Advertisement
ΚΟΣΜΟΣ

Δεν είναι προετοιμασμένος ο κόσμος: Οι επιστήμονες έκαναν την ανακοίνωση που μπορεί να αλλάξει για πάντα την ανθρωπότητα

21:36
Enimerotiko

Μία τεράστια ηφαιστειακή έκρηξη πρόκειται να προκαλέσει χάος, καθώς ο κόσμος δεν είναι προετοιμασμένος για να την αντιμετωπίσει.

Η τελευταία μεγάλη ηφαιστειακή έκρηξη έγινε στο όρος Ταμπόρα της Ινδονησίας, το 1815, η οποία άλλαξε τον κόσμο.

Advertisement

 

Το ερώτημα δεν είναι αν, αλλά πότε, υπογράμμισε στο CNN ο Markus Stoffel, καθηγητής κλίματος στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και πρόσθεσε ότι τα γεωλογικά στοιχεία δείχνουν ότι η πιθανότητα μιας τεράστιας έκρηξης αυτόν τον αιώνα είναι 1 προς 6.

Advertisement

 

Advertisement

Αυτή τη φορά, ωστόσο, θα συμβεί σε έναν κόσμο που έχει αλλάξει πολύ, έναν κόσμο που όχι μόνο είναι πιο πυκνοκατοικημένος, αλλά και που έχει θερμανθεί από την κλιματική κρίση.

 

Advertisement

 

Κλιματικό χάος από την επόμενη τεράστιας ηφαιστειακή έκρηξη

 

Η επόμενη τεράστια ηφαιστειακή έκρηξη θα «προκαλέσει κλιματικό χάος», επεσήμανε ο Stoffel και συμπλήρωσε ότι «η ανθρωπότητα δεν έχει προετοιμαστεί καθόλου».

 

Advertisement

Τα ηφαίστεια έχουν διαμορφώσει εδώ και καιρό τον κόσμο μας, καθώς βοηθούν στη δημιουργία ηπείρων, έχουν δημιουργήσει την ατμόσφαιρα και μπορούν να αλλάξουν το κλίμα.

 

Καθώς εκρήγνυνται, εκτοξεύουν ένα μείγμα από λάβα, τέφρα και αέρια, συμπεριλαμβανομένου του διοξειδίου του άνθρακα που θερμαίνει τον πλανήτη, αν και σε ποσότητες που επισκιάζονται από αυτές που παράγουν οι άνθρωποι καίγοντας ορυκτά καύσιμα.

 

Όταν πρόκειται για επιπτώσεις στο κλίμα, οι επιστήμονες ενδιαφέρονται περισσότερο για ένα άλλο αέριο: το διοξείδιο του θείου.

 

Μια μεγάλη ηφαιστειακή έκρηξη μπορεί να εκτοξεύσει διοξείδιο του θείου μέσω της τροπόσφαιρας – το τμήμα της ατμόσφαιρας όπου συμβαίνουν οι καιρικές συνθήκες – και στη στρατόσφαιρα, το στρώμα περίπου 11 χιλιόμετρα πάνω από την επιφάνεια της Γης όπου πετούν τα αεροπλάνα.

 

Εδώ, σχηματίζει μικροσκοπικά σωματίδια αερολύματος που διασκορπίζουν το φως του Ήλιου, αντανακλώντας το πίσω στο διάστημα και ψύχοντας τον πλανήτη από κάτω. Αυτά τα σωματίδια «θα ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο και θα διαρκέσουν για μερικά χρόνια», σημείωσε ο Alan Robock, καθηγητής κλίματος στο Πανεπιστήμιο Rutgers, ο οποίος έχει περάσει δεκαετίες μελετώντας τα ηφαίστεια.

