Ανατριχιαστικά μέρη στην Αττική: Πρόκειται για κτίρια που βρίσκονται μέσα στην Αθήνα ή και γενικότερα στην Αττική. Όποιος τα επισκεφθεί είναι βέβαιο πως θα νιώσει ανατριχίλα, αλλά και φόβο. Παρακάτω ακολουθεί η σχετική λίστα. Αναλυτικότερα:
Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της Πεντέλης σε υψόμετρο 720 μέτρων. Λένε πως πήρε το όνομά της από τον λήσταρχο Νταβέλη και πως αποτελούσε κρυσφήγετό του αν η εν λόγω ιστορία έχει αμφισβητηθεί. Στην αρχαιότητα αποτέλεσε ιερό του θεού Πάνα, ενώ στα βυζαντινά χρόνια υπήρξε ερημητήριο ασκητών, οι οποίοι την ονόμασαν «Σπήλαιον των Αμώμων». Το σπήλαιο εξερευνήθηκε από το ζευγάρι των Ελλήνων σπηλαιολόγων Ιωάννη και Άννα Πετρόχειλου.
Η είσοδός του είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή και μεγαλοπρεπής. Στα δεξιά της εισόδου βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Νικολάου και το ασκητήριο του Αγίου Σπυρίδωνα. Τα δύο αυτά μνημεία υπέστησαν ρηγματώσεις από τα έργα του υπουργείου Εθνικής Άμυνας που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή τις δεκαετίες του 1970 και 1980. Ζημιές είχε υποστεί και το εσωτερικό του σπηλαίου. Ωστόσο, οι εκκλησίες σήμερα έχουν υποστυλωθεί και συντηρηθεί. Ο πιο γνωστός θρύλος που υπάρχει σχετικά με το Σπήλαιο, αφορά τον Λήσταρχο Νταβέλη που φέρεται βρήκε εκεί κρυψώνα.
Ο Χρήστος Νταβέλης (πραγματικό επώνυμο Νάτσιος) γεννήθηκε περίπου το 1832 στο Στείρι Βοιωτίας. Σε ηλικία 15 ετών εργαζόταν ως γαλακτοπώλης και υπηρέτης στη Μονή Πεντέλης. Πέρασε από μικρός στην παρανομία εντάχθηκε σε συμμορία. Η πολυσυζητημένη «δράση» του κορυφώθηκε το 1855, με την απαγωγή του Γάλλου λοχαγού Μπερτό. Το εν λόγω περιστατικό προκάλεσε διπλωματικό επεισόδιο και αναταραχή στους κόλπους της κυβέρνησης.
Σκοτώθηκε σε συμπλοκή με απόσπασμα της Χωροφυλακής το 1856, κοντά στο χωριό Ζεμενό της Βοιωτίας. Επικεφαλής του αποσπάσματος ήταν ο αδελφικός του φίλος και πρώην πρωτοπαλίκαρό του, Ιωάννης Μέγας, ο οποίος εγκατέλειψε τη συμμορία μετά από αντιπαράθεση με τον Νταβέλη για… τα μάτια της Ιταλίδας κόμισσας Λουίζας Μπανκόλι.
Σε μία από τις ιστορίες που «ακολουθούν» τη φήμη του λήσταρχου ο Νταβέλης εμφανίζεται να απαγάγει τη διάσημη Ιταλίδα φιλλέλην Δούκισσα της Πλακεντίας, με σκοπό να απαιτήσει την καταβολή λύτρων, για την απελευθέρωση της. Παράλληλα, άρχισε να αναπτύσσεται και ο μύθος του «φλογερού έρωτα» μεταξύ της Δούκισσας και του Αρχιληστή.
