Με μία επιστολή ένας δημοσιογράφος του The TOC εξέφρασε στη Μαργαρίτα Θεοδωράκη τη δυσαρέσκειά του σχετικά με τον τόπο ταφής του. Η επιστολή αρχικά μνημονεύει τον αξέχαστο Μίκη Θεοδωράκη και στη συνέχεια προβαίνει στην ανάλυση του θέματος της επιλογής του τόπου ταφής.
Αγαπητή κυρία Μαργαρίτα Θεοδωράκη
Δεν σας γνωρίζω αλλά νιώθω την ανάγκη να σας μιλήσω. Ούτε τον πατέρα σας γνώρισα ποτέ. Δεν είχα την τύχη που είχαν άλλοι συνάδελφοί μου, να μιλήσουν μαζί του, να μάθουν από εκείνον, να απολαύσουν τις διηγήσεις του.
Πολλές φορές σας ομολογώ, “θύμωσα” μαζί του. Αλλά ποτέ στ΄αλήθεια. Ακόμα και όταν διαφωνούσα με όσα έλεγε ή έκανε, διαπίστωνα πολύ σύντομα ότι “συγχωρούσα” τον πατέρα σας. Γιατί ήξερα ότι όσα έλεγε, όσα πίστευε, ακόμα και για εκείνα που διαφωνούσα, έκρυβαν μια μεγάλη αγάπη για την πατρίδα. Κατά βάθος μου άρεσε που δεν δίσταζε να μας θυμώσει, για να υπερασπιστεί αυτά που πίστευε.
Νομίζω ότι για όλους εμάς που δεν συμφωνούσαμε πάντα με όσα υποστήριζε ο πατέρας σας, το έγραψε πολύ καλά ένας συνάδελφός μου, στα εκατοντάδες σημειώματα αποχαιρετισμού που γράφτηκαν τα τελευταία 24ωρα. “Αναμφσβήτητα χαρισματικός και γοητευτικός άνθρωπος, είχε έναν εγωισμό που μπορούσε να τον κάνει αφόρητο” έγραψε ο Στέφανος Κασιμάτης στα Νέα χθες. “Αλλά αυτός ο εγωισμός ήταν και η ζωτική δύναμη της δημιουργικότητάς του. Ο Θεοδωράκης πήγαινε όλος μαζί. Μουσική και προσωπικότητα στο ίδιο πακέτο. Δεν μπορούσες να διαλέξεις το ένα ή το άλλο”.
Δεν τον γνώρισα ποτέ τον πατέρα σας αλλά μεγάλωσα μαζί του όπως και εκατομμύρια Ελληνες. Νιώθω τον ίδιο και τα τραγούδια του σαν μια οικογενειακή υπόθεση. Θυμάμαι τον πατέρα μου να ακούει Μίκη στη δικτατορία και είναι αυτά τα τραγούδια που μου έχουν μείνει.
Δεν τον γνώρισα ποτέ προσωπικά αλλά ήμουν κι εγώ εκεί στις μεγάλες συναυλίες μετά την πτώση της χούντας, αλλά και στη συναυλία στον Λυκαβητό το 1977. Φαντάζομαι έτσι θυμούνται όλοι τον Μίκη. Ο καθένας έχει και έναν δίσκο, ένα τραγούδι ή μια συναυλία που έχει κρατήσει, για τους δικούς του λόγους, σαν την προσωπική του ανάμνηση.
Ξαναδιαβάζοντας τις τελευταίες ώρες τη ζωή του, τους αγώνες του, νιώθω και μια ευγνωμοσύνη για όσα έκανε για μάς. Ειδικά την περίοδο της χούντας.
Ενας φίλος μου μου έστειλε μήνυμα προχθές, την ημέρα του θανάτου του πατέρα σας, ότι νιώθει σαν να κηδεύει ξανά τον δικό του πατέρα. Θυμήθηκε τον δικό του πατέρα που άκουγε στο ραδιόφωνο, σε χαμηλή ένταση λόγω χούντας, τα τραγούδια του, στους ξένους σταθμούς. Υποθέτω στην DW. Κι εγώ θυμάμαι αυτές τις ώρες τον πατέρα μου, με αφορμή τη δική σας απώλεια.
Τίποτα από όλα αυτά που σας γράφω δεν είναι πρωτότυπα. Ετσι νιώθουν όλοι οι Ελληνες. Χάσαμε κάποιον από τη δική μας οικογένεια.
Αφού σας έγραψα όλα αυτά, νιώθω την ανάγκη να σας πω ότι βρίσκω όλη αυτή την ιστορία με τον τόπο ταφής του πατέρα σας πολύ δυσάρεστη. Πολύ ενοχλητική. Δεν του αξίζει αυτή η ιστορία. Δεν ξέρω τι σας κάνει να θέλετε να τον θάψετε στο Βραχάτι, αντί για τον Γαλατά Χανίων. Υποθέτω θα έχετε τους λόγους σας.
Διάβασα όμως μια συνέντευξη που είχε δώσει ο πατέρα σας για τους λόγους που εκείνος ήθελε να θαφτεί στον Γαλατά και συγκινήθηκα. Οπως έλεγε, θέλει να είναι κοντά στους γονείς του και τον αδελφό του. Πρόσθετε ότι καθώς μεγαλώνει του λείπουν πολύ, οι γονείς του και ο αδελφός του. Συγκλονίστηκα σας ομολογώ, που τόσα χρόνια μετά, ομολογούσε ότι του έλειπαν οι γονείς του.
Διάβασα και τα όσα έλεγε για τον αδελφό του και την ποίηση που έγραφε κρυφά στα νιάτα τους, γιατί στην Κρήτη τότε δεν θεωρείτο σοβαρό για άνδρα να γράφει ποίηση και ένιωσαν ότι κατάλαβα καλύτερα τον δεσμό του με τον αδελφό του Γιάννη. Πώς το έλεγε να δείτε…Οτι “πήγαινε να κόψει ντομάτες και έβρισκε τους στίχους του αδελφού του, γιατί τα πέταγε τα ποιήματά του, για να μην τα βρει κανείς”.
Δεν ξέρω, επαναλαμβάνω, τους λόγους που θέλετε να γίνει η ταφή του στο Βραχάτι. Αλλά νιώθω την ανάγκη να σας πω ότι δεν του αξίζει αυτή η ιστορία. Δεν του αξίζει του Μίκη Θεοδωράκη όλο αυτό το κουτσομπολιό για το Βραχάτι και τον Γαλατά, ούτε του αξίζει να αποφασίσουν τα δικαστήρια για την τελευταία του επιθυμία.
Γι αυτό θέλω να σας κάνω μια έκκληση. Σας παρακαλώ, προστατεύστε τη μνήμη του πατέρα σας. Δεν του αξίζει αυτό. Τίποτα άλλο…
Ενας δημοσιογράφος του TheTOC
Η επιστολή ολοκληρώνεται με την υπογραφή του αποστολέα ως ένας δημοσιογράφος από το TheTOC.
Πηγή: thetoc.gr