Πολιορκία μέγιστης διάρκειας: Πρόκειται για μία πολιορκία, η οποία διήρκεσε περίπου 21 χρόνια. Η σημασία του ήταν μεγάλη. Αφορούσε τόσο γεωπολιτικά, όσο και πολιτισμικά θέματα και επηρέασε σημαντικά τη Δύση και την Ανατολή. Επιπλέον, άσκησε επιρροή σε έθνη, αλλά και σε θρησκείες.
Ένα από τα μείζονα ιστορικά γεγονότα του 17ου αιώνα εντοπίζεται λοιπόν στο Ηράκλειο. Τον Χάνδακα του τότε, το πέρασμα του οποίου από τους Ενετούς στους Οθωμανούς τον Σεπτέμβριο του 1669 σηματοδότησε το τέλος του Μεγάλου Κρητικού Πολέμου. Όπως ονομάστηκε ο E΄ Βενετοτουρκικός Πόλεμος (1645-1669) δηλαδή, που έφερε σύντομα όλη την Κρήτη στα χέρια των Τούρκων. Εκτός από το απόρθητο φρούριο του Χάνδακα φυσικά, που έστεκε αγέρωχο και συνέχιζε να αντιστέκεται αποτελεσματικά για τα επόμενα 21 χρόνια.
Η πολιορκία του ενετοκρατούμενου Χάνδακα από τους Οθωμανούς ήταν ένα γεγονός που αποτέλεσε τομή για τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Σημαντικό για την ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στη Βενετία και την Κωνσταντινούπολη. Σημαντικό επίσης για τους εμπορικούς δρόμους μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Το Ηράκλειο διαδραμάτιζε κομβικό ρόλο στην Ενετοκρατία. Όταν αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε σε κορυφαίο διαμετακομιστικό και πνευματικό κέντρο. Το 1669 όλα αυτά πήραν βίαιο τέλος. Η Κρητική Αναγέννηση έσβησε και μια νέα περίοδος ξεκίνησε. Μια μαύρη περίοδος…
Οι Ενετοί είχαν στα χέρια τους τον Χάνδακα από το 1204. Έδωσαν τέλος στη Β’ Βυζαντινή Περίοδο της πόλης. Οι δυνάμεις του Νικηφόρου Φωκά κατέλαβαν τον Χάνδακα από τους άραβες Σαρακηνούς της Ιβηρικής το 961 μ.Χ. Εκείνοι είχαν κατακτήσει την Κρήτη το 823 μ.Χ. Επιπλέον, μετέφεραν εκεί την πρωτεύουσα του νησιού. Ραμπντ αλ Χάντακ ονόμασαν οι Άραβες την πρωτεύουσα του Εμιράτου της Κρήτης. Χάνδακα τον αποκαλούσαν εξελληνισμένα και οι Βυζαντινοί. Αυτό συνέβαινε κατά την περίοδο της Αραβοκρατίας. Οι Ενετοί ονόμασαν την πόλη Κάντια. Αντίθετα, για τους ντόπιους ήταν πάντα το Κάστρο.
Παρά το γεγονός ότι οι πρώτες μάχες του Μεγάλου Κρητικού Πολέμου μεταξύ της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας και της Υψηλής Πύλης λαμβάνουν χώρα από το 1645. Η πολιορκία του Χάνδακα ξεκινά επισήμως τον Μάιο του 1648, με την άφιξη του οθωμανικού στόλου και την απόβαση τουρκικών δυνάμεων έξω από την πόλη. Ως τότε, το 40% των κάτοικων της υπαίθρου είχε εξοντωθεί από τον οθωμανικό στρατό. Αντίθετα, οι πόροι του νησιού χρησιμοποιούνταν εδώ και καιρό για την συντήρηση των τουρκικών δυνάμεων.
Υπερασπιστής της πόλης τοποθετήθηκε κατά την πιο νευραλγική φάση ο Φραντσέσκο Μοροζίνι, δόγης της Γαληνοτάτης, ναύαρχος του στόλου της, δούκας της Κάνδιας και κατακτητής κατόπιν του Μοριά (Βασίλειο του Μορέως). Γνωστός και ως ο άνθρωπος που βομβάρδισε τον Παρθενώνα. Απέναντί του είχε τον πασά Κιοπρουλού Φαζίλ Αχμέτ, τον Μεγάλο Βεζίρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εκείνος έφερε μαζί του όλη του τη φήμη. Έφερε επίσης και ισχυρότατο πυροβολικό.
