Ο θυρωρός είναι ένα επάγγελμα που δεν υπάρχει πια όπως παλιά, αφού αποτελούσε ένα αναπόσπαστο κομμάτι στις πολυκατοικίες της παλιάς Ελλάδας, ο οποίος γνώριζε όλα όσα διαδραματίζονταν σ’ αυτή τη μικρή κοινωνία.
«Πού πάτε κύριε;» ήταν η κλασική ερώτηση που άκουγες από το στόμα του όταν πλησίαζες την πόρτα της πολυκατοικίας. Ήταν πάντα εκεί, ο θυρωρός, μια μορφή που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της παλιάς – ρομαντικής Αθήνας των προηγούμενων δεκαετιών.
Ένα επάγγελμα πολύ διαδεδομένο κυρίως στα χρόνια της εσωτερικής μετανάστευσης. Με μια τσάντα στον ώμο εγκατέλειπαν τα χωριά τους και έφταναν στην πρωτεύουσα, αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον γι’ αυτούς και για τις οικογένειές τους.
Το εισιτήριο του «ονείρου» κόστιζε περίπου 50.000 με 100.000 δραχμές για όσους είχαν κάνει το ανάλογο κομπόδεμα και μπορούσαν να αγοράσουν ένα θυρωρείο, ενώ δεν έλειπαν και όσοι δούλευαν απλά για το μεροκάματο.
Ποιος άλλωστε μπορεί να ξεχάσει τον Θανάση Βέγγο στην ταινία «Παπατρέχας» να τρέχει και να μην… φτάνει. Να κάθεται στο γραφειάκι του θυρωρού, να σφουγγαρίζει, να βγάζει τα σκουπίδια, να πηγαίνει τα ρούχα στο καθαριστήριο, να κάνει τα θελήματα των ενοίκων και να κουβαλάει στις σκάλες ακόμη και την παχουλή κυρία «Καλιακούδα»; Ήταν οι άνθρωποι για όλα. Τα μάτια και τα αυτιά της πολυκατοικίας, οι «προστάτες» της εισόδου.
Ο θυρωρός βρισκόταν στο μικρό του γραφείο στην είσοδο της πολυκατοικίας. Άνοιγε την πόρτα, ρωτούσε τους επισκέπτες πού πηγαίνουν, ενώ με ένα εσωτερικό τηλέφωνο μπορούσε να επικοινωνήσει με όσους έμεναν στα διαμερίσματα. Έπαιρνε την αλληλογραφία, ήταν υπεύθυνος για την αποκατάσταση των βλαβών και του καθαρισμού των κοινόχρηστων χώρων. Το βράδυ κλείδωνε την κύρια είσοδο και αποσυρόταν στο δωματιάκι του μέχρι το επόμενο πρωί να φορέσει το χαμόγελό του και να αρχίσει ξανά τη δουλειά.
Με την πάροδο των χρόνων τα πράγματα άλλαξαν. Κυρίως τις τελευταίες δεκαετίες τα θυρωρεία των παλιών πολυκατοικιών μένουν άδεια και γεμάτα αναμνήσεις, ενώ στα σχέδια των νέων πολυκατοικιών δεν περιλαμβάνονται καθόλου. Οι όροι οικοδόμησης μεταβλήθηκαν.
Ο κάθε κατασκευαστής προσπαθεί να έχει περισσότερο ωφέλιμο χώρο μειώνοντας την έκταση της εισόδου. Προσπαθώντας να «κερδηθούν» τετραγωνικά οι μεγάλοι και εντυπωσιακοί χώροι, που βλέπαμε όταν μπαίναμε σε ένα κτίριο, έχουν μικρύνει και το μικρό γραφειάκι του θυρωρού έχει χαθεί.
Σήμερα οι θυρωροί είναι λίγοι και η πλειοψηφία τους εργάζεται σε αμιγώς επαγγελματικά κτίρια ή σε πολυκατοικίες κυρίως στις παλιές αρχοντικές περιοχές του κέντρου, όπως είναι το Κολωνάκι.
Δεν είναι μόνο όμως οι αλλαγές στη δόμηση το πρόβλημα που οδήγησε στην εξάλειψη του επαγγέλματος. Η οικονομική κρίση τους έφερε αντιμέτωπους με την ανεργία. Οι ένοικοι δυσκολεύονται να πληρώσουν ακόμη και τα κοινόχρηστα πόσο δε μάλλον τον μισθό των θυρωρών.
