Λίγες ημέρες πριν την απολογία της, η Ρούλα Πισπιρίγκου ζήτησε να περάσει από ανιχνευτή ψεύδους για να αποδείξει την αθωότητά της.
Από ανιχνευτή ψεύδους ζήτησε να περάσει η Ρούλα Πισπιρίγκου που τη Δευτέρα απολογείται κατηγορούμενη για τη δολοφονία της κόρης της Τζωρτζίνας.
Να περάσει από ανιχνευτή ψεύδους φέρεται να ζήτησε η Ρούλα Πισπιρίγκου λίγες ώρες πριν οδηγηθεί – τη Δευτέρα- στον ανακριτή για να απολογηθεί κατηγορούμενη για τη δολοφονία της κόρης της Τζωρτζίνας, στο σώμα της οποίας βρέθηκε η ουσία κεταμίνη.
Η Ρούλα Πισπιρίγκου φέρεται να προχώρησε στο συγκεκριμένο αίτημα για «να αποδειχθεί η αθωότητά της» για τον θάνατο της κόρης της αλλά και των άλλων δύο παιδιών της, σύμφωνα με τον Alpha.
Ο ανιχνευτής ψεύδους, γνωστός και ως πολύγραφος, απαντάται περισσότερο σε αμερικανικές ταινίες και λιγότερο στην ελληνική αστυνομική έρευνα εγκλημάτων, ενώ τα αποτελέσματά του από πολλούς ειδικούς δεν θεωρούνται αξιοποιήσιμα.
Την αλήθεια για τα άλλα δυο παιδιά τους, την Ίριδα και την Μαλένα, αλλά και πληροφορηθεί πώς δόθηκε η κεταμίνη στην 9χρονη Τζωρτζίνα ζητά ο Μάνος Δασκαλάκης δείχνοντας να μην αμφισβητεί την ενοχή της Ρούλας Πισπιρίγκου.
Στο απόσπασμα από τη συνέντευξη που θα δημοσιευθεί αύριο στην εφημερίδα ΜΠΑΜ, ο Μάνος Δασκαλάκης λέει: «Δεν έχω να κρύψω κάτι. Δεν είμαι εξαφανισμένος από πουθενά. Εχω πάθει το μεγαλύτερο σοκ της ζωής μου. Δεν περίμενα ποτέ ότι στα 30 μου χρόνια θα φτάσω και θα μάθω κάτι τέτοιο.
«Θέλω να ακουστεί μόνο η αλήθεια. Δεν έχω κανέναν άλλο λόγο. Ποτέ δεν έκρυψα την αλήθεια και ποτέ δεν έχω να κρύψω κάτι. Ελεγα σε κάθε θάνατο μετανιώνω που δουλεύω τόσες ώρες για να κάνω το καλύτερο για τα παιδιά μου και δεν έχω ζήσει κάποιες στιγμές μαζί τους. Εάν μετάνιωνα μία φορά τότε, μετανιώνω 50 τώρα. Πάντα δούλευα όμως για να τους κάνω το καλύτερο. Ποτέ δεν περίμενα πως θα φτάσει αυτή η στιγμή».
«Είναι ξεκάθαρη η θέση μου. Δεν έχω να φοβηθώ κανέναν και τίποτα. Ακόμα και τώρα θα πω ότι θέλω να μάθω την αλήθεια για τα παιδιά μου. Από πού βρέθηκε η κεταμίνη, από πού προμηθεύτηκε την κεταμίνη. Πώς την έδωσε; Τι έγινε με τα άλλα δύο μου παιδιά».
Οι ανιχνευτές ψεύδους στηρίζονται στην επιστημονική υπόθεση ότι το ψέμα προκαλεί άγχος, σε αυτόν που το λέει. Μελέτες έχουν δείξει πως όταν εξαπατούμε ένα άλλο πρόσωπο, το τμήμα του εγκεφάλου που σχετίζεται με τα συναισθήματα, η αμυγδαλή, «ανάβει». Έτσι, αισθανόμαστε ντροπή, τύψεις κι αρχίζουμε να γινόμαστε νευρικοί.