Το ιστορικό γεγονός που ονομάζουμε σήμερα Πολιορκία του Χάνδακα (1648-1669) ήταν μια μακρά σειρά συγκρούσεων. Αυτή ακολουθούνταν από μικρότερες μάχες, εξόδους, επιθέσεις, αντεπιθέσεις κ.λπ. Ήταν πράγματι μια ακραία πολιορκία, τόσο σε όρους χρόνου όσο και καταστροφής. Κάτι λογικό αν σκεφτεί κανείς πως πίσω από τον Χάνδακα στέναζε η χριστιανική Ευρώπη και πλήθος ευρωπαϊκών δυνάμεων έσπευσαν να συμβάλουν στον αγώνα των πολιορκημένων. Ως το 1641 εξάλλου η Κρήτη ήταν η μόνη περιοχή στην Ανατολική Μεσόγειο που δεν είχε πέσει στα χέρια των Τούρκων.
Αποτελούσε το τελευταίο οχυρό της χριστιανοσύνης. Για την άμυνα του Χάνδακα συνασπίστηκαν ουσιαστικά τα χριστιανικά βασίλεια της εποχής, υπό τις ρητές εντολές του Πάπα της Ρώμης, εγκαινιάζοντας έτσι τη μεγαλύτερη σε διάρκεια και χωρίς διακοπή πολιορκία που έχει καταγραφεί ποτέ στην παγκόσμια ιστορία. Μια πραγματική εποποιΐα. Αφορμή μάλιστα για την τουρκική επιχείρηση στην Κρήτη στάθηκαν οι Ιωαννίτες Ιππότες της Μάλτας, οι οποίοι επιτέθηκαν το 1644 σε μουσουλμάνους προσκυνητές και κατέφυγαν σε ορμητήριο της νότιας Κρήτης με τα λάφυρα.
Η Υψηλή Πύλη κατηγόρησε τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία και σύντομα (30 Απριλίου 1645) 416 πλοία με 50.000 στρατιώτες (μεταξύ αυτών και 7.000 γενίτσαροι) ξεκινούσαν από τα Δαρδανέλια. Στις 23 Ιουνίου, οι Τούρκοι αποβιβάζονται αιφνιδιαστικά στο Βασίλειο της Κάνδιας και οι Ενετοί αποδεικνύονται ανέτοιμοι. Η Γαληνότατη θα αντιδράσει αποστέλλοντας 2.500 στρατιώτες στο νησί, φροντίζοντας ωστόσο να αποσπάσει την υπόσχεση του Πάπα για βοήθεια.
Τα Χανιά πέφτουν σε δύο μήνες, την επόμενη χρονιά πέφτει το Ρέθυμνο και ως το 1648 όλη η Κρήτη είναι ουσιαστικά σε οθωμανικά χέρια. Εκτός από το αγκάθι του Χάνδακα, αφού η πόλη ήταν πολύ καλά οχυρωμένη από τα χρόνια που την έλεγαν Μεγάλο Κάστρο ακόμα. Οι Τούρκοι την αποκλείουν εντελώς από την ξηρά, τα ενετικά πλοία βρίσκουν ωστόσο τον τρόπο να την ανεφοδιάζουν από θαλάσσης. Η υπεράσπιση της πόλης επαφίεται στους ενετούς στρατιώτες, αλλά και τον ηρωισμό που επιδεικνύουν οι ντόπιοι. Κι έτσι θα περάσουν τα επόμενα 21 χρόνια!
Μια πολιορκία που κρατά δύο δεκαετίες δεν μπορεί να μην έχει ούτε μελανά σημεία ούτε και επιχειρήσεις που καλούν σε «δημιουργικές» λύσεις. Το πελώριο κάστρο του Χάνδακα με τους προμαχώνες και τα εξωτερικά φρούριά του έμοιαζε απόρθητο. Η μάχη δόθηκε στις υπόγειες στοές, μέσω των οποίων επικοινωνούσαν τα εξωτερικά φρούρια με τα τείχη, αλλά και στις δεξαμενές, τα πηγάδια και τους υπονόμους που εξασφάλιζαν την πολύτιμη παροχή νερού μέσα στην πόλη των 25.000 ανθρώπων.
Την ώρα που οι Οθωμανοί χτυπούσαν ανηλεώς με κανόνια τα τείχη, κάτω από τη γη διεξαγόταν ένας φονικός πόλεμος στα λαγούμια που έσκαβαν και οι δύο πλευρές για να προσβάλουν τον εχθρό. Εκατοντάδες τέτοιες στοές ανοίχτηκαν και δόθηκαν αδιανόητες μάχες σώμα με σώμα. Οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να περάσουν τα τείχη της πόλης και οι Ενετοί αποτύγχαναν σε κάθε απόπειρα να απαλλαγούν από τον οθωμανικό βραχνά. Σε απάντηση της πολιορκίας, η Γαληνοτάτη επιχείρησε να αποκλείσει τα Δαρδανέλια το 1656. Κατόπιν είπε να κάνει απόβαση στον Χάνδακα. Απέτυχε και στα δύο σχέδια.
