Αγία Αθανασία: Ο Νίκος Κοντοστάθης δέχεται συνεχώς καταγγελίες για εναλλακτικές θεραπείες. Εκείνες οδήγησαν στο θάνατο τρεις ανθρώπους. Ο ίδιος εξαπάτησε δεκάδες άτομα. Μάλιστα, φαίνεται πως κατάφερε να αποσπάσει το ποσό των 55.000.000 ευρώ από τον επιχειρηματία, Δημήτρη Κοντομηνά. Η συγκεκριμένη ιστορία, δεν αποτελεί μοναδική. Υπάρχουν δεκάδες ιστορίες, με ψευτογιατρούς. Μία από αυτές ανήκει και στην «Αγία Αθανασία» και όχι μόνο…
Από τις πιο γνωστές ιστορίες στα ελληνικά χρονικά είναι αυτή µε το «θαυµατουργό νερό του Καµατερού». Ένας πολυπράγµων δικηγόρος από την Κω ισχυριζόταν ότι είχε ανακαλύψει το φάρµακο κατά του καρκίνου. Ήταν ιαµατικό νερό, το οποίο περιείχε διάφορα πετρώµατα. Έγινε γρήγορα γνωστός στο πανελλήνιο στις αρχές του 1976. Τότε, είχε προβληθεί δεόντως από ορισµένα ΜΜΕ της εποχής. Η κοσµοσυρροή που καταγράφηκε εκείνη την περίοδο από πολίτες που έτρεχαν για να προµηθευτούν το «θεραπευτικό» νερό του Καµατερού είχε προκαλέσει την αντίδραση πολλών επιστηµόνων και φορέων.
Μάλιστα, η υπόθεση είχε λάβει επικίνδυνες διαστάσεις. Ασθενείς διέκοπταν τη συµβατική τους θεραπεία θεωρώντας ότι θα γιατρευτούν από το «φάρµακο» του Καµατερού. Αποτέλεσµα, όµως, ήταν η υγεία τους να επιδεινώνεται. Ο Γιώργος Καµατερός, ένας 36χρονος δικηγόρος από την Κω, µοίραζε το «θεραπευτικό του νερό» µε βυτιοφόρα στους ασθενείς. Το έκανε σε Αθήνα αλλά και επαρχία. Τελικώς καταδικάστηκε για το σκάνδαλο που είχε προκαλέσει. Επίσης, καταδικάστηκε και για τους κινδύνους που επέφερε στην υγεία πολλών ασθενών.
Οµως φαίνεται πως το δικό του «µαγικό» νερό δεν κατάφερε να τον σώσει από τα οικονοµικά του προβλήµατα. Το 1998 αυτοκτόνησε σε ηλικία 58 ετών. Πάντως, η ευπιστία των τότε ασθενών δεν ήταν τυχαία. Η επιστήµη θεωρούσε ανίατη ασθένεια τον καρκίνο. Σήµερα, 44 χρόνια µετά την υπόθεση Καµατερού, αρκετές µορφές καρκίνου µπορούν να γιατρευτούν.
Μια άλλη περίπτωση εξαπάτησης πολιτών και ασθενών αποτελεί η γνωστή ιστορία µε τη λεγόµενη «Αγία Αθανασία του Αιγάλεω». Η κατά κόσµον Αθανασία Κρικέτου – Σάµαρη προερχόταν από τη Μανωλάδα Ηλείας. Σε νεαρή ηλικία, βοσκώντας τα πρόβατα της οικογένειάς της, διαπίστωσε ότι έπασχε από µια σπάνια δερµατική νόσο. Πρόκειται για τον κνιδωτικό δερµογραφισµό. Είναι µια πάθηση από την οποία, σύµφωνα µε τις σύγχρονες καταγραφές, πάσχει περίπου το 5% του γενικού πληθυσµού. Το δέρµα µπορεί να εµφανίσει σηµάδια που διατηρούνται ακόµη και ώρες εάν πιεστεί.
Αξιοποιώντας δεόντως την πάθησή της αυτή, η «Αγία Αθανασία του Αιγάλεω» κατάφερε να γίνει γνωστή στο πανελλήνιο. Ισχυριζόταν ότι ήταν προφήτισσα, οραµατίστρια και ότι είχε απευθείας σύνδεση µε την Παναγία. Υποτίθεται ότι η Παναγία, της περνούσε µηνύµατα. Επιπλέιν, είχε τη δυνατότητα και να γιατρεύει.
«Εγώ σταυρώνω τους αρρώστους και όποιος έχει πίστη θεραπεύεται» ισχυριζόταν η Αθανασία, κάνοντας τους ανά την Ελλάδα πιστούς να προστρέχουν στα πόδια της προκειµένου να θεραπευτούν ή να λάβουν την ευλογία της Παναγίας. Ασθενείς έσπευδαν στην αυτοαποκαλούµενη προφήτισσα αναζητώντας λύση στο πρόβληµά τους.
Με τον τρόπο αυτό η Αθανασία, η οποία φρόντιζε να γράφει τα υποτιθέµενα σηµάδια της Παναγίας στο στέρνο της -τις περισσότερες φορές ανορθόγραφα-, απέκτησε αµέτρητα ακίνητα και χρήµατα. Δεν χρησιµοποιούσε µαντζούνια όπως ο ψευτογιατρός του 2020, αλλά σταύρωνε τους πιστούς, οι οποίοι όµως τις αφιέρωναν χρήµατα, χρυσαφικά και κάθε λογής τάµατα. Μάλιστα, µε τον θησαυρό που απέκτησε από τους λάτρεις της η «Αγία Αθανασία του Αιγάλεω» δηµιούργησε ένα γηροκοµείο στη Μάνδρα Αττικής, µε το όνοµα «Παναγία Φανερωµένη».
