Νόμιζε πως τη γλύτωσε για τη δολοφονία της συζύγου του, αλλά τον ανακάλυψαν χάρη σε έναν δημοσιογράφο και τη ραδιοφωνική του εκπομπή.
Η Λινέτ Ντόσον από το Σίδνεϊ της Αυστραλίας, δολοφονήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1982, ή σε κάποια ημερομηνία κοντά σε αυτή, ενώ δεν έφυγε από το σπίτι της με τη δική της θέληση, όπως αποδέχθηκε το αυστραλιανό δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση σαράντα χρόνια μετά την εξαφάνισή της.
Το πτώμα της γυναίκας δεν βρέθηκε ποτέ αλλά δολοφόνος της αποδείχθηκε πως ήταν ο σύζυγός της, ένας Αυστραλός συνταξιούχος, σήμερα, δάσκαλος.
Δεκαετίες εικασιών κατέληξαν στην στοιχειοθέτηση των κατηγοριών που μετατράπηκαν σε καταδίκη του Κρίς Ντόσον.
Σε αυτό συνέβαλε ένα δημοφιλές podcast με θέμα το συγκεκριμένο έγκλημα που μέχρι πρότινος παρέμενε ανεξιχνίαστο.
Στον Ντόσον απαγγέλθηκαν για πρώτη φορά κατηγορίες το 2018 έπειτα από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο podcast του βραβευμένου Αυστραλού δημοσιογράφου Χέντλεϊ Τόμας με τίτλο “The Teacher’s Pet”.
Στο podcast, ο Τόμας έκανε μια λεπτομερή αναψηλάφηση της υπόθεσης αξιοποιώντας όλα τα διαθέσιμα στοιχεία. Η παρουσίασή του ήταν τόσο καλά δεμένη που εκτός από το τεράστιο ενδιαφέρον του κοινού, προκάλεσε το ενδιαφέρον και των δικαστικών αρχών, που αποφάσισαν να ανοίξουν εκ νέου τον φάκελο της έρευνας.
“Η Λιν και ο Κρις Ντόσον μοιάζουν να έχουν τον τέλειο γάμο. Εκείνος, αστέρι του ερασιτεχνικού ποδοσφαίρου και πολύ αγαπητός καθηγητής γυμνασίου. Εκείνη, μια αφοσιωμένη σύζυγος και μητέρα. Μοιράζονταν ένα όμορφο σπίτι πάνω από τις βόρειες παραλίες του Σίδνεϊ. Αλλά όταν η Λιν εξαφανίζεται, σκοτεινά μυστικά θάβονται. Δεν είναι παραμύθι, αλλά μια δυσώδης ιστορία δίδυμων αδερφών με νοσηρή σχέση, έφηβων εραστών φοιτητών και μιας πιθανής δολοφονίας. Ο Αυστραλός δημοσιογράφος Χέντλεϊ Τόμας σκάβει βαθιά σε μια υπόθεση που παραμένει ανεξιχνίαστη εδώ και 36 χρόνια, αποκαλύπτοντας νέα εντυπωσιακά στοιχεία”.
Ο 74χρονος Ντόσον αρνείται ότι σκότωσε τη σύζυγό του και εμμένει στον ισχυρισμό ότι η 33χρονη το 1982 Λινέτ, εγκατέλειψε τον ίδιο και τα δύο παιδιά τους “πιθανώς για να ενταχθεί σε κάποια θρησκευτική ομάδα”.
Κατά την έκδοση της ετυμηγορίας του δικαστηρίου, ο δικαστής Ίαν Χάρισον είπε ότι τα στοιχεία εναντίον του Ντόσον ήταν “πειστικά και αδιάσειστα”.
Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο Ντόσον είχε εμμονή με την έφηβη μπέιμπι σίτερ της οικογένειας, η οποία έγινε γνωστή ως JC για νομικούς λόγους προστασίας των προσωπικών της δεδομένων.
Ο Ντόσον, σύμφωνα με το δικαστήριο, την ήθελε ως “αντικαταστάτρια” της συζύγου του και καθώς έβλεπε ότι δυσκολευόταν να βάλει τέλος στον γάμο του, βυθιζόταν στην απελπισία.
“Το δικαστήριο είναι πεπεισμένο ότι η προοπτική να χάσει την νεαρή κοπέλα τον βύθιζε σε απελπισία που τελικά τον κυρίευσε ώστε αποφάσισε τελικά να σκοτώσει τη γυναίκα του”, αναφέρεται στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Νέας Νότιας Ουαλίας.
Ο αδελφός της Λινέτ ήταν κατηγορηματικός: “Αγαπούσε την οικογένειά της και δεν τους άφηνε ποτέ με δική της θέληση. Αντίθετα, η εμπιστοσύνη της προδόθηκε από τον άντρα που αγαπούσε”, δήλωσε στους δημοσιογράφους συναισθηματικά φορτισμένος, ο Γκρεγκ Σιμς.