Advertisement
ΕΛΛΑΔΑ

Παύλος Βρέλλης: Ο Έλληνας που δημιούργησε με τα χέρια του την ιστορία της χώρας μας σε κέρινα ομοιώματα

15:21
Νίκη Μουλά

Ο Παύλος Βρέλλης δούλεψε 13 ολόκληρα χρόνια και δημιούργησε το Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων, που φιλοξενεί ήρωες του ’21.

Αν πατήσεις στην μηχανή αναζήτησής σου στο Google «μουσείο κέρινα ομοιώματα», το ήξερες ότι θα σου βγάλει πρώτη επιλογή ένα μουσείο που υπάρχει στην Ελλάδα και δημιούργησε ο Παύλος Βρέλλης;

Advertisement

Μπορεί όσοι μένουν μακριά από την Ήπειρο να μην το έχουν επισκεφθεί, αλλά όλοι γνωρίζουν το επιβλητικό Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων Παύλου Βρέλλη, στην περιοχή Μπιζάνι, στα Ιωάννινα.

Εκεί, φιλοξενείται η ιστορία της Ελλάδος, όπου οι ήρωες του 1821 παίρνουν «σάρκα και οστά» μπροστά σου. Συνολικά, διαθέτει 150 κέρινα ομοιώματα σε 36 ιστορικά θέματα, εμπνευσμένα από σημαντικά γεγονότα της Ελληνικής Ιστορίας.

Advertisement

Advertisement

Ο γεννηθείς στις 25/03/1923 Παύλος Βρέλλης δημιούργησε το 1975 ένα μικρό πειραματικό χώρο, το εργαστήρι του, στο χωριό Μουζακαίοι, όπου ήταν το πατρικό του σπίτι κι είχε εκθέσει το πρώτο του θέμα, το «Κρυφό Σχολειό». Η δουλειά ήταν τόσο απαιτητική, που έπρεπε να βρει ένα μεγαλύτερο χώρο. Έτσι, αγόρασε 17 στρέμματα στην περιοχή Μπιζάνι και το 1983 άρχισε να φτιάχνει το Μουσείο που οραμαριζόταν, με μεράκι και αγάπη. Άνοιξε τις πόρτες του στις 31/07/1995 και είναι εκεί, μέχρι και σήμερα.
Το κτίριο, το οποίο είναι μέσα στη φύση, έχει μορφή Ηπειρωτικής αστικής φρουριακής αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα, είναι φτιαγμένο από πέτρα, χωρίζεται σε τέσσερα μέρη και η διαδρομή του είναι σαν μονοπάτι.

Όπως έχει αναφέρει ο ίδιος ο καλλιτέχνης, σέβεται την παράδοση, τον περιβάλλοντα χώρο (φύση) και τον επισκέπτη «που ανάλογα με τις γνώσεις και την αγάπη του, θα αποκαλύπτει ένα-ένα τα στοιχεία στην εξέλιξή τους, στη μερική και γενική θέα του όλου έργου».

Επίσης, έχει εξηγήσει πως «τον Φλεβάρη του 1983, αγόρασα στο χωριό Μπιζάνι 17 στρέμματα Γης, για να φτιάξω αυτό το Μουσείο. Ήμουν τότε 60 χρονών. Μέτρησα την αντοχή μου και την ανοχή μου.

Advertisement

Αυτά που βρήκα ήταν βράχια, ανώμαλο έδαφος με μεγάλες κλίσεις (πουθενά οριζόντια επιφάνεια), λίγες ασφάκες και πουρνάρια ’δω και ’κει και δυο μικρές γκορτσιές. Πουθενά δρόμος ή μονοπάτι δεν υπήρχε. Το πρώτο που ’κανα, ήταν να χαράξω δρόμους. Καθόρισα με μεγάλη προσοχή που θα γινόταν τα κτίρια.

Έτσι, όπως ανεβαίνουμε, χαράχτηκε δεξιά η άνοδος και αριστερά η κάθοδος/έξοδος. Χάραξα στο βουνό δρομάκια για τους πεζούς, για να χαρούν τη φύση και να συντομεύσουν την πορεία προς το Μουσείο. Φύτεψα δέντρα, λουλούδια, έβαλα θάμνους και άφησα να φαίνεται το τραχύ φυσικό έδαφος κάπου – κάπου.

Το κτίριο, είναι δικό μου σχέδιο. Το δούλεψα από πηγές που πήρα από τα παραδοσιακά μας αρχοντικά, στα Γιάννενα και στην Ήπειρο γενικότερα. Προσπαθώ από την αρχή να έχω μεγάλη ενότητα στην ποικιλία και να κρατήσω την αφανή αρμονία, το ρυθμό και το μέτρο, κατά το δυνατόν. Ενώ το κτίριο “διαβάζεται” εξωτερικά σαν σπίτι, εσωτερικά δε λειτουργεί έτσι».