 

Για τα σύγχρονα ηφαίστεια, τα δορυφορικά δεδομένα δείχνουν πόσο διοξείδιο του θείου απελευθερώνεται. Όταν το όρος Πινατούμπο στις Φιλιππίνες εξερράγη το 1991, εκτόξευσε περίπου 15 εκατομμύρια τόνους στη στρατόσφαιρα. Αυτή δεν ήταν μια τεράστια έκρηξη όπως του Ταμπόρα, αλλά και πάλι ψύχθηκε ο κόσμος κατά περίπου 0,5 βαθμούς Κελσίου για αρκετά χρόνια.

 

Για τα παλαιότερα ηφαίστεια, όμως, «έχουμε πολύ λίγα δεδομένα», ανέφερε ο Stoffel. Οι επιστήμονες προσπαθούν να ανακατασκευάσουν αυτές τις εκρήξεις του παρελθόντος χρησιμοποιώντας πληροφορίες από πυρήνες πάγου και δακτυλίους δέντρων, οι οποίοι είναι σαν κάψουλες του χρόνου, που αποθηκεύουν «μυστικά» της ατμόσφαιρας του παρελθόντος.

 

Από αυτά γνωρίζουν ότι οι τεράστιες εκρήξεις των τελευταίων αρκετών χιλιάδων ετών ψύχουν προσωρινά τον πλανήτη κατά περίπου 1 έως 1,5 βαθμούς Κελσίου.

 

Το Ταμπόρα, για παράδειγμα, μείωσε τη μέση παγκόσμια θερμοκρασία κατά τουλάχιστον 1 βαθμό Κελσίου. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η τεράστια έκρηξη Σαμαλάς στην Ινδονησία το 1257 μπορεί να συνέβαλε στην έναρξη της «Μικρής Εποχής των Παγετώνων», μιας ψυχρής περιόδου που διήρκεσε εκατοντάδες χρόνια.

 

Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι οι μεγάλες εκρήξεις μπορεί να επηρεάσουν τις βροχοπτώσεις, ξηραίνοντας τα συστήματα μουσώνων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στην Αφρική και την Ασία. «Οι μουσώνες το καλοκαίρι συμβαίνουν επειδή η ξηρά θερμαίνεται γρηγορότερα από τον ωκεανό», τόνισε ο Robock. Μια τεράστια ηφαιστειακή έκρηξη μπορεί να διαταράξει τη διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ των δύο.

 

Ένας πιο ασταθής κόσμος λόγω της τεράστιας ηφαιστειακής έκρηξης

 

Η κατανόηση των επιπτώσεων των προηγούμενων τεράστιων εκρήξεων είναι ζωτικής σημασίας, αλλά οι επόμενες θα συμβούν σε έναν κόσμο που είναι πολύ θερμότερος από ό,τι πριν οι άνθρωποι αρχίσουν να καίνε μεγάλες ποσότητες πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου.

 

«Είναι ένας πιο ασταθής κόσμος τώρα», είπε ο Michael Rampino, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ο οποίος ερευνά τις σχέσεις μεταξύ των ηφαιστειακών εκρήξεων και της κλιματικής αλλαγής και συμπλήρωσε ότι «οι επιπτώσεις μπορεί να είναι ακόμη χειρότερες από ό,τι είδαμε το 1815».

 

Σε κάτι που μπορεί να φαίνεται αντιφατικό, ένας θερμότερος κόσμος μπορεί να σημαίνει ότι οι μεγάλες ηφαιστειακές εκρήξεις έχουν ακόμη μεγαλύτερο αντίκτυπο στην ψύξη.

 

Αυτό συμβαίνει επειδή ο τρόπος με τον οποίο σχηματίζονται τα σωματίδια αερολύματος και ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρονται «εξαρτάται από το κλίμα», δήλωσε ο Thomas Aubry, επιστήμονας φυσικής ηφαιστειολογίας στο Πανεπιστήμιο του Exeter.

 

Καθώς ο κόσμος θερμαίνεται, η ταχύτητα με την οποία ο αέρας κυκλοφορεί στην ατμόσφαιρα αυξάνεται, πράγμα που σημαίνει ότι τα σωματίδια του αερολύματος διασκορπίζονται ταχύτερα και έχουν λιγότερο χρόνο να αναπτυχθούν, υπογράμμισε ο Aubry. Τα μικρότερα αερολύματα μπορούν να διασκορπίσουν το ηλιακό φως πιο αποτελεσματικά από τα μεγάλα, πράγμα που σημαίνει ότι ο αντίκτυπος της ψύξης θα είναι μεγαλύτερος.

 

Οι ωκεανοί μπορεί επίσης να παίξουν κάποιο ρόλο. Καθώς η επιφάνεια του ωκεανού θερμαίνεται, ένα στρώμα ελαφρύτερου, θερμότερου νερού κάθεται στην επιφάνεια και δρα ως εμπόδιο στην ανάμιξη μεταξύ ρηχών και βαθύτερων στρωμάτων. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι οι εκρήξεις ψύχουν δυσανάλογα το ανώτερο στρώμα του ωκεανού και την ατμόσφαιρα πάνω από αυτό, επεσήμανε ο Stoffel.

 

Η κλιματική αλλαγή μπορεί επίσης να επηρεάσει τα ίδια τα ηφαιστειακά συστήματα. Το λιώσιμο του πάγου μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένες εκρήξεις, καθώς η εξαφάνισή του μειώνει την πίεση, γεγονός που μπορεί να επιτρέψει στο μάγμα να ανέλθει ταχύτερα. Οι επιστήμονες έχουν επίσης διαπιστώσει ότι οι πιο ακραίες βροχοπτώσεις – που οφείλονται στην κλιματική αλλαγή – μπορούν να διεισδύσουν βαθιά στο έδαφος, όπου μπορούν να αντιδράσουν με το μάγμα και να προκαλέσουν έκρηξη, σημείωσε ο Aubry.

 

Καθώς ο κόσμος παλεύει με την υπερθέρμανση του πλανήτη, μια περίοδος ψύξης μπορεί να ακούγεται θετική. Οι επιστήμονες λένε ότι ισχύει το αντίθετο.

 

Πρώτον, υπάρχει ο άμεσος αντίκτυπος. Υπολογίζεται ότι 800 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σε απόσταση περίπου 128 χιλιομέτρων από ένα ενεργό ηφαίστειο, έχοντας υπόψη ότι μια μαζική έκρηξη θα μπορούσε να εξαφανίσει μια ολόκληρη πόλη. Το Κάμπι Φλέγκρεϊ, για παράδειγμα, έχει δείξει σημάδια αναταραχής και βρίσκεται ακριβώς δυτικά της ιταλικής πόλης της Νάπολης, όπου ζουν περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι.

 

Μακροπρόθεσμα, οι επιπτώσεις θα μπορούσαν να είναι κατακλυσμιαίες. Μια πτώση της θερμοκρασίας κατά 1 βαθμό Κελσίου μπορεί να ακούγεται μικρή, αλλά είναι ένας μέσος όρος. «Αν εξετάσουμε ορισμένες περιοχές, ο αντίκτυπος θα είναι πολύ μεγαλύτερος», τόνισε η May Chim, γεωεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ.

 

Το Okmok στην Αλάσκα, το οποίο εξερράγη το 43 π.Χ. – τη χρονιά μετά τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα – θα μπορούσε να έχει ψύξει τμήματα της νότιας Ευρώπης και της βόρειας Αφρικής έως και 7 βαθμούς Κελσίου.

 

Ο ψυχρότερος καιρός, η λιγότερη ηλιακή ακτινοβολία και η αλλαγή των βροχοπτώσεων θα μπορούσαν να επηρεάσουν πολλούς ταυτόχρονα, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της Κίνας και της Ρωσίας, πλήττοντας την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια και οδηγώντας ενδεχομένως σε πολιτικές εντάσεις, ακόμη και σε πόλεμο, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση των ασφαλιστών Lloyd’s.