Το Σανατόριο της Πάρνηθας αποτελεί ένα από τα πιο συζητημένα μέρη. Ένα στοιχειωμένο μέρος της Ελλάδας. Άνοιξε τις πόρτες του το 1912 με σκοπό τη νοσηλεία ατόμων που έπασχαν από φυματίωση. Στο σανατόριο κατέληξαν χιλιάδες άνθρωποι απ’ όλη τη χώρα αλλά κυρίως από την Αθήνα. Οι περισσότεροι από αυτούς έφταναν για νοσηλεία αλλά και να εκμεταλλευτούν τον καθαρό αέρα της Πάρνηθας αλλά επειδή δεν μπορούσαν να πληρώσουν τα νοσήλια (κυμαίνονταν από 300 έως 480 δραχμές μηνιαίως) κατασκήνωναν έξω από αυτό. Εκεί νοσηλεύτηκε πλήθος κόσμου μεταξύ των οποίων ήταν οι ποιητές Γιάννης Ρίτσος και Γιώργος Κοτζιούλας.
Το σανατόριο λειτούργησε για περίπου τρεις δεκαετίες. Μετά το 1950 που ανακαλύφθηκε η πενικιλίνη, οι υπηρεσίες του κτιρίου υπονομεύθηκαν και έκλεισε το 1960. Ακολούθησε ο ΕΟΤ, πέντε χρόνια αργότερα, ως ο νέος ιδιοκτήτης που το λειτούργησε για λίγο καιρό ως ξενοδοχείο «Ξενία». Ωστόσο, ο τρόπος κατασκευής του και το γεγονός πως υπήρχε κοντά το «Μον Παρνές» οδήγησαν στο κλείσιμό του, το 1960. Το 1967 ο Οργανισμός Τουριστικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης μεταφέρεται και εγκαθίσταται στο κτίριο. Οι τουριστικές σχολές λειτούργησαν μέχρι το 1984 και κατόπιν μεταφέρθηκαν στην Ανάβυσσο. Τότε το κτίριο εγκαταλείφθηκε οριστικά.
Ακόμα και σήμερα αν κάποιος σταθεί στο συγκεκριμένο μέρος δεν είναι δυνατόν να μη νιώσει ένα δέος. Πιθανότατα αυτό οφείλεται στο γεγονός πως «κληρονόμησε» τόσο το σανατόριο όσο και το «πάρκο των ψυχών» μια αίσθηση που αποπνέει φόβο. Όλα αυτά τα χρόνια ακούστηκαν πολλές ιστορίες για ανθρώπους που ήταν φυματικοί και πέθαναν στο σανατόριο και υποτίθεται ότι είχαν στοιχειώσει την περιοχή. Στο σανατόριο υπάρχει και ένα υπαίθριο τρομακτικό μουσείο το οποίο «δένει» απόλυτα με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Το εντυπωσιακό κτίσμα, στολίδι αρχιτεκτονικής «η Βίλα Καζούλη» βρίσκεται στην Κηφισιά, στη λεωφόρο Κηφισίας λίγο πριν το Ζηρίνειο δημοτικό στάδιο. Χτίστηκε από τον επιχειρηματία Καζούλη περίπου το 1910. Το κτίσμα είναι ένα μείγμα νεοκλασικισμού και αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Χαρακτηριστικό του είναι ο εντυπωσιακός τρούλος που προσπαθεί να «δέσει» με το υπόλοιπο οίκημα. Η είσοδος έχει έντονο αναγεννησιακό χαρακτήρα και διαθέτει νεοκλασικούς κίονες.
Σύμφωνα με ένα συμβόλαιο αγοράς που ανακαλύφθηκε πριν χρόνια, επιβεβαιώθηκε πως πριν το χτίσιμο της βίλας το τεράστιο οικόπεδο που αγόρασε ο Καζούλλης (έφτανε μέχρι και την νότια πλευρά του σημείου που σήμερα υπάρχει το ΚΑΤ) είχε χρησιμοποιηθεί σαν νεκροταφείο με την ονομασία «Μνημούρι» ή «Τουρκικά μνήματα». Το γεγονός ότι η έπαυλη είναι χτισμένη πάνω σε νεκροταφείο ήταν η αφορμή, ώστε, να δημιουργηθούν οι ιστορίες της «στοιχειωμένης βίλας» με πρωταγωνιστές δεκάδες φαντάσματα και… περιπλανώμενες ψυχές.
Στις ιστορίες τρόμου συνέβαλε και το γεγονός πως στη διάρκεια της κατοχής η βίλα επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και εκεί στεγάστηκε το φρουραρχείο των SS και στα υπόγειά της βασανίστηκαν πολλοί αγωνιστές τις αντίστασης. Σύμφωνα με μαρτυρίες, μάλιστα, σε κάποιο σημείο του τεράστιου κήπου της θάφτηκαν τουλάχιστον 12 Έλληνες στρατιώτες που μαρτύρησαν στα χέρια των κατακτητών και παραμένουν εκεί ακόμα και σήμερα. Λέγεται, επίσης, ότι ακόμα και την ώρα που αποχωρούσαν οι Γερμανοί, εκτέλεσαν έξω από την κεντρική πύλη έξι Έλληνες πολίτες.
Φήμες αναφέρουν πως οι Γερμανοί όσο διάστημα παρέμειναν μέσα στη βίλα έκαναν απογραφή των θησαυρών που υπήρχαν μέσα στο κτίριο. Έχουν αναφερθεί ακόμα και παράνομες ανασκαφές στον προαύλιο χώρο της για ανεύρεση θησαυρών. Οτιδήποτε είχε μεγάλη αξία τοποθετήθηκε μέσα σε κιβώτια τα οποία πήραν μαζί τους οι ναζί όταν απελευθερώθηκε η Αθήνα.
Πρόκειται για ένα ερειπωμένο κτίσμα που βρίσκεται στην οδό Σμολένσκυ και τον έχουν ονομάσει «Πύργος των Ονείρων». Αν και παραμένει ακατοίκητο εδώ και δεκαετίας λέγεται πως το επισκέπτεται μόνο το φάντασμα του υφασματέμπορου Κούρταλη που ζούσε εκεί. Φιλόξοδος και περίεργος είχε την εμμονή να αποκτήσει κάποιο αξίωμα, σταδιακά όμως τρελάθηκε και απομονώθηκε στο αρχοντικό που ζούσε μόνος. Στα νιάτα του ήθελε να γίνει τενόρος και έβγαινε συχνά στο μπαλκόνι τραγουδώντας άριες.
Χάνοντας την περιουσία του τα τελευταία χρόνια της ζωής του το σπίτι περιήλθε στο δημόσιο λόγω οφειλών, ο ίδιος συνέχισε να κατοικεί εκεί ώσπου απεβίωσε στο νοσοκομείο έπειτα από τραυματισμό του αναφέρει η ιστορία. Η μεταφυσική, όμως εκδοχή της θέλει τον Κούρταλη να πεθαίνει εντός του Πύργου κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Βρίσκεται στην οδό Θήρας στον αριθμό 54 στην Πλατεία Αμερικής. Ξεπροβάλει πίσω από τον μαντρότοιχο με τα συρματοπλέγματα και τους πανύψηλους κάκτους. Διαθέτει πολεμίστρες αλλά και οικόσημα της οικογένειας που ζούσε εκεί. Πρόκειται για τον Πύργο Τυπάλδου. Αποτελεί το μοναδικό αυθεντικό νεογοτθικής αρχιτεκτονικής κτίσμα σε ολόκληρη την Αθήνα που στέκει ακόμη όρθιο αλλά προκαλεί ρίγη σε όποιον το δει.
Χαρακτηρίστηκε διατηρητέο το 2008 και χτίστηκε το 1914, μετά από παραγγελία του εμπόρου και εισαγωγέα φαρμάκων, Τζώρτζη Αλφονσάτου Τυπάλδου – απόγονου της αρχοντικής οικογένειας των Τυπάλδων με ρίζες από τη Νάπολη της Ιταλίας, που σύμφωνα με τα γραπτά ντοκουμέντα υπάρχει από το 1400. Ο πύργος αποτέλεσε συνέχεια οικογενειακό σπίτι, ενώ κατοικήθηκε ασταμάτητα μέχρι το 1995. Τελευταία πυργοδέσποινα ήταν η υπέργηρη αδερφή της γιαγιάς της κυρίας Καλλιμάνη, η οποία εγκατέλειψε τον πύργο με τον γιο της, μετά από μια ληστεία, που τους ανάγκασε να φύγουν με πολύ άσχημο τρόπο. Έκτοτε δεν επέστρεψαν ποτέ και ο πύργος παρέμεινε κλειστός και ερειπωμένος.