Ο Γάλλος ηθοποιός Αλέν Ντελόν, που γεννήθηκε στις 8 Νοεμβρίου 1935, πέθανε σήμερα στις 18 Αυγούστου σε ηλικία 88 ετών. Η αγγελική ομορφιά του και η παρουσία του έφεραν επανάσταση στον κινηματογράφο στις ταινίες των Clément, Melville και Visconti.
Πέθανε ο Αλέν Ντελόν σε ηλικία 88 ετών
Η ανακοίνωση της οικογένειάς του αναφέρει: «Ο Alain Fabien, η Anouchka, ο Anthony και (ο σκύλος του) Loubo, με βαθιά θλίψη ανακοινώνουν τον θάνατο του πατέρα τους. Έφυγε ειρηνικά από τη ζωή στο σπίτι του στο Douchy, περιτριγυρισμένος από τα τρία του παιδιά και την οικογένειά του. Η οικογένειά του σας ζητά να σεβαστείτε την ιδιωτική του ζωή σε αυτή την εξαιρετικά οδυνηρή στιγμή του πένθους».
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είχε προετοιμαστεί γι’ αυτό. Ο Alain Delon είχε πεθάνει τόσες πολλές φορές στην οθόνη που πρέπει να του φάνηκε σαν μια τελευταία ευκαιρία. Ο Θεός, που είναι κακός σεναριογράφος, είπε: «Στοπ! Ο Ντελόν δεν σηκώθηκε. Δεν θα οδηγήσει πλέον το κέτς στο Plein soleil. Δεν θα πνίξει πια τον Maurice Ronet στο La Piscine. Δεν θα καταρρεύσει πια μπροστά στα μάτια της Cathy Rosier σε ένα νυχτερινό κέντρο που διευθύνει ο Jean-Pierre Melville. Σήμερα, είναι απαλλαγμένος από τον πόλεμο που διεξάγεται από τα παιδιά του, τον Anthony, τον Alain-Fabien και την Anouchka, τα οποία ξεδίπλωσαν τη διαμάχη τους σε ένα δραματικό δικαστικό μελόδραμα στα μέσα ενημέρωσης, ανάξιο του σταρ που ήταν ο πατέρας τους.
Μπορείς να καταλάβεις ότι είσαι κινηματογραφόφιλος όταν βλέπεις το Fort Boyard όχι ως τηλεπαιχνίδι, αλλά ως το τέλος του Les Aventuriers, όταν ο Ντελόν εξέπνευσε στην αγκαλιά του Λίνο Βεντούρα. Αυτές είναι εικόνες που δεν μπορούν να ξεχαστούν. Είναι εικόνες του Αλέν Ντελόν. Η αυστηρότητά του ήταν θρυλική. Δεν χρειαζόταν μακροσκελείς λογομαχίες για να εκφράσει την αγωνία του Monsieur Klein (1976), ένα εγχείρημα που δεν θα έβλεπε ποτέ το φως της ημέρας χωρίς τη βοήθειά του. Ήταν ο L’Homme pressé του Morand μπροστά στην κάμερα του Molinaro. Ο τίτλος του ταίριαζε πολύ. Η ζωή σίγουρα δεν προχωρούσε αρκετά γρήγορα για τα γούστα του. Ο Ντελόν ήταν το ένα αριστούργημα μετά το άλλο, σαγηνεύοντας ιδιοφυείς σκηνοθέτες. Τους παρομοίαζε με τους μαέστρους και αποκαλούσε τον εαυτό του πρώτο βιολί τους.
