Εταιρείες χαμηλού κόστους παλεύουν καθημερινά για την επιβίωση τους και την παραμονή τους στο χώρο των αερομεταφορών.
Με υπεροψία αντιμετώπιζαν πριν από δύο δεκαετίες οι full service εταιρείες την είσοδο των χαμηλού κόστους αεροπορικών εταιρειών στην αγορά. Στελέχη τους μάλιστα υποστήριζαν, στις αρχές της χιλιετίας, ότι δεν αποτελούν ανταγωνιστές, καθώς προσφέρουν διαφορετικό προϊόν και απευθύνονται σε άλλο κοινό. Δέκα χρόνια αργότερα, περίπου, οι full service εταιρείες αναγκάστηκαν να προσαρμόσουν τόσο τις υπηρεσίες τους όσο και τους ναύλους τους προκειμένου να ανταγωνιστούν τον νέο παίκτη. Ξεκίνησαν να διαθέτουν στους επιβάτες τους περισσότερες επιλογές, όπως ταξίδια χωρίς βαλίτσα, με χαμηλότερη χρέωση κτλ. Είκοσι χρόνια μετά την είσοδό τους στην αεροπορική αγορά οι χαμηλού κόστους εταιρείες παλεύουν να επιβιώσουν. Μία μετά την άλλη αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, διαψεύδοντας εκείνους που ήθελαν τη νέα αυτή τάση να επικρατεί στους αιθέρες.
Η πτώχευση και αναστολή όλων των δραστηριοτήτων της χαμηλού κόστους γερμανικής Germania ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα προκαλώντας αιφνιδιασμό, κυρίως στους επιβάτες. Η εταιρεία εξυπηρετούσε κυρίως τις μετακινήσεις μεταξύ Γερμανίας, Ελβετίας και Μεσογείου, Μέσης Ανατολής. Διατηρώντας βάση στο Βερολίνο, η γερμανική εταιρεία εξυπηρετούσε πάνω από 4 εκατ. επιβάτες ετησίως με 37 αεροσκάφη.
Στελέχη της εταιρείας απέδωσαν το αιφνίδιο λουκέτο σε «απρόβλεπτες εξελίξεις, όπως οι μεγάλες αυξήσεις της τιμής της κηροζίνης το περασμένο καλοκαίρι και η ταυτόχρονη υποχώρηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου, οι μεγάλες καθυστερήσεις της ένταξης αεροσκαφών στον στόλο μας και ο ασυνήθιστα υψηλός αριθμός συντηρήσεων που χρειάστηκαν τα αεροσκάφη της εταιρείας μας αποτέλεσαν βαρύ φορτίο για την επιχείρηση», όπως σημείωσε ο γενικός διευθυντής της εταιρείας, Κάρστεν Μπάλκε.
Από την Αθήνα η εταιρεία εκτελούσε πτήσεις μία φορά την εβδομάδα από/προς Νυρεμβέργη, ενώ είχε προγραμματίσει να προσθέσει ακόμη μία πτήση στον ίδιο προορισμό από τον Φεβρουάριο. Παράλληλα, είχε εντάξει στο θερινό πρόγραμμά της (από Απρίλιο) δύο πτήσεις εβδομαδιαίως από την Αθήνα προς Βρέμη, Δρέσδη και Μίνστερ.
Έντονη, ωστόσο, ήταν η δραστηριότητα της εταιρείας στο υπόλοιπο της χώρας καθώς υπολογίζεται ότι τόσο το καλοκαίρι του 2018 όσο και το επόμενο είχε προγραμματίσει τη διάθεση περίπου 740.000 θέσεων προς συνολικά δέκα αεροδρόμια της χώρας. Πρακτικά από την αναστολή της λειτουργίας της εταιρείας η χώρα αναμένεται να χάσει περίπου 370.000 επιβάτες.
Στο μεταξύ, με προβλήματα ρευστότητας εξακολουθεί να είναι αντιμέτωπη η Norwegian Air, η οποία αναζητεί 350 εκατ. δολάρια μέσω πώλησης μετοχών. Η εταιρεία βέβαια συνεχίζει να ψάχνει εταίρο, με στόχο τη σύσταση joint venture, όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Μπιορν Κέιτζεϊς. Στόχος είναι η επίσης χαμηλού κόστους Norwegian Air να μοιραστεί με τον νέο εταίρο τον στόλο της, ώστε να μειώσει σημαντικά τις κεφαλαιουχικές δαπάνες. Η εταιρεία που στο τέλος του γ΄ τριμήνου είχε καθαρό χρέος 30,1 δισ. κορωνών, εκτιμά ότι για το σύνολο του 2018 θα καταγράψει λειτουργικές ζημίες 3,8 δισ. κορωνών. Στο μεταξύ έχει προηγηθεί η απόρριψη της προσφοράς της IAG (International Airline Group).
Με προβλήματα φαίνεται ότι «έκλεισε» το 2018 για τη ναυαρχίδα των χαμηλού κόστους αεροπορικών εταιρειών. Καθαρές ζημίες, που φτάνουν τα 20 εκατ. ευρώ, κατέγραψε το τρίτο τρίμηνο του έτους η ιρλανδική Ryanair, έναντι κερδών 105,6 εκατ. ένα χρόνο νωρίτερα. Σύμφωνα με εκπροσώπους της εταιρείας, η ισχυρή αύξηση κυκλοφορίας (8%) σε 33 εκατ. επιβάτες αντισταθμίστηκε από την πτώση κατά 6% των ναύλων, εξαιτίας της πλεονάζουσας χωρητικότητας τον χειμώνα στην Ευρώπη. Την ίδια στιγμή, η εταιρεία προχωράει σε αναστολή ορισμένων δρομολογίων εσωτερικού, υποχρεούται να προχωρήσει στην υπογραφή συμβάσεων εργασίας με ορισμένους πιλότους, ενώ διάχυτη είναι η ανησυχία για το εάν τελικώς το μοντέλο που τόσο πιστά υπηρέτησε ο Ο’ Λίρι είναι βιώσιμο.
Οι χαμηλού κόστους αεροπορικές εταιρείες αντιμετωπίζουν σημαντικά καθημερινά προβλήματα, τα οποία καλούνται να ξεπεράσουν, ωστόσο και οι χώρες που εξυπηρετούν αναμένεται να έχουν επιπτώσεις στην οικονομία τους σε περίπτωση που πτωχεύσουν, όπως συνέβη και με τη Germania.