Η σύγκρουση στον τομέα του ηλεκτρονικού λιανεμπορίου ρούχων κλιμακώνεται μεταξύ των κυριότερων παικτών της αγοράς: της σουηδικής H&M, της ισπανικής ΖARA και της κινεζικής πλατφόρμας SHEIN.
Ο σουηδικός κολοσσός H&M προσπαθεί να ανακτήσει το χαμένο έδαφος απέναντι στον κινεζικό γίγαντα SHEIN, ο οποίος έχει κατακτήσει το ηλεκτρονικό εμπόριο ρούχων με γρήγορες και οικονομικές παραδόσεις. Στο τελευταίο επεισόδιο αυτού του εμπορικού “πολέμου”, η H&M ανακοινώνει την υιοθέτηση πιο γρήγορων διαδικασιών για το λανσάρισμα νέων προϊόντων. Από εδώ και στο εξής, η εταιρεία σκοπεύει να φέρνει τα νέα προϊόντα στις αγορές μόλις έξι εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση του σχεδιασμού, σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο που απαιτούνταν αρκετοί μήνες.
Στρατηγικές συνεργασίες και νέα παραγωγή
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, η H&M έχει συνάψει νέες συνεργασίες με εργοστάσια στην Τουρκία και την Κεντρική Αμερική, εξασφαλίζοντας ταχύτερη παραγωγή και μικρότερους χρόνους μεταφοράς για τις αγορές στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Η στρατηγική αυτή διαφοροποιείται από την προηγούμενη τακτική της H&M, η οποία στηριζόταν κυρίως σε εργοστάσια στην Ασία για την παραγωγή των προϊόντων της.
Ταυτόχρονα, η H&M επιδιώκει να ξεχωρίσει από τον έντονο ανταγωνισμό με premium καταστήματα, πιο μοντέρνα ρούχα και πιο βιώσιμη παραγωγή, προσφέροντας παράλληλα δίκαιες τιμές στους πελάτες της. Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας, Ντανιέλ Έρβερ, η στρατηγική αυτή είναι κρίσιμη για το μέλλον της H&M: «Αυτή τη στιγμή, είναι σημαντικό να επικεντρωθούμε ακόμη πιο φιλόδοξα στα δυνατά μας σημεία».
Μετά από δέκα μήνες στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου, ο Έρβερ δηλώνει για πρώτη φορά σε γερμανικά μέσα ενημέρωσης, εξηγώντας τις στρατηγικές κινήσεις της εταιρείας απέναντι στην αυξανόμενη δύναμη της SHEIN και των άλλων μεγάλων ανταγωνιστών του τομέα.
Για χρόνια, η H&M ήταν η αδιαμφισβήτητη ηγέτιδα της μόδας, χάρη στην ικανότητά της να ακολουθεί τις τάσεις και να προσφέρει προϊόντα σε προσιτές τιμές για τις μάζες. Ωστόσο, η κατάσταση έχει αλλάξει δραματικά, καθώς νέοι παίκτες κερδίζουν γρήγορα έδαφος και πιέζουν τον σουηδικό κολοσσό από πολλές πλευρές.
Ανταγωνισμός από την Shein και τη Zara
Οι προμηθευτές χαμηλού κόστους, όπως η κινεζική πλατφόρμα Shein, έχουν καταφέρει να κερδίσουν σημαντικό μερίδιο στην αγορά, χάρη στην ικανότητά τους να εντοπίζουν τις τάσεις του διαδικτύου και να λανσάρουν νέα προϊόντα με ασύλληπτη ταχύτητα. Η Shein έχει εξελιχθεί στη μεγαλύτερη εταιρεία μόδας, με κύκλο εργασιών που εκτιμάται στα 45 δισ. δολάρια (42,8 δισ. ευρώ), ενώ οι χρήστες της έχουν αυξηθεί από λιγότερους από 3 εκατομμύρια το 2017 σε σχεδόν 90 εκατομμύρια σήμερα.
