Αντιμέτωποι με το αδύνατο – Αληθινή ιστορία: Πρόκειται για την ιστορία του «Apollo 13». Το διαστημόπλοιο της NASA απείχε 300.000 χιλιόμετρα από τη Γη και έπαθε βλάβη. Ωστόσο, βρέθηκε λύση στο πρόβλημά τους και τελικά, τα κατάφεραν και επέζησαν από τη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρέθηκαν.
Ακόμη κι αν το πλήρωμα του Apollo 13 δεν ήταν προληπτικό, σίγουρα θα έγινε μετά την απίθανη περιπέτειά του. Το 1970 επρόκειτο να γίνει η 7η επανδρωμένη διαστημική πτήση της NASA και η 3η φορά που άνθρωπος θα πατούσε στο φεγγάρι. Στις 13 Απριλίου (να’ το πάλι το νούμερο) το πλήρωμα ακούει ένα «μπαμ», αλλά κανείς τους δεν μπορεί να διανοηθεί καν την έκταση της καταστροφής.
Έτσι κι αλλιώς, το πράγμα από την αρχή δεν έδειχνε να πηγαίνει καλά
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, το πλήρωμα της αποστολής θα αποτελούνταν από τους Άλαν Σέπαρντ (κυβερνήτης), Στούαρτ Ρούσα (πιλότος διαστημόπλοιου) και Έντγκαρ Μίτσελ (πιλότος σεληνάκατου). Όμως για πρώτη φορά στην ιστορία η διοίκηση της NASA δεν δέχεται την πρόταση των υπευθύνων του προγράμματος, καθώς θεωρεί πως ο κυβερνήτης δεν διαθέτει ακόμη αρκετή εμπειρία.
Εσπευσμένα φέρνει μπροστά την εφεδρική ομάδα της οποίας προΐσταται ο Τζιμ Λόβελ, που -επιτέλους- μετά από 3 διαστημικές πτήσεις, επιλέγεται για να περπατήσει στο φεγγάρι. Μαζί του έχει τους Κεν Μάτινγκλι και Φρεντ Χέιζ. Το γεγονός, όμως, πως ένα εφεδρικό μέλος παρουσιάζει συμπτώματα ερυθράς, οδηγεί σε ακόμη μία αλλαγή.
Ο Μάτινγκλι, ο οποίος δεν είχε κάνει εμβόλιο, αντικαθίσταται και τη θέση του θα πάρει τελικά ο Τζον Σουάιγκερτ. Ήταν το μεγαλύτερο ντόμινο που είχε συμβεί ποτέ στην ιστορία της NASA και συνέβη μόλις τρεις μέρες πριν την εκτόξευση…
Το μεγαλοπρεπές διαστημόπλοιο είχε ήδη διανύσει 55 ώρες και 54 λεπτά πτήσης, καλύπτοντας μια απόσταση σχεδόν 300.000 χιλιομέτρων όταν ακούστηκε ο ήχος της έκρηξης. Κι όταν βρίσκεσαι εκεί πάνω, καμία έκρηξη (εκτός εκείνης των συναισθημάτων) δεν μπορεί να σημαίνει κάτι καλό. Η μία δεξαμενή οξυγόνου του σκάφους εξυπηρέτησης είχε καταστραφεί. Τα πράγματα, όμως, θα αποδεικνυόταν ακόμη πιο δυσοίωνα.
Η ζημιά δεν είχε περιοριστεί μόνο στη μια δεξαμενή. Είχε προκληθεί βλάβη και στη δεύτερη, όμως τα κακά νέα δεν είχαν τελειωμό. Η έλλειψη αποθεμάτων αέρα συνοδεύτηκε από προβλήματα στην ηλεκτροδότηση του σκάφους αλλά και στην παροχή νερού.
