Κορωνοϊός: Πρωτοποριακή ανακάλυψη Ελλήνων επιστημόνων μέσα στην πανδημία του κορωνοϊού. Η συγκεκριμένη έρευνα έχει να κάνει με τη γενετική πολυπλοκότητα του COVID-19. Οι επιστήμονες που το ανακάλυψαν ανήκουν στο Ινστιτούτο Παστέρ. Η συγκεκριμένη έρευνα φέρνει πιο κοντά την επιστήμη για την ανακάλυψη φαρμάκων για την πανδημία του κορωνοϊού.
Επικεφαλής της ελληνικής μελέτης είναι ο Τιμοκράτης Καραμήτρος, ερευνητής στο Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ και υπεύθυνος της Μονάδας Βιοπληροφορικής και Εφαρμοσμένης Γενωμικής. Μάλιστα, ο ίδιος παραχώρησε και συνέντευξη. Αναλυτικότερα, όλα όσα ανέφερε:
«Για πρώτη φορά μιλάμε για ανακατατάξεις του γονιδιώματος του συγκεκριμένου ιού. Για τον συγκεκριμένο ιό δεν είχαν περιγραφεί μέχρι σήμερα ανασυνδυασμοί στο γονιδίωμά του και χρειάστηκε να αναπτύξουμε εξεζητημένους βιοπληροφορικούς αλγόριθμους για τη συγκεκριμένη ανάλυση».
«Ουσιαστικά ορισμένες από αυτές τις αλλαγές που συμβαίνουν, δίνουν πλεονέκτημα στην ικανότητα του ιού να πολλαπλασιάζεται και να διαφεύγει της ανοσολογικής απάντησης. Δηλαδή εάν ο ασθενής κάνει κάποια αντισώματα, για παράδειγμα του ιού, αυτός μέσω των συγκεκριμένων μεταλλαγών που κάνει σ’ αυτή τη διαδικασία, αλλάζει λίγο το προφίλ του και παύουν αυτά τα αντισώματα να τον αναγνωρίζουν».
«Είναι χαρακτηριστικό των κορωνοϊών. Πέρα από τις σημειακές (μικρές) αλλαγές, που αλλάζουν οι βάσεις του DNA, τα γράμματα του DNA ένα προς ένα, έχουμε και δομικές αλλαγές, δηλαδή ολόκληρα τμήματα του DNA του αντιστρέφονται, αναδιατάσσονται και κάνουν τους λεγόμενους ανασυνδυασμούς. Αυτό συμβαίνει σε αρκετούς κορωνοϊούς, είναι χαρακτηριστικό τους. Έτσι, ανταλλάσσουν και τμήματα μεταξύ τους, χάνουν τμήματα, κερδίζουν κομμάτια, δηλαδή κάνουν μια ανταλλαγή και ανακατάταξη του γονιδιώματός τους».
«Προτιμούμε τις σταθερές περιοχές του γονιδιώματος για να έχουν επαναληψιμότητα οι μελέτες μας, ευαισθησία τα τεστ κλπ».
«Με το να εντοπίσουμε ποια τμήματα του γονιδιώματος είναι πιο σταθερά, ποιες περιοχές δηλαδή παραμένουν πιο σταθερές μέσα στον ξενιστή, δηλαδή δεν ανασυνδυάζονται και κάνουν και λιγότερες σημειακές μεταλλαγές, επιλέγοντας αυτές τις περιοχές μπορούμε να στοχεύσουμε συγκεκριμένα αντιιικά φάρμακα, συγκεκριμένα διαγνωστικά τεστ και τον σχεδιασμό εμβολίων με βάση αυτές τις περιοχές».