28η Οκτωβρίου 1940: Η 28η Οκτωβρίου είναι μια εθνική εορτή η οποια έχει πολύ μεγάλη ιστορική σημασία για όλους τους Έλληνες. Βεβαία τα σχολικά βιβλία ιστορίας και τα άχρωμα κυβερνητικά έγγραφα με κατεβατά από κείμενα δεν βοηθάνε για κάνουν κάποιον να του αρέσει η ιστορία. Όπως επίσης δεν αποτυπώνονται τόσο καλά στην μνήμη αλλά παράλληλα δεν αποτυπώνονται και στην καρδιά του αναγνώστη. Έτσι εδώ σας παρουσιάζουμε μια σειρά από μαρτυρίες τότε μαθητών και τις αντιδράσεις που υπήρχαν τότε.
28η Οκτωβρίου 1940: Μια σειρά από μαρτυρίες.
Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος.
Στις 28 Οκτωβρίου το πρωί σήμαναν οι σειρήνες. Κατάλαβα ότι κάτι συμβαίνει. Φόρεσα τη στολή της ΕΟΝ και πήγα στη Λέσχη των Σκαπανέων στη λεωφόρο Κηφισίας. Εκεί ακούσαμε από το ραδιόφωνο την κήρυξη του πολέμου. Συγκεντρωθήκαμε μερικοί και κατεβήκαμε στο κέντρο της Αθήνας όπου ήδη διαδήλωναν χιλιάδες άνθρωποι. Επιτεθήκαμε και καταστρέψαμε τα γραφεία της ιταλικής αεροπορικής εταιρείας Αl Litoria.
Δημήτριος Μπίκος.
Θυμάμαι πάρα πολύ καλά εκείνη την ημέρα. Ήμουν μαθητής στη β΄ τάξη του Γυμνασίου στην Κυπαρισσία.
Οι καθηγητές μας ενημέρωσαν για την κήρυξη του πολέμου και μας έδιωξαν από το σχολείο. Στον δρόμο της επιστροφής για το σπίτι μου έβλεπα έκδηλη τη χαρά στα πρόσωπα των ανθρώπων που πήγαιναν να πολεμήσουν. Μου έκανε φοβερή εντύπωση. Δεν βρέθηκε μια μάνα να πει: «πού πάνε τα παιδιά μας;» όπως συμβαίνει τώρα.
Δημήτριος Παπαδόπουλος.
Ο πόλεμος με βρήκε μαθητή Γυμνασίου στο χωριό Τοξότες Ξάνθης. Ο πατέρας μου Νικόλαος ήταν πρόεδρος της κοινότητας. Διαθέταμε ένα κοινοτικό ραδιόφωνο, το οποίο ήταν τοποθετημένο σε ένα εστιατόριο. Απ’ εκεί συνδεόταν με μεγάφωνο στην πλατεία του χωριού. Απ’ εκείνο το ραδιόφωνο μάθαμε για τον πόλεμο. Εγώ και οι συμμαθητές μου, ως νέοι τότε, διακατεχόμεθα από μια θετική σκέψη. Πιστεύαμε ότι θα νικήσουμε.
28η Οκτωβρίου 1940: Ιωάννης Αντωνακέας.
Το καλοκαίρι του 1940 έδινα εξετάσεις για να προβιβαστώ από την γ΄ τάξη του Γυμνασίου στην δ’.
Θυμάμαι ότι γράφαμε ένα διαγώνισμα και κάποια στιγμή ο επιβλέπων καθηγητής μας είπε: «Σήμερα εσείς γράφετε διαγώνισμα. Για κοιτάξτε αύριο τι κάνω εγώ;».
Μας έδειξε μια ταυτότητα στη φωτογραφία της οποίας φορούσε τη στολή του έφεδρου ανθυπολοχαγού.
«Θα παρουσιαστώ στον στρατό αύριο!» μας είπε με υπερηφάνεια και χαρά.
Του είχε σταλεί ατομική πρόσκληση.
