Τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσε ο Αθανάσιος Γκανάς, διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, μιλώντας στην ΕΡΤ Λάρισας.
Ο ίδιος αναφέρθηκε στην ανησυχία που υπάρχει για το ύψος των πολυκατοικιών στην περιοχή, λόγω της ύπαρξης ενός σημαντικού ρήγματος μήκους 11 χιλιομέτρων που διατρέχει την πόλη.
Το ρήγμα αυτό προκαλεί ανησυχία για την ασφάλεια των κτηρίων, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου οι πολυκατοικίες είναι ψηλές. Ο Γκανάς τόνισε την ανάγκη να ληφθούν προληπτικά μέτρα και να γίνει εκτίμηση των κινδύνων για να προστατευτούν οι κάτοικοι και οι υποδομές της πόλης από πιθανές σεισμικές δονήσεις.
«Στη Λάρισα ξέρουμε ότι υπάρχει ένα ρήγμα που περνάει μέσα από την πόλη, το οποίο το έχουμε χαρτογραφήσει και έχει ένα μήκος τουλάχιστον 11 χιλιομέτρων, που σημαίνει ότι μπορεί να δώσει ένα σεισμό πάνω από 6 ρίχτερ, μπορεί και 6,2 ρίχτερ. Κοντά στη Λάρισα υπάρχουν κι άλλα ρήγματα που συνεχίζουν ανατολικά προς Πλατύκαμπο και βόρεια προς τη Γυρτώνη και βορειότερα προς τη Ροδιά, τα οποία θέλουν προσοχή», εξήγησε ο κ. Γκανάς, διευκρινίζοντας παράλληλα ότι θα πρέπει να γίνει περισσότερη δουλειά με το ρήγμα της Λάρισας, το οποίο έχει χαρτογραφηθεί μεν, αλλά θα πρέπει να βρεθούν δεδομένα για το πότε έχει γίνει ο τελευταίος σεισμός.
«Μπορεί να έχει γίνει πριν από 2.000 χρόνια που αυτό σημαίνει ότι το ρήγμα βρίσκεται στο τέλος του κύκλου και άρα είναι ώριμο ή μπορεί να έχει γίνει και νωρίτερα γιατί δεν υπάρχουν ιστορικά δεδομένα. Οπότε δεν έχουμε δεδομένα για να χαρακτηρίσουμε πόσο επικίνδυνο είναι το συγκεκριμένο ρήγμα. Το ίδιο πράγμα ισχύσει και για τα ρήγματα που είναι ανατολικότερα προς τον Πλατύκαμπο και βορειότερα, όπως στο Ασμάκι και στο Ελευθέριο. Χρειάζεται να γίνει περαιτέρω δουλειά στο πεδίο για να μπορέσουμε να τα χαρακτηρίσουμε για την επικινδυνότητα τους».
Ωστόσο ο διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αθηνών, διερωτήθηκε πως είναι δυνατόν να δίνονται άδειες από τις αρμόδιες αρχές για δεκαόροφες οικοδομές. «Το θεωρώ εγκληματικό όχι μόνο για τη Λάρισα, αλλά και για τον Βόλο και όλες τις Θεσσαλικές πόλεις. Οι δικές μας οι πόλεις, είναι χτισμένες πάνω σε ρήγματα ή κοντά σε αυτά και θα πρέπει να υπάρχουν σχέδια διαφυγής και εκκένωσης. Δεν μπορούν να στοιβάζονται πολυόροφες οικοδομές μέσα σε γειτονικά οικοδομικά τετράγωνα. Είναι μεγάλο λάθος αυτό και πρέπει να σταματήσει. Κρούω τον κώδωνα του κινδύνου».
Η Πρόβλεψη για 6,5 Ρίχτερ στην Ελλάδα – Σε ποια περιοχή θα είναι το επίκεντρο
Η μελέτη του καθηγητή Σεισμολογίας του ΑΠΘ Θεόδωρου Τσάπανου ξεκίνησε μετά τον σεισμό των 5,3 Ρίχτερ τον Ιανουάριο στη Φλώρινα.
