Το ιστορικό ενεδρών θανάτου σε δημοσιογράφους – Σοκ και θλίψη στο πανελλήνιο έχει προκαλέσει η δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ.
Ο Γιώργος Καραϊβάζ έπεσε νεκρός έξω από το σπίτι του το μεσημέρι της Παρασκευής, έχοντας δεχθεί τουλάχιστον έξι σφαίρες.
Σημειώνεται ότι, ο δημοσιογράφος είχε βγει από το όχημα του και βρισκόταν έξω από το σπίτι του. Ένα μηχανάκι με δύο άτομα πέρασε από δίπλα του και άρχισαν να πυροβολούν. Το έγκλημα έγινε στην οδό Ανίνου στον ‘Άλιμο. Οι δράστες του είχαν στήσει ενέδρα και άδειασαν πάνω του μια γεμιστήρα.
Σύμφωνα με το Athensmagazine.gr μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις ενεδρών θανάτου, που έγραψαν την ιστορία τους με το δικό τους τρόπο στην Ελλάδα, με δύο εξ αυτών να έχουν πετύχει είναι οι παρακάτω:
Όλη η Ελλάδα είχε συγκλονιστεί στις 10 Ιουλίου 2010, όταν έγινε γνωστή η δολοφονία του Σωκράτη Γκιόλια, με το τραγικό συμβάν να λαμβάνει χώρα έξω από το σπίτι του.
Είκοσι κάλυκες από πυροβόλο όπλο περισυνέλλεξαν οι αστυνομικοί από τον τόπο της δολοφονίας του δημοσιογράφου Σωκράτη Γκιόλια στην οδό Δαιδάλου 21 στην Ηλιούπολη.
Σύμφωνα με τα τότε στοιχεία, και όπως δήλωσε η σύζυγος του δολοφονηθέντος στην αστυνομία, άγνωστος χτύπησε το κουδούνι του διαμερίσματός τους και όταν ο δημοσιογράφος άνοιξε αντίκρισε έναν άγνωστο ο οποίος του είπε ότι κάποιοι έκλεβαν το ΙΧ αυτοκίνητό του κάτω από την πολυκατοικία.
Ο Γκιόλιας κατέβηκε γρήγορα στην είσοδο όπου είχε σταθμεύσει το αυτοκίνητο και εκεί άγνωστοι τον «γάζωσαν» με πυροβόλο όπλο με αποτέλεσμα να τον σκοτώσουν.
Στη συνέχεια διέφυγαν με ΙΧ αυτοκίνητο και πιθανότατα ήταν τρία άτομα. Γύρω στις 7 το πρωί σε σχετικά μικρή απόσταση από τον τόπο της δολοφονίας , βρέθηκε καμένο ένα ΙΧ αυτοκίνητο, το οποίο εξετάζεται αν ήταν των δραστών.
Τα κίνητρα της δολοφονίας εξακολουθούν να είναι αδιευκρίνιστα, ενώ από την αστυνομία δεν αποκλείεται καμία εκδοχή.
Η υπόθεση Καραϊβάζ μας οδηγεί και σε αποτυχημένα περιστατικά δολοφονικών ενεργειών, με πιο πρόσφατη εκείνη του Ιουλίου του περασμένου έτους απέναντι στον Στέφανο Χίο. Υπενθυμίζεται ότι, οι δύο άγνωστοι έστησαν ενέδρα έξω από το σπίτι του στα Βριλήσσια. Λίγο μετά τις τρεις τα ξημερώματα, ενώ επέστρεφε στο σπίτι του, ο Στέφανος Χίος δέχθηκε δύο σφαίρες στο λαιμό και τα πλευρά, ενώ δύο ακόμη βολίδες καρφώθηκαν στο αυτοκίνητό του.