 

Ο ανθρώπινος και οικονομικός αντίκτυπος θα ήταν τεράστιος. Σε ένα ακραίο σενάριο, παρόμοιο με αυτό του Ταμπόρα, οι οικονομικές απώλειες θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τα 3,6 τρισεκατομμύρια δολάρια (3.4 τρισ. ευρώ) μόνο τον πρώτο χρόνο, υπολόγισε η Lloyd’s.

 

Επιπλέον, η ψύξη δεν θα προσέφερε καμία ανακούφιση από την κλιματική αλλαγή- μέσα σε λίγα χρόνια, ο πλανήτης θα επέστρεφε όπως ήταν πριν.

 

Η επόμενη ηφαιστειακή έκρηξη θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε. Υπάρχουν περιοχές που οι επιστήμονες παρακολουθούν, όπως η Ινδονησία, μια από τις πιο ενεργές ηφαιστειακά περιοχές του πλανήτη, και το Γέλοουστοουν, στις δυτικές ΗΠΑ, το οποίο δεν έχει γνωρίσει τεράστια έκρηξη εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια.

 

«Αλλά ποια θα είναι η επόμενη και πότε – αυτό εξακολουθεί να είναι αδύνατο να προβλεφθεί», ανέφερε ο Stoffel.

 

Οι τεράστιες ηφαιστειακές εκρήξεις δεν μπορούν να αποτραπούν, αλλά υπάρχουν τρόποι προετοιμασίας, είπε ο Stoffel και κάλεσε τους εμπειρογνώμονες να αξιολογήσουν τα χειρότερα σενάρια, να εκτελέσουν τεστ αντοχής και να καταστρώσουν σχέδια: τα πάντα, από εκκενώσεις μέχρι δράσεις παροχής βοήθειας και την εξασφάλιση προμηθειών τροφίμων.

 

Ενώ κάποιοι μπορεί να λένε ότι η πιθανότητα μιας τεράστιας έκρηξης εξακολουθεί να είναι μικρή, «στην πραγματικότητα δεν είναι απλώς τίποτα», είπε ο Stoffel και επί του παρόντος ο κόσμος είναι απροετοίμαστος για τις επιπτώσεις που θα εξαπέλυε. «Βρισκόμαστε μόλις στην αρχή του να πάρουμε μια ιδέα για το τι θα μπορούσε να συμβεί», κατέληξε.

 

 

 

«Μην υποτιμάτε τον κίνδυνο»: Προετοιμαστείτε για γιγάντιες εκρήξεις ηφαιστείων, προειδοποιούν οι επιστήμονες

 

Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν Βρετανοί επιστήμονες, οι οποίοι προειδοποιούν ότι στις επόμενες δεκαετίες θα υπάρχουν τεράστιες εκρήξεις ηφαιστείων, για τις οποίες η ανθρωπότητα είναι απροετοίμαστη.

Οι ειδικοί του Κέντρου Μελέτης Υπαρξιακού Κινδύνου (CSER) του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ και του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ υποστηρίζουν οτι πέρα από την άμεση καταστροφή που θα προκληθεί θα υπάρχουν σοβαρές επιπτώσεις στο κλίμα και στη διατροφική αλυσίδα.

Η πιθανότητα για μία γιγάντια έκρηξη ηφαιστείου (μεγέθους 7 στη σχετική κλίμακα εκρηκτικότητας «Volcano Explosivity Index-VOI») κάπου στη Γη μέσα στα επόμενα χρόνια εκτιμάται σε μία στις έξι.

Κάτι που οι επιστήμονες, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», χαρακτηρίζουν «ρίξιμο του ζαριού» για να δείξουν ότι το ζήτημα πρέπει να αρχίσει να λαμβάνεται πιο σοβαρά από ό,τι μέχρι σήμερα που η προσοχή στρέφεται σε άλλους μεγάλους κινδύνους για την ανθρωπότητα (κλιματική κρίση, πρόσκρουση αστεροειδούς κ.ά.).

Αγνοούμε το μέγεθος της καταστροφής

Οι ειδικοί τονίζουν πως «υπάρχει μία ευρεία παρανόηση ότι οι κίνδυνοι μείζονος ηφαιστειακής έκρηξης είναι χαμηλοί» και επισημαίνουν πως είναι «απερίσκεπτη» η τωρινή έλλειψη κυβερνητικών επενδύσεων για επιτήρηση και απόκριση σε περίπτωση ηφαιστειακής καταστροφής.

 

Γι′ αυτό καλούν να ληφθούν έγκαιρα μέτρα, όπως η καλύτερη ενημέρωση του κοινού για τους ηφαιστειακούς κινδύνους, αλλά και πιο τολμηρές πρωτοβουλίες, όπως η βελτιωμένη διαχείριση του μάγματος σε επικίνδυνα ηφαίστεια.

«Τα δεδομένα που έχουν συλλεχθεί από πυρήνες πάγου σχετικά με τη συχνότητα των ηφαιστειακών εκρήξεων σε μεγάλο βάθος χρόνου δείχνουν ότι υπάρχει πιθανότητα μία στις έξι για μία έκρηξη μεγέθους επτά μέσα στα επόμενα 100 χρόνια. Αυτό ισοδυναμεί με ρίξιμο του ζαριού.

Τέτοιες γιγάντιες εκρήξεις έχουν προκαλέσει απότομη κλιματική αλλαγή και κατάρρευση πολιτισμών στο μακρινό παρελθόν», δήλωσε η ερευνήτρια δρ Λάρα Μάνι του CSER.

 

Επιστήμονες προειδοποιούν: Προετοιμαστείτε για γιγάντιες εκρήξεις ηφαιστείων

Όπως ανέφερε, ο κίνδυνος μίας γιγάντιας ηφαιστειακής έκρηξης είναι εκατοντάδες φορές μεγαλύτερος σε σχέση με τον κίνδυνο να πέσει στη Γη ένας αστεροειδής ή κομήτης διαμέτρου ενός χιλιομέτρου.

«Εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια αφιερώνονται στις απειλές των αστεροειδών κάθε χρόνο, όμως υπάρχει σοβαρή έλλειψη παγκόσμιας χρηματοδότησης και συντονισμού όσον αφορά την προετοιμασία μίας ηφαιστειακής έκρηξης.

Αυτό είναι κάτι που πρέπει -επειγόντως- να αλλάξει. Υποτιμούμε τελείως τον κίνδυνο που συνιστούν τα ηφαίστεια για τις κοινωνίες μας», πρόσθεσε.

Η τελευταία μεγάλη ηφαιστειακή έκρηξη στη Γη συνέβη στην Τόνγκα φέτος τον Ιανουάριο. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι αν είχε διαρκέσει περισσότερο, είχε απελευθερώσει περισσότερες στάχτες και αέρια ή αν είχε συμβεί σε μία περιοχή με ζωτικές υποδομές, όπως η Μεσόγειος, οι τοπικές και παγκόσμιες επιπτώσεις της θα ήταν καταστροφικές.

 

Το 1815 η μεγαλύτερη ηφαιστειακή έκρηξη

«Η έκρηξη της Τόνγκα ήταν το ηφαιστειακό ισοδύναμο ενός αστεροειδούς που περνάει ξυστά από τη Γη και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως κλήση αφύπνισης», σημείωσε η Μάνι.

Οι ερευνητές εκτιμούν, με βάση τη μελέτη των ιχνών θείου στους αρχαίους πυρήνες πάγου, ότι μία ηφαιστειακή έκρηξη δέκα έως 100 φορές ισχυρότερη από εκείνη της Τόνγκα συμβαίνει κάθε περίπου 625 χρόνια, μία συχνότητα διπλάσια της εκτιμώμενης μέχρι σήμερα.

