Advertisement
ΕΛΛΑΔΑ

Δεν θα ξεχαστούνε ποτέ: Τρία στυγερά εγκλήματα που «πάγωσαν» την Ελλάδα και οι πραγματικές ιστορίες που κρύβουν

15:12
Φώτης Γαλανόπουλος

Δεν είναι λίγες οι ανατριχιαστικές δολοφονίες που έχουν συνταράξει το πανελλήνιο και μέσω ενός αφιερώματος παρουσιάζονται στο βιβλίο «100 εγκλήματα στην Ελλάδα» το οποίο μπορείτε να βρείτε αυτή την Κυριακή με την εφημερίδα το ΘΕΜΑ. Συγκλονίζουν και οι μαρτυρίες και οι λεπτομέρειες… ανάμεσά τους ξεχωρίζουν σίγουρα  οι σατανιστές της Παλλήνης, η «Μήδεια του Καλαµακίου» και η δολοφονία του Νίκου Σεργιανόπουλου.

Σοκαριστικά εγκλήματα πάθους και τιμής, που χαρακτηρίζονται από ανείπωτη αγριότητα, περιγράφονται σε έναν κατάλογο που περιλαμβάνει παιδοκτονίες και γυναικοκτονίες με άκρα σκληρότητα. Σε αυτό το άλμπουμ, θα συναντήσετε επίσης serial killers και άτομα με διαταραγμένα μυαλά, δημιουργώντας ένα σκοτεινό πανόραμα μιας Ελλάδας σε πλήρη αποκλίνουσα κατάσταση.

Advertisement

Η Μήδεια του Καλαμακίου: Η 28χρονη που στραγγάλισε τα 3 παιδιά της

Στις 27 Μαΐου του 1961 ο Αμερικανός λοχίας Τζόελ Μπέικερ επέστρεψε στο σπίτι του στο Καλαμάκι μάζι με έναν συνάδελφό του. Η πόρτα του σπιτιού του ήταν φρακαρισμένη με μια εφημερίδα και χρειάστηκε αρκετή δύναμη για να μπορέσει να την ανοίξει.

Αμερικανίδα Μήδεια: Το βράδυ της δολοφονίας

Ήταν βράδυ και στο σπίτι επικρατούσε απόλυτη ησυχία, κάτι που δεν ήταν σύνηθες, αφού τα τρία παιδιά του δεν έπεφταν ποτέ νωρίς για ύπνο τα Σάββατα. Ο άνδρας κατευθύνθηκε στην κουζίνα του σπιτιού και όταν άνοιξε την πόρτα, αντίκρισε ένα σοκαριστικό θέαμα. Η 28χρονη σύζυγος του Νίτα Μπέικερ βρισκόταν πεσμένη στο πάτωμα μέσα σε μια λίμνη αίματος. Πανικόβλητος τότε ο άνδρας έτρεξε στα δωμάτια των παιδιών του.

Advertisement

Ο μικρός του γιος Τζο βρισκόταν στο κρεβάτι του μπρούμυτα. Όταν τον άγγιξε κατάλαβε πως δεν ανέπνεε. «Τον αναποδογύρισα και με τρόμο είδα τα αίματα», θα πει αργότερα ο άνδρας.

Advertisement

Περιγράφοντας πως βρήκε νεκρές τις κόρες του Σουζάνα και Κίτυ είπε: “Τα πρόσωπά τους ήταν κάτασπρα”. Ο Τζόελ Μπέικερ έπαθε νευρικό κλονισμό και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο της αμερικάνικης βάσης, όπου υπηρετούσε. Σε διπλανό δωμάτιο μεταφέρθηκε και η σύζυγος του η οποία ήταν ελαφρά τραυματισμένη από μαχαίρι. Όπως προέκυψε στη συνέχεια, είχε επιχειρήσει να αυτοκτονήσει κόβωντας την καρωτίδα της.

Αμερικανίδα Μήδεια: Τι ακριβώς είχε συμβεί

Η γυναίκα του είχε μάθει ότι ο σύζυγός της την απατούσε και προσπάθησε να δώσει τέλος στη ζωή της, αλλά δεν τα κατάφερε. Όταν είδε το αίμα της να κυλάει έχασε τις αισθήσεις της. Λίγο νωρίτερα, όμως, είχε βάλει τέλος στη ζωή των τριών παιδιών της την ώρα που κοιμόντουσαν, πνίγοντας τα με ένα κορδόνι. Μόνο ο γιος της προσπάθησε να αντισταθεί και κατάφερε να την γρατζουνίσει στο χέρι, αλλά δεν μπόρεσε να της ξεφύγει.

Advertisement

Στο τραπέζι της κουζίνας η Νίτα Μπέικερ, είχε αφήσει μια Βίβλο στην οποία είχε υπογραμμίσει αποσπάσματα που αναφέρονταν στη μοιχεία. Επίσης, βρέθηκε και ένα σημείωμα που απευθυνόταν στον άντρα της στον οποίο επέρριπτε την ευθύνη για την αποτρόπαια πράξη της.