Σύμφωνα με πληροφορίες, δύο άνδρες που φορούσαν κουκούλες είχαν στήσει ενέδρα έξω από το σπίτι του δημοσιογράφου στα Βριλήσσια και μόλις ο Στέφανος Χίος εμφανίστηκε, ένας από τους δράστες τον πλησίασε ενώ το θύμα ήταν ακόμα μέσα στο αυτοκίνητό του και τον πυροβόλησε δύο φορές σχεδόν εξ επαφής από το παράθυρο του οδηγού. O δημοσιογράφος αντέδρασε άμεσα, ανοίγοντας με δύναμη την πόρτα του αυτοκινήτου του, με αποτέλεσμα να χτυπήσει τον επίδοξο δολοφόνο του και να μπλοκάρει το όπλο του. Μάλιστα, άρχισε να φωνάζει- τις φωνές άκουσε και η σύζυγός του που έσπευσε να δει τι συνέβαινε.
Στη συνέχεια, ο δημοσιογράφος εμφανίστηκε αιμόφυρτος στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο και από έκει, με δεδομένο ότι το νοσοκομείο δεν εφημέρευε διακομίσθηκε με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο νοσοκομείο ΚΑΤ όπου παραμένει για νοσηλεία. Ο Στέφανος Χίος νοσηλεύεται σε καταστολή με την κατάστασή του να χαρακτηρίζεται ως ελεγχόμενη.
Οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι η μία σφαίρα τον πέτυχε στο λαιμό περνώντας ξυστά από την καρωτίδα, ενώ η δεύτερη πέρασε πάνω από το αριστερό στήθος λίγα εκατοστά μακριά από την καρδιά και αυτό που έσωσε τον δημοσιογράφο είναι το γεγονός ότι το όπλο του δράστη μπλόκαρε πριν αδειάσει και τις υπόλοιπες σφαίρες πάνω του.
Ο δράστης κατάφερε να διαφύγει με τη βοήθεια συνεργού του. Στην πρώτη του κατάθεση, ο Χίος είχε πει πως «κάποιοι θέλουν να τον βγάλουν από τη μέση» εξαιτίας συγκεκριμένων δημοσιευμάτων της εφημερίδας του, συνεχίζοντας μάλιστα μέσω αυτής να στοχοποιεί ανθρώπους, που ενδεχομένως εκείνος θεωρούσε ως υπόπτους.
Γυρίζουμε τον χρόνο σε μια υπόθεση που κρατά από το 2004, όταν και τον Οκτώβρη του ίδιου έτους, ενώ ήμασταν «μεθυσμένοι» με το απολαυστικό νέκταρ των Ολυμπιακών Αγώνων, δύο δράστες επιτέθηκαν στον κορυφαίο αθλητικό συντάκτη, Φίλιππο Συρίγο.
Όπως αναφέρουν οι τότε πληροφορίες της εποχής, ο διευθυντής του αθλητικού τμήματος της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» είχε μόλις βγει από τα γραφεία του ραδιοφωνικού σταθμού Supersport FM, στη διασταύρωση των οδών Αριστείδου και Έλλης στην Καλλιθέα, και κατευθυνόταν προς το αυτοκίνητό του, όταν δέχτηκε επίθεση από δύο άντρες που επέβαιναν σε μοτοσικλέτα, οι οποίοι τον χτύπησαν στο κεφάλι με σιδηρολοστό και τον μαχαίρωσαν στην πλάτη τέσσερις φορές.
Το περιστατικό συνέβη στις 4 το απόγευμα. Αφού χτύπησαν τον Φίλιππο Συρίγο, οι δύο δράστες τράπηκαν σε φυγή και εξαφανίστηκαν. Εκείνος ακολούθως ειδοποίησε συναδέλφους του με το κινητό του τηλέφωνο και στη συνέχεια αυτοί τον μετέφεραν αιμόφυρτο στηn Κεντρική Κλινική Αθηνών, όπου εισήχθη στο χειρουργείο, για να περιποιηθούν οι γιατροί τα τραύματα του.
Ο ίδιος, έχοντας φύγει από τη ζωή τον Οκτώβρη του 2013, είχε δώσει συνέντευξη Τύπου και είχε μιλήσει για όσα είχαν συμβεί τότε. Αναφορικά με τους δράστες και τα κίνητρά τους, είπε: «Δεν έχω καμία διάθεση να δημιουργήσω υπόπτους ή να κατασκευάσω ενόχους σε σχέση με αυτούς που με χτύπησαν ή τους ενδεχόμενους ηθικούς αυτουργούς. Είχα τρία ανοιχτά μέτωπα: Την υπόθεση Καραϊσκάκη, την υπόθεση της «Οκταγκον» και την υπόθεση της ντόπας. Η σειρά που ανέφερα τα μέτωπα ήταν τυχαία. Τα υπόλοιπα είναι θέμα της Αστυνομίας, που πιστεύω πως έχει τη διάθεση να βρει τους ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς».
Στη συνέχεια, ο Φ. Συρίγος περιέγραψε το ιστορικό της επίθεσης: «Γύρω στις 16.10 έφυγα από τον «SuperΣΠOP FM» στην Καλλιθέα. Κατευθύνθηκα σε έναν παράπλευρο δρόμο, που είχα αφήσει το αυτοκίνητό μου. Μόλις έστριψα, άκουσα μια φωνή: «Ο Συρίγος;». Αυτός που είπε το όνομά μου ήταν Ελληνας. Δέχτηκα το πρώτο χτύπημα από μια σιδερογροθιά στο κεφάλι και ακολούθησαν 3-4 χτυπήματα. Ο δεύτερος δράστης με μαχαίρωσε από πίσω, κάτι που δεν αντιλήφθηκα. Δεν έπεσα στο έδαφος, δεν έχασα τις αισθήσεις μου. Φώναξα βοήθεια και είδα τους δύο δράστες να απομακρύνονται όταν έστριψα το κεφάλι μου. Ο ένας ήταν ψηλός, γύρω στο 1,85, γυμνασμένος με ένα άσπρο κράνος. Ετσι, όπως άκουσα την εκφορά του ονόματός μου, έχω την πεποίθηση πως ήταν Ελληνας. Δεν είδα πρόσωπο. Ο άλλος ήταν πιο κοντός και αρκετά πιο αδύνατος. Πρέπει να ήταν αυτός που χρησιμοποίησε μαχαίρι. Το κίνητρο, από όπου κι αν προέρχεται, είναι σαφές. Ηθελαν να μου κλείσουν το στόμα ή να με εκδικηθούν για κάτι. Στη ζωή μου δεν ξέρω κανέναν, που να έχει τέτοιο προσωπικό πρόβλημα μαζί μου που να αποπειραθεί να με σκοτώσει. Ανθρωποι που μπορεί να είχαν τόσο σοβαρό πρόβλημα μαζί μου προέρχονται μόνο από τα τρία μέτωπα που σας ανέφερα».
Ερωτηθείς για το αν είχε δεχτεί απειλές, που να τον προϊδέαζαν για το τι θα επακολουθούσε, απάντησε: «Δεν είχα δεχτεί καμία απειλή μέσω τηλεφώνου και τα μηνύματα που είχα δεχτεί στις δύο τελευταίες εκπομπές μου δεν ήταν απειλητικά. Ηταν η δικαιολογημένη αντίδραση κάποιων φανατικών οπαδών, αλλά δε θεώρησα από την πείρα μου πως τα λόγια τους συνιστούσαν απειλή. Στις εκπομπές μου υπήρχαν ερωτήσεις που αφορούσαν και τα τρία αυτά μέτωπα».
Σοκ είχε επικρατήσει και με τον Γιώργο Τράγκα, αφού είχε γίνει δολοφονική επίθεση στο δημοσιογράφο, ο οποίος μίλησε για το ποιος ήταν εκείνος, που κόντεψε να του αφαιρέσει τη ζωή.
Ο έμπειρος δημοσιογράφος, που τώρα βρίσκεται στη «Ζούγκλα» και τον «Αθήνα 98.4», είχε μιλήσει για το θέμα με αφορμή την επίθεση στον Στέφανο Χίο. Ο παρουσιαστής έκανε ορισμένες μεγάλες αποκαλύψεις για την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του, όταν και είχε τοποθετηθεί βόμβα στο αυτοκίνητό του, με τον ίδιο ωστόσο να καταφέρνει να εντοπίσει και να πιέσει στο να συλληφθεί ο πυροτεχνουργός, που ήταν υπεύθυνος για το μηχανισμό.
