Μία 17χρονη ακρωτηρίασε το πόδι της μετά από τροχαίο ατύχημα και περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, στην προσπάθειά της να συνεχίσει τη ζωή της σε νέες βάσεις.
«Ήμουν δεκαεπτά ετών, έπρεπε να πάρω μεγάλες αποφάσεις. Κάναμε τρεις μεγάλες επεμβάσεις για να σώσουμε το πόδι μου. Οι γιατροί ήθελαν να κάνουμε και τέταρτη, αλλά εγώ κουράστηκα και δεν άντεχα άλλο. Είπα φτάνει. Προτιμούσα να είμαι πιο λειτουργική, με προσθετικό πόδι, από το να έχω το δικό μου πόδι και να μην μπορώ να κάνω κάτι. Και έπρεπε να μάθω να περπατώ από την αρχή και να μάθω να κινούμαι χωρίς πόδια. Δεν μπορούσα να περιμένω να με ανεβάσουν και να με κατεβάσουν άλλοι. Έπρεπε να μάθω να κινούμαι με τα χέρια. Έκανα φυσιοθεραπείες και δυνάμωσα τα χέρια μου σε τέτοιο επίπεδο που δεν χρειαζόμουν κανένα να με βοηθήσει».
Λόγια που προκαλούν σοκ. Λόγια που προκαλούν έκπληξη. Λόγια που περιγράφουν την πραγματικότητα ενός δεκαεπτάχρονου κοριτσιού, για το οποίο μία στιγμή ήταν αρκετή για να της αλλάξει τη ζωή. Η Encarnita Ιωάννου από τη Λάρνακα, στα δεκαεπτά της χρόνια, όταν ήταν ακόμη μαθήτρια Λυκείου, βρέθηκε αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη πρόκληση. Κλήθηκε να πάρει αποφάσεις, που θα τη συνόδευαν για το υπόλοιπο της ζωής της. Ωρίμασε απότομα, μέτρησε τα υπέρ και τα κατά, συζήτησε με τους γονείς της και κατέληξε. Είπε το ναι στο να ακρωτηριάσουν το αριστερό της πόδι.
Τότε άρχισε το ταξίδι της. Έπρεπε να μάθει να περπατά από την αρχή. Έπρεπε να μάθει να ζει με ένα «ξένο αντικείμενο» στο πόδι της. Έπρεπε να μάθει να κινείται χωρίς τα πόδια της. Σήμερα, έντεκα χρόνια μετά, στα 28 της, δηλώνει σίγουρη για τον εαυτό της, δυνατή, χωρίς να αφήσει τον ακρωτηριασμό της να σταθεί εμπόδιο στα όνειρά της. «Είμαι παθιασμένος άνθρωπος και έχω γινάτι. Πράγματα που είχα και πριν το ατύχημα».
«Το ατύχημα έγινε τον Ιανουάριο του 2010. Ήμουν συνοδηγός και έγινε τροχαίο ατύχημα. Μεταφέρθηκα στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, αρχικά και μετά μεταφέρθηκα στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Θυμάμαι ότι ξύπνησα στην Εντατική του Νοσοκομείου Λευκωσίας. Ήταν περίεργο, μέχρι να αντιληφθώ τι έγινε, αλλά ήμουν ψύχραιμη. Όταν ξύπνησα, το πρώτο άτομο που είδα ήταν η μητέρα μου. Την ρώτησα τι έγινε, μου εξήγησε πού ήμουν και μου είπε ότι είχα τραυματίσει τα πόδια μου. Μου το είπε με τόσο ωραίο τρόπο, που αρχικά δεν αντιλήφθηκα και τόσο πολύ τη σοβαρότητα της κατάστασης. Μετά που πήγα Ισραήλ άρχισα να αντιλαμβάνομαι πόσο σοβαρή ήταν η κατάσταση.