Ο ηφαιστειολόγος δρ Μάικ Κάσιντι του Μπέρμιγχαμ υπογράμμισε ότι «η τελευταία έκρηξη μεγέθους 7 συνέβη το 1815 στην Ινδονησία.

Εκτιμάται ότι 100.000 άνθρωποι πέθαναν επί τόπου και οι παγκόσμιες θερμοκρασίες υποχώρησαν κατά έναν βαθμό κατά μέσο όρο, προκαλώντας μαζικές καταστροφές στις γεωργικές καλλιέργειες, οι οποίες οδήγησαν σε πείνα, βίαιες εξεγέρσεις και επιδημίες στη διάρκεια της περιόδου που έμεινε γνωστή ως το ”έτος χωρίς καλοκαίρι”.

Ζούμε πια σε έναν κόσμο με οκταπλάσιο πληθυσμό και τουλάχιστον 40 φορές μεγαλύτερο επίπεδο εμπορικών συναλλαγών. Τα πολύπλοκα παγκόσμια δίκτυά μας μάς καθιστούν ακόμη πιο ευάλωτους στα σοκ μίας μείζονος έκρηξης».

Στον πλανήτη μα υπάρχουν δεκάδες ηφαίστεια ικανά να προκαλέσουν πολύ καταστροφικές εκρήξεις

Οι ειδικοί αναφέρουν ότι οι οικονομικές ζημιές από μία τεράστια ηφαιστειακή έκρηξη θα είναι της τάξης των πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σε μία κλίμακα ανάλογη μίας μεγάλης πανδημίας.

Μέχρι στιγμής, οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει την τοποθεσία μόνο μερικών από τις συνολικά 97 μεγάλες ηφαιστειακές εκρήξεις που εκτιμάται ότι συνέβησαν κατά τα τελευταία 60.000 χρόνια με βάση τις ενδείξεις του γεωλογικού «αρχείου».

Αυτό σημαίνει ότι στον πλανήτη μας μπορεί να υπάρχουν δεκάδες ηφαίστεια ικανά να προκαλέσουν πολύ καταστροφικές εκρήξεις, τα οποία όμως δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί.

«Μπορεί να μη γνωρίζουμε ούτε καν για σχετικά πρόσφατες εκρήξεις λόγω της έλλειψης ερευνών σε πυρήνες θαλασσών και λιμνών, ιδίως σε παραμελημένες περιοχές της ΝΑ Ασίας. Τα ηφαίστεια μπορούν να μείνουν ”κοιμισμένα” για πολύ καιρό, αλλά παρ′ όλα αυτά είναι ικανά για αιφνίδια και ασυνήθιστη καταστροφή», τόνισε ο Κάσιντι.

Οι Βρετανοί ειδικοί επισημαίνουν ότι υπάρχουν περιθώρια για τη βελτίωση της επιτήρησης των ηφαιστείων, καθώς από το 1950 μέχρι σήμερα μόνο περίπου μία στις τέσσερις εκρήξεις (27%) είχαν κάποιον σεισμογράφο εγκατεστημένο κοντά τους, ενώ μόνο το ένα τρίτο ακόμη και αυτών των στοιχείων από τα όργανα έχουν εισαχθεί σε παγκόσμια ηφαιστειακή βάση δεδομένων.

Οι επιστήμονες καλούν, μεταξύ άλλων, να αυξηθούν οι έρευνες για άμεσες γεω-επεμβάσεις («geoengineering») στα δυνητικά επικίνδυνα ηφαίστεια.

«Ο άμεσος επηρεασμός της ηφαιστειακής συμπεριφοράς μπορεί να φαίνεται αδιανόητος, αλλά έτσι φαινόταν και η αποτροπή των αστεροειδών μέχρι το 2016 που η NASA δημιούργησε το Γραφείο Συντονισμού Πλανητικής Άμυνας», υπογράμμισε η Μάνι.

TAGS:
Advertisement