Τη δολοφονία της 43χρονου συντρόφου του στη Σαλαμίνα, ομολόγησε ο 71χρονος δράστης, ο οποίος συνελήφθη στο Κερατσίνι από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Πειραιά. Φέρεται πως ο λόγος που τον οδήγησε στο αποτρόπαιο έγκλημα είναι η ερωτική αντιζηλία.
Οι αστυνομικοί τον συνέλαβαν στο Κερατσίνι στο αυτοκίνητο του θύματος, έχοντας την καραμπίνα– με την οποία φέρεται να την πυροβόλησε- δίπλα του.
Η 43χρονη τον είχε καταγγείλει πριν από τρεις μέρες στις Αρχές για ενδοοικογενειακή βία και οι αστυνομικοί είχαν εγκαταστήσει στο κινητό της το κουμπί πανικού, το οποίο δεν πρόλαβε να πατήσει.
Ο δράστης φέρεται να την πυροβόλησε με το κυνηγετικό όπλο από το τζάμι της πόρτας του πατρικού της σπιτιού στην Σαλαμίνα.
Συγκλονίζουν οι καταθέσεις των γειτόνων της 43χρονης από τη Σαλαμίνα
Γείτονας μίλησε στο Mega και χαρακτήρισε τον φερόμενο ως δράστη ως “παράξενο”, λέγοντας ότι ο ίδιος τον φοβόταν. Η 43χρονη διατηρούσε σχέση με τον άνδρα εδώ και επτά χρόνια. Γνωρίστηκαν όταν εκείνος ήταν οδηγός σε σχολικό λεωφορείο και η ίδια συνοδός παιδιών με αναπηρία.
Ο γείτονας περιέγραψε και το άγριο επεισόδιο που συνέβη το βράδυ της Παρασκευής και είχε ως αποτέλεσμα ο δράστης να σπάσει το πόδι της άτυχης γυναίκας. Η ίδια έκανε επίσημη καταγγελία στο τοπικό αστυνομικό τμήμα την επόμενη ημέρα, εγκατέστησε το “panic button” στο κινητό της μετά από προτροπή των αστυνομικών, ενώ μετακόμισε στο πατρικό της, σε μία προσπάθεια να γλιτώσει από τον 71χρονο.
Ο γείτονας της δολοφονημένης 43χρονης μίλησε για τον ξυλοδαρμό της 43χρονης την Παρασκευή. “Την Παρασκευή το βράδυ άκουσα φασαρία από το σπίτι τους και βγήκα έξω κάποια στιγμή. Στην αρχή νόμιζα πως φωνάζουν κάποια πιτσιρίκια και μετά κατάλαβα πως ερχόταν από το σπίτι της Γεωργίας. Η κοπέλα φώναζε, πόναγε, μάλλον την χτυπούσε αυτός και της έλεγε βαριές κουβέντες. Μετά από το ξύλο, της πήρε το αμάξι και το κινητό. Εκείνη φώναζε για το κινητό που μάλλον το ήθελε για να πάρει τηλέφωνο τη μάνα της, να πάρει κάποιον για βοήθεια”, λέει αρχικά ο κ. Μάνος.
“Έφυγε αυτός προς την πόλη και μετά από ένα τέταρτο ξαναγύρισε και άρχισε ξανά η φασαρία και εκεί άκουσα την κοπέλα που φώναξε “αχ, πονάω” και εκεί πρέπει να της έσπασε το πόδι. Άκουγα το παιδί που φώναζε, δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε. Μου είπαν ότι άκουσαν το παιδί να κλαίει, πριν αυτός γυρίσει και της σπάσει το πόδι. Έφυγε εκείνος και εκείνη είπε στο παιδί για να το ηρεμήσει να πάνε στην παραλία. Αλλά δεν μπόρεσε να κάνει πολλά βήματα, ξαναγύρισε πίσω, πόναγε. Δεν λύγισε το πόδι της, ήταν ζεστό ακόμα. Μετά από ώρα ήρθε η μητέρα της και την πήρε και έφυγαν. Αυτός ήρθε, παραβίασε το παράθυρο και τον είδα στον δρόμο που είχε πάρει μια μαύρη σακούλα με ρούχα και κρατούσε κάτι πουκάμισα”, τόνισε ο γείτονας.
“Το Σάββατο το πρωί είδα την κοπέλα με το πι, εάν δεν κάνω λάθος είχε έρθει με την μαμά της να πάρει κάποια πράματα. Αυτός ήταν στην περιοχή, μπήκε στο κτήμα από την πίσω πλευρά. Η μάνα της ήταν εδώ. Ήταν και το μικρό μαζί. Πρόλαβαν και έφυγαν από το σπίτι”, είπε ο γείτονας. “Τον έβλεπα κάθε μέρα. Δεν είχε ανοιχτεί στην γειτονιά. Εμείς ένα “γεια” είχαμε πει μόνο. Πιο πολύ είχε ανοιχτεί σε έναν ηλεκτρολόγο στη γειτονιά. Φωνές ακούγαμε και τέσσερις φορές την εβδομάδα. Γινόταν συνέχεια φασαρία. Τελευταία φορά που τον είδα, ήταν χθες. Τον είδα το μεσημέρι. Ο άνθρωπος αυτός ήταν λίγο παράξενος, τσακωνόταν συνέχεια. Τον φοβόμασταν”, πρόσθεσε.