Έτσι είχαμε αργία από την Παρασκευή το απόγευμα μέχρι τη Δευτέρα το πρωί. Εγώ είχα παραμελήσει τα μαθήματά μου μέχρι την τελευταία στιγμή με αποτέλεσμα να ξυπνήσω την Δευτέρα 28 Οκτωβρίου στις 06.00 για να γράψω τις ασκήσεις των αρχαίων ελληνικών.
Την στιγμή που έγραφα, πρέπει να ήταν λίγο πριν τις 07.00, ακούστηκαν οι σειρήνες. Εν τω μεταξύ, ξύπνησαν και οι δικοί μου. Ανοίξαμε αμέσως το ραδιόφωνο, όμως το πρόγραμμα δεν είχε αρχίσει ακόμη. Ο πατέρας μου είπε: «Δεν πας κάτω να δεις τι συμβαίνει;». Το σπίτι μας τότε ήταν σε μια δεύτερη παράλληλη οδό με τη Πατησίων. Στον δρόμο συνάντησα έναν άνθρωπο και τον ρώτησα τι συμβαίνει. «Πόλεμος» μου λέει. «Τι πόλεμος;» ξαναρωτώ. Τότε με μεγάλη δόση υπερβολής μου είπε: «Η Ελλάδα, η Τουρκία και η Σερβία κήρυξαν τον πόλεμο στη Γερμανία και την Ιταλία».
Επέστρεψα σπίτι για να πω τα νέα στους γονείς μου
Ο πατέρας μου ήταν ενθουσιασμένος. Ευελπιστούσε ότι θα τον καλούσαν στον στρατό. Δεν κλήθηκε όμως, καθώς ήταν σχετικά μεγάλος σε ηλικία. Εκείνη την ημέρα εγώ δεν πήγα σχολείο. Οι συμμαθητές μου όμως που πήγαν, μου διηγήθηκαν τι έγινε. Συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο και ένας καθηγητής τους ανακοίνωσε ότι τα σχολεία θα παρέμεναν κλειστά μέχρι νεωτέρας διαταγής. Εγώ κατέβηκα στην Ομόνοια και από εκεί κατευθύνθηκα στο Σύνταγμα. Πέρασα και από τα γραφεία της Αl Litoria. Οι πολίτες οργισμένοι είχαν σπάσει τις τζαμαρίες της ιταλικής αεροπορικής εταιρίας.
28η Οκτωβρίου 1940: Αθανάσιος Γιαννόπουλος.
Πρωί πρωί της 28ης Οκτωβρίου στις 06.00 μας ξύπνησαν οι σειρήνες. Επρόκειτο για πολεμικές σειρήνες συναγερμού με τον συνθηματικό ήχο: «Όλοι στα καταφύγια». Όταν η σειρήνα χτυπούσε για τα καταφύγια έκανε χαρακτηριστικό ήχο, σε σχέση με εκείνον που ανήγγειλε το πέρας του κινδύνου.
Εμείς όμως αντί για τα καταφύγια ξεχυθήκαμε στους δρόμους να δούμε τι συμβαίνει. Μάθαμε από αστυνομικούς, που περιφέρονταν με ποδήλατα, ότι η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο και πως ιταλικά στρατεύματα επιτίθονταν στην Πίνδο. Ταυτόχρονα το ραδιόφωνο άρχισε να μεταδίδει τις ειδήσεις και να κυκλοφορούν ορισμένα έκτακτα φύλλα εφημερίδων.
Ο κόσμος, παρ’ όλες τις παραινέσεις και τις νουθεσίες των αστυνομικών και κάποιων παλαιών στρατιωτικών, δεν πήγαινε στα καταφύγια. Άλλωστε δεν υπήρχαν και καταφύγια. Δεν πήγαινε καν στα σπίτια του.
Ήταν ένα παραλήρημα ενθουσιασμού, ένα πανηγύρι μπορώ να πω. Εκείνη την ημέρα γλεντήσαμε όλοι. Χορεύαμε στους δρόμους. Δεν είχες την αίσθηση ότι είχε ξεσπάσει πόλεμος. Νόμιζες ότι συμμετείχες σε ένα μεγάλο πανηγύρι. Τόσο ριζωμένη είχαμε μέσα στην ψυχή μας την εθνική συνείδηση. Ο πόλεμος του 1940 για εμάς ήταν μια μεγάλη γιορτή.