Γάμοι μετ’ εμποδίων στην Κρήτη αφού ήδη κρητικά κέντρα έχουν ειδοποιήσει τους μελλόνυμφους να φέρουν κρέατα με παραστατικά.
Το «οφτό» αλλά και το βραστό κρέας είναι ένας από τους συνηθισμένους τρόπους μαγειρέματος στην Κρήτη. Ειδικά το οφτό είναι ιδιαίτερα αγαπημένο σε ορεινά χωριά, κάτι που συνέβη και πριν λίγες μέρες στα Ανώγεια, όπου συγκεντρώθηκαν πάνω από 2.500 άτομα σε γάμο.
Τα κρητικά κέντρα πάντως ενόσω η πανώλη κρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη έχουν διαμηνύσει σε νεαρά ζευγάρια πως ότι κρέατα φέρουν στο μαγαζί για τους γάμους θα πρέπει να έχουν πιστοποιητικά και παραστατικά από τα σφαγεία, ώστε να μη φέρουν εκείνοι την ευθύνη.
Το πρόβλημα είναι τεράστιο γιατί μετά τις 16 Αυγούστου αρχίζουν οι παραδοσιακοί γάμοι στην Κρήτη και ήδη σήμερα πρόκειται να σφαγιασθεί και το δεύτερο κοπάδι στα Αστερούσια Ηρακλείου, όπου είχε εκδηλωθεί η νόσος.
Κλιμάκιο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης συνεχίζει τις επαφές με αυτοδιοικητικούς παράγοντες και κτηνοτρόφους και ήδη ανακοινώθηκε πως θα υπάρξει βοήθεια για να διατηρηθεί η τοπική φυλή.
Σε κάθε περίπτωση, αν δεν αλλάξει κάτι οι γάμοι μάλλον θα έχουν διαφορετική εικόνα στην Κρήτη κι από το γνωστό γαμοπίλαφο όπως λένε οι γνωρίζοντες θα πάμε σε πιλάφι με …κοτόπουλο, αφού λόγω της έλλειψης μετακινήσεων τα αιγοπρόβατα της περιοχής δεν αρκούν για να καλύψουν τη μεγάλη ζήτηση στους γάμους, που γίνονται τους καλοκαιρινούς μήνες στην Κρήτη.
Ο πρόεδρος της Συντεχνίας Κρεοπωλών Π.Ε. Λάρισας, κ. Ευάγγελος Ρίζος, εξηγεί ότι εξαιτίας της πανελλαδικής απαγόρευσης στις μετακίνησης των αιγοπροβάτων, δεν υπάρχει εμπόρευμα στην αγορά, επομένως το ζήτημα δεν τίθεται εξαρχής στο αν θα το ζητήσει ή όχι ο καταναλωτής, σύμφωνα με το onlarissa.gr.
«Ο κόσμος ρωτάει για την πανώλη, θέλουν να μάθουν πώς είναι ακριβώς τα πράγματα», προσθέτει έπειτα.
«Θεωρώ ότι είναι σε ήπια μορφή, δεν είναι κάτι για να ανησυχούν πάρα πολύ. Έχουμε ενημερωθεί ότι ναι, μεταδίδεται η νόσος στα ζώα, αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα με τη δημόσια υγεία».
Όπως εξηγεί, τη δεδομένη χρονική στιγμή, που διαχρονικά η κίνηση μειώνεται κατά πολύ, λόγω των διακοπών μεγάλου μέρους του καταναλωτικού κοινού, το πρόβλημα δεν έχει γίνει ακόμα ιδιαίτερα εμφανές.
«Επειδή είναι πολύ λίγο το χρονικό διάστημα και μιλώντας σε τοπικό επίπεδο για την πόλη μας, ούτως η άλλως κάθε εποχή αυτόν τον μήνα δεν έχουμε ιδιαίτερη κίνηση στα καταστήματά μας».
«Αυτό που μας έχει μείνει είναι το μοσχάρι, το χοιρινό και βασικά το κοτόπουλο», τονίζει έπειτα, μιλώντας για τις επιλογές των πελατών.