Έτσι κατέληξε και η ευρωπαϊκή αποστολή του Φεβρουαρίου του 1667, όταν 6.000 άντρες και 21 πλοία με σημαίες Γαλλίας, Νάπολης, Σικελίας και Μάλτας έφτασαν στον Χάνδακα για να διώξουν τους Τούρκους. Η μόνη τους επιτυχία ήταν η απώθηση μιας επίθεσης στα ανοιχτά των Κυθήρων. Οι Ενετοί κατάφεραν να ανακόψουν αρκετές φορές τον τουρκικό ανεφοδιασμό και η φθορά του τουρκικού στρατού στην Κρήτη ήταν τόσο μεγάλη που διατυπώθηκαν ακόμα και σκέψεις να σταματήσει η πολιορκία.
Όχι μόνο δεν σταμάτησε όμως, αλλά το 1658 άλλοι 50.000 Οθωμανοί αποβιβάζονται στην Κρήτη, υπό τις άμεσες διαταγές του Μέγα Βεζίρη πια. Τότε (Δεκέμβριος του 1666) ήταν που οι Ενετοί τοποθέτησαν αρχιστράτηγο της Κάνδιας τον ναύαρχο Μοροζίνι, που έμελλε να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην πολιορκία του Χάνδακα.
Ήταν χειμώνας του 1667 όταν θα ξεκινούσε η τελευταία φάση της αδιανόητης αυτής πολιορκίας. Αυτά τα δύο τελευταία χρόνια, που είδαν νέα οθωμανικά στρατεύματα να αποβιβάζονται στην Κρήτη, θα στοίχιζαν τη ζωή σε 70.000 μουσουλμάνους στρατιώτες και 70.000 χριστιανούς, πολεμιστές και αμάχους, Ενετούς και Κρήτες.
Οι Ενετοί απορρίπτουν την άνοιξη του 1668 και νέο αίτημα συνθηκολόγησης από την Υψηλή Πύλη, καθώς ποντάρουν τώρα στη βοήθεια των Γάλλων. Τον Ιούνιο του 1668 καταφτάνει πράγματι το πρώτο κύμα της γαλλικής ενίσχυσης, 6.000 στρατιώτες και 31 πλοία, οι Οθωμανοί όμως είναι πιο κοντά από ποτέ στην κατάκτηση της πόλης.
Τα τείχη του Χάνδακα και τα οχυρωματικά του έργα είναι σε τραγική κατάσταση από τη μακροχρόνια καταπόνηση. Οι αδέξιες πολεμικές ενέργειες των Γάλλων όμως, που μικρό αντίκτυπο είχαν στη στρατιωτική σκακιέρα, επιδεινώνουν τις σχέσεις με τους Ενετούς και ούτε λίγο ούτε πολύ, στα τέλη Αυγούστου οι Γάλλοι αποχωρούν!
Κι εδώ μπαίνει στην ιστορία μας ο προδότης. Ήταν ο μηχανικός Αντρέα Μπαρότσι (Ανδρέας Βαρότσης) που αποκάλυψε στους Τούρκους τα αδύναμα σημεία του φρουρίου αλλά και τα σχέδια των πολιορκημένων, κάνοντας τον Χάνδακα ακόμα πιο ευάλωτο απ’ όσο ήταν ήδη. Ο Μοροζίνι, αντιλαμβανόμενος πως δεν υπήρχαν πλέον ελπίδες, αποφάσισε να συνθηκολογήσει. Με δική του μάλιστα πρωτοβουλία, χωρίς να συμβουλευτεί κανέναν στη Βενετία.
Τον Σεπτέμβριο του 1669 υπογράφεται η «Συνθήκη της Κανδίας» που δίνει στους ταλαιπωρημένους κατοίκους τη δυνατότητα να αποχωρήσουν με κάποια από τα υπάρχοντά τους από την πόλη. Ως τότε ο Μοροζίνι είχε συγκεντρώσει τα γυναικόπαιδα στη νήσο Δία, επιτρέποντας στους λιγοστούς άντρες που είχαν απομείνει στο κάστρο να συνεχίσουν τον αγώνα τους. Όταν παρέδωσε τα κλειδιά της πόλης στον βεζίρη, ο Χάνδακας ήταν σχεδόν ερειπωμένος. Οι τελευταίοι κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη και οι Τούρκοι εισέβαλαν νικητές σε αυτή.
Ο πληθυσμός των 3.600 κατοίκων του Χάνδακα είχε 12 μέρες μπροστά του να ετοιμαστεί. Κατόπιν επιβιβάστηκαν σε πλοία με κατεύθυνση το ενετοκρατούμενο Ιόνιο, όπου μετοίκησαν ως πρόσφυγες τα νησιά, τη Βενετία και τη Δαλματία. Η «Βενετία του Νότου», όπως έλεγαν τον Χάνδακα, δεν υπήρχε πια. Δεν ήταν παρά ένας σωρός ερειπίων. Όπως ήταν και ολόκληρη η Κρήτη, που έμελλε να ζήσει μια νέα μαρτυρική περίοδο: την Τουρκοκρατία…