Ο Δεκαπενταύγουστος είναι μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της Χριστιανοσύνης και ορισμένοι τον ονομάζουν επίσης το Πάσχα του καλοκαιριού, καθώς εκοιμήθη η Παναγία.
Μάλιστα, ως λέγεται, η Ακολουθία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου συναγωνίζεται εκείνες των ξεχωριστών εορτών της Χριστιανοσύνης, της Μεγάλης Εβδομάδος και των Χριστουγέννων.
Ο Δεκαπενταύγουστος συνδέεται συνειρμικά με την Τήνο, όπου ο εορτασμός είναι διπλός, της Κοίμησης της Θεοτόκου και της επετείου του τορπιλισμού της “Έλλης” και πραγματοποιείται στο νησί με όλες τις τιμές.
Ανήμερα της γιορτής τελείται η Θεία Λειτουργία στον Ι.Ν. της Ευαγγελίστριας και κατά τη διάρκειά της, ως είθισται, ο αρχηγός του Ναυτικού και ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης επιβαίνουν σε τορπιλάκατο και ρίχνουν στεφάνι στο σημείο όπου βυθίστηκε η φρεγάτα “Έλλη” κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας στις 15 Αυγούστου 1940 από τους Ιταλούς.
Οι τιμητικοί κανονιοβολισμοί, που ακούγονται εκείνη την ώρα στο λιμάνι, προέρχονται από το “Κανονάκι της Έλλης” που σώθηκε από το κουφάρι του καραβιού και συντηρήθηκε.
Ακολουθεί η λιτάνευση της ιερής εικόνας, που μεταφέρεται από άντρες του Πολεμικού Ναυτικού και την ακολουθούν οι μπάντες του Πολεμικού Ναυτικού και του Δήμου Τήνου, οι οποίες παιανίζουν πένθιμα εμβατήρια, τιμητικά αγήματα, αρχιερείς και πλήθος κόσμου.
Η πομπή καταλήγει, στη μαρμάρινη εξέδρα, στην Πλατεία Παντανάσσης, όπου τελείται Δέηση και εκφωνούνται Πανηγυρικοί. Μετά τη λήξη τους, η πομπή συνοδεύει την ιερή εικόνα στην επάνοδό της στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας.
Ο ναός χτίστηκε στο σημείο όπου στις 30 Ιανουαρίου 1823 βρέθηκε η εικόνα του Ευαγγελισμού μετά το όραμα της μοναχής Πελαγίας. Η Παναγία της Τήνου είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις θυσίες της πατρίδας μας για ελευθερία, ενώ η εύρεση της εικόνας θεωρήθηκε από τους Έλληνες οπλαρχηγούς του 1821 συμβολική για την πορεία του αγώνα.
Ο Δεκαπενταύγουστος γιορτάζεται και στην Πάρο, σημαντικό πόλο έλξης χιλιάδων προσκυνητών, που ξεχωρίζει χάρη στην εντυπωσιακή εκκλησία της Παναγίας Εκατονταπυλιανής στο λιμάνι της Παροικιάς.
Κατά το έθιμο, μετά την περιφορά του Επιταφίου της Παναγίας, ακολουθεί παραδοσιακό πανηγύρι με μουσική, χορό και άφθονο ντόπιο κρασί. Στο γραφικό λιμανάκι της Νάουσας, δεκάδες καΐκια με αναμμένες δάδες φωτίζουν τη νύχτα και προσεγγίζουν την προβλήτα, δίνοντας το σύνθημα για την έναρξη της γιορτής. Ακολουθεί δυνατό γλέντι με παραδοσιακά τραγούδια και χορό, με πρώτο και καλύτερο τον μπάλο.
Ένα από τα πιο ιστορικά παλαιοχριστιανικά αξιοθέατα, η Παναγιά Εκατονταπυλιανή, χτίστηκε το 326 από την Αγία Ελένη και ολοκληρώθηκε τον 6ο αι. από τον Ιουστινιανό. Κατά την παράδοση, η εκκλησία έχει 91 γνωστές πύλες, ενώ η εκατοστή θα αποκαλυφθεί από άγγελο όταν “θα πάρουμε την Πόλη”.
Στα υψώματα του Βερμίου όρους, κοντά στο χωριό Καστανιά, η Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά αποτελεί το θρησκευτικό έμβλημα του Ποντιακού Ελληνισμού και εορτάζεται με λαμπρότητα κάθε Δεκαπενταύγουστο.
H θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά εικονογραφήθηκε σύμφωνα με την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας από τον Ευαγγελιστή Λουκά και έχει μεταφερθεί από τα ιερά χώματα του Πόντου.
Χιλιάδες πιστών από όλη την Ελλάδα σπεύδουν για να παρακολουθήσουν με ευλάβεια τη Θεία Λειτουργία και τον Μεγάλο Εσπερινό της Κοίμησης της Θεοτόκου. Και μετά αρχίζει το μεγάλο γλέντι, με παραδοσιακά τραγούδια από ποντιακά συγκροτήματα και χορούς ως τα ξημερώματα.
Η Μαριάμ όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, πριν εξελληνιστεί σε Μαρία, ήταν η μονάκριβη κόρη ενός ηλικιωμένου ζευγαριού, της Άννας και του Ιωακείμ.