«Κάνουν τις επιλογές τους μέσα από τα εναπομείναντα κρέατα που υπάρχουν στα καταστήματά μας».
«Θεωρώ ότι εάν συνεχιστεί αυτό, θα έχουμε πρόβλημα, αν δεν γίνει άρση της μετακίνησης των ζώων, για να έχουμε την κανονική ροή όπως πριν», αναφέρει.
«Ακόμα δεν μπορούμε να καταλάβουμε και τη διαφορά, έχοντας ένα μέτρο σύγκρισης. Αν συνεχιστεί θα είναι έντονο, γιατί με την επιστροφή του κόσμου θα μπούμε κι εμείς σε μια σειρά».
«Ευελπιστώ ότι θα γίνει γρήγορα άρση της απαγόρευσης μετακίνησης και δεν θα έχουμε τα προβλήματα που έχουμε τώρα. Πάλι ο κόσμος θα έχει επιφυλάξεις, δεν θα ψωνίζει τόσο εύκολα αρνί και πρόβειο, αλλά τουλάχιστον εμείς θα έχουμε στα καταστήματά μας».
Η απαγόρευση της διακίνησης του κρέατος θέτει φυσικά εμπόδια και στα ψητοπωλεία.
«Ο κόσμος που έρχεται, ζητάει και αρνάκι και άλλα κρέατα, που είναι σε έλλειψη αυτό τον καιρό. Δεν βρίσκω, γιατί είναι κλειστά τα σφαγεία», αναφέρει ο ιδιοκτήτης, κ. Γιάννης Κωνσταντίνου.
«Παρόλα αυτά ο κόσμος τα ζητάει, δεν δείχνει να έχει φοβηθεί ή να έχει ταραχτεί από όλα αυτά», προσθέτει.
«Δεν υπάρχει κανένας πανικός. Σου λένε “θέλω αρνάκι”, τους λέω ότι δεν βρίσκω γιατί είναι κλειστά τα σφαγεία και σου λένε “ναι, το διάβασα”, αλλά το προσπερνούν».
Όπως αναφέρει, εφόσον η κατανάλωση αρνιού είναι απαγορευτική, αυτή την περίοδο υπάρχει ιδιαίτερη προτίμηση για το ψητό κοτόπουλο.
Η μετάδοση γίνεται κυρίως μέσω στενής άμεσης επαφής με μολυσμένα ζώα ή τα κόπρανά τους, αλλά μπορεί επίσης να συμβεί αερογενώς μέσω της εισπνοής μικροσταγονιδίων που απελευθερώνονται στον αέρα με τις εκκρίσεις των μολυσμένων ζώων.
Ο κτηνοτροφικός εξοπλισμός, ποτίστρες, ταΐστρες, στρωμνή, τα διάφορα εργαλεία και οι ζωοτροφές όταν μολύνονται από εκκρίσεις των ζώων μπορούν να αποτελέσουν εστίες μόλυνσης. Επιπλέον η μετάδοση του ιού μέσω του γάλακτος είναι δυνατή.
Όπως σημειώνει, η νόσος ενδημεί για πολλά χρόνια σε αρκετές χώρες της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Ασίας όπου για τον έλεγχό της εφαρμόζονται προγράμματα εμβολιασμού.
Στην Ευρώπη, επίσημες καταγραφές κάνουν λόγο για κρούσματα στη Γεωργία (2016) και στη Βουλγαρία (2018). Φέτος το καλοκαίρι εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στη Θεσσαλία και έχει επεκταθεί στην ορεινή Κορινθία, στον Ασπρόπυργο Αττικής και πρόσφατα στην Κρήτη. Η πολιτική που ακολουθείται στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εντοπισμός των θετικών ζώων – εκτροφών και εκρίζωση.
Τέλος, όπως υπογραμμίζει η Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία «η νόσος δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο και δεν αποτελεί απειλή για τη Δημόσια Υγεία αλλά αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την οικονομία».