Οργανωμένο έγκλημα: Πριν από περίπου είκοσι χρόνια και πιο συγκεκριμένα, το 2000, ο Θέμης Παπαμάκης μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο. Η διακομιδή του στο νοσοκομείο το βράδυ της 14ης Φεβρουαρίου έγινε με ασθενοφόρο. Οι αρχές κατάλαβαν πως δεν είχαν να κάνουν με κάποιο κανονικό πολίτη. Μάλιστα, κανονικοί πολίτες δεν καταλήγουν στα επείγοντα, έχοντας δεχθεί είκοσι σφαίρες σε καρτέρι αγνώστων έξω από την οικεία τους.
Οργανωμένο έγκλημα: Ο «αρκούδος»
Εκείνο που αγνοούσαν, όμως, ήταν το βαρύ βιογραφικό το οποίο το θύμα –που εξέπνευσε ελάχιστα 24ωρα αργότερα- κουβαλούσε. Μάλιστα, τον καθιστούσε τον μεγαλύτερο Έλληνα βομβιστή. Κατά συνέπεια εκτελεστή του οργανωμένου εγκλήματος, στον οποίον τελικά αποδόθηκαν περίπου 30 ανεξιχνίαστες βομβιστικές επιθέσεις. Κυρίως σε επιθέσεις το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80 και ολόκληρη την δεκαετία του ’90.
Ο Παπαμάλης είχε κερδίσει τα γαλόνια του όταν υπηρέτησε στην Μονάδα Υποβρυχίων Καταστροφών. Όταν έφυγε από τον στρατό, ο ίδιος και κάποιοι πρώην συνάδελφοί του αποφάσισαν να μην αφήσουν την τεχνογνωσία που είχαν αποκτήσει να πάει χαμένη. Εντάχθηκαν, λοιπόν, στους κόλπους του οργανωμένου εγκλήματος. Έθεσαν τον γεννημένο το 1952 στη Μυτιλήνη γιο ενός ναυτικού στην αρχηγική θέση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ήρθαν στο φως μετά τον θάνατό του, ο Παπαμάλης γνωρίστηκε με τον υπόκοσμο μέσω ενός μπράβου με το ψευδώνυμο «Αρκούδος». Εκείνος τον μύησε. Μέσω αυτού άρχισε να παρέχει τις υπηρεσίες του κυρίως στους Καλαποθαράκο και Φραγκογιάννη, τους επονομαζόμενους «άρχοντες της παραλιακής». Αυτό, διότι είχαν τον έλεγχο της προστασίας των νυχτερινών κέντρων. Παράλληλα ήταν αρχηγοί του επονομαζόμενου «συνδικάτου του εγκλήματος», που έδρασε μέχρι το 1993.
Οργανωμένο έγκλημα: Το τέλος της δράσης και τα αντίποινα
Τέτοιοι άνθρωποι δεν άργησαν να αντιληφθούν την χρησιμότητα ενός τύπου σαν τον Παπαμάλη και της μικρής ομάδας της οποίας ηγείτο. Όπως έλεγαν όσοι τον γνώριζαν είχε εξαιρετικές γνώσεις πάνω στις εκρηκτικές ύλες. Καυχιόνταν ότι μπορούσε να φτιάξει ακόμη και φακέλους-βόμβες πριν από 30 χρόνια. Ωστόσο το όπλο του αστυνομικού Ηρακλή Νικολόπουλου που άνοιξε πυρ μέσα σε μαγαζί, θεωρώντας τον εαυτό του απεσταλμένο του Θεού που θα τιμωρούσε τους νονούς της νύχτας βάζει τέλος στη δράση του Θέμη Καλαποθαράκου και του Γιώργου Φραγκογιάννη, στις 5 Ιουλίου 1996.
Μερικούς μήνες αργότερα, λίγο πριν τα Χριστούγεννα της ίδιας χρονιάς, έρχονται τα αντίποινα. Άγνωστοι, που πλέον σύμφωνα με την Ασφάλεια είναι ο Παπαμάλης και η ομάδα του, τοποθετούν εκρηκτικό μηχανισμό στο σπίτι του πατέρα του πρώην αστυφύλακα. Ο απόστρατος συνταγματάρχης Νίκος Νικολόπουλος βρίσκει φρικτό θάνατο στον Κολωνό καθώς διαμελίζεται.
Αυτή είναι μόνο μία από τις πολλές υποθέσεις που πλέον η ΕΛ.ΑΣ χρεώνει στον Μυτιληνιό βομβιστή, ο οποίος ήταν γνωστός στη νύχτα με το προσωνύμιο «ο Βόσνιος». Κι αυτό διότι ανάμεσα στα άλλα είχε βρεθεί και στον πόλεμο της Βοσνίας πριν από δεκαετίες κατά την διάρκεια του εμφυλίου της Γιουγκοσλαβίας, έχοντας γνωρίσει μάλιστα προσωπικά ακόμη και τον διαβόητο εγκληματία πολέμου Ζέλικο Ρασνάτοβιτς, γνωστότερο με το ψευδώνυμο Αρκάν.
Οργανωμένο έγκλημα: Η αλλαγή στρατοπέδων του Παπαμάλη
Η γνωριμία τους χρονολογείται από το 1991 στην Γερμανία, εκεί όπου ο Παπαμάλης βρισκόταν φοβούμενος αντίποινα για την δολοφονία του Θόδωρου Καλλιμώρου τον Αύγουστο του 1991. Την ίδια περίοδο ο Αρκάν ήταν καταζητούμενος από την Ιντερπόλ, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να ελέγχει νυχτερινά μαγαζιά στο εξωτερικό. Υπάρχουν φήμες ότι στο «αλισβερίσι» εμπλέκεται ακόμη και η ΕΥΠ (έστω κάποια χαμηλόβαθμα έστω στελέχη της), όπως όμως και να έχει, ο Παπαμάλης βρέθηκε απεσταλμένος του Καλαποθαράκου στην Βοσνία, με αντάλλαγμα όπλα και τεχνογνωσία την οποία κουβάλησε όταν επέστρεψε στην Ελλάδα.
Όπως συμβαίνει συχνά στον υπόκοσμό πάντως, ο Παπαμάλης φέρεται προς το τέλος της εγκληματικής καριέρας του να άλλαξε στρατόπεδα. Κι εκεί αποδίδει ακόμη και σήμερα η Ελληνική Αστυνομία το τέλος του. Όταν τοποθετήθηκε βόμβα στο αμάξι ενός μουσικού επιμελητή σε μαγαζί συμφερόντων Καλαποθαράκου, ο ίδιος αναγνώρισε στον τρόπο δράσης τον πρώην συνεργάτη και κατά κάποιο τρόπο προστατευόμενο του. Ουσιαστικά με αυτήν την ενέργεια το μέλλον του διαβόητου Έλληνα βομβιστή είχε προκαθοριστεί.
Στις 14 Φεβρουαρίου 2000 δύο άνδρες του στήνουν ενέδρα έξω από το σπίτι του στην Πετρούπολη. Όταν το αμάξι του, ένα μπλε Suzuki Swift ακινητοποιείται, τον «γαζώνουν» πυροβολώντας είκοσι φορές, πρώτα με καραμπίνα και στη συνέχεια με πιστόλι 9 χιλιοστών. Ο Παπαμάλης θα ξεψυχήσει λίγες μέρες αργότερα υποκύπτοντας στα τραύματά του και η μοίρα τα φέρνει έτσι ώστε αντίστοιχο τέλος να έχει μερικούς μήνες αργότερα και ο Καλαπαθοράκος που η αστυνομία θεώρησε υπεύθυνο για την εντολή δολοφονίας του. Κάποιοι λένε ότι τα τελευταία λόγια που βγήκαν από το στόμα τους ήταν «πήραμε πίσω το αίμα του Παπαμάλη»…