Αμερικανίδα Μήδεια: Τι έγραφε στο γράμμα

Μεταξύ άλλων η νεαρή γυναίκα, έγραψε: «Ελπίζω τώρα να είσαι ευχαριστημένος με αυτό που έγινε. Στα παιδιά μας εξασφάλισα ένα ήσυχο και χριστιανικό καταφύγιο, ώστε να μείνουν μακριά από το βούρκο μέσα στον οποίο είχε κυλιστεί ο πατέρας τους. Βαρέθηκα, να ζω σε αυτό το σπίτι με τον εφιάλτη των καθημερινών οργίων του. Είναι βέβαια τρομερό αυτό που έκανα και μεγάλη ντροπή για μένα να αναγκάζομαι να αφαιρέσω τη ζωή από αυτά τα τόσο όμορφα και καλά παιδιά, για τα οποία ξέρεις πόσο υπέφερα και υποφέρω στον άλλο κόσμο, γιατί με έσπρωξες να τους κόψω το νήμα της ζωής τους για να μην τα αφήσω να μεγαλώσουν και μάθουν τι έκανες. Έκανα υπομονή χρόνια ολόκληρα. Πίστευα στα λόγια σου πως δεν ήταν τίποτα και ότι εξακολουθούσες να μου είσαι πιστός. Με γελούσες με τα γλυκόλογα σου, τώρα όμως, πάνε τα ψέματα. Είναι καιρός που τα ξέρω όλα, δεν με γελάς. Ξέρω τι έκανες κάθε βράδυ με εκείνη ή εκείνες. Τώρα που δεν έχεις κανέναν να ασχοληθείς μπορείς χα! χα! να συνεχίσεις τα όργια σου. Κανείς δεν θα σε γκρινιάζει. Γλέντα όσο θέλεις και όπως θέλεις. Εγώ και τα παιδιά θα είμαστε μακριά και δεν θα βλέπουμε το κατάντημα σου».

Η τριπλή δολοφονία έγινε πρωτοσέλιδο, συγκλόνισε την κοινή γνώμη, ενώ οι δημοσιογράφοι της εποχής άρχισαν να την αποκαλούν «Μήδεια του Καλαμακίου».

Advertisement

Αμερικανίδα Μήδεια: Συγγενείς και φίλοι πίστευαν ότι το ζευγάρι ζούσε αρμονικά

Η Νίτα ήταν υπόδειγμα μητέρας και συζύγου και ο γοητευτικός Τζόελ Μπέικερ έμοιαζε να νοιάζεται για εκείνη. Είχαν παντρευτεί όταν η Νίτα ήταν μόλις 18 ετών. «Το αίσθημα μας ήταν δυνατό και σχεδόν αμέσως παντρευτήκαμε», είχε δηλώσει ο Μπέικερ στους αστυνομικούς. Τα παιδιά συμπλήρωναν την ευτυχία τους. Αργότερα όμως ο λοχίας ισχυρίστηκε ότι η καθημερινότητα τους ήταν, μάλλον, ανιαρή.

«Η γυναίκα μου διασκέδαζε με το να διαβάζει θρησκευτικά βιβλία. Μας χώριζε ένα μεγάλο και αγεφύρωτο ψυχικό χάσμα. Περνούσαμε μια ζωή ήσυχη και αδιάφορη, χωρίς να υπάρχει η απαιτούμενη ανταπόκριση εκ μέρους της γυναίκας μου. Αν δεν υπήρχαν τα παιδιά θα είχαμε χωρίσει. Εκείνη ήταν κλεισμένη στον εαυτό της και εγώ την αντιμετώπιζα με αδιαφορία. Οι συζυγικές μας υποχρεώσεις ήταν απόλυτα ομαλές, αλλά δεν συναντούσα ανταπόκριση εκ μέρους της. Πάντως, από αρκετά χρόνια κοιμόμασταν χωριστά».

Αμερικανίδα Μήδεια: Τι είχε δηλώσει η σύζυγος του

Η 28χρονη, πάλι, δήλωνε ευτυχισμένη μέχρι τη στιγμή που έμαθε ότι ο σύζυγος της διατηρούσε παράνομο δεσμό με μια Ελληνίδα, η οποία εργαζόταν μαζί του στην αμερικάνικη βάση και του μάθαινε Ελληνικά. Η αποκάλυψη του ένοχου μυστικού έγινε όταν η γυναίκα πήγε το αυτοκίνητο του συζύγου της στο συνεργείο για επισκευή. Φεύγοντας πήρε μαζί της τα πράγματα που είχε εκείνος στο πορτμπαγκάζ, μεταξύ αυτών και ένα φάκελο που περιείχε φωτογραφίες στις οποίες είχε απαθανατίσει στιγμές από τις εκδρομές με την ερωμένη του.

«Πριν από έξι μήνες ήμουν η πιο ευτυχισμένη μητέρα του κόσμου. Μετά έμαθα ότι ο άντρας μου με απατούσε με μια άλλη γυναίκα. Δεν έπρεπε να ζούμε πια ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου», δήλωσε η 28χρονη στην απολογία της ενώπιον της δικαιοσύνης. Η ζωή της τους τελευταίους μήνες είχε αρχίσει να αλλάζει σε μια κόλαση. Ο άντρας της, ισχυρίστηκε, πως της φερόταν «σκληρά και ψυχρά» και όταν εκείνη παραπονιόταν, την απειλούσε πως θα ζητήσει μετάθεση για να επιστρέψουν στην Αμερική.

Αμερικανίδα Μήδεια: Δεν είχε μετανιώσει για την πράξη της

Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1961 η Μπέικερ κάθισε στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου κατηγορούμενη για τη δολοφονία των παιδιών της. Το δικαστήριο, υιοθετώντας την άποψη των ψυχιάτρων, δέχτηκε πως η γυναίκα διέπραξε το τριπλό φονικό υπό το κράτος πλήρους σύγχυσης και διέταξε τον εγκλεισμό της στο ψυχιατρείο. Δεν έδειχνε μετανιωμένη για την πράξη της γιατί πίστευε πως λύτρωσε τα παιδιά της από τη στεναχώρια που τα περίμενε, εξήγησαν οι ψυχίατροι.

Ο εισαγγελέας, όμως, ζήτησε να κηρυχθεί η απόφαση πεπλανημένη, αίτημα το οποίο έγινε δεκτό, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η επανάληψη της δίκης. Την Άνοιξη του 1962 η Νίτα Μπέικερ βρέθηκε και πάλι αντιμέτωπη με τη δικαιοσύνη. Αυτή τη φορά ο σύζυγός της ισχυρίστηκε πως δεν διατηρούσε παράνομο ερωτικό δεσμό αλλά φιλική σχέση με την νεαρή Ελληνίδα.

