Το υπουργείο Εθνικής Άμυνας προχώρησε στην αναστήλωση της οικίας του Μακεδονομάχου ήρωα, Παύλου Μελά.
Στην ανακοίνωσή του το υπουργείο Εθνικής Αμύνης τονίζει αρχικά ότι «η πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας μας κατέχει υψηλή θέση ανάμεσα στις προτεραιότητες της Κυβέρνησης και για την επίτευξη αυτού του σκοπού αναπτύσσει ρεαλιστικές πολιτικές, με απτά και μετρήσιμα αποτελέσματα, αντιλαμβανόμενη την ιστορική κληρονομιά ως ένα δομικό στοιχείο της Εθνικής μας ταυτότητας».
«Εμβληματική δράση, αποτελεί η αναστήλωση της ιστορικής οικίας του Μακεδονομάχου ήρωα Παύλου Μελά, το οποίο προετοίμαζε από μηνών το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, με τη κομβική συνδρομή της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λίνας Μενδώνη», συνεχίζεται στην ανακοίνωση.
Στην οικία του Μακεδονομάχου, Παύλου Μελά ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Αλκιβιάδης Στεφανής
είπε: «Το μοναδικό αυτό μνημείο διαφύλαξης του ιστορικού αποθέματος του Έθνους μας, περιήλθε στην ιδιοκτησία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας κατόπιν δωρεάς της εγγονής του Παύλου Μελά κ. Ναταλίας Ιωαννίδου, η οποία διατηρεί τη μακρά παράδοση της οικογενείας της, για προσφορά και ανιδιοτελή αγάπη της την Πατρίδα.
Η υλοποίηση του έργου, που θα αποτελεί επίτευγμα ιδιαίτερης ιστορικής αλλά και καλλιτεχνικής/αρχιτεκτονικής αξίας, αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του τρέχοντος έτους και αυτό οφείλεται σε καθοριστικό βαθμό στην ευγενική χορηγία της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας Δράμας «Κύκλωψ».
Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου του 1870 στη Μασσαλία, όπου ο πατέρας του Μιχαήλ Μελάς δραστηριοποιούταν ως έμπορος. Το 1886 εισήλθε στη Σχολή Ευελπίδων και εξήλθε ως ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού στις 8 Αυγούστου του 1891. Τον επόμενο χρόνο νυμφεύτηκε τη Ναταλία Δραγούμη (1872-1973), κόρη του τραπεζίτη και πολιτικού Στέφανου Δραγούμη, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον στρατιωτικό Μιχαήλ Μελά (1894-1950) και τη χημικό Ζωή Μελά – Ιωαννίδη (1898-1996).
Υπήρξε δραστήριο μέλος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής οργάνωσης, που είχε ως σκοπό την αναζωπύρωση του εθνικού φρονήματος και την απελευθέρωση των υπόδουλων Ελλήνων με κάθε θυσία, και έπαιξε αρνητικό ρόλο στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897.
Στις αρχές του 20ου αιώνα τον απασχολεί έντονα η κατάσταση στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία και τον ανησυχεί η δράση των κομιτατζήδων, που επιδιώκουν την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία. Τον επηρεάζει έντονα ο Μακεδόνας πεθερός του Στέφανος Δραγούμης, ενώ έχει πληροφόρηση από πρώτο χέρι από τον αδελφό της γυναίκας του Ίωνα Δραγούμη, που υπηρετεί ως υποπρόξενος στο Μοναστήρι (σημερινή Μπίτολα ΠΓΔΜ).
Τον Φεβρουάριο του 1904, μαζί με άλλους τρεις αξιωματικούς, τους λογαχούς Αλέξανδρο Κοντούλη και Αναστάσιο Παπούλα και τον ανθυπολοχαγό Γεώργιο Κολοκοτρώνη, συμμετέχει σε μυστική αποστολή στη Μακεδονία με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας (Μίκης, από το όνομα του γιου του Μιχαήλ, που τον φωνάζουν χαϊδευτικά Μίκη και Ζέζας, από το όνομα της κόρης του Ζωής, που τη φωνάζουν χαϊδευτικά Ζέζα), κατόπιν εντολής της κυβέρνησης Θεοτόκη. Η ομάδα των τεσσάρων αξιωματικών, συνοδευόμενη από μακεδόνες αγωνιστές, δραστηριοποιήθηκε στη δυτική Μακεδονία, αλλά οι κινήσεις της έγιναν αντιληπτές από τους Τούρκους, οι οποίοι ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση την ανάκλησή τους. Έτσι, ο Μελάς μαζί με τους τρεις άλλους αξιωματικούς επέστρεψαν στην Αθήνα στις 29 Μαρτίου.
Ενώ βρισκόταν στο χωριό Στάτιστα της Καστοριάς, το σώμα του δέχτηκε επίθεση από ένα απόσπασμα του τουρκικού στρατού, που παραπλανημένο από τον κομιτατζή Μήτρο Βλάχο νόμιζε ότι επιτίθεται σε ομάδα της ΕΜΕΟ, και πέθανε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Αν και η αντάρτικη δράση του Μελά στη Μακεδονία δεν είχε σημαντικά άμεσα αποτελέσματα, ο θάνατός του υψηλόβαθμου στρατιωτικού συγκλόνισε την ελληνική κοινή γνώμη και έστρεψε την προσοχή της στο Μακεδονικό Αγώνα, ως το σύμβολο του οποίου και καθιερώθηκε. Στην Ελλάδα τιμάται ως ήρωας και έχουν ονομαστεί προς τιμήν του το χωριό Μελάς της Καστοριάς και ο Δήμος Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη.