Το ναυάγιο του “Ηράκλειον” πριν από 54 χρόνια, στη Φαλκονέρα, είναι μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στην Ελλάδα.
Το ημερολόγιο έγραφε 8 Δεκεμβρίου 1966 όταν το επιβατηγό-οχηματαγωγό πλοίο «Ηράκλειον», που εκτελούσε το ακτοπλοϊκό δρομολόγιο Πειραιάς-Χανιά και Πειραιάς -Ηράκλειο, βυθίστηκε 6 μίλια βορειοανατολικά της Φαλκονέρας.
Ναυπηγήθηκε το 1949 στη Γλασκόβη της Σκοτίας στα ναυπηγεία Fairfield Co Ltd για λογαριασμό αγγλικής εταιρείας ως δεξαμενόπλοιο. Είχε χωρητικότητα 8.922 κόρων, μήκος 498 πόδια, πλάτος 60 πόδια, και βύθισμα 36 πόδια, ενώ έφερε μηχανή ατμοστροβίλων που του έδινε ταχύτητα 17 κόμβων. Εξυπηρετούσε τη γραμμή Αγγλίας-Βιρμανίας. Το αρχικό του όνομα ήταν “Leicestershire” (Λέστερσαϊρ).
Το 1964, μετά από μετασκευή σε φέρι-μποτ, περιήλθε στην εταιρεία των Αδελφών Τυπάλδου και υψώνοντας την Ελληνική σημαία νηολογήθηκε στον Πειραιά με αριθμό Ν.Π. 2562. Τον Ιούνιο του επόμενου έτους (1965) δρομολογήθηκε στις ακτοπλοϊκές γραμμές Πειραιά – Κρήτης.
Την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 1966 και ώρα 7:30 μ.μ., το Ηράκλειον απέπλευσε από το λιμάνι της Σούδας με μισή ώρα καθυστέρηση, μεταφέροντας 206 επιβάτες, 70 μέλη του πληρώματος και 17 φορτηγά στον Πειραιά. Πλοίαρχος του πλοίου ήταν ο Εμμανουήλ Βερνίκος.
Η κακοκαιρία που υπήρχε στο Κρητικό πέλαγος ανάγκασε το Λιμεναρχείο να απαγορεύσει τον απόπλου των μικρών σκαφών, αλλά τα αναμενόμενα, στο ανοιχτό πέλαγος, 5 ή 6 μποφόρ, δεν θεωρήθηκαν επικίνδυνα για το 40.000 τόννων πλοίο.
Μετά τα μεσάνυχτα, το Ηράκλειον έπλεε στο Μυρτώο Πέλαγος μέσα σε υψηλό κυματισμό με συνεχείς διατοιχισμούς (πλευρικές ταλαντώσεις, “μποτζαρίσματα”) καθώς η ένταση των ανέμων αυξήθηκε σε 8 μποφόρ. Οι επιβάτες άρχισαν να ξυπνάνε στις καμπίνες τους και τα παιδιά να κλαίνε.
Στις δύο μετά τα μεσάνυχτα, καθώς το πλοίο έπλεε 6 μίλια βορειοανατολικά της Φαλκονέρας, ένα μεγάλο φορτηγό-ψυγείο 5 τόνων με φορτίο πορτοκάλια, που φορτώθηκε κάθετα προς το διάμηκες επίπεδο συμμετρίας του πλοίου, απασφαλίστηκε από τους διαρκείς κλυδωνισμούς και χτύπησε με δύναμη με τα πλευρικά τοιχώματα και την πόρτα εισόδου, μέχρι που με ένα δυνατό χτύπημα σπάει τη μία από τις δύο μπουκαπόρτες, δημιουργώντας ένα ρήγμα 17 τ.μ. Τα νερά εισβάλουν ορμητικά μέσα στο «Ηράκλειον».
Από τον πλευρικό καταπέλτη που υποχώρησε κι άνοιξε, το φορτηγό-ψυγείο έπεσε στη θάλασσα, η οποία και κατέκλυσε στη συνέχεια όλο το χώρο των οχημάτων. Οι άνεμοι στη θαλάσσια περιοχή την ώρα του ναυαγίου υπολογίστηκαν σε 10, τουλάχιστον, μποφόρ.