Η κατηγορούμενη, στην απολογία της, άλλαξε το αφήγημα της ισχυριζόμενη πως ο σύζυγο της ήταν βίαιος μαζί της και ότι ήθελε να επιστρέψει στην Αμερική με τα παιδιά της, αλλά εκείνος δεν την άφηνε. «Σκότωσα τα παιδιά μου γιατί ήθελα να αναγκάσω τον άντρα μου να μην με χτυπά».

Το δικαστήριο στο τέλος αποφάσισε ότι η Νίτα Μπέικερ διέπραξε τις δολοφονίες εν βρασμώ ψυχικής ορμής και της αναγνώρισε το ελαφρυντικό της μέτριας σύγχυσης. Η ποινή που επιβλήθηκε στη γυναίκα ήταν κάθειρξη 16 ετών, ωστόσο, δυο χρόνια αργότερα της δόθηκε χάρη και επέστρεψε στην Αμερική.

Το έγκλημα που σόκαρε το Πανελλήνιο

Στις 4 Ιουνίου 2008, ο δημοφιλής ηθοποιός βρέθηκε κατακρεουργημένος στο σαλόνι του σπιτιού του στο Παγκράτι, με 21 μαχαιριές στην καρδιά, τον λαιμό και τους πνεύμονες. 51 ημέρες μετά η Ασφάλεια εξιχνίασε την υπόθεση και συνέλαβε τον δράστη. Το ειδεχθές και απίστευτης βιαιότητας έγκλημα διέπραξε ο 34χρονος -τότε- υπήκοος Γεωργίας, Ντέιβιντ Μουρτικνέλι, ο οποίος το 2021 αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει μέσα στη φυλακή.

Υπενθυμίζεται πως ήταν πριν από την απόπειρα αυτοκτονίας, ο Γεωργιανός, μαχαίρωσε θανάσιμα με αιχμηρό αντικείμενο συγκρατούμενό του.

Ενώπιον του δικαστηρίου, ο δολοφόνος δήλωσε μετανοημένος και ότι δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον ηθοποιό και πως το θύμα τον απείλησε με μαχαίρι, προκειμένου να δεχθεί να του κάνει στοματικό έρωτα, γεγονός που τον έθιξε βαρύτατα. Το Δευτεροβάθμιο Κακουργιοδικείο δεν πίστεψε τις δικαιολογίες του και του επέβαλλε ποινή ισόβιας κάθειρξης.

Ειδικότερα, οι δικαστές τον έκριναν ένοχο με συντριπτική πλειοψηφία (6-1) για την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση δεχόμενοι ότι την τέλεσε σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και απορρίπτοντας τα αιτήματα της υπεράσπισής του για αναγνώριση του ελαφρυντικού τού πρότερου εντίμου βίου και της ανάρμοστης συμπεριφοράς του θύματος.

Με την απόφασή του το δικαστήριο καταδίκασε επιπλέον τον κατηγορούμενο σε ποινή φυλάκισης 10 μηνών για κλοπή, ενώ έπαυσε την ποινική δίωξη για τα αδικήματα της οπλοχρησίας και της παράνομης εισόδου στη χώρα.

Επίσης, το δικαστήριο έκανε δεκτή την εισήγηση του εισαγγελέα έδρας, που άνοιξε τον δρόμο για την επιβολή των ισοβίων στον κατηγορούμενο, καθώς στην αγόρευσή του είχε χαρακτηρίσει εσφαλμένη την ποινή της 20ετούς κάθειρξης που επέβαλε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Είχε μάλιστα περιγράψει τον κατηγορούμενο ως «επικίνδυνη προσωπικότητα που έχει διαπράξει ένα στυγερό έγκλημα» και που συνειδητά «ήθελε να εξοντώσει με τον τρόπο που εξόντωσε το θύμα».

Ο 30χρονος τότε δολοφόνος

Σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά τη δολοφονία του ηθοποιού, στις 8 Οκτωβρίου του 2009 πέθανε η αδελφή του, η οποία νοσηλευόταν στο νοσοκομείο με καρκίνο, ενώ λίγο καιρό αργότερα πέθανε και ο σύζυγος της αδερφής του. Τρία χρόνια μετά από τον θάνατο της αδερφής του, έφυγε και η μητέρα του ηθοποιού, Νικολέττα Σεργιανόπουλου.

Η υπόθεση των «Σατανιστών της Παλλήνης» που συγκλόνισε την Ελλάδα το 1993

Ήταν Δεκέμβριος του 1993 όταν η υπόθεση των «Σατανιστών της Παλλήνης» ήρθε στο φως της δημοσιότητας και αποκαλύφθηκαν οι φρικτές δολοφονίες μίας νεαρής γυναίκας κι ενός κοριτσιού. Η 14χρονη Θεοδώρα Συροπούλου και η 28χρονη Γαρυφαλλιά Γιούργα, μητέρα δύο παιδιών, έγιναν θυσία στον βωμό των δυνάμεων του σκότους.

Μετά από σχεδόν διετείς έρευνες, η αστυνομία συνέλαβε τρις φίλους: τον Ασημάκη Κατσούλα, 23 ετών, τον Μάνο Δημητροκάλη, 21 ετών, και τη 16χρονη Δήμητρα Μαργέτη.

Το χρονικό των «σατανιστών της Παλλήνης»

Στις 27 Αυγούστου 1992, ο Ασημάκης Κατσούλας, ο Μάνος Δημητροκάλης και η Δήμητρα Μαργέτη οδήγησαν την 14χρονη Δώρα Συροπούλου σε ερημική τοποθεσία στο Σέσι Κορωπίου, για να την προσφέρουν θυσία στον σατανά. Την έγδυσαν, της φόρεσαν χειροπέδες, την έβαλαν να γονατίσει, κρατώντας ένα κερί και την χτύπησαν με ένα ξύλο στο κεφάλι.