Έμεινα στο Ισραήλ 1,5 χρόνο. Ήταν πολύ κουραστικό για την ψυχολογία μου, επειδή αρχικά μου είπαν ότι θα έμενα εκεί για δύο εβδομάδες και μετά θα επιστρέψω πίσω. Όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι τι γίνεται, ήθελα απεγνωσμένα να έρθω Κύπρο. Κουραζόμουν αρκετά, ήταν σχεδόν καθημερινές οι εγχειρήσεις. Καθημερινά νάρκωση, πόνοι, κούραση. Όμως, σε ένα στάδιο, κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου, ανακάλυψα ότι δεν μπορώ να κάνω πίσω. Είπα “προσπαθούμε να σώσουμε το πόδι. Βρες τρόπους να μην σε παίρνει από κάτω κανένας πόνος”. Βρήκα αυτούς τους τρόπους, για να είμαι καλά. Έκανα φιλίες με γιατρούς και νοσοκόμους, επειδή ήμουν συνέχεια σε ένα κρεβάτι. Έπρεπε να βρω τρόπους να ασχολούμαι με κάτι, να έχω να κάνω πράγματα, να μπορώ να ξεφεύγω από τον πόνο και από τις σκέψεις. Ήμουν και δεκαεπτά ετών, έπρεπε να πάρω και μεγάλες αποφάσεις. Ο καλύτερος τρόπος για να πάρεις μεγάλες αποφάσεις για σένα, είναι να ξεφεύγει το μυαλό σου όσο γίνεται, για να μπορείς να ζυγίζεις τα πράγματα, να υπάρχει ισορροπία. Χρειάστηκε να κάνω δεκαπέντε επεμβάσεις και δεν υπολογίζω τις ναρκώσεις, που γίνονταν σχεδόν καθημερινά και ήταν δεκαπεντάλεπτες για να καθαρίσουν την ανοιχτή πληγή, επειδή ήταν πολύς ο πόνος».
«Τα κόκαλα και στα δύο πόδια είχαν γίνει θρύψαλα. Στο δεξί πόδι κατάφεραν να τα συναρμολογήσουν, στο αριστερό πόδι, κατάφεραν να το κάνουν στο πάνω μέρος. Κατάφεραν να συναρμολογήσουν τα κόκαλα και στο κάτω μέρος, αλλά το πρόβλημα ήταν ότι δεν είχαν μύες από πάνω και μπορούσες να δεις τα κόκαλα, ήταν εκτεθειμένα. Μπορούσες να δεις τα πάντα και αυτό ήταν το επικίνδυνο επειδή έμενε ανοιχτό τόσο καιρό. Μπορούσε να πάθω μόλυνση, που να κατέληγε στην καρδία.
Έγιναν τρεις μεγάλες προσπάθειες για να σώσουμε το πόδι. Η πρώτη μεγάλη προσπάθεια ήταν αφαίρεση μυ από άλλο σημείο του σώματος. Δηλαδή, μου έβγαλαν μυ από την κοιλιακή χώρα, τον έβαλαν στο πόδι και απέτυχε, επειδή δεν τρεφόταν σωστά. Η δεύτερη μεγάλη προσπάθεια ήταν ότι έραψαν το ένα πόδι στο άλλο, για δέκα μέρες. Ήταν η χειρότερη εμπειρία. Λέγεται cross legs, μία παλιά μέθοδος. Ήταν πολύ άβολη εμπειρία. Να κάθεσαι σε ένα κρεβάτι, με τα δύο σου πόδια δεμένα και να μην μπορείς να κάνεις τίποτα. Μπάνιο έπρεπε να με κάνουν άλλοι, δεν μπορούσα να πάω τουαλέτα και με μετακινούσαν συνεχώς οι γιατροί και οι νοσοκόμοι. Δεν είχες κανένα έλεγχο στο σώμα σου. Η τρίτη μεγάλη προσπάθεια ήταν όταν μου αφαίρεσαν μυ από την ωμοπλάτη. Κι αυτό ήταν μία άσχημη εμπειρία και χρειάστηκε να νοσηλευτώ στην εντατική και έπρεπε να είμαι εμπύρετη συνεχώς, για να μπορεί να τραφεί ο μυς. Αλλά και πάλι απέτυχε».
«Οι γιατροί και οι γονείς μου, μου έλεγαν να κάνουμε ακόμη μία προσπάθεια, αλλά εγώ κουράστηκα. Είπα φτάνει. Το σκεφτόμουν και προηγουμένως, το είχα βάλει στο μυαλό μου καθ’ όλη τη διάρκεια που ήμουν Ισραήλ. Μου είχε πει ένας ορθοπεδικός ότι με το προσθετικό πόδι θα είμαι πιο λειτουργική, παρά να βάλουμε μυ στο πόδι μου. Θα χρειαζόμουν συνέχεια βοήθημα, είτε μπαστούνι είτε κάτι άλλο για να στηριζόμουν, επειδή δεν θα τρεφόταν τόσο καλά το πόδι. Μου είχε δώσει για παράδειγμα την κόρη του Paul McCartney, που είναι ακρωτηριασμένο το πόδι της και έκανε σκι. Το είχα ψάξει και στα δεκαεπτά μου, αυτό ήταν το δίλημμά μου, αν θα κόψω το πόδι μου ή όχι. Είχαν και οι γονείς μου αυτό το δίλημμα, το συζητήσαμε και πήρα την απόφαση. Το είπα στους γιατρούς μου ότι κουράστηκα και δεν αντέχω άλλο. Προτιμούσα να είμαι πιο λειτουργική, από το να έχω το δικό μου πόδι και να μην μπορώ να κάνω κάτι».
«Όταν μου αφαίρεσαν το πόδι, ήρθα στην Κύπρο για τρεις μήνες, επειδή έπρεπε να επουλωθούν οι πληγές του ακρωτηριασμού. Μετά επέστρεψα στο Ισραήλ, επειδή έπρεπε να μου βάλουν το προσθετικό πόδι και έπρεπε να μάθω να περπατώ από την αρχή. Έτσι ήταν. Βήμα-βήμα. Και πριν από αυτό, κατά τη διάρκεια των τριών μηνών που ήμουν Κύπρο έπρεπε να μάθω να κινούμαι χωρίς πόδια, αφού το σπίτι μου είχε σκάλες. Δεν μπορούσα να περιμένω να με ανεβάσουν και να με κατεβάσουν. Έπρεπε να μάθω να κινούμαι με τα χέρια. Έκανα φυσιοθεραπείες και δυνάμωσα τα χέρια μου σε τέτοιο επίπεδο που δεν χρειαζόμουν κανένα να με βοηθήσει να πάω στην τουαλέτα, να κάνω μπάνιο, να κατέβω τις σκάλες για να πάω στο αναπηρικό καροτσάκι και να πάω να πιάσω τις πατερίτσες, για να κινούμαι στο ένα πόδι. Έκανα τα πάντα. Στο πρώτο στάδιο της προσαρμογής, έμαθα ότι μπορείς να κινηθείς με ένα πόδι. Μετά έμαθα πως είναι να ζεις με ένα ξένο, αρχικά κομμάτι, πάνω στο κορμί σου και πώς λειτουργείς με αυτό το ξένο κομμάτι».
«Στο αρχικό στάδιο, πριν ακρωτηριαστεί το πόδι μου, έπεσα ψυχολογικά. Σκεφτόμουν πώς θα πορευτώ στη συνέχεια; Πώς θα πραγματοποιήσω τα όνειρα μου; Τι θα κάνω με το τραγούδι; Πώς θα πάω να σπουδάσω; Αυτές ήταν οι αρχικές μου μαύρες σκέψεις, αλλά αυτό διήρκησε πολύ λίγο. Στην συνέχεια σκέφτηκα ότι θα τα καταφέρω. Δεν άφησα τον ακρωτηριασμό να γίνει εμπόδιο για μένα. Μου έδωσε περισσότερη ώθηση, με πείσμωσε περισσότερο αυτό το πράγμα.
Ωρίμασα πολύ απότομα και γρήγορα, ενώ παράλληλα, αυτό δεν μου στέρησε πολλά πράγματα. Σίγουρα, το να μπεις σε τέτοια διαδικασία σε αυτή την ηλικία, να πάρεις αποφάσεις που δεν είναι για αυτή την ηλικία, σε ωριμάζει. Επίσης, αλλάζει ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα γύρω σου, τον πόνο, την αγάπη. Έπρεπε, επίσης, να μάθω ισραηλίτικα για να μπορώ να συνεννοηθώ με τους γιατρούς και τους νοσοκόμους. Με ωρίμασε και έμαθα πράγματα, τα οποία και 30 χρόνων να είσαι και 40 χρόνων να είσαι και 50, μπορεί να μην μάθεις ποτέ. Γι’ αυτό είμαι τυχερή, θεωρώ, μέσα σε όλη αυτή την ιστορία. Έμαθα τι είναι απλότητα. Και πάντα είμαι με το χαμόγελο».
«Η στήριξη της οικογένειας και των φίλων μου ήταν αρκετά σημαντική. Ήταν ό,τι χρειαζόμουν. Η αγάπη αυτών των ανθρώπων ήταν αυτό που έδινε δύναμη. Ως χαρακτήρας είμαι δυνατός άνθρωπος, αλλά αν δεν είχα αυτούς τους ανθρώπους δίπλα μου, δεν θα ήταν το αποτέλεσμα το ίδιο. Κουραζόμουν κι εγώ, αλλά κουράζονταν και οι γονείς μου. Χειρότερα από εμένα. Είναι πολύ δύσκολο να βλέπεις το παιδί σου στο νοσοκομείο, να το ακούς να πονά και να υποφέρει. Γι’ αυτό λέω ότι θεωρώ ότι είμαι πλούσια, επειδή με έμαθαν τι είναι η αγάπη. Θεωρώ ότι είμαι πολύ πλούσιος άνθρωπος γι’ αυτό το λόγο και τους ευχαριστώ πάρα πολύ. Θα πονούσα περισσότερο αν δεν είχα κάποιο δίπλα μου, από τους ανθρώπους που αγαπώ».
«Πολλές φορές δέχθηκα αδιάκριτα βλέμματα, ειδικά στις αρχές, όταν επέστρεψα στην Κύπρο. Το πρώτο μου προσθετικό πόδι το έκανα να φαίνεται οπτικά ακριβώς το ίδιο με το δεξί πόδι μου. Φαινόταν ότι είχα πρόβλημα στο περπάτημα. Κανένας δεν καταλάβαινε ότι είχα προσθετικό πόδι και με έβλεπαν για τον τρόπο που περπατούσα. Στην αρχή πίστευα ότι αισθητικά και οπτικά, έπρεπε να είναι το ίδιο με το άλλο πόδι και να μάθω να περπατώ σωστά. Να το καλύπτω. Και επειδή δεν φαινόταν ότι είναι προσθετικό πόδι, όταν πήγαινα για καφέ, με ρωτούσαν τι έπαθα και περπατούσα με αυτό τον τρόπο. Τους εξηγούσα από την αρχή την ιστορία μου. Μετά σκέφτηκα ότι αυτό είμαι και ότι το χειριζόμουν λάθος αρχικά. Με το να φαίνεται ότι είναι προσθετικό πόδι, μόνο σίδερα, ήταν πιο λειτουργικό από το να το καλύψω με το σφουγγάρι και μετά σιλικόνες από πάνω. Ήταν και περισσότερο βάρος. Επίσης, έτσι δεν θα χρειαστεί να δικαιολογηθώ και να εξηγήσω σε κάποιον ποια και πώς είμαι. Ότι αυτό είναι το φυσιολογικό για μένα.
Στην Κύπρο δεν έχει πολλούς με ακρωτηριασμένα πόδια, αλλά είναι καλό να μάθει η κοινωνία ότι υπάρχει και αυτό το πράγμα και δεν είναι κάτι παράξενο, αφύσικο. Είναι ένα επιπρόσθετο μέλος που μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να κάνει ό,τι κάνει ένας αρτιμελής. Όταν έκανα αυτό το βήμα με το πόδι, ένιωσα πλήρη αυτοπεποίθηση και έφτασα σε σημείο που πολύ σπάνια θα γυρίσει άνθρωπος πάνω μου και να σχολιάσει. Αντιλήφθηκα ότι όταν είσαι σίγουρος γι’ αυτό που είσαι, δεν φαίνεται παράξενο στους άλλους, ξεχνούν οι άνθρωποι γύρω μου ότι έχω προσθετικό πόδι. Τα μόνα άτομα που θα δω σήμερα να παραξενευτούν με εμένα, είναι τα μικρά παιδιά, που είναι φυσιολογικό να παραξενευτούν».
«Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα που είναι καθηλωμένα σε τροχοκάθισμα είναι κυρίως στην προσβασιμότητα. Αν θέλει κάποιος να πάει για ένα καφέ, για ένα ποτό, έχει πρόβλημα στο χώρο στάθμευσης, επειδή είναι και λίγες οι θέσεις, αλλά υπάρχουν και ασυνείδητοι που παρκάρουν εκεί. Επίσης, υπάρχουν κακοφτιαγμένα πεζοδρόμια, που μπορεί και εμένα να με δυσκολεύουν, πλατείες στενές, τραπεζάκια και καρέκλες σε πεζοδρόμιο, που ένας άνθρωπος με τροχοκάθισμα δεν θα έχει χώρο να κινηθεί και θα αναγκαστεί να βγει στον δρόμο. Υπάρχουν διάφορα προβλήματα. Εγώ δεν θα το αφήσω έτσι, θα προσπαθήσω να βρω λύσεις. Θα βρω τρόπο να προχωρήσω μπροστά».
«Δεν έχω χάσει ευκαιρίες, ούτε στη δουλειά, ούτε σε οτιδήποτε άλλο. Αντιθέτως, μου έγιναν πολλές προτάσεις για άλλα πράγματα. Ο ακρωτηριασμός μου είναι περισσότερα πλεονεκτήματα, παρά μειονεκτήματα. Μου έγινε πρόταση να συμμετέχω στους Παρολυμπιακούς, για παράδειγμα. Αυτό είναι λόγω του ότι νιώθω σιγουριά. Πραγματοποιώ το όνειρό μου, που είναι η μουσική».
«Το μήνυμα που θέλω να στείλω είναι να μην απελπίζεται ο κόσμος, να προσπαθεί να βρίσκει δύναμη, είτε από τους ανθρώπους δίπλα του, είτε από τον εαυτό του, είτε από την τέχνη και να ξεπερνά οποιοδήποτε πρόβλημα. Να προσπαθούμε να μην απελπιζόμαστε. Να προσπαθούμε να σκεφτόμαστε τα επόμενα μας βήματα, με καθαρό μυαλό».