Ταυτόχρονα, η H&M ξεπεράστηκε από την ισπανική Zara κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με την τελευταία να καταγράφει πωλήσεις άνω των 26 δισ. ευρώ σήμερα, ενώ οι πωλήσεις της H&M παραμένουν σταθερές κάτω από τα 21 δισ. ευρώ. Η Zara είναι επίσης πιο κερδοφόρα, με περιθώριο κέρδους 20%, σε αντίθεση με το 7,3% της H&M.
Πίεση από την οικονομική κατάσταση και τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες
Όπως και οι υπόλοιπες εταιρείες στον κλάδο της μόδας, η H&M αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις του πληθωρισμού και την τάση των καταναλωτών να μειώνουν τις αγορές τους στη μόδα. Σύμφωνα με τον συνεργάτη της McKinsey και ειδικό σε θέματα μόδας, Felix Rölkens, αναμένεται μόνο περιορισμένη ανάπτυξη στην κατηγορία της μόδας που βρίσκεται κάτω από την πολυτελή, ακόμα και το επόμενο έτος.
Η στρατηγική της H&M και οι προκλήσεις της αγοράς
Η H&M βρίσκεται σε δίλημμα, καθώς προσπαθεί να επαναφέρει την ανάπτυξή της μέσα σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο τομέα με εντεινόμενο ανταγωνισμό από εταιρείες που προσφέρουν γρήγορη και οικονομική μόδα. Ενώ οι αλλαγές στις στρατηγικές της, όπως η ενίσχυση των συνεργασιών με εργοστάσια κοντά στις κύριες αγορές της και οι νέες πρωτοβουλίες για πιο βιώσιμη παραγωγή, ενδέχεται να προσφέρουν κάποια λύση, παραμένει αβέβαιο αν αυτές οι κινήσεις θα είναι αρκετές για να ανατρέψουν την πορεία της εταιρείας σε σχέση με τις νεότερες και πιο ευέλικτες ανταγωνίστριες.
Η Morgan Stanley έχει επισημάνει ότι η H&M είναι μία από τις εταιρείες που πλήττονται περισσότερο από την άνοδο της Shein στον κόσμο της μόδας. Η κυριότερη αιτία είναι η ψηφιοποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας της Shein, η οποία επιτρέπει στην κινεζική πλατφόρμα να μειώσει τον χρόνο από το σχέδιο ενός προϊόντος μέχρι την άφιξή του στον πελάτη σε μόλις λίγες εβδομάδες. Αντίθετα, η παραδοσιακή διαδικασία στη βιομηχανία μόδας απαιτεί έξι έως δώδεκα μήνες για την ολοκλήρωση του κύκλου παραγωγής.
Κριτική από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της H&M
Ο Ντανιέλ Έρβερ, διευθύνων σύμβουλος της H&M, εκφράζει την ανησυχία του για τις άνισες συνθήκες ανταγωνισμού. Ειδικότερα, αναφέρει ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες μόδας, όπως η H&M, υπόκεινται σε αυστηρούς κανονισμούς σχετικά με τη βιωσιμότητα και τη φορολογία, οι οποίοι, ενώ προορίζονται για τον εκσυγχρονισμό του κλάδου, καθιστούν πιο δύσκολο για αυτές να ανταγωνιστούν τις εταιρείες από την Ασία.
Η Shein ακολουθεί μια στρατηγική όπου τα προϊόντα αποστέλλονται αεροπορικώς σε μικρές παρτίδες, με χαμηλή αξία, έτσι ώστε να αποφύγουν τους τελωνειακούς ελέγχους. Αυτό επιτρέπει στην εταιρεία να μειώσει το κόστος και να προσφέρει εξαιρετικά φθηνά προϊόντα, όπως μπλουζάκια από δύο ευρώ, ενώ ταυτόχρονα μειώνει τα πλεονάσματα και τον κίνδυνο υπερπαραγωγής. Η Shein ελέγχει τη ζήτηση μέσω μικρών παρτίδων (100-200 τεμάχια) και, αν η ζήτηση είναι υψηλή, αυξάνει άμεσα την παραγωγή. Επιπλέον, η αποστολή γίνεται απευθείας από τον κατασκευαστή στην Κίνα, χωρίς την ανάγκη καταστημάτων ή μεσαζόντων.