Περπατώντας στο κέντρο και κοιτάζοντας τις εισόδους των πολυκατοικιών τον είδαμε να κάθεται στο γραφείο του και να κοιτάζει την αλληλογραφία που μόλις είχε παραλάβει από τον ταχυδρόμο. «Κάνω αυτή τη δουλειά τα τελευταία 21 χρόνια.
Στο κέντρο και κυρίως στο Κολωνάκι όπως και σε άλλες περιοχές υπάρχουν ακόμη θυρωροί. Δεν είναι δουλειά μας μόνο η εξυπηρέτηση όσων μπαίνουν και βγαίνουν από το κτίριο. Από το χέρι μας περνούν στην ουσία όλα. Η ταξινόμηση της αλληλογραφίας, τα κοινόχρηστα, ακόμη και οι τεχνικές εργασίες. Η καλή λειτουργία και βιωσιμότητα του χώρου είναι ευθύνη μας» είπε μιλώντας στο newsbeast.gr ο Γ. Κ..
«Στο επάγγελμα έχουμε παραμείνει περίπου 500 άτομα τα τελευταία χρόνια. Παλιότερα δεν υπήρχε πολυκατοικία χωρίς τον θυρωρό της. Το κόστος όμως οι ένοικοι πλέον το θεωρούν μεγάλο. Οι παλιές πλούσιες οικογένειες είτε έχουν φύγει από τη ζωή, είτε δεν μένουν πια στο κέντρο.
Εδώ κατοικούν κυρίως νεόπλουτοι οι οποίοι δεν καταλαβαίνουν πόσο σημαντικός είναι ένας θυρωρός για την ασφάλειά τους» συμπλήρωσε και εξήγησε πως τα χρήματα τα οποία κερδίζει δεν είναι πολλά, αλλά τον βοηθούν να ζει αξιοπρεπώς.
Λίγο πιο δίπλα σε μια άλλη πολυκατοικία ένας άλλος κύριος περιμένει στην είσοδο του κτιρίου και μας καλημερίζει. Μας ρωτάει εάν ψάχνουμε κάτι κι αν μπορεί να μας βοηθήσει. Γνωρίζει σαν την παλάμη του χεριού του τους ενοίκους αλλά και τα γραφεία τα οποία στεγάζονται στην πολυώροφη πολυκατοικία, σε έναν από τους κεντρικούς δρόμους του Κολωνακίου.
Όπως επισημαίνει ο Μ. Λ. ξεκίνησε αυτή τη δουλειά τελείως τυχαία όταν ένας φίλος του είπε πως ψάχνουν θυρωρό. Δεν είναι από την Ελλάδα και ήταν δύσκολο να βρει δουλειά. Στην αρχή του φαινόταν όλα βουνό όμως γρήγορα ήρθε κοντά με τους ενοίκους. Πλέον είναι ο «ήρωάς τους» αναφέρει και εξηγεί πως ξέρει τι θέλουν και είναι σχεδόν όλη την ημέρα εκεί για να τους βοηθάει.
«Ξυπνάω στις 5.00 και η ημέρα ξεκινάει αμέσως. Πρώτα καθαρίζω την είσοδο και τις σκάλες και στη συνέχεια επιμελούμαι τον κήπο. Χωρίζω και μοιράζω τις αλληλογραφίες που έχουν έρθει. Είμαι σχεδόν όλη την ημέρα στην είσοδο με μια μικρή διακοπή λίγων ωρών το μεσημέρι που ξεκουράζομαι. Οι ένοικοι είναι κυρίως μεγάλοι σε ηλικία άνθρωποι οι οποίοι θέλουν να νιώθουν ασφαλείς» συμπλήρωσε.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Είναι μια ακριβή και δυσβάστακτη δαπάνη η συντήρηση ενός θυρωρού; Αν κοιτάξει κάποιος πιο προσεκτικά την ανάλυση των κοινοχρήστων της κάθε πολυκατοικίας θα διαπιστώσει ότι αν αθροίσει τα έξοδα καθαριότητας, συντήρησης (μαζί με τις μικροδουλειές μέσα στα διαμερίσματα) και κυρίως τις δαπάνες ασφάλειας που υπάρχουν, η αμοιβή του θυρωρού καλύπτεται έστω οριακά σε ένα βάθος χρόνου.
Αν μάλιστα υπάρχει και μικρός κήπος ο υπολογισμός είναι ακόμη πιο εύκολος. Βέβαια θα πει κανείς ότι εδώ δεν μπορούν στις πολυκατοικίες να συνεννοηθούν για να βάλουν πετρέλαιο, θα συμφωνήσουν σε πρόσληψη θυρωρού; Πολύ σωστό το ερώτημα αλλά δεν ακυρώνει την οικονομική πραγματικότητα.