Μετά την πτώση του φορτηγού ψυγείου στη θάλασσα, το πλοίο ήλθε πάλι στη θέση του και επέπλεε στην επιφάνεια της θάλασσας με μόνο τις ηλεκτρογεννήτριες ασφαλείας σε ενέργεια και κατόπιν, λόγω της μεγάλης πλέον ελεύθερης επιφάνειας υδάτων που είχαν κατακλύσει το γκαράζ, το πλοίο άρχισε να παίρνει πολύ μεγάλες κλίσεις.
Στις 02.06′ ο ασυρματιστής εξέπεμψε το πρώτο αγωνιώδες SOS “Πορθμείον Ηράκλειον. Αυτήν την στιγμήν ανηρπάγη η πόρτα της δεξιάς πλευράς. Θέσις πλοίου επικίνδυνος” ενώ παράλληλα η κλίση αυξανόταν με επιταχυνόμενο ρυθμό και το πλοίο ανέκοπτε την ταχύτητά του.
Στη γέφυρα οι αξιωματικοί έκαναν απελπισμένες προσπάθειες, όμως το πλοίο έγερνε κι άλλο κι άρχισε να βυθίζεται. Στις 02:07 σήμανε συναγερμός. Μοιράστηκαν όπως-όπως σωσίβια και ρίχτηκαν οι βάρκες στη θάλασσα.
Στις 2.13′, μόλις 8 λεπτά από το πρώτο σήμα κινδύνου, ο ασύρματος του Ηράκλειον εξέπεμψε για τελευταία φορά: “SOS! Πορθμείον Ηράκλειον SOS, βυθιζόμεθα! Στίγμα 36.52 βόρειον και 24,8 ανατολικόν! SOS βυθιζόμεθα!” και ακολούθησε σιγή.
Περίπου 15 λεπτά ήταν αρκετά για να βρεθεί το πλοίο σε βάθος περίπου 800 μέτρων παρασύροντας στο βυθό επιβάτες και μέλη του πληρώματος. Κάποιοι εγκλωβίστηκαν στις καμπίνες, με αποτέλεσμα να βρουν τραγικό θάνατο. Άλλοι έχασαν τη ζωή τους όταν τραυματίστηκαν θανάσιμα από βαριά αντικείμενα που τους καταπλάκωσαν. Κάποιοι άλλοι στην προσπάθειά τους να σωθούν έπεσαν στη θάλασσα, ελπίζοντας πως θα σωθούν. Σύμφωνα με μαρτυρίες των ανθρώπων που σώθηκαν από την τραγωδία το πλοίο βυθίστηκε πρώτα με την πλώρη.
Αμέσως έχει σημάνει συναγερμός στο Λιμενικό. Εμπορικά και πολεμικά πλοία φθάνουν με καθυστέρηση στο σημείο, λόγω την δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στην θαλάσσια περιοχή.
Ήταν μόλις 10:00 το πρωί όταν οι Αρχές εντόπισαν το πρώτο εύρημα. Το μοιραίο φορτηγό. Μισή ώρα αργότερα, βρέθηκε η πρώτη σχεδία ναυαγού, για να αναπτερώσει τις ελπίδες για επιζώντες. Ωστόσο, τα συνεργεία διάσωσης και τα πλοία που έσπευσαν στον τόπο του ναυαγίου κατάφεραν να περισυλλέξουν μόνο 47 επιζώντες και 25 σορούς.
Γύρω στις 12 το μεσημέρι, όλη η Ελλάδα πλέον γνωρίζει για το τραγικό συμβάν και δεκάδες άνθρωποι συρρέουν στα γραφεία της εταιρείας Τυπάλδου σε Χανιά και Πειραιά για να μάθουν για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων. Η κυβέρνηση Στεφανόπουλου (3η κυβέρνηση «Αποστατών») κηρύσσει πένθος για μία εβδομάδα. Τα μέσα ενημέρωσης μιλούν για καιρό για τη ναυτική τραγωδία.
Η βύθιση του σκάφους, σύμφωνα με τους ειδικούς, υπήρξε ακαριαία, λόγω παραλείψεων στους όρους ασφαλείας: κακή φόρτωση των αυτοκινήτων, ελλιπής κατασκευή του συστήματος ασφάλειας της «μπουκαπόρτας», έλλειψη συστήματος εκροής των εισερχομένων υδάτων και υψηλή ταχύτητα του πλοίου πάρα τη θαλασσοταραχή, για τη διατήρηση της φήμης του ως του ταχύτερου οχηματαγωγού της γραμμής Κρήτης.
Το πλοίο είχε ναυπηγηθεί στη Γλασκόβη το 1949 ως δεξαμενόπλοιο με το όνομα «Λέστερσαϊρ», για λογαριασμό αγγλικής εταιρείας. Είχε χωρητικότητα 8.922 κόρων, μήκος 498 πόδια, πλάτος 60 πόδια, βύθισμα 36 πόδια και ανέπτυσσε ταχύτητα 17 κόμβων. Το 1964, μετά τη μετασκευή του σε οχηματαγωγό, περιήλθε στην κραταιά εταιρεία των Αδελφών Τυπάλδου («Typaldos Lines») και από το 1965 δρομολογήθηκε στις ακτοπλοϊκές γραμμές της Κρήτης, με δυνατότητα μεταφοράς 1.000 επιβατών και 300 αυτοκινήτων. Για τη μετατροπή του σε οχηματαγωγό είχε απαιτηθεί η αφαίρεση των υποκαταστρωμάτων και έρματος βάρους 200 τόνων για να γίνει το γκαράζ, με αποτέλεσμα την ανύψωση του μεσοκεντρικού βάρους και τη μείωση της ευστάθειάς του. Πάντως, είχε πάρει άδεια πλοϊμότητας από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας.
Η δίκη, η οποία πραγματοποιήθηκε λίγους μήνες μετά, αλλά και η εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό, αφήσαν στους επιζώντες και τους συγγενείς των θυμάτων την πικρή γεύση της ατιμωρησίας εκείνων που θεωρούν έως σήμερα ενόχους.
Η δίκη των κατηγορουμένων άρχισε στις 19 Φεβρουαρίου 1968, στο Κακουργιοδικείο Πειραιά. Είχε προηγηθεί μια σειρά αποκαλύψεων σχετικά με βαρύτατες ευθύνες του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας στην έκδοση πλαστογραφημένων πιστοποιητικών αξιοπλοΐας του σκάφους. Στο εδώλιο κάθισαν τέσσερα στελέχη της πλοιοκτήτριας εταιρίας.
H απόφαση του δικαστηρίου εξεδόθη στις 21 Μαρτίου του ιδίου έτους. Με ποινές φυλάκισης από πέντε ως και επτά έτη τιμωρήθηκαν ο εκ των ιδιοκτητών του «Ηράκλειον» Xαράλαμπος Τυπάλδος, ο διευθυντής της εταιρείας Παναγιώτης Κόκκινος και δύο αξιωματικοί του πλοίου.
Οι συγγενείς έκαναν λόγο για επιεικείς ποινές σε βάρος των υπευθύνων. Στις 9 Ιανουαρίου 1969 ο δικαστικός φάκελος της υπόθεσης έκλεισε οριστικά, καθώς ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση αναίρεσης των τεσσάρων, οι οποίοι είχαν καταδικασθεί και σε δεύτερο βαθμό για την τραγωδία.
Χαρακτηριστική είναι η κατάθεση -τότε- του υποπλοίαρχου Αλέξανδρου Στεφαδούρου: «Περίπου στις 2 τα ξημερώματα άκουσα έναν κρότο. Γύρισα το κεφάλι μου και είδα να ανοίγει η μπουκαπόρτα και να πέφτει στη θάλασσα ένα αυτοκίνητο ψυγείο που κουβαλούσε τρόφιμα». Ο ίδιος, τότε, άφησε αιχμές για τον τρόπο με τον οποίο τοποθετήθηκε στο πλοίο εγκάρσια το φορτηγό ψυγείο, το οποίο έφτασε την τελευταία στιγμή και δεν ασφαλίστηκε κατάλληλα: «Όταν το πλοίο πήρε κλίση από την εισροή υδάτων, ο πλοίαρχος Εμμανουήλ Βερνίκος έδωσε το σύνθημα δια κωδωνοκρουσιών. Μετά τον αντελήφθην να χάνει την ψυχραιμία του. Κατά τη γνώμη μου βασική αιτία δεν ήταν το όχημα. Το πλοίο είχε υποστεί πριν από μία εβδομάδα επισκευές. Έκλεισαν ρωγμές στο διαμέρισμα του αμαξοστασίου κατά τρόπο πλημμελή, από το οποίο ίσως να συνέρρευσαν ύδατα».
Ίσως πολλοί αναγνώστες παρατήρησαν ότι ως τώρα δεν κάναμε καμία αναφορά στον αριθμό των επιβατών του “Ηράκλειον” στο μοιραίο ταξίδι. Αυτό έγινε σκόπιμα, καθώς μέχρι σήμερα κανείς δεν γνωρίζει τον πραγματικό αριθμό τους. Τα επίσημα στοιχεία μιλούν για 191 επιβάτες και 73 άτομα πλήρωμα, σύνολο 264. Όλες όμως οι αναφορές συγκλίνουν στο ότι ήταν πολλοί περισσότεροι.
Το επίσημο πόρισμα εκδόθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1975 (δεν είναι λάθος, 9 χρόνια μετά το ναυάγιο!) και κάνει λόγο για 247 νεκρούς. Το 2013 ο τότε δήμαρχος Χανίων Εμμανουήλ Σκουλάκης έκανε λόγο για 273 νεκρούς. Στο βιβλίο του “Το Ναυάγιο της Φαλκονέρας – Ηράκλειον”, που εκδόθηκε το 2013, ο δικηγόρος Γιώργος Τρανταλίδης κάνει λόγο για 277 νεκρούς, χωρίς να υπολογίζονται οι αθίγγανοι και οι φυλακισμένοι (υπό μεταγωγή), που βρίσκονταν στο “Ηράκλειον”.
Αυτόπτες μάρτυρες ανέφεραν ότι στο γκαράζ του πλοίου βρίσκονταν περίπου 150 ρομά, οι οποίοι, με το άνοιγμα της μπουκαπόρτας, βρέθηκαν στη θάλασσα. Υπήρχε επίσης η πρακτική να κόβονται εισιτήρια μέσα στα πλοία και τα κατά τόπους Λιμεναρχεία να χορηγούν εισιτήρια σε κάποιους που ταξίδευαν. Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι πιθανότατα οι νεκροί του ναυαγίου (αν βέβαια ισχύει αυτό με τους ρομά, κάτι το οποίο όμως μας επιβεβαίωσαν ότι συνέβαινε στα ακτοπλοϊκά ταξίδια εκείνης της εποχής και άλλοι, ιδιαίτερα αξιόπιστοι συνομιλητές μας), ξεπερνούσαν κατά πολύ τους 400…
Μετά το ναυάγιο του “Ηράκλειον” ξεκίνησαν οι διαδικασίες για τη δημιουργία θαλάμου επιχειρήσεων στο ΥΕΝ. Θεσπίστηκε το απαγορευτικό απόπλου από τα κατά τόπους Λιμεναρχεία, ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες και όχι κατά την κρίση του πλοιάρχου. Ένα πολεμικό πλοίο βρίσκεται μονίμως σε επιφυλακή στο Ναύσταθμο της Σαλαμίνας για να συνδράμει σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος (σκοπούν πλοίο).
Ξεκίνησε η δημιουργία της ΑΝΕΚ, της πρώτης ναυτιλιακής εταιρείας λαϊκής βάσης (ακολούθησαν και άλλες…).
Η Φαλκονέρα, απέχει 25 ν. μ. από τη Μήλο και 42 ν.μ. από το ακρωτήριο Μαλέας της Πελοποννήσου. Έχει ιδιαίτερη σημασία λόγω της θέσης της, για τη ναυσιπλοΐα, αλλά είναι πολύ επικίνδυνη για τα καράβια που πλέουν κοντά της.
Η επικινδυνότητα, έχει να κάνει με το ότι κοντά στο νοτιοανατολικό άκρο της (Παναγία των ρευμάτων), συναντιούνται δυο θαλάσσια ρεύματα διαφορετικών διευθύνσεων και σχηματίζουν δίνες. Έχει μήκος 2 ν.μ. και πλάτος 1 ν.μ. Το μέγιστο υψόμετρο της είναι 183 μ.