Η συγκλονιστική υπόθεση με θύμα τη Λίνα Κοεμτζή, χαρακτηρίστηκε αυτοκτονία, αλλά η μητέρα της εξακοκλουθεί να υποστηρίζει ότι ήταν δολοφονία.
Συγκεκριμένα,η μητέρα του θύματος Σταυρούλα Τομπάζη πιστεύει ότι ήταν δολοφονία με φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς.
Με μια φωτογραφία που τη δείχνει να κρατά αγκαλιά την εγγονή της, η μητέρα της Λίνας Κοεμτζή, Σταυρούλα Τομπάζη, ετοιμάζεται να αλλάξει ακόμη ένα χρόνο, προσπαθώντας να φανεί δυνατή και να συνεχίσει τον αγώνα της για να δικαιωθεί το παιδί της. Η Λίνα Κοεμτζή, τον Φεβρουάριο του 2016, έπεσε από τον 9ο όροφο της φοιτητικής εστίας στη Θεσσαλονίκη, μετά από απειλές που είχε δεχτεί σχετικά με την κυκλοφορία προσωπικού της βίντεο και φωτογραφιών με ερωτικό περιεχόμενο.
Αν και η υπόθεση χαρακτηρίστηκε από τις Αρχές αυτοκτονία και τον Σεπτέμβριο του 2020 μπήκε στο αρχείο, η Σταυρούλα Τομπάζη δεν έχει αποδεχτεί αυτή την απόφαση των Αρχών και πιστεύει ότι η κόρη της έπεσε θύμα εκβιασμού και πως ο θάνατός της ήταν δολοφονία με ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς.
Η ίδια προσπαθεί να φανεί δυνατή για τα υπόλοιπα παιδιά της αλλά και για την μικρή εγγονή της η οποία πήρε το όνομα Γαλήνη, όπως έλεγαν και την Λίνα. Στα μάτια της μικρής εγγονής της η Σταυρούλα Τομπάζη βλέπει το παιδί που έχασε αλλά ποτέ δεν πρόκειται να ξεχάσει κι όπως λέει στο protothema.gr «Η Γαλήνη μου, ας είναι η τελευταία που έφυγε από τη ζωή».
Η φωτογραφία που ανέβασε στο facebook και δείχνει γιαγιά και εγγονή να κοιτούν προς ένα φωτεινό αυτοσχέδιο αστέρι, συγκέντρωσε αρκετά likes ενώ συνοδεύτηκε και από τη λεζάντα: «Το δικό μας αστεράκι έτσι λεει Η μικρή Γαληνη».
Ήταν Νοέμβριος του 2016 όταν η Λίνα Κοεμτζή ανεβαίνει στον 9ο όροφο της εστίας του Πανεπιστημίου και βουτά στο κενό.
Το πρώτο από τα πέντε παιδιά της Σταυρούλας και του Παναγιώτη Κοεμτζή, η Λίνα, μεγάλωσε φτωχικά αλλά με πολλή αγάπη και αμέτρητες θυσίες από την πλευρά των γονιών της. Η εισαγωγή της στο Τμήμα Βιολογίας του Αριστοτέλειου ισοδυναμούσε για εκείνη με το διαβατήριο σε ένα σύμπαν που θα άνοιγε τους ορίζοντές της και θα της έδινε τη δυνατότητα να έχει μελλοντικά τόσο η ίδια όσο και η πιεσμένη οικονομικά οικογένειά της μια καλύτερη ζωή.
Τα πρώτα χρόνια των σπουδών της στη Θεσσαλονίκη κυλούν ανέμελα μέχρι τη στιγμή που ο προσωπικός ουρανός της Λίνας αρχίζει να συννεφιάζει. Υπαίτιος, ένας γνωστός της από τα Γιαννιτσά, ο οποίος βασιζόμενος στην αφέλεια της νεαρής Λίνας την πείθει σε ανύποπτο χρόνο να ποζάρει άλλοτε γυμνή και άλλοτε ημίγυμνη μπροστά στην ερασιτεχνική του κάμερα με την υπόσχεση ότι θα την κάνει μοντέλο.
Της λέει ότι είναι πολύ όμορφη και είναι κρίμα να μην εκμεταλλευτεί το θείο δώρο της εμφάνισής της βγάζοντας καλά και εύκολα χρήματα. Οτι η λήψη των εν λόγω φωτογραφιών, οι οποίες θα διοχετευτούν αποκλειστικά και μόνο σε πρακτορεία μοντέλων, είναι κάτι παραπάνω από υποχρεωτική προκειμένου να ανοίξουν για εκείνη οι πύλες του λαμπερού χώρου της μόδας. Και το κυριότερο, της υπόσχεται ότι αυτές τις φωτογραφίες δεν πρόκειται να τις δει κανείς άλλος εκτός από εκείνον και τον μελλοντικό ατζέντη της.
Λίγο καιρό μετά τη λήψη των επίμαχων φωτογραφιών, ο φίλος από τα Γιαννιτσά, τις ανεβάζει στο προσωπικό του ιστολόγιο και από εκεί ταξιδεύουν σε χρόνο dt στο αχανές σύμπαν του Διαδικτύου και στα χέρια διάφορων επιτήδειων που αντικρίζουν στο κορμί της Λίνας τις πιο αρρωστημένες τους φαντασιώσεις.
Άνδρες από τα Γιαννιτσά, τη Θεσσαλονίκη και τα Χανιά, της στέλνουν μηνύματα με πρόστυχες προτάσεις και όταν η Λίνα τους εξηγεί απολογητικά ότι δεν είναι τέτοια γυναίκα και πως οι φωτογραφίες προορίζονται για καθαρά επαγγελματική χρήση, εκείνοι περνούν στο επίπεδο του εκβιασμού και του εκφοβισμού μέσα από αμέτρητες απειλές του στυλ: «Ή θα μου στείλεις φωτογραφία μ’ αυτή την πόζα ή θα σε ξεφτιλίσω παντού». Μεταξύ αυτών των «ανδρών» και ένας Άγγελος ο οποίος της γράφει πως αν δεν συνευρεθεί μαζί του, θα έχει άσχημα ξεμπερδέματα.
Την αποκαλούν «παλιοπατσαβούρα», «βρωμοθήλυκο», «φτηνιάρα» και εκείνη, αντί να απευθυνθεί κατευθείαν στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, προσπαθεί να αντιμετωπίσει μόνη της τον ωμό εκβιασμό παρανοϊκών εγκεφάλων. Αρχικά στέλνει απεγνωσμένα μηνύματα στον Δημήτρη προσπαθώντας να κατανοήσει το μέγεθος της προδοσίας του: «Γιατί ανέβασες αυτές τις φωτογραφίες; Δεν είπαμε ότι είναι για μας; Με έκανες ρεζίλι στα Γιαννιτσά». Καμία απάντηση, καμία αιτιολογία, καμία συγγνώμη.
Κάποια στιγμή, η Λίνα Κοεμτζή φτάνει σε ένα σημείο που δεν αντέχει να κουβαλά μόνη της αυτό το βάρος, που δεν μπορεί να βλέπει καθημερινά μόνη της αυτόν τον εφιάλτη και λέει τα πάντα στους γονείς της. Εκείνοι τη βοηθούν να το ξεπεράσει, της λένε πως ό,τι και αν γίνει μπορούν να το αντιμετωπίσουν ενωμένοι. Ο εφιάλτης υποχωρεί και ο ήλιος της παλιάς ανέφελης ζωής της μοιάζει να φωτίζει ξανά τις μέρες της.
Στις αρχές του καλοκαιριού του 2016, σύμφωνα με πληροφορίες που προέρχονται από τη μαρτυρία μιας φίλης της, ένας άνδρας από την Καλαμαριά με το όνομα «Αλεξ» όχι μόνο θα σκοτεινιάσει τον ήλιο της Λίνας αλλά θα τον σβήσει ολοκληρωτικά.
