Ματωμένος Μάρτιος: Η Παγκόσμια ημέρα της Γυναίκας δεν είναι για λουλούδια, σοκολατάκια και καλοπέραση. Είναι μια εργατική πρωτομαγιά που προηγήθηκε της γνωστής.
Αυτό, διότι αν και οι γυναίκες ανήκαν στο ανθρώπινο είδος, επί αιώνες εργαζόταν πολλές φορές διπλάσια από ό,τι το “ισχυρό φύλο”. Τα δικαιώματά τους ως ανθρώπινο είδος τα κατέκτησαν μετά από πολλά εργατικά “ατυχήματα”. Τα κατέκτησαν μετά από πολύ ξύλο και απίστευτη διαπόμπευση. Τόσο από την κοινωνία των ανδρών, όσο και από το οικείο τους περιβάλλον. Ενώ τα πρώτα συνδικάτα στο Σικάγο εξεγέρθηκαν υπέρ των εργατικών δικαιωμάτων τους το Μάιο 1886, η πρώτη διαμαρτυρία εργατριών για τις άθλιες συνθήκες εργασίας τους στα κλωστοϋφαντουργεία της Αμερικής έγιναν 10 χρόνια νωρίτερα, το Μάρτιο του 1857.
Κι άλλες λεπτομέρειες για την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας
Πριν λοιπόν, αρχίσουν τα “χρόνια πολλά” και οι ηλεκτρονικές καρδούλες να στέλνονται σε γυναίκες που ούτε καν γνωρίζουν τι αντιπροσωπεύει η 8η Μαρτίου, καλό θα είναι να διαβάσουν σελίδες ιστορίας του γυναικείου κινήματος. Μία από αυτές είναι η ακόλουθη που δεν είναι ροζ, αλλά κατακόκκινη. Όπως και το αίμα που έχυσαν για ένα κομμάτι ψωμί οι προγιαγιάδες όλων των γυναικών του κόσμου για να μην διανοηθεί κανείς ότι τις εγγόνες τους θα τις μεταχειρίζονται μόνο ως άξιες για ένα μπουκέτο λουλούδια σαν να είναι πραγματικά οι ασθενείς του ανθρώπινου είδους.
Μόνο όταν το ανθρώπινο μάτι βλέπει την φρίκη τότε αρχίζει η συνείδηση να αναζητά το δίκαιο. Η φρίκη που αντίκρισαν οι Νεοϋορκέζοι πριν ακριβώς 100 χρόνια ήταν η αιτία να αλλάξουν ριζικά στην Αμερική οι συνθήκες εργασίας. Επίσης, να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα όλων των εργαζομένων. Η πυρκαγιά στο εργοστάσιο γυναικείων πουκαμίσων της «Triangle Shirtwaist» είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν την ζωή τους 131 εργάτριες και 17 εργάτες με τραγικό τρόπο. Οι ιδιοκτήτες του εργοστασίου, Max Blanck και Isaak Harris, είχαν στήσει στο πολυόροφο κτίριο του Asch Building ένα σύγχρονο χώρο εκμετάλλευσης δούλων. Αυτοί ήταν όλοι τους μετανάστες στην χώρα της «επαγγελίας».
Στο εργοστάσιο δούλευαν 500 εργάτες. Ανάμεσα στους οποίους παιδιά που για ένα πενιχρό μεροκάματο έμπαιναν από την πόρτα το ξημέρωμα και έβγαιναν το βράδυ. Οι εργοστασιάρχες για να μην έχουν την έννοια ότι μπορεί κάποιος από τους εργάτες να κλέψει εμπόρευμα, αμπάρωναν τις πόρτες των ορόφων όταν οι μηχανές δούλευαν.
Το χρονικό
Ματωμένος Μάρτιος: Πώς ξεκινά η αληθινή ιστορία
Το απόγευμα του Σαββάτου της 25ης Μαρτίου του 1911 ξεσπάει φωτιά στον όγδοο όροφο του εργοστασίου. Εργάτες αρχίζουν να φωνάζουν στους συναδέλφους τους να εγκαταλείψουν το κτίριο. Όσοι βρισκόταν όμως στον ένατο και δέκατο όροφο ήταν κλειδωμένοι. Ο επιστάτης που είχε τα κλειδιά είχε ήδη εγκαταλείψει το κτίριο.
Κάποιες από τις εργάτριες κατάφεραν να προλάβουν να φύγουν από τους φλεγόμενους ορόφους από το ασανσέρ που μετέφερε μόνο εμπορεύματα. Κάποιες από την σκάλα που οδηγούσε στην ταράτσα του κτιρίου. Όμως, η φωτιά πήρε τέτοιες διαστάσεις που και κι αυτές οι έξοδοι διαφυγής έκλεισαν για όσους απέμειναν πίσω.
Ματωμένος Μάρτιος: Πώς συνεχίζεται η αληθινή ιστορία
Οι εργοστασιάρχες που εκείνη την μέρα ήταν με τα παιδιά τους στο εργοστάσιο ήταν οι πρώτοι που έφυγαν. Στεκόταν έξω από το κτίριο παρακολουθώντας την φρίκη που οι ίδιοι προκάλεσαν. Μέσα σε λίγα λεπτά οι Νεοϋορκέζοι μαζεύτηκαν για να δουν το πανδαιμόνιο που επικρατούσε. Στα παράθυρα των τελευταίων ορόφων οι εργάτριες στέκονταν όρθιες. Κρατούσαν η μία το χέρι της άλλης βουτούσαν στο κενό για να μην καούν ζωντανές.
Οι πρώτοι που έπεσαν στο κενό ήταν ένας νεαρός άνδρας και ένα κορίτσι. Οι δυο τους, αφού φιλήθηκαν, έκαναν μαζί το τελευταίο μοιραίο βήμα. Η λεωφόρος των καφέ, των καταστημάτων και των εστιατορίων μέσα σε λίγα λεπτά έγινε μία αρένα νεκρών και η φρίκη δεν σταματούσε εκεί. Κάποιες από τις εργάτριες παρά την μοιραία πτώση κείτονταν ζωντανές, ακόμα και για 2 ώρες, αφήνοντας τα ουρλιαχτά τους να σημαδέψουν για πάντα την μέχρι τότε ήσυχη ζωής των πολιτών της Νέας Υόρκης.
Δικαιοσύνη δεν ήρθε ποτέ
Ματωμένος Μάρτιος: Τι έγινε έπειτα
Οι μετανάστριες εργάτριες και εργάτες δεν ήταν πια κάτι, αλλά ήταν άνθρωποι που πέθαιναν μπροστά τους για ένα μεροκάματο επιβίωσης. Από τους 148 μετανάστες εργάτες της πυρκαγιάς του «Triangle Shirtwaist Factory», οι έξι αναγνωρίστηκαν τον Φεβρουάριο του 2011. Για εκατό χρόνια ήταν θαμμένοι το ένα δίπλα στο άλλο χωρίς ταυτότητα και χωρίς δικαίωμα θρήνου συγγενών. Μόνο ένα θύμα ήταν 48 χρόνων, τα υπόλοιπα ήταν από 14 μέχρι 25 χρόνων. Η δίκη των ιδιοκτητών ξεκίνησε 9 μήνες αργότερα και με δικηγόρο τον Max Steuer, εύπορο γιο μεταναστών από την Αυστρία, κατάφεραν να αθωωθούν υποστηρίζοντας ότι δεν γνώριζαν για το κλείδωμα των εξόδων φυγής ενώ πήραν από την ασφαλιστική εταιρεία 60,000 δολάρια για ζημίες.
Το 1913 ο Max Blanck, ο ένας εκ των συνεταίρων δολοφόνων, που συνέχιζε να είναι εργοστασιάρχης συνελήφθη για κλείδωμα πάλι των εργατών του νέου εργοστασίου του και το πρόστιμο που κλήθηκε να πληρώσει ήταν 20 δολάρια. Μπορεί η δικαιοσύνη να πούλησε και μεταθανάτια τα θύματα αυτού του μεγάλου εργατικού δυστυχήματος αλλά ο λαός έκανε λάβαρο το θάνατό τους και μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις ξεκίνησαν στην Νέα Υόρκη.
Τον Οκτώβριο του 1911 ιδρύθηκε και η Αμερικανική Ένωση Ασφάλειας Μηχανικών. Αυτή είχε ως μέλημα την επιθεώρηση στους χώρους εργασίας της ασφάλειας του ανθρώπινου δυναμικού. Ανάμεσα στους μάρτυρες θεατές εκείνου του ματωμένου Σαββάτου ήταν και ένα πρόσωπο. Ένα πρόσωπο που στιγματίστηκε τόσο από την εικόνα απόγνωσης του θανάτου των εργατών που άλλαξε, όταν ήρθε η ώρα, όλη την εργατική νομοθεσία της Αμερικής. Η Φράνσις Πέρκινς, η πρώτη γυναίκα Γραμματέας Εργασίας των ΗΠΑ. Μία γυναίκα που δεν ξέχασε τις γυναίκες που η ανάγκη της εργασίας τις έκανε μάρτυρες δουλείας εις το όνομα του κέρδους.