Όταν διαπίστωσαν ότι η ανήλικη δεν είχε πεθάνει, την στραγγάλισαν και μετά ασέλγησαν στο άψυχο κορμί της. Στη συνέχεια περιέλουσαν το πτώμα της με βενζίνη και το έκαψαν. Προκάλεσαν μάλιστα και πυρκαγιά στο δάσος του Υμηττού.

Έναν χρόνο αργότερα, η ομάδα των νεαρών σατανιστών αποφάσισε να ξαναχτυπήσει. Τη Μεγάλη Τετάρτη του 1993, στα χέρια τους έπεσε η 28χρονη Γαρυφαλλιά Γιούργα, μητέρα δύο παιδιών και καμαριέρα του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία». Η γυναίκα επέστρεφε στο σπίτι της στα Γλυκά Νερά, όταν οι Κατσούλας και Δημητροκάλης, υποδυόμενοι τους αστυνομικούς, της ζήτησαν να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο του Κατσούλα.

Την οδήγησαν σε ερημικό σημείο στο Κορωπί, όπου τις πέρασαν χειροπέδες στα χέρια, την έγδυσαν και την βίασαν. Στη συνέχεια ο Κατσούλας της πολτοποίησε το κεφάλι με μία πέτρα, για να μην αναγνωρίζεται.

Από την πρώτη δολοφονία η αστυνομία είχε κινητοποιηθεί για να εντοπίσει τους δράστες. Όταν κατάφεραν να τους συλλάβουν, οι ανακριτές και οι αστυνομικοί άκουσαν ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τις δύο δολοφονίες αλλά και για τις σατανιστικές τελετές που έκαναν.

Βίαζαν, έπιναν αίμα και σκότωσαν στο όνομα του σατανά

Η ιστορία των σατανιστών συνέπεσε με την άνθηση των ιδιωτικών καναλιών και το θέμα μονοπωλούσε τα δελτία ειδήσεων. Παρά τις επίμονες προσπάθειες του Τύπου οι δράστες ήταν λιγομίλητοι και δεν έκαναν δημόσια πολλές αποκαλύψεις. Ωστόσο, ο ένας έριχνε τις ευθύνες στον άλλο.

Η Μαργέτη μαζί με τον Δημητροκάλλη έδειξαν ως «εγκέφαλο των σατανιστών» τον Ασημάκη Κατσούλα. Στη διάρκεια της δίκης τους αναφέρθηκαν μόνο στη μύηση και τη δράση τους στον σατανισμό. Όλοι είχαν ομολογήσει τα όργια που έκαναν συχνά στο όνομα του Σατανά, στα οποία συμμετείχαν και άλλοι συνομίληκοί τους που ασπάζονταν το Σατανισμό.

Ο Ασημάκης Κατσούλας για την αστυνομία που έφτιαξε το προφίλ του και τους ψυχίατρους, ήταν άτομο με ανήσυχο πνεύμα, ηγετικές ικανότητες και αναπτυγμένη νοημοσύνη.

Σύμφωνα με τους συγκατηγορούμενούς του, μπορούσε να επιβάλλει τη θέλησή του με αυταρχισμό.

Ο ίδιος ανέφερε συνεχώς ότι εκτελούσε απλά εντολές. Από τις καταθέσεις του όμως, διευρύνθηκαν οι έρευνες και σε άλλα πρόσωπα από το κύκλωμα των σατανιστών.

Οι δύο νεαροί σατανιστές όταν συνελήφθησαν υπηρετούσαν τη στρατιωτική τους θητεία.

Ο Δημητροκάλης στο Πολεμικό Ναυτικό και ο Κατσούλας στο Στρατό Ξηράς

Η Μαρία Μαργέτη ήταν ένα 17χρονο κορίτσι, για το οποίο αναφερόταν ότι αρχικά είχε σχέση με τον Δημητροκάλη, τον οποίο άφησε για τον Κατσούλα.

Η όμορφη εμφάνισή της και ο μαχητικός δικηγόρος Αλέξης Κούγιας, απασχόλησαν περισσότερο τον Τύπο, όταν ο δικηγόρος αρνήθηκε να συνεχίσει την υπεράσπισή της, μετά από μια έντονη διαφωνία τους. Από το 2001 έχει αποφυλακιστεί λόγω καλής διαγωγής, δημιούργησε οικογένεια και προσπαθεί να ξαναχτίσει τη ζωή της.

Οι εφημερίδες και τα κανάλια παρουσίαζαν καθημερινά μεγάλα κομμάτια από τις απολογίες των συνολικά 8 κατηγορουμένων της πολύκροτης υπόθεσης.

Έτσι, το δικαστήριο πριν από τη δίκη απαγόρευσε τη μαγνητοφώνηση ή βιντεοσκόπηση της διαδικασίας, καθώς και την τηλεοπτική ή ραδιοφωνική μετάδοσή της.

Οι κατηγορίες με τις οποίες οδηγήθηκαν στο εδώλιο ήταν για την κατά συναυτουργία τέλεση δύο ανθρωποκτονιών, την αντιποίηση δημόσιας εξουσίας, παράνομη κατακράτηση, αρπαγή ανηλίκου, καθύβριση του θρησκεύματος και σύσταση συμμορίας προς διάπραξη κακουργημάτων.

Τελικά, την 1η Ιουλίου 1995 το δικαστήριο καταδίκασε τον Ασημάκη Κατσούλα σε δύο φορές ισόβια κάθειρξη και πρόσκαιρη κάθειρξη 12 ετών και 10 μηνών.

Επίσης, τον Μάνο Δημητροκάλλη σε δύο φορές ισόβια και πρόσκαιρη κάθειρξη 9 ετών και 10 μηνών.

Η Δήμητρα Μαργέτη καταδικάστηκε σε κάθειρξη 17 ετών και 4 μηνών για απλή συνέργεια σε κάθε μία από τις ανθρωποκτονίες και αρπαγή ανηλίκου. Το μόνο που της αναγνωρίστηκε ήταν η ελαφρυντική περίσταση της μετεφηβικής ηλικίας.