Η γνωριμία της Λίνας με τον άνδρα από την Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης δεν προμηνύει αρχικά κανέναν κίνδυνο. Βγαίνουν, διασκεδάζουν, περνάνε καλά χωρίς ωστόσο εκείνη να τον ερωτεύεται όσο εκείνος ενδεχομένως επιθυμεί. Ένα βράδυ, ο άνδρας αυτός φέρεται να βιντεοσκοπεί την ερωτική τους συνεύρεση και στη συνέχεια να την απειλεί πως «αν δεν βάλουν κι άλλους στο παιχνίδι» θα διαρρεύσει το επίμαχο βίντεο στα social media. Η κοπέλα τρελαίνεται, ενώ εκείνος, ατάραχος, συνεχίζει τις απειλές και τον στυγνό εκβιασμό. Γύρω στον Αύγουστο η Λίνα Κοεμτζή γνωρίζει ένα παιδί λίγα χρόνια μεγαλύτερό της, τον Αλέξανδρο, που σπουδάζει επίσης στη Θεσσαλονίκη. Τον ερωτεύεται τρελά. Το ίδιο και εκείνος.
Η ευτυχία της Λίνας, ωστόσο, δεν είναι αποδεσμευμένη από τους εφιάλτες του πρόσφατου παρελθόντος της, οι οποίοι κάθε λίγο και λιγάκι της χτυπούν την πόρτα. Πίσω της στέκονται άνδρες που την απειλούν πως αν δεν ενδώσει σε ερωτικές περιπτύξεις της αρεσκείας τους, θα παραδώσουν στον έρωτα της ζωής της τα βίντεο που έχουν στην κατοχή τους. Η Λίνα προσπαθεί να γλιτώσει από το βάρος του στυγνού εκβιασμού, αλλά δεν τα καταφέρνει. Πονάει βαθιά, φοβάται απίστευτα και ο χωρισμός από τον Αλέξανδρο στις 28 Νοεμβρίου 2016 σπάει ακόμη και την τελευταία κλωστή της υπομονής της.
Το βράδυ της ίδιας ημέρας, γύρω στις 9, η Λίνα Κοεμτζή προσπαθεί να επικοινωνήσει με τη μητέρα της, η οποία βρίσκεται στη Γερμανία μαζί με τον σύζυγό της. Η κρίση την οδήγησε στην ξενιτιά, η ανεύρεση δουλειάς μακριά από την πατρίδα αποτελούσε για εκείνη μοναδική λύση. Η επικοινωνία δεν γίνεται ποτέ, καθώς η Λίνα δεν έχει μονάδες στο κινητό της και προσπαθεί να μιλήσει με τη μητέρα της μέσω κάποιας εφαρμογής στο κινητό, αλλά αυτό είναι αδύνατο καθώς το πανεπιστήμιο δεν διαθέτει Wi-Fi.
Το ρολόι δείχνει 9.15 μ.μ. όταν η 22χρονη φοιτήτρια λέει στη συγκάτοικό της στον 7ο όροφο της φοιτητικής εστίας ότι ανεβαίνει για λίγο μέχρι τον 9ο και επιστρέφει. Οταν φτάνει εκεί ανοίγει την πόρτα ενός δωματίου όπου κάθονται δύο κορίτσια, τα οποία στη συνέχεια είπαν ότι η Λίνα δεν ήταν καλά.
Οτι έκλαιγε, έτρεμε και αμφέβαλε για τη ζωή και τον εαυτό της. Σύμφωνα πάντα με τις μαρτυρίες των εν λόγω κοριτσιών, η Λίνα βγήκε στη συνέχεια στο μπαλκόνι για να καπνίσει ένα τσιγάρο και μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου έπεσε στο κενό. Παρά την πτώση από τόσο μεγάλο ύψος η Λίνα δεν χάνει αμέσως τη μάχη με τη ζωή, αλλά μισή ώρα αργότερα όταν μεταφέρεται στο νοσοκομείο «Παπαγεωργίου».
Παρά τις προσπάθειες των δικών της να αποδείξουν ότι το παιδί τους δολοφονήθηκε η υπόθεση μπαίνει στο αρχείο τον Σεπτέμβριο του 2020.