Ο τελευταίος μεγάλος
Ποιος άλλος μπορεί να απαριθμήσει στο βιογραφικό του τους Clément, Antonioni, Visconti, Losey και Melville; Αυτός ήταν ο Swann, ο Zorro και ο Chaban-Delmas. Έβαλε ένα τσεκούρι πάγου στο λαιμό του Τρόσκι και κατέκτησε τη Ρώμη. Έπαιξε τον Σιμενόν και δούλεψε για τον Γκοντάρ στα τέλη της καριέρας του, αφού απέφυγε τη nouvelle vague. Καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του, τον συνέκριναν με το alter ego του Jean-Paul Belmondo. Οι δύο τους συγκρούστηκαν στο Borsalino (1970) και συναντήθηκαν ξανά στο Μία στις δύο ευκαιρίες (1998). Είχαν σηκώσει τον γαλλικό κινηματογράφο στους ώμους τους. Στο τέλος, κουράστηκαν από το έργο τους. Ο Ντελόν άντεξε απέναντι στον Γκαμπέν και τον Βεντούρα, δύο κολοσσούς. Ο θαυμασμός του ήταν για τον Τζον Γκάρφιλντ.
Μετά από λίγο, ένιωσε λίγο μόνος. Οι μπάτσοι και οι κακοποιοί έχαναν τη γοητεία τους. Οι άνθρωποι που σεβόταν εξαφανίζονταν ο ένας μετά τον άλλο. Όπως και ο Κλιντ Ίστγουντ, πέρασε στη σκηνοθεσία. Δεν λυπήθηκε τον εαυτό του και δεν του άρεσε να τον γκρεμίζουν σε κοντινό πλάνο. Αυτός ο μοναχικός άνθρωπος καλλιεργούσε τη φιλία. Από την άλλη πλευρά, οι διαφωνίες του δεν ήταν προσποιητές. Στη σκηνή, ο θυμός του αντηχούσε σαν κεραυνός σε καθεδρικό ναό. Σε ένα δωμάτιο, έμπαινε σαν πλήθος. Η παρουσία που είχε. Ένα τέτοιο φαινόμενο δεν θα ξανασυμβεί ποτέ.
Αλέν Ντελόν: Ο παγκόσμιος ζεν πρεμιέ, οι γυναίκες της ζωής του και οι απώλειες που τον οδήγησαν στην απομόνωση
Η ζωή του Ντελόν είναι μια από εκείνες τις εντελώς συναρπαστικές διαδοχές μυθιστορηματικών συμβάντων που η σημερινή πολιτική ορθότητα έχει εξανεμίσει. Ο Ντελόν, πριν τα 30, ήταν μεγαλοπαραγωγός, είχε πάει τέσσερα χρόνια στρατιώτης, είχε αποβληθεί απ΄ όλα του τα σχολεία, είχε πολεμήσει σαν πεζοναύτης, είχε κάνει και δέκα δουλειές, είχε έναν ερωτικό δεσμό που παραμύθιαζε όλη την Ευρώπη (με την Ρόμυ Σνάιντερ), είχε δηλώσει Γκωλικός και ακροδεξιός (σήμερα θα είχε ξεχάσει την επαγγελματική του καριέρα, τότε ο μαρξιστής Λόουζι δεν είχε κανένα θέμα να τον θέλει πρωταγωνιστή του) ε, και είχε κάνει (δύο) Βισκόντι, Αντονιόνι, Κλεμάν και πάει λέγοντας.
Η Brigitte Bardot τον χαρακτήρισε θηρίο προς εξαφάνιση
«Ο Alain Delon είναι ένα υπέροχο θηρίο, ένα από αυτά που βρίσκονται υπό εξαφάνιση. Το χαμόγελό του σαρκοβόρο και γήινο, όπως και το διαπεραστικό μπλε του βλέμματός του, μαγεύει και σαγηνεύει…»
Η επαγγελματική πορεία του Alain Delon
Η επίσημη εμφάνιση του Ντελόν στα κινηματογραφικά πράγματα γίνεται με το «Γυμνοί στον Ήλιο» του Ρενέ Κλεμάν, κλασσική μεταφορά του «Ταλαντούχου Κου Ρίπλεϊ» της Χάισμιθ (που φημολογείται πως ήταν λάτρης της ανάγνωσης Ντελόν στο ρόλο του Ρίπλεϊ), ενώ την επόμενη χρονιά ο Βισκόντι τον κάνει Ρόκκο στο νεορεαλιστικό αριστούργημα ο «Ρόκκο και Τ’ Αδέλφια του». Την επόμενη χρονιά παίζει στο θέατρο με την Ρόμυ Σνάιντερ ένα θεατρικό σε κείμενο του Τζον Φορντ (Άγγλου θεατρογράφου, όχι του σκηνοθέτη), το «‘Tis a Pity She Was a Whore» (αναφέρεται και ο Μπάουϊ στο κύκνειο άσμα του, είναι και ταινία του ’71 με την Σαρλότ Ράμπλινγκ!), ενώ το ’63 βρίσκεται βέβαια στον υπερμεγέθη «Γατόπαρδο».