Η πιθανότητα να δώσει η περιοχή της Φλώρινας σεισμό μεγέθους 6, 6,5 ή 6,6 βαθμών της Κλίμακας Ρίχτερ τα επόμενα 100 χρόνια είναι 69%, 30% και 25%, αντίστοιχα» δήλωσε ο καθηγητής Σεισμολογίας του ΑΠΘ Θεόδωρος Τσάπανος κατά την διάρκεια της παρουσίασης στο δημοτικό συμβούλιο Φλώρινας, των αποτελεσμάτων ερευνητικού προγράμματος «ανάλυσης και καταγραφής της τοπικής σεισμικής επικινδυνότητας στην περιοχή του Δήμου Φλώρινας».
Αμέσως μετά τον σεισμό της 9ης Ιανουαρίου 2022 μεγέθους Μ=5.4, η περιοχή της Φλώρινας μπήκε στο …μικροσκόπιο των επιστημόνων με τον τομέα Γεωφυσικής και Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης υπό τον Θόδωρο Τσάπανο, να αναλαμβάνει την παρακολούθηση του φαινομένου για λογαριασμό του Δήμου Φλώρινας.
Ο σεισμός και οι εκατοντάδες μικροσεισμοί που καταγράφηκαν είχαν μικρό εστιακό βάθος, από 6 km με μέγιστο τα 20 km ενώ το βάθος από το οποίο προήλθε ο κύριος σεισμός ήταν στα 8 km.
Ένα μικροδίκτυο ψηφιακών σεισμογράφων του εργαστηρίου αναπτύχθηκε σε όλο το γεωγραφικό φάσμα της πόλης, σε δημόσια κτίρια, σχολεία, πανεπιστημιακές αίθουσες, προκειμένου όπως αναφέρει ο κ. Τσάπανος «να υπάρξει λεπτομερής καταγραφή της μικροσεισμικής δραστηριότητας, να γίνουν μετρήσεις γεωηλεκτρικής διασκόπησης σε μεγάλη έκταση για την αποτύπωση των γεωλογικών σχηματισμών και πιθανών ενεργών ρηγμάτων».
Σύμφωνα με την μελέτη «ο σεισμός της 9ης Ιανουαρίου 2022 έγινε σε ένα ρήγμα 8.5 χιλιομέτρων. Ήταν επιφανειακός όπως και οι μετασεισμοί του. Ο σεισμός έγινε σε ένα μέρος κομματιού τεκτονικής δομής που «έσπασε» και που η συνέχεια της φθάνει μέχρι τα Μπίτολα», η οποία ωστόσο όπως επισημαίνουν οι επιστήμονες «παρέμεινε ανενεργή σε όλη την διάρκεια της μελέτης».
Στο ερώτημα γιατί οι σεισμοί και οι εκατοντάδες μετασεισμοί που ακολούθησαν γίνονται έντονα αισθητοί στους πολίτες ο κ. Τσάπανος εξήγησε ότι οφείλεται στο γεγονός ότι «το επίκεντρο όλων αυτών ήταν πολύ κοντά στην πόλη, ήταν σε μικρό εστιακό βάθος και η κατευθυντικότητά τους ήταν προς την πόλη».
Ανέφερε ότι υπάρχει πιθανότητα 59.58% για σεισμό με μέγεθος 6 μέχρι το 2030 και ότι η πιθανότητα να δώσει η περιοχή σεισμό με μέγεθος 6, 6,5 ή 6,6 Ρίχτερ τα επόμενα 100 χρόνια είναι 69%, 30% και 25%, αντίστοιχα.
Ο δήμαρχος Φλώρινας Βασίλης Γιαννάκης, σημείωσε ότι τα στοιχεία που συλλέχτηκαν από το δίκτυο ψηφιακών σεισμογράφων που αναπτύχθηκαν σε όλο τον δήμο, συνέβαλαν καθοριστικά στην απόφαση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας στην καθ’ υπέρβαση εισαγωγή των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση».