28η Οκτωβρίου: Ένα τετράδιο κίτρινου χρώματος και μικρού μεγέθους. Η ιστορία του είναι μεγάλη. Τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα. Ένας ήρωας από το αλβανικό μέτωπο περιγράφει στο ημερολόγιό του, όλα όσα συνέβησαν. Τι γίνονταν καθημερινά στην εκστρατεία στην Αλβανία. Ήταν μετά το ιστορικό «ΟΧΙ» του Ιωάννη Μεταξά στις ιταλικές αξιώσεις που περιείχε το τελεσίγραφο που επιδόθηκε από τον Ιταλό πρέσβη στον Έλληνα δικτάτορα.
Συνέπεια της άρνησης αυτής ήταν η είσοδος της Χώρας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και η έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940. Ο τότε νεαρός στρατιώτης του αλβανικού μετώπου, Γιώργος Διαμαντόπουλος, σε αυτό το τετραδιάκι, που αποτελεί ιστορικό ντοκουμέντο, με ένα μολύβι γράφει με καθαρευουσιάνικη ελληνική όσα έζησε και λεπτομέρειες μέσα από τα μάτια των φαντάρων, τα συναισθήματα του κόσμου που τους έβλεπε να φεύγουν για το μέτωπο… Πράγματα που δύσκολα θα διαβάσει κανείς στα σχολικά βιβλία για την 28η Οκτωβρίου.
28η Οκτωβρίου: Τι αναφέρονταν αρχικά στο ημερολόγιο
«Λάρισα, 27 Οκτωβρίου 1940,
Μία ημέρα φθινωπορινή, ένας αέρας φυσούσε δυνατός και νόμιζε κανείς πως χαλά το σύμπαν. Σαν να μας έλεγε πως σε λίγο θα ξεσπάσει επερχόμενη θύελλα. Αυτήν την ημέραμ σαν να προησθάνθην τα μέλλοντα να συμβοπύν, δεν εξήλθον, όπως κάθε Κυριακήν εις την πόλιν, αλλά παρέμεινα εις τον θάλαμον.
Έκαμα το ξύρισμα και ακολούθως έπλυνα την λινοστολήν και την άπλωσα να στεγνώσει πάνω σε ένα αυτοκίνητο του λόχου μας, που είχεν επιταχθή διά τας ανάγκας του. Αφού εβγήκα έξω, επικρατούσε μία ησυχία και ούτε ηδύνατο να φαντασθή κανείς πως η επαύριον θα ήτο ημέρα πολέμου. Έξω των στρατώνων υπήρχεν ένα μαγαζάκι, στο οποίον υπήρχε μεζές και κρασί.
Όταν έφθασα εκεί, με εφώναξαν στην παρέα τους κάτι πατριώτες συνάδελφοί μου και μου προσέφεραν μεζέ και κρασί. Ένας εξ αυτών σαν να ήτο μάντης μού είπε: φάε και πιες για τελευταία βραδυά στη Λάρισα. Και δεν είχε άδικο (…)
28η Οκτωβρίου: Τι έγραψε στη συνέχεια του κειμένου, ο ήρωας του Αλβανικού μετώπου
«Τον γλυκόν ύπνον διέκοψαν οι κρούσεις των παλαμών του λοχαγού μας και ακολούθως οι φράσεις: “Εμπρός όλοι επάνω! Ετοιμάστε τα πράγματά σας και βγείτε έξω”! Θελοντας και μη σηκωθήκαμε και αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε και μην ξεύροντας ακόμα τι συμβαίνει ο καθένας μας έλεγε το δικό του: άλλος ότι θα έγινε κίνημα, άλλος ότι θα έπεσαν αλεξιπτωτισταί κλπ. Δεν αργήσαμε όμως να μάθουμε την πραγματικότηταν (…)
Σε λίγο έφθασεν και ο λοχαγός και διά των κάτωθι μας αναγγέλλει το τι είχε συμβεί: “Παιδιά, μας λέγει, η Ιταλία διά τελεσιγράφου επιδοθέντος εις την Κυβέρνησιν σήμερον την 3ην πρωινήν μας εζήτησε την παράδοσιν τμημάτων του εδάφους μας διά την εγκατάστασιν βάσεων, Ποια και πόσα δεν αναφέρει, αλλ’ αυτό είναι πρόφασις, ώσπου να πάρει αυτά και ακολούθως να μας υποδουλώσει όλους. Η Κυβέρνησις απέρριψεν το τελεσίγραφον και εκήρυξεν γενικήν επιστράτευσιν. Και τώρα όλοι μαζί θα πολεμήσομεν τον εισβολέαν μέχρι τελικής νίκης”…».
Το τέλος
«(…) πλήθη κόσμου πάσης ηλικίας και φύλου έχουν συρρεύσει για να αποχαιρετήσουν τα φανταράκια που αναχωρούν διά το μέτωπον. Σείουν μανδήλια, χειροκροτούν, κλαίουν και γελούν από συγκίνηση, καταριούνται τον εισβολέα κι εύχονται για τη νίκη. Στις εκδηλώσεις αυτές υπερέβη κάθε όριον το φύλον το ωραίον. Τα κορίτσια της Λαρίσης, η μόνη παρηγοριά των φαντάρων που με μία τους ματιά και ένα γλυκό χαμόγελο τούς εσκόρπιζεν τη χαρά και την ευτυχία, έστω και για λίγο, είχον συρρεύσει εκεί για να αποχαιρετήσουν τα παιδιά που τόσο απότομα τα “έχαναν¨ και διαλύοντο τόσα πλασμένα όνειρα. Τώρα δεν πρόκειται να τα ξαναδούν στον βραδυνό τους περίπατο και για αυτό τώρα τους χαιρετούν για τελευταία φορά και εύχονται να γυρίσουν νικητές από τον πόλεμο. Και τώρα βαίνομεν ολοταχώς…».