Όσον αφορά τον εσωτερικό χώρο του κτιρίου, «ο όγκος διαρρυθμίζεται ανάλογα με τη θεματογραφία των 36 χώρων, ανομοιογενών και ανισοϋψών μεταξύ τους. Έτσι αναπτύσσονται, λειτουργικά, κατά τρόπο: παράλληλο, συνάλληλο (κοινή επιφάνεια ανάμεσα σε δυο θέματα), και διάλληλο (το ένα επίπεδο διέρχεται μέσω του άλλου).

Advertisement

Έγινε προεργασία με προοπτικά και αξονομετρικά σχέδια, και άρχισα να χαράζω στο δάπεδο, με μια κιμωλία, το πρώτο μου θέμα: τις Φυλακές (βρίσκονται 2,50 μέτρα πάνω από το δρόμο που ήρθαμε).

Υπολόγισα τις προεκτάσεις που θα είχε το πρώτο θέμα που άρχισα, στα υπόλοιπα. Δημιούργησα, τοίχους στήριξης γερούς με τούβλα, καθώς πεσσούς. Καθόριζα περάσματα και ανοίγματα για τα επάνω θέματα, αφήνοντας αναμονές για τη σύνδεσή τους. Μετά, μόνος μου, επένδυσα με πέτρα μερικά θέματα.

Στη συνέχεια χρωμάτισα τους χώρους, για να δώσω την ατμόσφαιρα του θέματος και στο τέλος τοποθέτησα τα κέρινα ομοιώματα, στις θέσεις που είχα προκαθορίσει. Μέτρο σύγκρισης για κάθε θέμα, είχα τον άνθρωπο».

Όπως προαναφέρθηκε, στο Μουσείο βρίσκονται κέρινα ομοιώματα με τους ήρωες του ’21. Συγκεκριμένα, εκθέματα από την Προεπανάσταση και την Επανάσταση (συν πιο Σύγχρονα – 1940 – αλλά και ομοίωμα του ίδιου του καλλιτέχνη στο τέλος της διαδρομής, που φιλοτέχνησε ο ίδιος!).

Οι μορφές επιβλητικές, παριστάνονται σε φυσικό μέγεθος, μέσα σε περιβάλλον πιστής παρουσίασης του εκάστοτε περιβάλλοντός τους. Σου δημιουργούν δέος που όμοιό του δεν υπάρχει, ενώ ο επισκέπτης μένει κάθε φορά εκστασιασμένος από αυτό που βλέπει. Ειδικά τα παιδιά! Είναι ένας όμορφος τρόπος να μαθαίνουν κάπως «διαδραστικά» την ιστορία του τόπου τους.

Στους χώρους της Προεπανάστασης φιλοξενούνται κέρινα ομοιώματα από το Κρυφό Σχολειό, Ηπειρώτες Ευεργέτες, Δασκάλους του Γένους, της Φιλικής Εταιρείας (Σκουφάς, Τσακάλωφ, Ξάνθος), του Ρήγα Βελεστινλή Φεραίου και του Κοσμά του Αιτωλού, όπως και σκηνές από τον σκλαβωμένο Ελληνισμό στις φυλακές.

Στους χώρους της Επανάστασης δεσπόζουν ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, πολεμιστές του ’21, ο τουρκοφάγος Νικηταράς, ο μπουρλοτιέρης Κωνσταντίνος Κανάρης και φυσικά ο αρχιστράτηγος Θεόδωρος Κολοκτρώνης. Ο Γέρος του Μοριά, μάλιστα, συναντάται δύο φορές στο Μουσείο: μία να κάθεται πάνω σε ένα βράχο και μία να είναι μέσα στη φυλακή του στο Ναύπλιο (βέβαια οι απόψεις για το αν ήταν φυλακισμένος στον προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα στο Παλαμήδι διίστανται, καθώς κάποιοι θεωρούν πως το κελί του ήταν στον προμαχώνα του Μιλτιάδη).

Πως φτιάχνει ο Παύλος Βρέλλης τα ομοιώματα

Όπως έχει αναφέρει ο Παύλος Βρέλλης για τα κέρινα ομοιώματά του «τα πρόσωπα, τα δουλεύω πρώτα σε πηλό. Η διαδικασία, δεν με προβληματίζει ιδιαίτερα, όταν έχω επαρκείς πηγές για το θέμα μου (Κυρά της Ρω). Δυσκολεύομαι πραγματικά στο να ζωντανέψω πρόσωπα για τα οποία ακόμη και οι αναφορές που έχω γι’ αυτά, είναι λίγες ή ελάχιστες (Διονύσιος ο Φιλόσοφος).

Μεγάλη σημασία δίνω στην οστεολογία, τη μυολογία, τη φυσιολογία, για να πλάσω τις μορφές μου. Η χαρακτηρολογία, η φυσιογνωμική και η μιμική, θα με βοηθήσουν περισσότερο στην απόδοση συναισθημάτων. Ύστερα, δημιουργώ ένα γύψινο “αρνητικό” καλούπι, στο οποίο θα χυτεύσω αργότερα κερί. Όλα τα πρόσωπα, τα χέρια και τα πόδια, είναι από καθαρό κερί μέλισσας.

Τα μαλλιά, είναι από συνθετική τρίχα τα περισσότερα και μερικά απ’ αυτά από φυσική. Τα μάτια, των ομοιωμάτων, είναι τα συνηθισμένα γυάλινα μάτια που πωλούν ορισμένα καταστήματα οπτικών.

Τα ρούχα, είναι σύγχρονα, μεταποιημένα ή παλιά κομμάτια, ρετάλια φθαρμένα, μέρη από παλιές φορεσιές, κ.λπ., που αγόρασα από παλαιοπωλεία διαφόρων πόλεων. Άλλα είναι από δωρεές φίλων και γνωστών.

Τα σώματα, είναι από γύψο και λινάτσα ή τζίβα, ή λινάρι, ή ξυλόχορτο, με σκελετό από λεπτές σιδερόβεργες.

Τα κέρινα ομοιώματα, είναι κούφια εσωτερικά και έτσι “αναπνέουν” καλύτερα. Διάλεξα το κερί σαν υλικό, γιατί ομοιάζει περισσότερο με την ανθρώπινη επιδερμίδα που θέλω να αποδώσω, έχοντας ένα βαθμό ημιδιαφάνειας. Εύκολο – γενικά – στη χρήση του, έχει κάποιες παγίδες στην επιλογή της ποιότητάς του και κυρίως στο χρώμα του, που πάντα διαφέρει απ’ τη στιγμή που είναι λιωμένο, μέχρι τη στιγμή που σταθεροποιείται.

Δουλεύω τα χρώματα με βάση τους τόνους που θέλω να πετύχω, για να αποδώσω την ατμόσφαιρα του θέματος που αναπτύσσω. Σε φυλακές ή σε μουχλιασμένες σπηλιές, χρησιμοποιώ (επιπλέον) βερνίκια για να αποδώσω την αίσθηση της υγρασίας που θα είχε και ο πραγματικός – φυσικός χώρος.

Ξύλα, πόρτες, παράθυρα, σιδεριές, βιβλιοθήκες, ντουλάπια είναι από κατεδαφισμένα παλιά σπίτια στα Γιάννενα, που συγκέντρωσα σιγά – σιγά, ή τα διάλεξα επί τόπου. Αντικείμενα, όπως φανάρια, καρσέλες, παγούρια, βιβλία, καλαμάρια, λάμπες, στάμνες, πιάτα, χερόμυλα, μικροαντικείμενα είναι από το παλιό πατρικό μου σπίτι στα Γιάννενα. Τα άλλα (σιδεριές, αλυσίδες, κουδούνια, βουτσέλες, λυχνάρια, “μπού(ν)τες”, κ.λπ.), είναι αγορασμένα από παλιατζίδικα, από ολόκληρη την Ελλάδα και μερικά από αυτά, προσφορές γνωστών και φίλων.

Τα τσαρούχια, Τούρκων και Τουρκαλβανών, του Κοσμά του Αιτωλού και μερικών άλλων ομοιωμάτων, τα έφτιασα από λινάτσα, γάζες και γύψο με κόλλες. Αφού τα “έπλασα” όταν ήταν ακόμη νωπά, τα πατινάρισα αργότερα με κάσια και άλλα χρώματα.

Για ’μένα, είναι όλα κομμάτια που με κάνουν να αναπολώ αγαπημένες ώρες δουλειάς».

Το Μουσείο αυτό δεν είναι μόνο «κόσμημα» για τα Ιωάννινα και την Ήπειρο, αλλά και για όλη τη χώρα. Μια επίσκεψη, αν δεν έχετε πάει, πραγματικά αξίζει τον κόπο και θα σας πείσει.

«Τα 12 χρόνια δουλειάς δεν είναι λίγα, γιατί άρχισα στα 60 μου χρόνια και οι δυσκολίες ήταν πολλές: καιρικές συνθήκες, οικονομικά προβλήματα, καλλιτεχνική ευσυνειδησία (μεράκι και τελειομανία), με φέρανε στο χρόνο αυτό.

Αυτό που έκανα, σαν Ιστορική και Καλλιτεχνική αγωγή, είναι μια προσφορά – έστω και ελάχιστη – στον τόπο μου. Είναι το παρελθόν και χωρίς αγάπη για το παρελθόν, δεν υπάρχει αγάπη για την Ιστορία αυτού του τόπου».

Ο Παύλος Βρέλλης, ο οποίος απεβίωσε το 2010 σε ηλικία 87 ετών, εργάστηκε ολομόναχος και ακούραστα, για να φέρει εις πέρας ένα μοναδικό δημιούργημά, ώστε να μπορούμε εμείς σήμερα να το απολαύσουμε. Ας το τιμήσουμε με την παρουσία μας και ας το αφήσουμε να μας συνεπάρει στο ταξίδι του χρόνου.

TAGS:
Advertisement