς τους ανθρώπους.
Οι υποχρεωτικές επεμβάσεις αλλαγής φύλλου όμως ήταν επώδυνες και πολλοί έχασαν την ζωή τους. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτές οι επεμβάσεις δεν ολοκληρώνονταν, αφήνοντας τους ανθρώπους σε τραγική κατάσταση μιας και η παλιά τους «ταυτότητα» είχε αφαιρεθεί, ενώ η καινούρια ήταν μισοτελειωμένη. Οι νεαροί προέρχονταν από τα κατώτερα στρώματα της νοτιοαφρικανικής κοινωνίας και ως εκ τούτου δεν είχαν τους πόρους ώστε να ανταπεξέλθουν οικονομικά στις ορμόνες που έπρεπε να παίρνουν για να ολοκληρωθεί η μεταμόρφωση τους σε γυναίκες. Αργότερα, ο γιατρός δήλωσε πως όσοι συμμετείχαν στο πείραμα ήταν εθελοντές.
Παρά τα φρικιαστικά πειράματα και τις απάνθρωπες πρακτικές που εφάρμοζε πάνω σε ανθρώπους, ο Όμπρει Λέβιν, γύρισε ανενόχλητος στην πατρίδα του και για κάτι παραπάνω από δύο δεκαετίες έδινε τις ιατρικές του συμβουλές σε πανεπιστήμια του Καναδά. Τον καλούσαν ακόμα και σε δικαστήρια ως πραγματογνώμονα για να παρέχει τις επιστημονικές τους γνώσεις.
Η περίπτωση του Λέβιν προσομοιάζει με εκείνες υψηλόβαθμων στελεχών των Ναζί, οι οποίοι έφυγαν από τη Γερμανία μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου και βρήκαν καταφύγιο σε διάφορες χώρες της υφηλίου, ξεπλένοντας το παρελθόν και χωρίς ποτέ, ουσιαστικά, να λογοδοτήσουν για τα εγκλήματά τους.
Το 2010 ο Λέβιν κατηγορήθηκε για σεξουαλική παρενόχληση ανδρών ασθενών του. Μάλιστα τους εκβίαζε, καθώς οι περισσότεροι από τους καταγγέλλοντες ήταν φυλακισμένοι και φοβόντουσαν πως εάν μιλούσαν για τις προτάσεις του Λέβιν, εκείνος, με την εξουσία που είχε, θα έγραφε άσχημες αναφορές και το μέλλον τους στη φυλακή θα γινόταν ακόμα πιο δύσκολο.
Εν τέλει στη δίκη του το 2012, ένα από τα θύματά του έδειξε ένα βίντεο που αποδείκνυε την ενοχή του. Με αυτά τα στοιχεία καταδικάστηκε σε 5ετή κάθειρξη. Αρχικά, πλήρωσε εγγύηση και έμεινε ελεύθερος, αλλά το 2014 το Εφετείο τον κάλεσε να εκτίσει την ποινή του. Αποφυλακίστηκε όμως μετά από ενάμιση χρόνο σε ηλικία 76 ετών και με προϋπόθεση να μείνει μακριά από τα θύματα και τις οικογένειές τους, ενώ κλήθηκε να παρακολουθεί πρόγραμμα για την θεραπεία της παραβατικής του συμπεριφοράς.
Πρακτικά λοιπόν ο «δόκτωρ Σοκ» δεν τιμωρήθηκε πότε για τα εγκλήματα που διέπραξε καθ’ όλη την «καριέρα» του ως ψυχίατρος.