Άνδρας 108 ετών: Πρόκειται για τον Στυλιανό Φραγκιαδυλάκη. Ο ίδιος γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1912. Η περιοχή που γεννήθηκε, ήταν η Αγία Παρασκευή στο Καστέλλι Πεδιάδος. Ο κ. Στυλιανός είναι υπεραιωνόβιος, καθώς έχει ξεπεράσει τα 108 έτη ζωής, έχοντας μετααξύ άλλων και 15 δισέγγονα.
Από τα μάτια του έχουν περάσει σημαντικά «καρέ» της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ο ίδιος επέλεξε για τον εαυτό του έναν μετρημένο βίο με αρχαιοελληνικό μέτρο στη διατροφή και τις κοινωνικές του επιλογές. Με ένα ποτηράκι ρακί- ποτέ δεύτερο- καθημερινά, καλό φαγητό και χωρίς άγχος, τη δεκαετία του ‘60 υπήρξε ένας από τους 260 εθελοντές από το Καστέλλι Πεδιάδος που μετείχαν στη μελέτη των Επτά Χωρών, τη διαχρονικότερη μελέτη που έχει διεξαχθεί ποτέ στον τομέα της διατροφής.
Ο Στ. Φραγκιαδουλάκης μίλησε για τη ζωή του και αποκάλυψε ότι η ευζωία και μακροζωία του δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα τύχης αλλά και προσοχής εκ μέρους του. Από τη δεκαετία του 1960 ήμουνα στην ομάδα των Κρητικών που μας παρακολουθούσε μια ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής τον γιατρό Αραβανή μέχρι πριν λίγα χρόνια. Από το χωριό μου ήταν και ο Μιχάλης Παζαράκης.
Πιστεύω ότι η καλή μου διατροφή με αγνά τρόφιμα στο χωριό, ότι πρόσεχα πολύ την υγεία μου, δεν έκανα καταχρήσεις, ποτά, τσιγάρα ξενύχτια. Λένε πως παίζει ρολό και η κληρονομικότητα, αφού ο πατέρας μου έκλεισε τα 100χρονια και ο παππούς μου από τη μάνα μου πόθανε 110 χρόνων, όπως έλεγαν τότε» είπε και εξήγησε: «Δεν είχα άγχος, ελάχιστες φορές, νεύρα είχα αρκετά, αλλά μου περνούσαν γρήγορα».
Μιλώντας για τη σχέση του με τη θάλασσα και την αγάπη του για το κολύμπι εξήγησε: «Κάθε καλοκαίρι στις αρχές του πηγαίναμε με άλλους χωριανούς στη θάλασσα για μπάνια επειδή μας το συνιστούσαν οι γιατροί. Αυτό γινόταν μετά το 1955 και πηγαίναμε με τα γαϊδούρια στη Χερσόνησο ή Σταλίδα. Τα χρόνια εκείνα η Χερσόνησος είχε ελάχιστα σπίτια και η Σταλίδα θαρρώ πως είχε 3-4. Είχαμε πάει και μερικές φορές στον Τσούτσουρο μετά που άνοιξαν τον δρόμο. Έχω πάει μόνος μου και στα ιαματικά λουτρά στην Αιδηψώ και στα Μέθανα».
«Όταν ήλθαν οι πρόσφυγες ήμουνα πολύ μικρός και λίγα πράγματα θυμούμαι. Στα Ρουσοχώρια, πολύ κοντά στο χωριό μου, είχαμε χωράφια και τους έβλεπα από κοντά. Απ’ όσο θυμούμαι δεν υπήρξανε προβλήματα στις σχέσεις των ντόπιων με τους πρόσφυγες» ανέφερε και όπως είπε σε ηλικία 28 χρόνων πολέμησε στο Αλβανικό Μέτωπο.
«Στην Αλβανία πήγαμε το 1940 με τα πόδια από την Αθήνα. Όλο το χειμώνα είμαστε στα βουνά και μέναμε σε ατομικές σκηνές. Είχαμε αρκετές κακουχίες …,πολύ κρύο. Δεν είχαμε νερό, λίγο φαγητό, ελάχιστος ύπνος. Τον πόλεμο και τις κακουχίες τα αντέχαμε. Αυτό, όμως, που ενοχλούσε και δεν το αντέχαμε ήταν οι ψύλλοι και οι ψείρες, ήταν σε όλο μας το σώμα. Στην Κρήτη γύρισα το καλοκαίρι του 1941 με καΐκι λαθραία, γιατί την είχαν καταλάβει οι Γερμανοί».
Αναφερόμενος στα γεγονότα που τον σημάδεψαν αλλά και στους πολέμους που έζησε εξήγησε:
«Εμφύλιο στην Κρήτη δεν ζήσαμε ειδικά στην περιοχή μας, όμως ζήσαμε έντονα την κατοχή, αφού το αεροδρόμιο του Καστελλίου Πεδιάδος είναι δίπλα στο χωριό μου, και ήταν γεμάτο με Γερμανούς. Σχεδόν μέσα στο χωριό μου την Αγιά Παρασκευή εγκαταστάθηκε μια πυροβολαρχία των Ιταλών και έτσι τα χρόνια εκείνα ήταν πραγματική σκλαβιά, ελάχιστα τρόφιμα, αγγαρείες στο αεροδρόμιο και φόβος για τη ζωή μας.
Θυμάμαι αρκετά ιστορικά γεγονότα εκτός από τον πόλεμο στην Αλβανία. Όπως την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά, τη δικτατορία της 21/4/67, αλλά δεν μπορώ να ξεχάσω τις περιπέτειες μου στο Αλβανικό Μέτωπο, τη ζωή στην κατοχή και την επιστροφή μου στην Κρήτη το 1941. Ενώ περίμενα με λαχτάρα να συναντήσω τους συγγενείς και την οικογένεια μου, δυστυχώς…το παιδί μου ενός χρόνου δεν το βρήκα ζωντανό».
Όπως σημειώνει ο 108χρονος Στ. Φραγκιαδουλάκης αποδίδει τη μακροζωία του «στο καλό φαγητό, τα καλά γονίδια και την αποφυγή καταχρήσεων».
«Ασχολήθηκα πολύ με τη γη, δέθηκα μαζί της, από αυτή ανέθρεψα και συντηρούσα την οικογένειά μου, 4 παιδιά. Τα καλοκαίρια πήγαινα τακτικά στα διπλανά χωριά και έκτιζα σπίτια και φούρνους. Μέχρι το 1965 περίπου πιο πολύ πήγαινα στα Ρουσοχώρια. Εκεί μου άρεσε το φαγητό από τις Μικρασιάτισες νοικοκυρές. Συμμετείχα σ’ όλες τις εκδηλώσεις του χωριού και τις εθελοντικές εργασίες που κάνανε τότε οι κοινότητες. Έκανα και τον Αγροφύλακα λίγα χρόνια και τον επίτροπο στην εκκλησιά.
Θεωρώ υποχρέωση του ανθρώπου την συμμετοχή του σε κοινές δραστηριότητες για να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής του και των συνανθρώπων του» δηλώνει και τονίζει «Είμαι γενικά ευχαριστημένος που αξιώθηκα να ζήσω τόσο πολύ και να καμαρώνω την οικογένεια που δημιούργησα 4 παιδιά, 10 εγγόνια, 15 δισέγγονα. Πάνω απ’ όλα πάντα έβαζα την υγεία μου και των παιδιών μου, και πρόσεχα πολύ».