Έρωτας της Καρέζη και του Καζάκου: Ο Κώστας Καζάκος ήταν ο άνδρας της ζωής της για την Τζένη Καρέζη. Η μεγάλη ηθοποιός είχε παντρευτεί νωρίτερα τον Ζάχο Χατζηφωτίου. Όμως, ο Κώστας Καζάκος ήταν εκείνος που της άλλαξε τη ζωή. Η Ελληνίδα ηθοποιός γνώρισε τον μεγάλο έρωτα δίπλα στον Καζάκο. Ένας έρωτας που κράτησε κοντά τρεις δεκαετίες (σ.σ. 26 χρόνια).
Η Τζένη Καρέζη έφυγε νωρίς από τη ζωή, μόλις στα 60 της χρόνια νικημένη από τον καρκίνο. Είχε προλάβει, όμως, να ζήσει και να ρουφήξει τη ζωή μέχρι το μεδούλι. Και μέσα στα χρόνια αυτά πρόλαβε να αλλάξει τη φιλοσοφία της και να αλλάξει η ίδια ως άνθρωπος. Χαρακτηρισιτικό παράδειγμα εδώ είναι οι δύο γάμοι της, που ήταν εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους, αποκαλύπτοντας πόσο διαφορετική ήταν και η Τζένη στις δυο αυτές φάσεις της ζωής της.
Ο πρώτος της γάμος ήταν με τον Ζάχο Χατζηφωτίου, τον Μάιο του 1962, αποτελώντας το απόλυτο κοσμικό γεγονός της χρονιά. Στο μυστήριο παρευρέθηκαν 500 καλεσμένοι, μεταξύ αυτών η αφρόκρεμα του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, πολιτικοί, αλλά κι επιφανείς επιχειρηματίες της εποχής. Μοναδική απούσα, βέβαια, ήταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία δε συμπεριλήφθηκε καν στη λίστα των καλεσμένων.
Η Καρέζη με τον Χατζηφωτίου γνωρίζονταν μόλις λίγους μήνες, πριν ανέβουν τα σκαλιά της εκκλησίας. «Έτσι, κεραυνοβόλα, βιαστικά, αμερικάνικα αν θέλετε, το συναποφασίσαμε να χορέψουμε στη Φιλοθέη» συνήθιζε να λέει η αξέχαστη ηθοποιός για τον πρώτο της γάμο.
Το ζευγάρι απολάμβανε τον έγγαμο βίο, που περιλάμβανε μία έντονη κοσμική ζωή. Με το πέρασμα του χρόνου, όμως, η σχέση τους άρχισε να φθείρεται, ενώ οι κακές γλώσσες επέμεναν πως εκείνος απατούσε την ηθοποιό. Μετά από πέντε χρόνια αποφάσισαν να τραβήξουν χωριστούς δρόμους. Και της Τζένης την οδήγησε στον Κώστα Καζάκο, στον άνδρα που άλλαξε αλλά και σημάδεψε τη ζωή της.
Το φθινόπωρο του 1966 ξεκίνησαν τα γυρίσματα της ταινίας, «Κοντσέρτο για πολυβόλα», μια μεγάλη και δαπανηρή παραγωγή της Finos Film. Τότε για τη χώρα ήταν μία κρίσιμη πολιτικά περίοδο, με την απειλή της δικτατορίας να πλανάται «βαριά». Το σενάριο της ταινίας ήταν του Νίκου Φώσκολου, ο οποίος εμπιστεύθηκε τη σκηνοθεσία στο Ντίνο Δημόπουλο, ενώ στο πρόσωπο της Τζένης Καρέζη είχαν βρει την ιδανική πρωταγωνίστρια.
Η ηρωίδα, η Νίκη είναι μια πολιτική υπάλληλος του ΓΕΣ, που -παραμονές του πολέμου του ’40- παραδίδει στρατιωτικά έγγραφα στους Ιταλούς, καθώς οι τελευταίοι την εκβιάζουν, κρατώντας όμηρο τον αδελφό της. Η πράξη της αποκαλύπτεται και κινδυνεύει να εκτελεστεί.
Μέχρι που ο στρατηγός, με το ψευδώνυμο «Δαρείος» (Μάνος Κατράκης) της προτείνει να συνεχίσει να προμηθεύει τους Ιταλούς με πλαστά αυτή τη φορά έγγραφα. Μαζί της, μπλέκει κι ένας νεαρός λοχαγός που είναι ερωτευμένος μαζί της.
Κι εδώ υπήρξε αρχικά τα πρόβλημα, αφού δεν ήταν εύκολο να βρεθεί ο ηθοποιός που θα υποδυόταν το νεαρό λοχαγό. Γιατί μπορεί ο Δημόπουλος να ήθελε τον Καζάκο για το ρόλο, όμως, του Φίνου δεν του «γέμιζε» το μάτι. Και χρειάστηκε να καταφύγει ο σκηνοθέτης σε «πονηριά» προκειμένου να αλλάξει τη γνώμη του ισχυρού κινηματογραφικού άνδρα.
Η αναζήτηση του γοητευτικού λοχαγού που θα ερωτευόταν βαθιά η Καρέζη στην ταινία, δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ο Φίνος πρότεινε στον Δημόπουλο κάποια από τα πιο γνωστά ονόματα πρωταγωνιστών της εποχής, όμως, ο σκηνοθέτης επέμενε να θέλει για το ρόλο τον Καζάκο. Μάλιστα, όταν τον πρότεινε στον Φίνο εκείνος αιφνιδιάστηκε, φέρνοντας αντίρρηση. «Μα αυτός είναι καρατερίστας» του είπε.
Αλλά, ο Δημόπουλος ήταν σίγουρος για την επιλογή του κι έτσι κατέφυγε σε ένα «τέχνασμα» που αποδείχθηκε… μοιραίο. Έντυσε λοχαγό τον Καζάκο και τον πήγε στον Φίνο. Εκείνος, μόλις τον είδε ψηλό, αδύνατο και όμορφο, θαμπώθηκε με το αποτέλεσμα, λέγοντας επιτέλους το «ναι».
Αλλά να που δεν ήταν ο μόνος που θαμπώθηκε από τον ένστολο Καζάκο. Ήταν και η Τζένη Καρέζη…
Οι δυο τους γνωρίζονταν από παλιά. Όπως έχει εξομολογηθεί ο ίδιος ο ηθοποιός σε συνέντευξή του, είχαν συναντηθεί αρκετές φορές σε δουλειές, αλλά η κινηματογραφική τους συνάντηση στο «Κοντσέρτο» ήταν σα να επρόκειτο για την πρώτη φορά.
Το γύρισμα που αποδείχθηκε μοιραίο και για τους δύο, έγινε στον Ισθμό της Κορίνθου. Εκείνος ντυμένος λοχαγός περίμενε με την Καρέζη και τον Δημόπουλο να περάσει τη διώρυγα ένα πλοίο. Μέχρι να ξεκινήσει το γύρισμα, κάθισαν με την Τζένη κάτω από μία ελιά και ξεκίνησαν να παίζουν τάβλι.
Αυτό συνεχίστηκε σε κάθε διάλειμμα των γυρισμάτων και η μία παρτίδα έφερε την άλλη και μετά τον έρωτα. Η Καρέζη εξομολογήθηκε τον έρωτά της πρώτα στον Δημόπουλο, όταν εκείνος τη ρώτησε γιατί ήταν άκεφη.
«Μου φαίνεται πως την πάτησα…. Έμπλεξα, με έναν από δαύτους… Αυτούς ντε, τους χουντικούς» είχε πει αστειευόμενη η ηθοποιός, για να αποδεχθεί στη συνέχεια με ένα τύπου μούγκρισμα: «Μμμ…» πως είναι ερωτευμένη με τον Καζάκο.
Ο κεραυνοβόλος έρωτας τούς οδήγησε έναν χρόνο μετά και συγκεκριμένα τον Αύγουστο του 1968 στα σκαλιά της εκκλησίας. Ο δεύτερος γάμος της Τζένης δεν είχε καμία σχέση με τον πρώτο. Άλλωστε και η ίδια ήταν διαφορετική.
Στο μυστήριο παραβρέθηκαν λίγοι συγγενείς και καλοί φίλοι. Δεν υπήρξε ίχνος υπερβολής, ενώ το ζευγάρι πήγε από την εκκλησία στο σπίτι με τα πόδια. Μάλιστα, δεν έκαναν δεξίωση, αντίθετα μετά τον γάμο ακολούθησε φαγητό στη βεράντα του σπιτιού τους στα Ιλίσια.
Τον Απρίλιο του 1969, η ευτυχία του ζευγαριού ολοκληρώθηκε με τον ερχομό του γιού τους, Κωνσταντίνου. Μάλιστα, υπήρχε σοβαρό ενδεχόμενο να γεννιόταν στις 21 Απριλίου, κάτι που σήμαινε πως θα τον βάπτιζε ένας από τους συνταγματάρχες της Χούντας. Και όπως λέγεται Καρέζη και Καζάκος είχαν καταστρώσει ολόκληρο σχέδιο σε περίπτωση που το μωρό γεννιόταν εκείνη την ημέρα, προκειμένου να αποφύγουν την ανεπιθύμητη κουμπαριά.