Ο Ντελόν ένα πράγμα δεν κατάφερε ποτέ, την απήχηση στην Αμερική. Ήταν τεράστιος σταρ σχεδόν παντού (ακόμα και στην Ιαπωνία!), ποτέ όμως δεν απέκτησε γκελ στην Αμερική. Ωστόσο, στην δεκαετία του ’60 και ’70, εν μέσω της «Έκλειψης» του Αντονιόνι, ξιφομαχικών περιπετειών («Η Μαύρη Τουλίπα»), που χαρίζουν μια άγνωστη σήμερα αλλά θαυμάσια, ραφιναρισμένη ελαφρότητα στην λαϊκή παραγωγή του ευρωπαϊκού ’60 και μιας πρώτης επαφής με το crime και τον Ζαν Γκαμπέν (στο τέλειο «Mélodie en sous-sol» – «Ληστεία στο Μόντε Κάρλο» εδώ), ο Ντελόν έκανε και μια «Κίτρινη Ρόλς Ρόις», έκανε και συνεργασίες με την MGM, όμως τα έργα δεν απέφεραν ποτέ την πολυπόθητη υπερατλαντική δημοτικότητα.
Στη «Ληστεία στο Μόντε Κάρλο», ο 28χρονος Ντελόν, αντί αμοιβής, αγόρασε τα δικαιώματα διανομής της ταινίας σε κάποιες χώρες του κόσμου. Καταλήγοντας να πάρει στο τέλος κάπου δέκα φορές περισσότερα από τον θρυλικό τότε Γκαμπέν, η κίνηση έμεινε γνωστή ως η «Μέθοδος Ντελόν» – αν και η παραγωγή σκλήρυνε πολύ έκτοτε και το φαινόμενο αντικαταστάθηκε, για τους σταρ, με το μερίδιο από τις εισπράξεις.
Μια αγγλόφωνη ταινία που έκανε κάποιον πάταγο, κυρίως στην Μεγάλη Βρετανία, λόγω της εποχής των λουλουδιών ίσως, ήταν το «Κορίτσι με τη Μοτοσικλέτα», όπου ο Ντελόν συμπρωταγωνιστούσε με την ανθηρή Μαριάν Φέιθφουλ. Την προηγούμενη χρονιά, το 1967, ο Ντελόν βρέθηκε στον δρόμο του Μελβίλ, ο «Δολοφόνος [βρήκε το] Αγγελικό του Πρόσωπο», η φημολογία που τον ήθελε να έχει διασυνδέσεις με τον υπόκοσμο και την κορσικανική Μαφία έδιναν κι έπαιρναν (ο Μελβίλ βέβαια τους ήξερε όλους, αλλά ποιος ασχολούνταν;) κι έτσι όταν το ’68 ο σωματοφύλακάς του βρέθηκε σ’ έναν κάδο σκουπιδιών, ξέσπασε ένα σκάνδαλο μεγέθους αρκετού ώστε να μπλέξει και τον μελλοντικό Πρόεδρο της Γαλλίας Πομπιντού και την σύζυγό του και τον Ντελόν σε μια υπόθεση υποτιθέμενων οργίων, απρεπών φωτογραφιών και εμπλοκής ενός Φρανσουά Μαρκαντονί που τύγχανε και αρχηγός της Μαφία των κορσικανών.
