«Plan B» με μέτρα του 2020 εάν η κατάσταση χειροτερέψει εξετάζει η κυβέρνηση
Σε ισχύ τέθηκαν το Σάββατο 6 Νοεμβρίου νέα αυστηρότερα μέτρα για την αντιμετώπιση της διασποράς του κορωνοϊού.
Η κυβέρνηση τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο εστιάζει στην τήρηση των μέτρων και εξακολουθεί να απορρίπτει οποιαδήποτε συζήτηση για νέο lockdown.
Ωστόσο, το Μέγαρο Μαξίμου επεξεργάζεται ήδη ένα Plan B σε περίπτωση που τα κρούσματα κορωνοϊού συνεχίσουν να αυξάνονται, προκαλώντας περαιτέρω πίεση στο σύστημα υγείας.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση έχει αποφασίσει, ότι εάν κριθεί απαραίτητο, θα εφαρμόσει μέτρα που είχε αξιοποιηθεί και πέρυσι, το 2020.
Ανοιχτό παραμένει το ενδεχόμενο λήψης πρόσθετων μέτρων σε περίπτωση που συνεχιστεί η επιδείνωση των επιδημιολογικών δεδομένων. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στο να κάνουν και τρίτη δόση όσοι πολίτες είχαν κάνει τις πρώτες δύο, ώστε να ενισχύσουν ακόμα περισσότερο την ανοσία του οργανισμού τους.
Παράλληλα, υπάρχουν εισηγήσεις ειδικών για περιορισμούς στο ωράριο κυκλοφορίας τις βραδινές ώρες στις περιοχές που είναι στο βαθύ κόκκινο, ενώ εξετάζεται και το ενδεχόμενο να μπει «κόφτης» στο ωράριο λειτουργίας των μπαρ – εστιατορίων και των κέντρων διασκέδασης από τις 12:00 τα μεσάνυχτα ή τη 01:00.
Επιπλέον, προτείνεται η εστίαση και οι χώροι διασκέδασης να λειτουργούν, μόνο καθήμενους πελάτες.
Στο τραπέζι είναι και η επαναφορά της χρήσης μάσκας από όλους, εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους.
Ανοιχτό άφησε το ενδεχόμενο για αυστηρότερα περιοριστικά μέτρα σε τοπικό επίπεδο ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης, αλλά μόνο όσον αφορά στους ανεμβολίαστους.
«Λόκνταουν δε θα υπάρξει. Όχι επειδή αποκλείεται να βρεθούμε σε δύσκολες καταστάσεις, δυστυχώς δεν αποκλείεται, με 35% των πολιτών ανεμβολίαστους. Τοπικά περιοριστικά μέτρα θα μπορούσαν να υπάρξουν, όμως η γενική μας αρχή είναι ότι και αυτά θα αφορούν στους ανεμβολίαστους», τόνισε μιλώντας στον ΣΚΑΙ.
«Αν αυξηθούν κι άλλο τα κρούσματα κορωνοϊού οι νοσηλείες και οι διασωληνωμένοι στις ΜΕΘ, θα πρέπει σε λίγο να διαλέξουμε αν θα νοσηλευθεί ασθενής με κορωνοϊό ή με εγκεφαλικό», είπε η Μίνα Γκάγκα, στον ΑΝΤ1 σχολιάζοντας την απότομη αύξηση σε κρούσματα και διασωληνωμένους.
Παράλληλα, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου και απευθύνοντας εκ νέου έκκληση για άμεσο εμβολιασμό.
Το υπουργείο Υγείας έχει στραφεί στην περαιτέρω ενίσχυση του Συστήματος Υγείας στη Βόρεια Ελλάδα και ειδικά στη Θεσσαλονίκη λόγω των πιέσεων που δέχεται εξαιτίας των αυξημένων κρουσμάτων Covid χωρίς ωστόσο να τίθεται θέμα αλλαγής της φιλοσοφίας των μέτρων και επιβολής τοπικών ή γενικών lockdown.
«Όπως και στη Λάρισα, στη Θεσσαλία έτσι και στη Βόρεια Ελλάδα και ειδικά στη Θεσσαλονίκη υπάρχει μία πίεση στο σύστημα παραπάνω. Το ενισχύουμε συνεχώς με γιατρούς. Έχουμε βγάλει και προκηρύξεις αλλά έχουμε και τα κίνητρα στους ιδιώτες γιατρούς . Παράλληλα είμαστε σε συνεννόηση με ιδιωτικές κλινικές και παίρνουμε κλίνες .Η αλήθεια είναι ότι θα πιεστεί το σύστημα . Από κει και πέρα όλες οι μελέτες δείχνουν ότι το εμβόλιο είναι που μας προστατεύει από τη βαριά νόσηση κατά πολύ μεγάλο βαθμό. Πρέπει να εμβολιάστουμε. Είναι ενθαρρυντικό ότι τις τελευταίες μέρες οι εμβολιασμοί κινούνται στις 25.000 την ημέρα για την πρώτη δόση του εμβολίου, που δείχνει ότι πλέον οι πολίτες έρχονται να εμβολιαστούν», ανέφερε πριν λίγες μέρες ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης.
Ερωτηθείς εάν πρόκειται να εφαρμοστούν νέα μέτρα σε περίπτωση που δεν αποδώσουν τα ληφθέντα είπε:
«Η φιλοσοφία των μέτρων και το έχουμε πει και το είπε και ο πρωθυπουργός με ένα ξεκάθαρο τρόπο, είναι αυτή που είδατε και στα τελευταία μέτρα .Το 73% των συμπολιτών μας ,ενήλικοι που έχουν εμβολιαστεί , δεν θα δεχτούν περαιτέρω περιορισμούς. Οι περιορισμοί για την προστασία αφορούν τους ανεμβολίαστους και από κει και πέρα ευελπιστούμε ότι με την αύξηση του εμβολιασμού, τη στήριξη του συστήματος θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε. Αν χρειαστούν άλλα μέτρα θα είναι πάλι στη φιλοσοφία που σας είπα. Θα είναι μέτρα που δεν αλλάζουν τη φιλοσοφία. Η κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου συνεχίζεται, δεν υπάρχει θέμα τοπικών ή γενικών lockdown. Όσα μέτρα ληφθούν θα ναι μέτρα για να έχουν καλύτερη ιχνηλατήση και προστασία από χώρους που μπορεί να υπάρξει μετάδοση της νόσου, όχι όμως πιέσεις σε αυτούς που είχαν εμβολιαστεί».