«Εδώ στην Ελλάδα, οι δολοφονίες ή οι απόπειρες εναντίον δημοσιογράφων, δύσκολα εξιχνιάζονται. Τέτοιο περιστατικό ήταν και η βόμβα στο αυτοκίνητό μου και μόνο εγώ έπιασα το δολοφόνο μου, ή μάλλον πίεσα και συνελήφθη, για να καταδικαστεί σε 15 και 13 χρόνια αντίστοιχα σε πρώτο και δεύτερο βαθμό. Τους λόγους θα εξηγήσω άλλη φορά, αλλά φτάνει να σας πω, ότι είχα άκρες στους παράλληλους κόσμους, διαφορετικά δε θα μου τον έφερναν και δε θα τον παρέδιδε το καθεστώς Σημίτη», ανέφερε στην εκπομπή του.
Νωρίτερα, το 2014, αντίστοιχη επίθεση έγινε στον Σωτήρη Βετάκη και, μάλιστα, μπροστά στα μάτια του έντρομου ανήλικου γιου του. Ο ίδιος οδηγούσε, όταν κατέβασε το παράθυρο για να δώσει πληροφορίες που του ζήτησε ένας άγνωστος, όταν δέχτηκε γροθιές στο πρόσωπο, με τον γιο του να βρίσκεται στο πίσω κάθισμα.
Πριν από έναν χρόνο, περιστατικό σε γήπεδο είχε υπάρξει στο «Γ. Καραϊσκάκης» με τον Νίκο Γιαννόπουλο, που τότε έγραφε στο Contra.gr. Ο ίδιος παθανάτιζε κάποιο περιστατικό στις κερκίδες του φαληρικού γηπέδου, όταν τον αντιλήφθηκαν οπαδοί των γηπεδούχων και του ζήτησαν να διαγράψει το video. Όταν εκείνος επικαλέστηκε την ιδιότητά του, καθώς και την υποχρέωσή του να κάνει τη δουλειά του, του επιτέθηκαν και τον προπηλάκισαν. Ένας εξ αυτών, μάλιστα, του δάγκωσε το αυτί.
Παρόμοια και η περίπτωση του Αντώνη Καλκαβούρα το 2012. Ο αθλητικός συντάκτης, ο οποίος βρισκόταν στο κλειστό του ΟΑΚΑ προκειμένου να καλύψει την αναμέτρηση μπάσκετ Παναθηναϊκός-Πανιώνιος, δέχτηκε επίθεση από δύο αγνώστους, που αφού ολοκλήρωσαν το… «έργο» τους, αξίωσαν από αυτόν να μην ξαναπατήσει στο γήπεδο.
Για τέτοια υπόθεση έχει μιλήσει και ο Κωστής Ραπτόπουλος. Ο ίδιος κατήγγειλε από το ραδιόφωνο στο οποίο εργάζεται στη Θεσσαλονίκη ότι έπεσε θύμα ξυλοδαρμού το βράδυ της Παραμονής Πρωτοχρονιάς του 2020. Συγκεκριμένα και σύμφωνα με τα όσα είχε μεταδώσει το «Metrosport» (ο κ. Ραπτόπουλος εργάζεται για τον όμιλο «Metromedia»), βρέθηκε σε μαγαζί φίλου στην περιοχή του Βότση για να γιορτάσει μαζί με την οικογένειά του και εκεί τον περίμενε μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη.
Ο δημοσιογράφος που καλύπτει θέματα του αθλητικού ρεπορτάζ αποκάλυψε πως ένας θαμώνας άρχισε να βρίζει τον ίδιο και έναν συνάδελφό του (Γιώργο Μπούζο), που δεν ήταν παρών. Όταν είδε, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ότι «άναψαν τα αίματα», επιχείρησε να φύγει, αλλά ο δράστης της επίθεσης, βούτηξε τα γυαλιά του και τα έσπασε, κι έτσι ο Ραπτόπουλος αντέδρασε και πιάστηκαν στα χέρια. Στο χώρο επικράτησε χάος, ενώ όπως είπε, συμμετείχαν στην επίθεση κι άλλα άτομα. Η ένταση συνεχίστηκε και έξω από το μαγαζί, με τους επιτιθέμενους να τον κυνηγούν βρίζοντάς τον και πάντα σύμφωνα με την καταγγελία να προκαλούνται ζημιές στα γύρω αυτοκίνητα.