Απτόητος ο Ντελόν διάγει τα καλύτερά του χρόνια, χωρίζει και τη Ναταλί Ντελόν (που ακολούθησε, επίσημα πάντα, την Ρόμυ), αρχίζει έναν πολυετή δεσμό με την Μιρείγ Νταρκ, παίζει στην «Πισίνα» μαζί με τη Σνάιντερ, παίζει στο αξέχαστο «Αντίο Φίλε» μαζί με τον Μπρόνσον (και τον κάνει διεθνή σταρ), είναι μαζί με την Μπαρντό στο κομμάτι του Μαλ στο έξοχο σπονδυλωτό τρόμου «Ιστορίες Μυστηρίου» (Φελίνι, Βαντίμ τις άλλες δύο), παίζει στην «Συμμορία των Σικελών» με Βεντούρα και Γκαμπέν, είναι φυσικά στον μεθυστικό «Κόκκινο Κύκλο» του Μελβίλ δίπλα στον Μοντάν, τον Βολοντέ και τον Μπουρβίλ, συναντά και τον Μπελμοντό στο μυθικό «Μπορσαλίνο».
Στην δεκαετία του ’70 αγκιστρώνεται στο αστυνομικό φιλμ, που ανήγαγε σε προσωποπαγή λαϊκή καλλιτεχνία, κάνει όμως και εντελώς απρόσμενα έργα, πέρα από το προφίλ του λιγόλογου macho της νιοστής γοητείας.
Ένα από αυτά είναι ο «Κύριος Κλάιν» (1976) του Λόουζι -είχαν συνεργαστεί και στην «Δολοφονία του Τρότσκι» τέσσερα χρόνια πριν. Υπάρχουν όμως τόσα πολλά: Το κύκνειο άσμα του Μελβίλ στο ρομποτικό και σπαρακτικό μαζί «Un Flic» του ’72, μια σπουδαία, άγνωστη ερμηνεία στο «Καυτό Καλοκαίρι» του Ζουρλίνι την ίδια χρονιά, το «Αίμα στο Χιόνι» με την Σινιορέ την επόμενη χρονιά, ένα τρομερό αστυνομικό διαδικασίας μαζί με τον Τρεντινιάν το «Un Flic Story», ένα που ο υπογράφων αγαπά ιδιαίτερα και στην Ελλάδα βγήκε με κλασσικό ντελονικό τίτλο ως «Ωραίος, Σκληρός κι Αδίστακτος» (μπούρδες, το «Mort d’un pourri» είναι άλλη ταινία κι έχει κι ένα καταπληκτικό σάουντρακ του Φιλίπ Σαρντ) ακόμα και μια τελευταία συνάντηση με τον Γκαμπέν στο «Δυο Ξένοι στην Ίδια Πόλη» του Ζιοβανί – ενός καλλιτέχνη που οφείλεις να ανακαλύψεις αν είσαι λάτρης του αστυνομικού φιλμ.
Στο ’80 οι επιχειρήσεις αποτελούν ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος του Ντελόν, ο εαυτός του είναι ξεκάθαρα μέρος αυτών, οπότε και στερεοποιείται το policier προφίλ, χάνονται όμως οι τολμηρότητες και η μεγάλη δημοτικότητα, ένα τέταρτο του αιώνα μετά, αρχίζει να ξεθωριάζει. Από την εποχή αυτή το μοναδικό πραγματικό ερμηνευτικό τόλμημα είναι το «Notre Histoire» του Μπλιέ, όπου ένας κομματιασμένος αισθηματικά Ντελόν (μπορεί κι από τον χαμό της Ρόμυ δυο χρόνια πριν, λένε οι κουτσομπόληδες) παίζει εντελώς κόντρα στον κινηματογραφικό του χαρακτήρα και παίρνει (αρέσουν στους κριτικούς αυτά…) το μοναδικό ερμηνευτικό βραβείο που πήρε ποτέ, ένα Σεζάρ ερμηνείας.