Στην ουσία το διαστημόπλοιο είχε καταστεί άχρηστο. Ένα φέρετρο που θα έμενε για πάντα σε τροχιά γύρω από τη φεγγάρι, κουβαλώντας στο εσωτερικό του τις σορούς του πληρώματος. Φυσικά, δεν γινόταν ούτε κουβέντα για προσελήνωση, όπως προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός. Η πρώτη σκέψη όλων, συμπεριλαμβανομένων και των αστροναυτών ήταν πως γι’ αυτούς το ταξίδι δεν είχε γυρισμό.
Τότε έπιασαν δουλειά οι επιστήμονες της NASA. Ο κοινός ανθρώπινος νους δεν είναι δυνατό να αντιληφθεί τις πρωτοφανείς και πρωτόγνωρες δυσκολίες του εγχειρήματος. Με τη φράση «η αποτυχία δεν αποτελεί επιλογή» (failure is not an option) το προσωπικό εδάφους κλήθηκε να αντιμετωπίσει ένα πολυεπίπεδο παζλ, που εκ πρώτης όψεως έμοιαζε αδύνατο να λυθεί.
Η σεληνάκατος ήταν το μόνο μέσο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την επιστροφή στη Γη. Πρακτικά είχε τις ίδιες πιθανότητες επιτυχίας όσο το να πετάξεις μια σχεδία στη μέση του ωκεανού και να περιμένεις πως έτσι θα φτάσεις στο πιο κοντινό λιμάνι. Το σκάφος ήταν σχεδιασμένο για μια μικρή πτήση. Μπορούσε να μεταφέρει δύο ανθρώπους για 1,5 μέρα. Τώρα θα έπρεπε να αντέξει τρία άτομα για ένα ταξίδι διάρκειας τεσσάρων ημερών.
Κι αυτό χωρίς να διαθέτει ικανούς προωθητικούς κινητήρες ούτε να είναι βέβαιο πως θα άντεχε τη στιγμή που θα συναντούσε την ατμόσφαιρα της Γης. Κι ενώ ο επικεφαλής του προγράμματος, Τζιν Κραντς, έβαλε τα καλύτερα μυαλά της χώρας για να λύσουν αυτόν τον γρίφο, μια δεύτερη ομάδα αντιμετώπιζε ένα άλλο κολοσσιαίο πρόβλημα. Το πώς θα διατηρούσε τους αστροναύτες εν ζωή μέχρι να μπουν στη σεληνάκατο για το αβέβαιο ταξίδι προς το σπίτι.
Κι ενώ η μία ομάδα σχεδίαζε τροχιές και καμπύλες συνυπολογίζοντας τη βαρύτητα της σελήνης και προσπαθώντας να χαράξει εκείνη την πορεία που θα χρειαζόταν τη λιγότερη δυνατή ενέργεια, μια δεύτερη είδε αραδιασμένα μπροστά της όλα τα αντικείμενα που υπήρχαν διαθέσιμα στο διαστημικό όχημα.
Χρησιμοποιώντας μόνο αυτά θα έπρεπε να δημιουργήσουν όργανα που θα αντικαθιστούσαν μερικά θαύματα της μηχανικής αξίας εκατομμυρίων δολαρίων, τα οποία είχαν αχρηστευθεί. Η κάθε βίδα, το κάθε κομμάτι πλαστικού, μια μονωτική ταινία, πρακτικά οτιδήποτε, δοκιμάστηκε άπειρες φορές μέχρι να φτιαχτούν συστήματα που θα βοηθούσαν τους επιβαίνοντες να αντιμετωπίσουν το μειωμένο οξυγόνο, τις εκλύσεις διοξειδίου του άνθρακα, το κρύο λόγω της έλλειψης ενέργειας (που έπρεπε να διατηρηθεί για το ταξίδι).
Όλα αυτά συνέβαιναν με τα μάτια ολόκληρης της ανθρωπότητας στραμμένα πάνω τους. Ο κόσμος περίμενε να δει ζωντανά άλλη μία προσσελήνωση και αντί γι’ αυτό παρακολουθούσε ένα θρίλερ. Μέχρι τη στιγμή που οι κάμερες έκλεισαν. Ακόμη και η ραδιοεπικοινωνία με το Χιούστον περιορίστηκε στο ελάχιστο προκειμένου να διατηρηθεί και η τελευταία ικμάδα ενέργειας.
Όταν τα πάντα έδειχναν να έχουν υπολογιστεί, το σχέδιο επιστροφής μπήκε σε εφαρμογή. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που θα πόνταραν σε επιτυχία. Τα πάντα θα μπορούσαν κυριολεκτικά να τιναχτούν στον αέρα όταν το σκάφος θα πλησίαζε τη Γη. Ένας λάθος υπολογισμός θα ήταν ικανός να το στείλει αέναα στο αχανές διάστημα.
Υπήρχε το ενδεχόμενο κάποιο από τα εναλλακτικά όργανα που είχαν σχεδιαστεί να μην λειτουργούσε. Ή, απλά, ίσως ο οργανισμός των αστροναυτών να μην άντεχε πια το κρύο και τις κακουχίες καθώς είχαν καταστραφεί οι προμήθειες κι από ένα λάθος στην επικοινωνία είχαν μείνει με την εντύπωση πως για αυτές τις 4 μέρες δεν έπρεπε να ουρήσουν.
Στην πραγματικότητα τους είχαν πει ότι για λόγους διατήρησης της ενέργειας δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουν το σύστημα εκκένωσης στο διάστημα, αλλά η εντολή χάθηκε μέσα στον αγώνα για την επιβίωση.
Στα έξι τελευταία λεπτά της πτήσης δεν υπήρχε επικοινωνία μεταξύ του αεροσκάφους και του εδάφους. Χρειάστηκε να περάσουν δηλαδή δύο λεπτά περισσότερα από όσο συνήθως. Η σεληνάκατος βούτηξε στα νερά του Ειρηνικού Ωκεανού και μετά από μερικά δευτερόλεπτα ο κυβερνήτης ενημέρωσε πως όλα είχαν πάει καλά.
Στη μάχη για την κατάκτηση του διαστήματος ποτέ το είδος μας δεν είχε πετύχει μεγαλύτερη νίκη. Η επιστροφή του πληρώματος σώου ήταν μια απόδειξη πως ο άνθρωπος δεν θα συμβιβαστεί ποτέ με τα όρια που του παρουσιάζονται ως δεδομένα.
Για τον Τζιμ Λόβελ, τον κυβερνήτη του Apollo 13, εκείνη η αποστολή άφησε μια γλυκόπικρη γεύση. Ασφαλώς ένιωσε απίστευτα τυχερός που θα είχε τη δυνατότητα να συναντήσει ξανά τη γυναίκα και τα παιδιά του. Ταυτόχρονα όμως είχε χάσει για πάντα την ευκαιρία του να πατήσει στη σελήνη.
Για την ακρίβεια, ήταν ο πρώτος από τρεις συνολικά ανθρώπους που έχουν φτάσει μέχρι το φεγγάρι δύο φορές (ήταν πιλότος στο Apollo 9) και ο μόνος που έχει πάει δύο φορές στη σελήνη χωρίς να πατήσει σε αυτή. Από τις 4 φορές που ταξίδεψε στο διάστημα, εκείνη του Apollo 13 ήταν η τελευταία.
Πλέον είναι 90 ετών. Ζει για να διηγηθεί την απίστευτη ιστορία του και το πώς το κουράγιο το δικό του και των συνεργατών του, αλλά και η οξύνοια και η εφευρετικότητα κάποιων άλλων τον βοήθησε να φτάσει σε βαθιά γεράματα. Μοιράστηκε την εμπειρία του σε οργανισμούς, πανεπιστήμια, κολλέγια, εταιρείες. Τέλος, συνάντησε τον άνθρωπο που τον ενσάρκωσε στο σινεμά, τον Τομ Χανκς, με τον οποίο όχι μόνο συνέφαγαν, αλλά πέταξαν κιόλας με το ιδιωτικό του αεροπλάνο.