Όλη τους την ζωή πάλευαν να αποκτήσουν ένα παιδί, όμως δεν είχαν σταθεί τυχεροί. Αντίθετα ζούσαν σε καθεστώς κοινωνικής απομόνωσης, αφού οι άτεκνοι εκείνη της εποχή θεωρούνταν λίγο έως πολλοί καταραμένοι ή όχι ευλογημένοι από τον Θεό.
Κατά την παράδοση η Αγία Άννα προσευχήθηκε στον Θεό, δηλώνοντας πως αν της χάριζε ένα παιδί θα το αφιέρωνε σε Εκείνον. Λίγες μέρες μετά, ο αρχάγγελος Γαβριήλ επισκέφθηκε το ζευγάρι και τους ενημέρωσε πως οι προσπάθειες τους θα έχουν αποτέλεσμα και το παιδί τους θα είναι φορέας μιας ξεχωριστής αποστολής.
Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του ζευγαριού, τα λόγια του αγγέλου βγήκαν αληθινά και γέννησαν ένα όμορφο κορίτσι.
Της έδωσαν το όνομα Μαριάμ, το οποίο σημαίνει βασίλισσα, κυρία αλλά και ελπίδα.
Όταν η Μαριάμ έγινε τριών ετών, οι γονείς της, τήρησαν την υπόσχεση τους και την οδήγησαν το Ναό όπου την παρέλαβε ένας ιερέας, ο οποίος δεν ήταν άλλος από τον Προφήτη Ζαχαρία, τον πατέρα του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.
Η Παναγία έζησε 12 χρόνια στο Ναό, στα Άγια των Αγίων. Κατά τη διδασκαλία της Εκκλησίας αυτός που της έφερνε καθημερινά τροφή ήταν ο ίδιος ο Αρχάγγελος Γαβριήλ.
Όταν ήρθε η ώρα να βγει από τον Ναό, οι ιερείς αποφάσισαν να την δώσουν σε κάποια οικογένεια, δεδομένου πως οι γονείς της είχαν ήδη φύγει από τη ζωή.
Τότε, γνωρίζοντες κατά την παράδοση, την ειδική αποστολή της Μαριάμ, βρήκαν έναν μεγάλο σε ηλικία άνδρα, τον Ιωσήφ, ο οποίος ήταν χήρος και πατέρας τριών παιδιών.
Τέσσερις μήνες έμεινε κοντά στον Ιωσήφ η Μαριάμ μέχρι να ξεκινήσει πλέον το θεϊκό σχέδιο.
Στη Ναζαρέτ όπου ζουσε την επισκέφθηκε ξανά ο Γαβριήλ όπου της είπε το ιστορικό: «Χαίρε κεχαριτωμένη• ο Κύριος μετά σου». Τότε έμαθε και η ίδια ποια ήταν η αποστολή της την οποία αποδέχτηκε με χαρά.
Λίγους μήνες αργότερα ο Ιησούς γεννήθηκε και η μητέρα του ήταν πάντοτε κοντά του, ακόμη και την στιγμή της Σταύρωσης.
Από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων γνωρίζουμε ότι η Παναγία παρέμεινε κοντά τους μέχρι την ημέρα της Πεντηκοστής.
Η τελευταία συνάντηση με τον αρχάγγελο που την συντρόφευε από τα τρία της χρόνια, έγινε τρεις μέρες πριν την κοίμησή Της.
Τότε ο Γαβριήλ την ενημέρωσε ότι πλέον ήρθε η ώρα, δίνοντας της μεγάλη χαρά, αφού θα έβλεπε ξανά το παιδί Της. Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο.
Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση Της. Μαζί δε με τους Αποστόλους ήλθε και ο Διονύσιος Aρεοπαγίτης, ο Άγιος Ιερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Απόστολος Τιμόθεος, και άλλοι.
Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της στη Γεσθημανή. Ο μοναδικός που δεν ήταν παρών στο γεγονός ήταν ο Απόστολος Θωμάς.
Λέει η παράδοση πως όταν η νεφέλη, το σύννεφο δηλαδή, μετέφερε τον Θωμά στη Γεσθημανή συνάντησε την Θεοτόκο την στιγμή της ανόδου Της στον ουρανό.
Εκείνη του χάρισε την ζώνη Της για να μπορεί να αποδείξει την συνάντησή τους.
Όταν ο Θωμάς πήγε και εξιστόρησε το γεγονός στους υπόλοιπους Αποστόλους, άνοιξαν τον τάφο και είδαν πως το σώμα έλειπε.
Η Παναγία όταν μπήκε στο Ναό ήταν τριών ετών. Έμεινε στο ιερό δώδεκα χρόνια. Τρείς μήνες αφού βγήκε από το ιερό μέχρι τον Ευαγγελισμό και εννέα μήνες κυοφορία, δεκαέξι ετών γεννά τον Χριστό. Έζησε με τον Χριστό τριάντα δύο χρόνους, άρα 48 ετών ζει την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψή Του. Έζησε μετά απ’ την Πεντηκοστή άλλα έντεκα χρόνια και εκοιμήθη στη Γεσθημανή. Ήταν 59 ετών.