Εντύπωση προκαλεί ακόµη και σήµερα το γεγονός ότι, ενώ είχε εξαπατήσει πλήθος κόσµου εκµεταλλευόµενη την ελπίδα τους για θεραπεία ασθενειών και σωτηρία της ψυχής, η «Αγία Αθανασία του Αιγάλεω» δεν καταδικάστηκε ποτέ. Αν και είχε βρεθεί πολλάκις ενώπιον του δικαστηρίου, πάντα αθωωνόταν. Η «προφήτισσα» Αθανασία πέθανε τον περασµένο Φεβρουάριο και η κηδεία της έγινε στο ίδρυµα-γηροκοµείο που είχε δηµιουργήσει στη Μάνδρα Αττικής. Παρόντες στο τελευταίο αντίο ήταν αρκετοί ιερείς αλλά και πιστοί της.
Το «θαυµατουργό» δηλητήριο του µπλε σκορπιού της Κούβας αποτέλεσε άλλο ένα δείγµα της ανάγκης που έχουν οι ασθενείς µε καρκίνο να αναζητήσουν µια ελπίδα ακόµη και σε κάτι που δεν έχει αποδειχθεί επιστηµονικά. Στα µέσα της δεκαετίας του 1990 πολλοί Ελληνες είχαν σπεύσει στην Κούβα, ξοδεύοντας πακτωλούς χρηµάτων, προκειµένου να λάβουν το µαγικό σκεύασµα που θα τους απάλλασσε από τον καρκίνο.
Την περίοδο εκείνη πολλά ΜΜΕ είχαν αναφερθεί στη σοβαρότητα του θέµατος, καθώς υπήρχαν και πολλοί ασθενείς που, ενώ δεν είχαν τα προς το ζην, αναζητούσαν χρήµατα για να ταξιδέψουν στην Κούβα. Το δηλητήριο του µπλε σκορπιού αποτελούσε για πάνω από 20 χρόνια µια αχτίδα ελπίδας για τους καρκινοπαθείς στην Κούβα, που προσέτρεχαν στους κάθε λογής «γιατρούς» για να σωθούν. Πολλοί -για άγνωστους λόγους- είχαν δει θεαµατικά αποτελέσµατα, ενώ ασθενείς που είχαν εγκαταλείψει τις συµβατικές θεραπείες είδαν την υγεία τους να επιδεινώνεται.
Περίπου 25 χρόνια µετά, µόλις πριν από λίγους µήνες, η Υπηρεσία Τροφίµων και Φαρµάκων (FDA) των ΗΠΑ έδωσε άδεια να πραγµατοποιηθεί η πρώτη κλινική δοκιµή µε δηλητήριο του µπλε σκορπιού σε ανθρώπους. Αγνωστο εάν θα αποδειχθεί πράγµατι αποτελεσµατικό ή όχι. Παρ’ όλα αυτά, οι Κουβανοί φαίνεται πως τα τελευταία χρόνια έχουν δηµιουργήσει διάφορα σκευάσµατα που στηρίζονται κυρίως στην οµοιοπαθητική λογική και απευθύνονται σε σοβαρές παθήσεις.
Υπάρχουν βέβαια και πιο σύγχρονες εκδοχές των «µάγων» της ιατρικής, οι οποίοι πωλούν ελπίδα. Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη περίπτωση ενός γιατρού… χωρίς πτυχίο που διετέλεσε µάλιστα και για 13 χρόνια διευθυντής Γενικής Ιατρικής στο Πολυδύναµο Περιφερειακό Ιατρείο Σκύρου. Επί σειρά ετών υποδυόταν τον γιατρό, εξετάζοντας καθηµερινά ασθενείς. Η υπόθεσή του είχε προκαλέσει σάλο, καθώς κατόρθωσε µε ευκολία να διεισδύσει στο δηµόσιο σύστηµα υγείας, παρουσιάζοντας πλαστά πτυχία από την Ιταλία.
Ο «γιατρός» φερόταν µάλιστα να έχει πλουτίσει, αφού κυκλοφορούσε µε Ferrari και ενίοτε µε ιδιωτικό αεροσκάφος. Τα πτυχία που είχε παρουσιάσει για να εισβάλει στο ΕΣΥ προέρχονταν από το πανεπιστήµιο της Ρώµης La Sapienza, τα οποία είχε καταθέσει το 1999 στο υπουργείο Υγείας και είχαν γίνει αποδεκτά. Ο ίδιος µε τα πλαστά αυτά πτυχία διορίσθηκε τελικά το 2000, µε την επίσηµη σφραγίδα του κράτους, αφού τότε δεν είχε εφαρµοσθεί ακόµη το σύστηµα ελέγχου των πτυχίων στο ∆ηµόσιο που εφαρµόζεται σήµερα.
Βέβαια, νωρίτερα είχε κατορθώσει να εξαπατήσει κι άλλους στο ∆ηµόσιο, αφού από το 1993 είχε αποκτήσει από τη ∆ιεύθυνση ∆ηµόσιας Υγείας του Νοµού Αργολίδας την άδεια άσκησης του επαγγέλµατος. Πριν λάβει το «πράσινο φως» για να διοριστεί διευθυντής στη Σκύρο µε τα ίδια πλαστά πτυχία και έγγραφα, είχε κάνει ειδικότητα και στην Πάτρα. Και αυτή η υπόθεση απεδείχθη επικερδής για τον υποδυόµενο τον γιατρό, αφού φέρεται να είχε αποσπάσει µεγάλα χρηµατικά ποσά κατά τη διάρκεια της θητείας του, γεγονός που του έδινε τη δυνατότητα να διάγει έναν πολυτελή βίο.