Κυκλοφορούν ελεύθεροι: 8 Έλληνες δολοφόνοι που διέπραξαν ειδεχθή εγκλήματα και αποφυλακίστηκαν μετά από χρόνια

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Πολλές υποθέσεις έχουν ταράξει το Πανελλήνιο κατά το παρελθόν. Όμως, οι περισσότερες από αυτές σχετίζονται με περιπτώσεις δολοφονίας. Δηλαδή, με εγκλήματα που προκάλεσαν σοκ στην κοινή γνώμη. Παρακάτω ακολουθούν επτά ιστορίες εγκλημάτων, που προκάλεσαν ταραχή σε όλη την Ελλάδα. Αναλυτικότερα:

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Οι σατανιστές

Η δημοσιοποίηση της αίτησης αποφυλάκισης του Ασημάκη Κατσούλα εγείρει αναμνήσεις τρόμου στην κοινή γνώμη. Αύγουστος του 1992 και οι παιδικοί φίλοι Ασημάκης Κατσούλας και Μανώλης Δημητροκάλης με το πρόσχημα της σατανιστικής τελετής, στραγγαλίζουν και στη συνέχεια καίνε το πτώμα της 14χρονης Θεοδώρας Συροπούλου. Έπειτα από οκτώ μήνες, παριστάνοντας τους αστυνομικούς, απαγάγουν το δεύτερο θύμα τους. Είναι η Γαρυφαλλιά Γιούργα. Και εκείνη έχει την ίδια κατάληξη. Συνεργός τους η 18χρονη Δήμητρα Μαργέτη.

Τρία χρόνια αργότερα αρχίζει η δίκη. Οι συλληφθέντες έχουν ομολογήσει τις πράξεις τους. Μάλιστα, με λεπτομέρειες που χαρακτηρίστηκαν τότε ανατριχιαστικές. Η απόφαση καταδικάζει τον αρχηγό των σατανιστών, Ασημάκη Κατσούλα, σε δύο φορές ισόβια και δώδεκα χρόνια κάθειρξης. Καταδικάζει τον Μάνο Δημητροκάλη σε δις ισόβια και εννέα μήνες κάθειρξης. Επιπλέον, καταδικάζει τη Δήμητρα Μαργέτη, σε κάθειρξη 17 ετών για απλή συνέργεια. Έπειτα από 8 χρόνια, αποφυλακίζεται πρώτη, η Δήμητρα Μαργέτη.

Οι δύο προηγούμενες αιτήσεις αποφυλάκισης απορρίπτονται λόγω αμφιβολιών για το σωφρονισμό της και για την αποβολή σατανιστικών αντιλήψεων. Τα επεισόδια με συγκρατούμενές της, τα πρώτα χρόνια της κράτησής της, συνέβαλαν σε αυτό. Μετά την αποφυλάκισή της διαμένει στην Παλλήνη. Είναι φιλήσυχη και απομονωμένη όπως καταθέτουν οι γείτονές της. Σήμερα, μητέρα δύο παιδιών, απολαμβάνει την οικογενειακή της γαλήνη. Έχει αφήσει πίσω ό,τι θυμίζει το ζοφερό παρελθόν.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Η συνέχεια από την ιστορία με τους σατανιστές

Ο συμπρωταγωνιστής της εγκληματικής ιστορίας είναι ο Μάνος Δημητροκάλης. Κάνει χρήση της πρόνοιας του άρθρου 105 του ποινικού κώδικα. Αποφυλακίστηκε τον προηγούμενο μήνα, αφού έχει εκτίσει τα 2/3 της ποινής του. Στο άκουσμα της αποφυλάκισής του το συγγενικό περιβάλλον των θυμάτων εκφράζει την αγανάκτησή του.

Σε αντίθεση με τους συνεργούς του, ο Δημητροκάλης φαίνεται να κράτησε χαμηλούς τόνους καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στις φυλακές. Ο πατέρας Μάρκος, ο εξομολόγος των κρατουμένων που τον επισκεπτόταν στις φυλακές, δήλωνε το 2010 πως: «ο Μανώλης έχει ξαναβρεί το δρόμο του Κυρίου. Κατασκευάζει εικόνες. Εξομολογείται τακτικά. Προτρέπει ακόμα και συγκρατούμενούς του στην εξομολόγηση». Κάνοντας χρήση του ίδιου άρθρου προσδοκά να αποφυλακιστεί και το αρχηγικό μέλος της ομάδας, Ασημάκης Κατσούλας.

Κατά την πρόσφατη αίτηση αποφυλάκισής του δηλώνει στους δικαστές μεταμελημένος και έτοιμος να ενταχθεί στην κοινωνία. Απέχει από αλληλογραφίες και τηλεφωνικές παρενοχλήσεις που απασχόλησαν τις αρχές κατά τα πρώτα χρόνια του εγκλεισμού του στις φυλακές της Λάρισας. Εκείνη την περίοδο φαίνεται πως ο Κατσούλας παρενοχλούσε τηλεφωνικά δύο ανήλικα κορίτσια. Επιπλέον, με άλλα διατηρούσε αλληλογραφία, από την οποία δεν έλειπαν τα σατανιστικά σύμβολα. Οι προτροπές μύησης στα ιδανικά του σατανισμού, ακόμα και οι απειλές προς τους γονείς των κοριτσιών σε περίπτωση που εμπόδιζαν την εν λόγω επικοινωνία.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Η ματωμένη παραγγελιά

Πάντως η απόλυση υπό όρους κατά συρροή δολοφόνων μετά από μεγάλο διάστημα σωφρονισμού τους δεν είναι πρόσφατη υπόθεση. Το τραγούδι «Βεργούλες» φέρνει στο μυαλό ένα βράδυ του 1973. Τότε, το νυχτερινό κέντρο «Νεράϊδα», βάφεται «κόκκινο». Ο Νίκος Κοεμτζής σκοτώνει με μαχαίρι τρία άτομα. Τραυματίζει άλλα οκτώ για μια παραγγελιά που δεν σεβάστηκαν. Η αφορμή δόθηκε όταν εκτός από τον αδερφό του Δημοσθένη, σηκώθηκαν κι άλλοι θαμώνες του κέντρου στην πίστα. Το έκαναν για να χορέψουν τη δική του παραγγελιά.

Ο Κοεμτζής βγάζει ένα μαχαίρι και σκοτώνει όποιον βρεθεί μπροστά του. Το κάνει, διεκδικώντας τον σεβασμό. Το δικαστήριο τον καταδικάζει τρεις φορές σε θάνατο και οκτώ φορές ισόβια. Το 1977 η ποινή του μετατρέπεται σε ισόβια για να αφεθεί εντέλει ελεύθερος. Γίνεται, με περιοριστικούς όρους μετά από 23 χρόνια συνεχούς φυλάκισης. Ο Κοεμτζής, μετανοημένος, για το υπόλοιπο της ζωής του γράφει ποιήματα καθώς και την αυτοβιογραφία του. Εκείνη, την πουλάει έξω από την Ευελπίδων και στο Μοναστηράκι.

Στο «Νίκος Κοεμτζής: Το μακρύ ζεϊμπέκικο», όπως ήταν ο τίτλος του βιβλίου, εξιστορεί τη ζωή του αλλά και τους κώδικες της φυλακής όπως τους είχε ζήσει τα 23 χρόνια της κράτησής του. Η ιστορία της ματωμένης παραγγελιάς εμπνέει τους ανθρώπους της τέχνης, γίνεται ταινία του Παύλου Τάσιου και στίχος σε τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου. Το Σεπτέμβριο του 2011 πεθαίνει στο Μοναστηράκι από ασιτία και κακουχίες.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Ο Δράκος της Δράμας

Δέκα χρόνια μετά, το 1983, ο έφεδρος ανθυπολοχαγός των ΛΟΚ, Κυριάκος Παπαχρόνης, κατηγορείται για βιασμούς και δολοφονίες γυναικών καθώς και για βομβιστικές επιθέσεις. Ο «δράκος της Δράμας» σκορπίζει τον τρόμο φορώντας πάντα την στρατιωτική του στολή. Ο λόγος για τις ειδεχθείς πράξεις του: η τραυματική εμπειρία που αποκόμισε στα 13 του χρόνια, κατά την πρώτη επίσκεψή του σε οίκο ανοχής, όπως δηλώνει ο ίδιος.

Τα ειρωνικά λόγια της πρώτης ιερόδουλης θα πλήξουν τον ανδρισμό του σε τέτοιο βαθμό ώστε να ομολογήσει πως θα συνέχιζε τη δράση του αν είχε αποφύγει τη σύλληψη αλλά και πως το μίσος που έτρεφε για το γυναικείο φύλλο, μπορούσε να ικανοποιηθεί μόνο με την κακοποίησή του. «Θόλωνε το μυαλό μου. Ήθελα να χτυπήσω. Έφτανα στο μεγαλείο. Τη χτυπούσα, τελείωνε…», ήταν μερικά από τα λόγια της ομολογίας του. Η ποινή που του επιβάλλεται είναι δις εις θάνατον και κάθειρξη 23 ετών όπου στη συνέχεια μετατρέπεται σε ισόβια.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Η συνέχεια από την ιστορία του Δράκου της Δράμας

Κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της κράτησής του, η συμπεριφορά του δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί υποδειγματική. Συμπλοκές με κρατουμένους και συμμετοχή σε εξεγέρσεις είναι κάποια από τα περιστατικά στα οποία ενεπλάκη. Μετά την πειθαρχική τιμωρία του για όλα τα παραπάνω, η παραβατική συμπεριφορά του σταματά. Ο Παπαχρόνης πια διαβάζει, εργάζεται εθελοντικά, είναι ψάλτης στην εκκλησία της φυλακής, βοηθά στην οργάνωση του σχολείου δεύτερης ευκαιρίας και παροτρύνει τους λοιπούς φυλακισμένους να εγγραφούν.

Μετά από 22 χρόνια εγκλεισμού, το 2004, αποφυλακίζεται υπό όρους, για να ενταχθεί μετανοημένος στην κοινωνία. Από τότε ζει σε ένα προάστιο της Λάρισας. «Αυτοεξόριστος, μειωμένων αντοχών και υποβασταζόμενος, απαγγέλει ποίηση σε άπταιστη καθαρεύουσα χωρίς να ενδιαφέρεται ή να αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει γύρω του» αναφέρουν οι γείτονές τους.

Μόνο μια γυναίκα τον επισκέπτεται αργά τη νύχτα τα πρώτα χρόνια, αντιθέτως με τα τελευταία που η κοινωνικοποίηση του παρατηρείται έντονη, τουλάχιστον στο διαδίκτυο. Φωτογραφίες του τότε νεαρού με τη στολή αλλά και πρόσφατες με την σύζυγό του Λίνα, η οποία έχει φιλοξενηθεί και παλαιότερα σε τηλεοπτικές εκπομπές, ανανεώνονται τακτικά στο προφίλ του στο facebook.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Πολίτης υπεράνω πάσης υποψίας

Την ίδια περίπου περίοδο συλλαμβάνεται και ο «δράκος της παραλίας» όπως τον αποκάλεσαν, μιας και έβρισκε τα θύματά του στις παραλιακές περιοχές της Αττικής. Ο τότε πολίτης υπεράνω πάσης υποψίας, άριστος οικογενειάρχης, επιτυχημένος φυσιοθεραπευτής και πατέρας ενός τρίχρονου κοριτσιού, Σπύρος Μπέσκος, καταδικάζεται σε δύο φορές ισόβια για τον βιασμό και στραγγαλισμό δύο γυναικών στην Πάρνηθα και για απόπειρα εναντίων δεκάδων άλλων. Κατά τον εγκλεισμό του στο σωφρονιστικό ίδρυμα η συμπεριφορά του ήταν υποδειγματική.

Συγκρατούμενοι και φύλακες επιβεβαίωναν την ειλικρινή του μεταμέλεια. Τα πρώτα χρόνια αφότου θεράπευσε το παιδί ενός φύλακα που αντιμετώπιζε κινητικές δυσκολίες, με την άδεια του διευθυντή των φυλακών λειτουργούσε μέσα σε μια αποθήκη, υποτυπώδες θεραπευτήριο. Λίγο πριν την αποφυλάκισή του, απολάμβανε το καθεστώς της ημιελεύθερης διαβίωσης. Δευτέρα ως Παρασκευή έφευγε από τις φυλακές για το ιατρείο του το πρωί και επέστρεφε στις 7:30 το απόγευμα. Το 2008, αποφυλακίζεται με περιοριστικούς όρους και μέχρι και σήμερα διατηρεί το φυσικοθεραπευτήριό του στην Ηλιούπολη.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Το μοιραίο πάθος

Το 1987 τα πρωτοσέλιδα καταλαμβάνει η είδηση πως ο φοιτητή της ΑΣΟΕΕ, Παναγιώτης Φραντζής, συλλαμβάνεται για τον φόνο της γυναίκας του, Ζωής Γαρμανή. Η Ζωή σύμφωνα με την ομολογία του Φραντζή, χτυπάει θανάσιμα στο κεφάλι κατά τη διάρκεια έντονης συζυγικής διαμάχης που εξελίσσεται σε πάλη. Για να αποφύγει την κατηγορία του μη προσχεδιασμένου φόνου ο Φραντζής, τεμαχίζει το άψυχο σώμα της συζύγου σε δεκαέξι κομμάτια τα οποία πετά σε απομακρυσμένους κάδους απορριμμάτων.

Ένας ρακοσυλλέκτης είναι εκείνος που ανακαλύπτει τις σακούλες με το διαμελισμένο πτώμα και μια απόδειξη από κρεοπωλείο της περιοχής όπου διέμενε το ζευγάρι, γίνεται η αιτία για την αναγνώριση του πτώματος, μιας και ο δολοφόνος είχε φροντίσει να παραμορφώσει το κεφάλι του θύματος ώστε να μην αναγνωρίζεται. Οι εκθέσεις των ιατροδικαστών διίστανται, η μια αποφαίνεται υπέρ της κατάθεσης του Φραντζή στο ότι η Γαρμανή πέθανε από τραυματισμό στο κεφάλι, η άλλη υποδεικνύει στραγγαλισμό. Το σίγουρο είναι πως η κατάσταση στην οποία βρέθηκε το άψυχο σώμα της κοπέλας δεν διευκόλυνε την ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Η συνέχεια της ιστορίας από το μοιραίο πάθος

Ο Φραντζής εκτίει την ποινή της ισόβιας κάθειρξής του σε διάφορα σωφρονιστικά καταστήματα. Συγκρατούμενοί του μαρτυρούν έναν άνθρωπο που για τα τρία πρώτα χρόνια βρίσκεται σε άλλο κόσμο, προσπαθώντας μάλιστα να αυτοκτονήσει. Γράφει μουσική την οποία αφιερώνει στη «Ζωή». Προσφέρει εργασίες εντός φυλακής, απασχολείται στους φούρνους, στην είσοδο, στη γραμματειακή υποστήριξη καθώς και στο φαρμακείο το οποίο και προστατεύει κατά τη διάρκεια εξέγερσης των κρατουμένων των φυλακών.

Μπαίνει σε καθεστώς ειδικών εκπαιδευτικών αδειών με σκοπό να ολοκληρώσει τις σπουδές του στην ΑΣΟΕΕ. Οι συμφοιτητές του τον περιγράφουν ως άκρως κοινωνικοποιημένο άτομο που δύσκολα συνδέεται με το συζυγοκτόνο που άφησε εμβρόντητη την κοινή γνώμη με την φρικαλεότητα των πράξεων του. Η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται επαινετή από σειρά διευθυντών φυλακών, σωφρονιστικών υπαλλήλων και κοινωνικών λειτουργών. Εν τέλει καταφέρνει να αποφοιτήσει αλλά και να αποφυλακιστεί, κατά την 6 σε σειρά αίτηση του, μετά από 18 χρόνια εγκλεισμού.

Σήμερα ο Φραντζής συνεχίζει να γράφει μουσική, διαμένει με την νέα του οικογένεια του και διατηρεί κατάστημα mini market.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Ο φιλεύσπλαχνος δολοφόνος

Μια ιδιαίτερη περίπτωση, που κατέλαβε τους τίτλους στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων είναι αυτή του 40χρονου Ματθαίου Μονσελά, ο οποίος τον Οκτώβριο του 1994, σκοτώνει την συνομήλικη του Γιόλα Βαγενά «μετά από δική της παρότρυνση», όπως θα ομολογήσει κατά την κατάθεσή του. Τα δημοσιεύματα της εποχής μιλούν για φόνο από ανθρωπιστικούς λόγους καθώς σύμφωνα με τις μαρτυρίες του δολοφόνου το θύμα αδυνατώντας να διαχειριστεί την εξωσυζυγική σχέση του άντρα της τον εκλιπαρούσε να την σκοτώσει.

Θύτης και θύμα πραγματοποιούν τακτές συναντήσεις όπου συζητούν τα προβλήματα που αντιμετώπιζε εκείνη την εποχή η Βαγενά. Σε κάποιες από αυτές κάνουν βόλτες με το αυτοκίνητο, προβάροντας από κοινού το σχέδιο της δολοφονίας της, μέχρι τη μοιραία βόλτα που το σχέδιο εφαρμόζεται. Ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Μονσελάς χαρακτηρίζεται φιλήσυχος άνθρωπος το δικαστήριο δεν αναγνωρίζει ελαφρυντικά ενώ ο ίδιος σχολιάζει την απόφασή του δικαστηρίου για την κάθειρξη των 12 χρόνων και 9 μηνών που του επέβαλε «πολύ σωστή».

Αφού εκτίει τα 3/5 της ποινής του αποφυλακίζεται. Τα πρώτα χρόνια προσπαθεί να εργαστεί αλλά μόλις το παρελθόν του αποκαλύπτεται, απολύεται. Διαμένει σε ένα τροχόσπιτο, σταθμευμένο κάτω από το θέατρο της Δώρας Στράτου, μέχρι να καεί από μέλη της Χρυσής Αυγής σύμφωνα με παλαιότερη συνέντευξή του. Από το 2011 ζει στο άλσος του Φιλοπάππου, απομονωμένος από όλους με μόνη συντροφιά αδέσποτα ζώα της περιοχής.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Ολέθρια σχέση

«Πέθανα τη στιγμή που τον σκότωσα» ήταν η φράση της Κάτιας Γιαννακοπούλου, της γυναίκας που σκότωσε εν ψυχρώ τον αρχιμανδρίτη Άνθιμο. Η ιστορία τόσο της δολοφονίας όσο και της αποφυλάκισης χαρακτηρίστηκε από τα πρωτοσέλιδα της εποχής ως ο επίλογος μιας ολέθριας σχέσης. Τον Ιούλιο του 1997, φορώντας μια ξανθιά περούκα και μαύρα γυαλιά, περίμενε έξω από την πολυκατοικία που διέμενε ο αρχιμανδρίτης στη Νέα Σμύρνη. Την ώρα που εκείνος κατευθυνόταν προς το τζιπ του έβγαλε το περίστροφο και τον πυροβόλησε 7 φορές.

Η υπόθεση που πολιτογραφήθηκε ως έγκλημα πάθους θα μείνει στα δικαστικά χρονικά και για τα λόγια που χρησιμοποίησε η Κάτια Γιαννακοπούλου κατά την απολογία της: «Αν ήταν δυνατόν να τον αναστήσω με πέντε φιλιά ποτισμένα από το αίμα της μετανιωμένης μου καρδιάς, θα το είχα ήδη κάνει». Η πρωτόδικη απόφαση για την Κάτια επέβαλε ποινή κάθειρξης 20 ετών αλλά το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο των Αθηνών, μη αναγνωρίζοντας τα δύο ελαφρυντικά, του πρότερου έντιμου βίου και αυτό της ανάρμοστης συμπεριφοράς του θύματος απέναντί της, της επιβάλλει την ισόβια κάθειρξη.

Στο άκουσμα της αποφυλάκισής της ο αδερφός του Αρχιμανδρίτη, Υψηλάντης Ελευθεριάδης, ξεσπά εναντίων υπευθύνων δηλώνοντας πως συμφωνεί με την αποσυμφόρηση των φυλακών αλλά βγάζοντας έξω αυτούς που κατηγορούνται για μικροαδικήματα. Τελικά η Κάτια μετά την αποφυλάκισή της επέστρεψε στην οικογένεια της αποφεύγοντας τα φώτα της δημοσιότητας.

Πρωταγωνιστές εγκλημάτων: Τα μοιραία τηγανόψωμα της Φαρμακούλας

Βγαλμένη από μυθιστόρημα, η περίπτωση της Μαρίας Σαμπανιώτη, της σύγχρονης Φραγκογιαννούς ή της Φαρμακούλας, όπως την αποκαλούσε το ακροατήριο. Τον Ιανουάριο του 1992 συλλαμβάνεται με την κατηγορία ότι δηλητηρίασε επτά άτομα-τρία εκ των οποίων απεβίωσαν- προσφέροντας τους ζύμη εμποτισμένη με παραθείο με την οποία παρασκεύασαν τηγανόψωμα. «Μου έκανε εντύπωση που το χρώμα του ψωμιού ήταν μπλε και φούσκωσε πάρα πολύ. Ήθελε να μας δηλητηριάσει γιατί δεν θέλαμε την κόρη της για νύφη», δήλωνε η Ελένη Μουστοπούλου, στο δικαστήριο.

Η Σαμπανιώτη πρόσφερε τη δηλητηριασμένη ζύμη στις οικογένειες της Ελένης Μουστοπούλου και Ειρήνης Κληματσά, με σκοπό την εκδίκηση μιας και τα θύματα είχαν αρνηθεί να παντρέψουν τους γιους τους με τις κόρες της Μαρίας. Καταδικάστηκε σε τρεις φορές ισόβια και επιπλέον 25 χρόνια κάθειρξης. Δεν παραδέχτηκε ποτέ μέχρι σήμερα την ενοχή της, επαναλαμβάνοντας πως εκείνος που προσέθεσε το παραθείο απέβλεπε στη δηλητηρίαση της ίδιας και της οικογένειάς της. Στις φυλακές βεβαιώνει πως οι συγκρατούμενές της αγαπούν τα φαγητά που τους μαγειρεύει.

Κατά τον εγκλεισμό της εργάζεται στο ταπητουργείο, και τις κενές ώρες σφουγγαρίζει και καθαρίζει. Τον Ιανουάριο του 2011 γίνεται δεκτή η αίτηση της για υφ’ όρων απόλυση, λόγω της καλής διαγωγής, των πολλών ωρών εργασίας αλλά και της ευεργετικής διάταξης σύμφωνα με την οποία μετά το 65ο έτος της ηλικίας του κρατουμένου, κάθε ημέρα κράτησης υπολογίζεται διπλή. Σήμερα, η Σαμπανιώτη έχει εγκατασταθεί ξανά με την οικογένεια της στο Περιστέρι, σε διαφορετικό όμως διαμέρισμα.

TAGS:
Advertisement