Ακατοίκητο ελληνικό νησί – Χρήσιμες πληροφορίες: Πρόκειται για τον πιο μεγάλο φυσικό νησιωτικό αρχαιολογικό χώρο του κόσμου. Μάλιστα, αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.
Κανείς δεν διανυκτερεύει στο νησί. Η ιερότητα του πανέμορφου αυτού τόπου οφείλεται στον μύθο της γέννησης του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος. Η Δήλος ήταν ένα πλεούμενο νησί. Αυτό συνέβαινε έως ότου ο Ποσειδώνας την ακινητοποίησε μετά από παράκληση του Δια. Σκοπός ήταν να προσφερθεί ως καταφύγιο στην Λητώ.
Όταν ο Δίας «ερωτεύτηκε» την Λητώ και εκείνη έμεινε έγκυος, αντιμετώπισε την οργή της Ήρας. Δηλαδή, της γυναίκας του Δία. Έτσι, ο Δίας παρακάλεσε τον Ποσειδώνα, να βοηθήσει να βρεθεί για τη Λητώ ένα οποιοδήποτε καταφύγιο για να γεννηθούν τα παιδιά του. Ο Ποσειδώνας πήρε τον αθέατο βράχο (σ.σ. Άδηλος) και βρήκε μια αρκετά προστατευμένη θέση ανάμεσα στα άλλα νησιά. Έπειτα, μετονόμασε εκείνη σε Δήλο (σ.σ. φανερή).
Η Δήλος είχε κατοικηθεί ήδη από το 2500 π.Χ. Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Π.Ι. Χατζηδάκη, οι κάτοικοι έχτισαν τις ελλειψοειδείς καλύβες τους στην κορυφή του λόφου Κύνθου. Στο νησί κατοίκησαν και οι Μυκηναίοι, τον 15ο αιώνα π.Χ. Αυτό συνέβη, όταν εξαπλώθηκαν στην περιοχή των Κυκλάδων.
Μετά το τέλος των Περσικών πολέμων ιδρύθηκε η Δηλιακή Συμμαχία. Μία συμμαχία πόλεων – κρατών στην οποία την πρωτοκαθεδρία είχε η Αθήνα. Στη Δήλο, ως έδρα της συμμαχίας βρισκόταν και το κοινό ταμείο μέχρι το 454 π.Χ. H πόλη αναπτύχθηκε μετά το 166 π.Χ., από τους Ρωμαίους. Η ακμή και η εμπορική αξιοποίηση του νησιού, οφείλεται στο λιμάνι. Ήταν ελεύθερο δασμών, αποτελώντας έτσι ένα σπουδαίο εμπορικό κέντρο.
Στις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ. υπολογίζεται ότι στο μικρό αυτό νησί κατοικούσαν περίπου 30.000 άνθρωποι. Εξαιτίας του ιερού της χαρακτήρα, η Δήλος δεν αντιμετώπιζε κινδύνους επιδρομών. Ωστόσο, το 88 π.Χ. ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης προχωρά στη λεηλασία του νησιού. Το 69 π.Χ. το νησί δέχεται νέα καταστροφική επιδρομή από πειρατές.
Οι ανασκαφές που έβγαλαν το νησί από την αφάνεια ξεκίνησαν το 1873 από την αρχαιολογική σχολή Αθηνών και συνεχίστηκαν την περίοδο από το 1904 μέχρι το 1914. Τα ευρήματα φυλάσσονται στο Μουσείο Δήλου και από το 1990 ολόκληρο το νησί έχει χαρακτηριστεί Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά και προστατεύεται από την ΟΥΝΕΣΚΟ.
Όταν ξεκινήσει ο ταξιδιώτης την περιήγηση του στον αρχαιολογικό χώρο θα δει μια λιθόστρωτη πλατεία περιτριγυρισμένη από ναούς, την λεγόμενη Αγορά των Κομπεταλιαστών του 2ου αιώνα π.Χ. Τα κτίρια που σώζονται νότια και ανατολικά της πλατείας φιλοξενούσαν εμπορικά καταστήματα, οι πιο πολλές όμως δραστηριότητες γίνονταν στον υπαίθριο χώρο. Οι περισσότεροι γνωρίζουν το νησί για τον περίφημο Δρόμο των Λεόντων.
Ο δρόμος των Λεόντων με τα μαρμάρινα λιοντάρια του φτιάχτηκε τον 7ο π.Χ. αιώνα, όταν οι κάτοικοι της Νάξου θέλησαν να ευχαριστήσουν τον θεό για κάποια ευεργεσία του. Σημειώνεται πως τα λιοντάρια που βλέπει κανείς σήμερα στην οδό των Λεόντων είναι απομιμήσεις των αυθεντικών, αφού οι μαρμάρινοι λέοντες φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο.
Από τα σπουδαιότερα αξιοθέατα του νησιού είναι και ο ναός της Ίσιδας, όπου στο εσωτερικό του βρίσκεται το άγαλμα της θεάς, προστάτιδας των ναυτικών. Ο ναός βρίσκεται στους πρόποδες του λόφου Κύθνου που υψώνεται μέχρι 113 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Ο ναός οικοδομήθηκε στις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. και επισκευάσθηκε από τους Αθηναίους το 135 π.Χ.
Στον αρχαιολογικό χώρο της «ιέρειας των Κυκλάδων» βρίσκεται και το περίφημο ψηφιδωτό στην οικία του Διονύσου (2ος αιώνας π.Χ.). Πρόκειται για ένα μωσαϊκό που απεικονίζει τον θεό Διόνυσο με ανοιχτά φτερά, στεφανωμένο με κισσό.
Η διαδρομή που διασχίζουν οι επισκέπτες στις πολυτελείς οικίες –όπως την οικία του Διονύσου- μέχρι το αρχαίο θέατρο ονομάζεται Συνοικία Θεάτρου και εκεί βρίσκονται πολλοί από τους θησαυρούς του αρχαιολογικού χώρου του νησιού, όπως η οικία της Κλεοπάτρας και του Διοσκουρίδη (2ος αιώνας π.Χ.).
Σχετικά με το αρχαίο θέατρο της Δήλου, η λίθινη κατασκευή φτιάχτηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και μπορούσε να φιλοξενήσει μέχρι και 6.500 θεατές. Στο αρχαίο θέατρο διοργανώνονταν αγώνες στο πλαίσιο των Δηλίων, ενώ η ανασκαφή του μνημείου ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή.
Παρόλο που μεγάλη ποσότητα μαρμάρου μεταφέρθηκε σε γειτονικά νησιά για να χρησιμοποιηθεί ως οικοδομικό υλικό, στο εσωτερικό και τον περιβάλλοντα χώρο του θεάτρου καταγράφηκαν 4.000 αρχιτεκτονικά μέλη συνολικού βάρους 30 τόνων.
Το αρχαιολογικό μουσείο της Δήλου χτίστηκε το 1904 και σήμερα διαθέτει συνολικά εννέα αίθουσες. Το αρχικό κτίριο περιελάμβανε πέντε δυτικές αίθουσες, στις οποίες προστέθηκαν αρκετές ακόμη το 1931, όπως και το 1972. Στο μουσείο οι επισκέπτες μπορούν να δουν επιτύμβια αγάλματα και στήλες του 7ου – 1ου αιώνα π.Χ, δείγματα κεραμικής από την πρωτοκυκλαδική εποχή, αγγεία, ειδώλια, μικροαντικείμενα καθημερινής χρήσης, κοσμήματα και ψηφιδωτά του 2ου -1ου αιώνα π.Χ.