Αν και νομίζουμε πως μπορούμε να κρύψουμε αυτό που νιώθουμε από τον συνομιλητή μας, το σώμα μας μάς προδίδει: η αναπνοή μας μπορεί να αλλάξει, οι καρδιακοί παλμοί και η αρτηριακή πίεση ανεβαίνουν, τα άκρα μας, χέρια και πόδια, έχουν συσπάσεις, μπορεί ακόμη και να αρχίσουμε να ιδρώνουμε.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο «πιάνει δουλειά» ο πολύγραφος, το μηχάνημα που σχεδιάστηκε για να μετρά ακριβώς αυτές τις φυσιολογικές αποκρίσεις του οργανισμού. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή… Ο εξεταζόμενος κάθεται αναπαυτικά και ο εξεταστής τον «συνδέει» με μια σειρά από αισθητήρες που καταγράφουν τον ρυθμό της αναπνοής, την κίνηση σε χέρια και πόδια, την αρτηριακή πίεση, καθώς και τον ιδρώτα.
Αφού ολοκληρωθεί η… καλωδίωση του εξεταζομένου, αρχίζει ο καταιγισμός ερωτήσεων, οι οποίες στην αρχή είναι εξαιρετικά απλές, του τύπου «είστε άνθρωπος;» ή «έχετε πει ποτέ ψέματα σε κάποιον;».
Στη συνέχεια ο… βαθμός δυσκολίας ανεβαίνει με τις ουσιαστικές ερωτήσεις να «πέφτουν βροχή» και μάλιστα να επαναλαμβάνονται συχνά, αλλά με κάποιες διαφοροποιήσεις στη διατύπωση, ώστε ο εξεταζόμενος να πέσει στην παγίδα και να προδοθεί.
Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως τα επιστημονικά στοιχεία ενισχύουν την εγκυρότητα των τεστ για την ανίχνευση ψεύδους, εφόσον αυτά διεξάγονται και ερμηνεύονται με βάση τις σωστές διαδικασίες.
Μάλιστα, όταν τηρούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες, η εγκυρότητα του συγκεκριμένου τεστ φτάνει το 87%.
Οι χειριστές του συγκεκριμένου μηχανήματος μπορεί να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για την εγκυρότητα του τεστ, ωστόσο δεν λείπουν και οι φωνές που υποστηρίζουν το αντίθετο και εκφράζουν τις αμφιβολίες τους για το πόσο ακριβή είναι τα αποτελέσματά του.
Ένας σημαντικός παράγοντας, σύμφωνα με τους επικριτές του πολυγράφου, είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι έχουν την τάση να λένε ψέματα. Σύμφωνα μάλιστα με μια έρευνα, τα παιδιά, πριν καν φτάσουν τα 3 χρόνια, αρχίζουν να λένε μικρά, αθώα ψέματα, ενώ μέχρι να γίνουν 6 ετών έχουν καταφέρει να «τελειοποιήσουν» την τεχνική τους και να μην γίνεται τόσο εύκολα αντιληπτό το ότι ψεύδονται.
Μεγαλώνοντας, κάποιοι άνθρωποι κάνουν το ψέμα συνήθειά τους και αυτό είναι κάτι που μπορεί να επηρεάσει την αντίδρασή τους στον πολύγραφο. Μάλιστα μια επιστημονική έρευνα υποστηρίζει πως όταν ένας άνθρωπος λέει συχνά ψέματα, τότε ο εγκέφαλός του γίνεται λιγότερο ευαίσθητος και έτσι είναι πιο πιθανό να ξεγελάσει το μηχάνημα με τις αντιδράσεις του.
Ένα άλλο πρόβλημα, σύμφωνα με τους επικριτές του πολυγράφου, είναι το γεγονός ότι η αύξηση της αρτηριακής πίεσης ή του ρυθμού αναπνοής ενός ανθρώπου μπορεί να παρατηρηθεί εξαιτίας και άλλων παραγόντων, και όχι μόνο όταν λέει ψέματα.
Φόβος, θυμός, αμηχανία εξαιτίας μιας προσωπικής ερώτησης, πόνος από το πιεσόμετρο, ακόμη και ο τόνος της φωνής του εξεταστή, όλα μπορούν να προκαλέσουν την ίδια αντίδραση στον εξεταζόμενο, την οποία ο πολύγραφος θα ερμηνεύσει ως ψέμα, εξηγεί στο βιβλίο του «Πώς να ξεγελάσετε τον πολύγραφο», ο Νταγκ Ουίλιαμς πρώην αστυνομικός με μεγάλη πείρα στον χειρισμό του αμφιλεγόμενου μηχανήματος.
Το γεγονός ότι οι απόψεις για την εγκυρότητα του ανιχνευτή ψεύδους διίστανται, «ευθύνεται» και για το ότι σε κάποιες αμερικανικές πολιτείες, τα δικαστήρια δεν δέχονται ως τεκμήριο την ετυμηγορία του.